Το αίτημα της Μεταπολίτευσης παραμένει ζητούμενο…

Η Πολιτική κυριαρχείται από τους ανεπάγγελτους επαγγελματίες του είδους και στην οποία και το ελάχιστο κριτήριο αξιοκρατίας απουσιάζει. Τα πάντα θυσιάζονται στην επανεκλογή στο βουλευτικό αξίωμα, την πλουσιοπάροχη σίτιση στο Δημόσιο Πρυτανείο και ένας ιδιότυπος νεποτισμός στηριζόμενος στη «σταθερά» που ακούει στον όρο οικογενειοκρατία κυριαρχεί στο Πολιτικό Πεδίο. Η διαπλοκή Πολιτικής, Οικονομικής και ενίοτε Δικαστικής Εξουσίας, ο κανόνας, ενώ κάθε έννοια αξιοκρατίας εξορκίζεται.

Η χώρα οδηγήθηκε στη βιομηχανική νέκρωση από τους καιροσκόπους που επαγγέλλονται τους βιομήχανους, οι οποίοι σε αγαστή συνεργασία με τους «επαγγελματίες της πολιτικής» προσβλέπουν, και μόνο, στις κρατικές επιδοτήσεις, φυγαδεύουν τα κρατικά κεφάλαια στο εξωτερικό και στο εσωτερικό διαβιούν κατά σκανδαλώδη τρόπο σε βάρος του έλληνα φορολογούμενου.

Η ιθύνουσα οικονομική τάξη, «αριστούχος απόφοιτος» είτε του Μαυραγορατισμού της Κατοχής είτε της «ιδεολογίας της αρπαχτής», που κυοφορήθηκε στο θερμοκήπιο του Καθεστώτος της Χούντας των Συνταγματαρχών, ουδαμού σχετίζεται με την συμπεριφορά μιας Εθνικής Αστικής Τάξης, η οποία κυριαρχείται από την ιδεολογία των επενδύσεων και της Παραγωγικότητας.

Η «ιθύνουσα οικονομική τάξη» μεταπρατική, και επομένως αντιπαραγωγική, στην τακτική, εκπρόσωπος, κατά κύριο λόγο, αλλοδαπών οικονομικών συμφερόντων, προσβλέπει, χωρίς ιδεολογία και αρχές, στη λεηλασία του δημόσιου πλούτου και δεν ορρωδεί προ ουδενός εμποδίου, προκειμένου να ικανοποιήσει τις αρπαχτικές επιδιώξεις της!

Στην αποβιομηχάνιση συνεπίκουρο και το «συνδικαλιστικό κίνημα». Ο «εργατοπατερισμός», η κακοήθης απόφυση του συνδικαλισμού a la Graeca, έχει δρομοδείκτη στη δράση του την «οριζόντια και κάθετη» διαπλοκή με την εργοδοσία και την εκάστοτε πολιτική εξουσία. Επικάθεται στον τράχηλο των εργαζομένων και έχει υφάνει το δίχτυ της πατρωνίας σε κάθε έκφανση εργατικής δραστηριότητας. Είναι το άλλο είδος των «ανεπάγγελτων επαγγελματιών», αργόμισθων με πλούσιες απολαβές και έργο τη μεθοδική ποδηγέτηση του εργατικού κινήματος.

Η σπονδυλική στήλη της Ελληνικής Οικονομίας, η Μικρομεσαία Επιχείρηση, στενάζει κάτω από το άγος της κρατικής γραφειοκρατίας.

Οι συντεταγμένες Εξουσίες μιας έννομης Πολιτείας (π.χ. Δικαστική) είτε πλέουν χωρίς πλοηγό στο πέλαγος της Πολυνομίας, είτε σιωπούν ενώπιον της πολιτικής απειλής ή του έντεχνου δημόσιου προπηλακισμού και αποδέχονται την παραβίαση της νομιμότητας, ενώ η ίδια έχει ταχθεί από το Σύνταγμα στην επιτήρηση της ορθής εφαρμογής των Νόμων!

Οι ηγεσίες των Ανεξάρτητων Αρχών, επιλογή της πολιτικής εξουσίας, σπανίως ορθώνουν το ανάστημά τους στην κατάφωρη παραβίαση των αρχών των οποίων υποτίθεται ότι είναι οι θεματοφύλακες!

