Η τραγωδία της πολιτικής των Μεγάλων Δυνάμεων
Το όνομα του Mearsheimer όπως και αυτό του συναδέλφου του στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ Stephen Waltz, έγιναν πρόσφατα γνωστά σε παγκόσμιο επίπεδο με τη δημοσίευση από τους δυο καθηγητές ενός έντονα επικριτικού κειμένου κατά του αμερικανο-ισραηλινού λόμπι στις ΗΠΑ («The Israel Lobby and US Foreign Policy»).
Ο Mearsheimer θεωρείται από τους συναδέλφους του ένας από τους πιο καταξιωμένους στοχαστές της σχολής του πολιτικού ρεαλισμού, η οποία ερμηνεύει τις σχέσεις ανάμεσα στα κράτη και άξιος συνεχιστής μιας παράδοσης που έχει τις καταβολές της στον Θουκυδίδη, τον Μακιαβέλι και στην εποχή μας στους Αμερικανούς Μόργκανθο (Morganthau) και Γουαλτζ (Waltz).
Το βιβλίο, παρά τον όγκο του που πλησιάζει τις 800 σελίδες, είναι ευανάγνωστο και απλό. Ναι μεν αναπτύσσει μια θεώρηση για τα διεθνή πράγματα και απευθύνεται, έτσι, σε ένα εξειδικευμένο ακροατήριο συναδέλφων του πανεπιστημιακών αλλά είναι, ταυτόχρονα, γραμμένο για να είναι κατανοητό και από τους πολίτες που ενδιαφέρονται να γνωρίζουν τις κύριες δυνάμεις και τα κίνητρα που καθοδηγούν τη συμπεριφορά των μεγάλων και ισχυρών κρατών. Στο έργο του Mearsheimer οι αναγνώστες θα βρουν πολλά περισσότερα από θεωρητικές αναλύσεις, ιστορικά παραδείγματα και αναγωγές. Θα κατανοήσουν, μεταξύ άλλων, πώς εξελίσσονται οι σχέσεις ανάμεσα στα κράτη και, γιατί, όπως και στο παρελθόν έτσι και στο μέλλον οι προοπτικές για ειρήνη είναι ζοφερές.
Αυτό προκύπτει κατά τον Mearsheimer από την εγγενή παθογένεια του διεθνούς συστήματος, δηλαδή τις δομές του. Τα κράτη βρίσκονται σε συνεχή ανταγωνισμό για επιβίωση μέσα σε ένα σύστημα που κανείς δεν εκχωρεί το δικαίωμά του για αυτοδικία και αυτοβοήθεια σε καμία υπέρτατη αρχή. Η επιβίωση απαιτεί επιθετικότητα, εξ ού και η θεώρηση του Mearsheimer περί επιθετικού ρεαλισμού (offensive realism). Η επιθετικότητα επιβάλλεται ως αδήριτη ανάγκη από το σύστημα. Τελικός στόχος κάθε μεγάλης δύναμης είναι να ηγεμονεύσει στο σύστημα, ξεπερνώντας έτσι σε ισχύ τους αντιπάλους της. Οι τελευταίοι, με τη σειρά τους, δεν παραμένουν με σταυρωμένα χέρια. Επιδιώκουν και αυτοί μια θέση κυρίαρχης ισχύος.
Έτσι ο κύκλος της κρατικής βίας συνεχώς αναπαράγεται. Σε αυτόν τον αέναο ανταγωνισμό εντοπίζεται η παθογένεια του συστήματος ή, όπως αλλιώς τη χαρακτηρίζει ο Mearsheimer, η «τραγωδία των μεγάλων δυνάμεων».
Ο Mearsheimer είναι από τους λίγους στοχαστές που δεν παρασύρθηκαν από την ευφορία του τερματισμού του Ψυχρού Πολέμου και από τις (ακόμη) μοδάτες αντιλήψεις περί παγκοσμιοποίησης, νεοφιλελευθερισμού και τις ιδεοληψίες περί δημοκρατικής ειρήνης. Πριν ακόμα καταλαγιάσει η στάχτη από την πτώση του τείχους του Βερολίνου και τον τερματισμό του Ψυχρού Πολέμου, ο Mearsheimer έγραφε πως η μεταψυχροπολεμική εποχή θα είναι γεμάτη από πολέμους και συγκρούσεις και ότι στον κόσμο θα λείψει η σταθερότητα και η σχετική ειρήνη που προέκυπτε από το διπολικό ψυχρο-πολεμικό σύστημα («Why We Will Soon Miss the Cold War», The Atlantic Monthly, August 1990).
Η μεγάλη δεξιότητα του Mearsheimer να ελέγχει τις θεωρητικές του υποθέσεις είναι εμφανής στο έργο του και προκύπτει από βαθιά ιστορική γνώση και επισταμένη μελέτη των πολιτικών των μεγάλων δυνάμεων κυρίως του 19ου και 20ου αιώνα. Ενδελεχείς πίνακες, στοιχεία και χάρτες διευκολύνουν τους αναγνώστες να παρακολουθήσουν τους συλλογισμούς του ή αν το επιλέξουν να επικεντρωθούν σε επιμέρους θέματα και ιστορικά παραδείγματα.
Η ελληνική μετάφραση πέραν ενός μεστού εισαγωγικού σημειώματος του καθηγητή του Παντείου, Κωνσταντίνου Αρβανιτόπουλου, περιέχει και ένα εξαιρετικά χρήσιμο ευρετήριο επιστημονικών όρων, εννοιών και ονομάτων, το οποίο υποδηλώνει ζηλευτή επιστημονική κατάρτιση των συντελεστών της έκδοσης και ειδικά του επιστημονικού του επιμελητή. Τέτοια δείγματα σεβασμού σε επιστημονικά έργα δεν μας συνηθίζουν οι εκδοτικοί οίκοι στην Ελλάδα.
Τέλος θα ήθελα να υπογραμμίσω ότι το πόνημα του Mearsheimer είναι άμεσα σχετικό με τους γεωπολιτικούς και πολιτικούς ανταγωνισμούς που λαμβάνουν χώρα στη δική μας γεωγραφική περιοχή, το δε θεωρητικό του μέρος φωτίζει με επάρκεια την επιθετική πολιτική και τον πολιτικό ρεαλισμό, αν θέλετε, της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου. Η Τουρκία, εν ολίγοις επιδιώκει να ηγεμονεύσει και επί των δύο. Θα ήταν συνεπώς φρόνιμο το έργο του Mearsheimer να διαβαστεί από τους πολιτικούς ταγούς του τόπου και, πιο γενικά, από όσους καλόπιστα αποδέχονται ότι η Άγκυρα επιδιώκει κάτι διαφορετικό εκτός από μια τουρκική ειρήνη στην περιοχή.
* Ο Μάριος Λ. Ευρυβιάδης διδάσκει Διεθνείς Σχέσεις στο Πάντειο Πανεπιστήμιο