Η Graecia profunda, πολυπλόκαμος, διαβρωτική συνειδήσεων, εκχυδαϊστική στη συμπεριφορά με τη συνέργια συχνή και εκκωφαντική, των ΜΜΕ, ρίχνει την απειλητική σκιά της και καταστέλλει κάθε σκίρτημα ατομικής ή συλλογικής, αξιοπρέπειας.

Οι «λειτουργοί» της ενημέρωσης, ενταγμένοι κατά πλειοψηφία στο σύστημα της Graecia profunda, ουχί μόνο αγνοούν τη θεμελιώδη Επιταγή που δεσπόζει στην αίθουσα συνελεύσεων της ΕΣΗΕΑ «Η δημοσίευσις είναι η ψυχή της δικαιοσύνης» του Πατριάρχη της Νεοελληνικής Δημοσιογραφίας, Ελβετού Φιλέλληνα, Ιωάννη – Ιάκωβου Μάγερ, αλλά ενσυνειδήτως παραμένουν ουδέτεροι θεατές των τεκταινομένων!

Τριάντα τρία χρόνια μετά τη Μεταπολίτευση, η Γ΄ Ελληνική Δημοκρατία, ενώ στα πρώτα της βήματα διεφάνη ότι ήταν αποφασισμένη να δώσει στο καινούργιο πολίτευμα ένα μεταρρυθμιστικό περιεχόμενο που θα είχε αποτέλεσμα την ουσιαστική αναδιανομή της κοινωνικής και οικονομικής ισχύος, βαθμιαίως αλώθηκε από την Graecia profunda και οδηγείται στην εμπέδωση της αντίληψης ότι η Γ΄ Ελληνική Δημοκρατία δεν είναι παρά ένα άλλο πρόσωπο για την ίδια κατάσταση και ο ελληνικός λαός με τον ίδιο ρυθμό εξέρχεται από την οδυνηρή πλάνη του.

Την επομένη της Μεταπολίτευσης και ενώ η πληγή του Κυπριακού ήταν ακόμη χαίνουσα, οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας παρουσιάσθηκαν ως υποστηρικτές μιας μεταρρυθμιστικής πολιτικής.

Η Συντηρητική Παράταξη, όπως εκφράσθηκε από τη «Νέα Δημοκρατία» του Κωνσταντίνου Καραμανλή του Πρεσβύτερου, αποτελούμενη κυρίως από ένα μέρος του αγροτικού κόσμου, των Μικρομεσαίων και της μεταπρατικής ιθύνουσας οικονομικής τάξης -μικρές ομάδες και όχι μαζικό λαϊκό κίνημα- διακήρυξε την πρόθεσή της για Μεταρρυθμίσεις, αλλά στερούμενη της ευρείας λαϊκής υποστήριξης είχε ανάγκη από τη συμμαχία του Δημοκρατικού Κέντρου. Το τελευταίο, όμως, ήδη έφθινε, ενώ το διάδοχο σχήμα του, το ΠΑΣΟΚ, χωρίς σύνδεση με τη μακρά παράδοση της Σοσιαλδημοκρατίας, εισήλθε ορμητικά στο ελληνικό προσκήνιο χωρίς ιδεολογική πυξίδα.

Το εκκρεμές του ΠΑΣΟΚ διεκινείτο από την αντίληψη της Ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας, στον Τριτοκοσμικό Σοσιαλισμό και σε μοντέλα του «υπαρκτού σοσιαλισμού». Καθολική η ιδεολογική σύγχυση και επομένως και η πολιτική πρακτική.

Η Αριστερά, κομμουνιστική και Ανανεωτική, αιχμάλωτη ενός οδυνηρού παρελθόντος, στον δρόμο προς την αναγκαία για τη χώρα Δημοκρατική Μεταρρύθμιση, σταμάτησε στις κομμουνιστικές ιδεολογικές απολήξεις του Μεσοπολέμου.

Το Αίτημα του ’74: Μεταρρύθμιση στη Δημόσια διοίκηση, την Παιδεία, τις σχέσεις Εκκλησίας – Κράτους, την Οικονομία, παραμένει το ζητούμενο και για το σωτήριο έτος 2007 μ.Χ…


Σχολιάστε εδώ