«Δικτατορία» μεγάλων στην αγορά καυσίμων

Παράλληλα, καταχωνιάζει στα συρτάρια της επ’ αόριστον τον «καυτό» φάκελο για το διαπιστωμένο καρτέλ των δύο πανίσχυρων πολυεθνικών (BP-Shell) στη χονδρική αγορά καυσίμων, παραπέμποντας στις ελληνικές καλένδες τα βαρύτατα πρόστιμα που θα μπορούσε να τους έχει επιβάλει.

Με τα καρτέλ να αλωνίζουν ανενόχλητα στην αγορά καυσίμων, η κυβέρνηση φαίνεται να έχει χάσει οριστικά τον έλεγχο της ακρίβειας στα πρατήρια. Σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που δημοσιεύει σήμερα το «ΠΑΡΟΝ» η αμόλυβδη βενζίνη, χωρίς να υπολογίζονται οι φόροι, έχει στην Ελλάδα την τέταρτη ακριβότερη τιμή της Ευρωζώνης (446,71 ευρώ το χιλιόλιτρο).

Τη διετία Δεκεμβρίου 2004 – Δεκεμβρίου 2006 η αμόλυβδη ανατιμήθηκε κατά 34,11%, δηλαδή περίπου 4% περισσότερο από τον μέσο όρο της αύξησης την ίδια περίοδο στην Ευρωζώνη. Σημειώνεται ότι τον Δεκέμβριο του 2004 η χώρα μας ήταν η έβδομη ακριβότερη στην Ευρωζώνη.

Από αυτά τα «καπέλα» τα μεγαλύτερα οφέλη τα έχουν οι εταιρείες του χονδρεμπορίου, που κατά παράδοξο τρόπο ετοιμάζονται να επωφεληθούν και από τα μέτρα ενίσχυσης του ανταγωνισμού που προτείνει η Επιτροπή Ανταγωνισμού!

Έμπειροι παράγοντες της αγοράς καυσίμων τονίζουν στο «ΠΑΡΟΝ» ότι από το ενδιαφέρον «πακέτο» προτάσεων της Επιτροπής Ανταγωνισμού που έχουν τεθεί σε διαβούλευση από την Τετάρτη και για ένα μήνα, μόνο δύο έχουν σοβαρές πιθανότητες να υλοποιηθούν στο ορατό μέλλον από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης.

Και πρόκειται (κατά σατανική σύμπτωση…) για δύο μέτρα που ακούγονται μεν ελκυστικά, αλλά όταν εφαρμοσθούν θα καταλήξουν σταδιακά στη γιγάντωση των χονδρεμπορικών εταιρειών, οι οποίες θα αναλάβουν και ένα μεγάλο κομμάτι του λιανικού εμπορίου, «λιανίζοντας» τους βενζινοπώλες, ιδιαίτερα όσους δεν έχουν υπογράψει συμβάσεις «υποτέλειας» με τις εταιρείες και επιμένουν να λειτουργούν ανεξάρτητα πρατήρια.

Στρατηγική των εταιρειών, όπως και σε όλη την Ευρώπη, είναι να αποκτήσουν μεγάλα δίκτυα ιδιόκτητων πρατηρίων, ώστε να βάλουν στο χέρι και τα κέρδη της λιανικής. Ήδη η Shell πρωτοστατεί στην κίνηση αυτή, καθώς διαχειρίζεται 162 πρατήρια μέσω δύο θυγατρικών της, ενώ την ακολουθούν στην ίδια κατεύθυνση η BP, η EKO και μικρότερες εταιρείες.

Το λόμπι των εταιρειών χονδρικής πώλησης καυσίμων πιέζει ασφυκτικά, σύμφωνα με πληροφορίες, για τη λήψη όσων μέτρων μπορεί να ανεβάσουν κατακόρυφα τον ανταγωνισμό στη λιανική, αφού σε τέτοιες συνθήκες ευνοείται η προσπάθειά τους να επιβάλουν ένα σκληρό ολιγοπώλιο, ιδρύοντας νέα δικά τους πρατήρια, ή εξαγοράζοντας σε χαμηλότερες τιμές άλλα, που οι ιδιοκτήτες τους θα θελήσουν να εγκαταλείψουν, αφού θα αδυνατούν να ανταποκριθούν στις νέες συνθήκες.

Έτσι, οι δύο βασικές προτάσεις της Επιτροπής Ανταγωνισμού για την αγορά λιανικής υποστηρίζονται με θέρμη από τις εταιρείες εμπορίας, καθώς:

1. Η απελευθέρωση του ωραρίου λειτουργίας των πρατηρίων θα μεταφέρει ένα σημαντικό ποσοστό του συνολικού τζίρου στα πρατήρια που θα έχουν τη δυνατότητα να λειτουργήσουν σε συνεχή βάση, ενώ για τους μικρότερους πρατηριούχους μεταφράζεται σε υποχρεωτική αύξηση του λειτουργικού κόστους (πρόσληψη προσωπικού και πρόσθετα έξοδα για επέκταση ωραρίου) ή στην απώλεια μεριδίου αγοράς. Σε αυτό το ασφυκτικό πλαίσιο, ιδιαίτερα για τους «μικρούς», αρκετοί θα θελήσουν να πουλήσουν, έστω και σε χαμηλότερες τιμές, τις επιχειρήσεις τους στις εταιρείες εμπορίας που θα καραδοκούν, ενώ το ιδιόκτητο δίκτυό τους θα αποσπάσει μεγαλύτερα μερίδια αγοράς και με ταχύτερους ρυθμούς.

2. Η άρση των χωροταξικών περιορισμών που επιβλήθηκαν με το προεδρικό διάταγμα του Δ. Σιούφα στην αδειοδότηση πρατηρίων, όπως προτείνει η Επιτροπή Ανταγωνισμού, δεν ανοίγει μόνο τον δρόμο στα μεγάλα σούπερ μάρκετ για να αποσπάσουν άδειες πώλησης καυσίμων. Αυτό, σύμφωνα με τους παράγοντες της αγοράς, είναι αμελητέο, μπροστά στις νέες δυνατότητες που θα δώσει στις εταιρείες εμπορίας για ταχύρρυθμη ανάπτυξη των δικών τους δικτύων πρατηρίων. Η διπλή πίεση στις τιμές από τις μεγάλες εταιρείες εμπορίας και, δευτερευόντως, από τα σούπερ μάρκετ θα επιταχύνει την εξαφάνιση των πρατηριούχων. Έτσι, η είσοδος των σούπερ μάρκετ στη διακίνηση καυσίμων, όπως εκτιμούν έμπειροι παρατηρητές της αγοράς, δεν θα έχει παρά μόνο περιθωριακές επιδράσεις στη διαμόρφωση του ανταγωνισμού, ενώ η πραγματικά σοβαρή επίπτωση της απελευθέρωσης της αδειοδότησης θα αφορά τη γιγάντωση των εταιρειών χονδρεμπορίας καυσίμων, με μια αδυσώπητη επέλαση στη λιανική.

«Στα μαλακά»
BP και Shell

Ενδεικτικός της ιδιότυπης ασυλίας που απολαμβάνουν οι μεγάλοι του χονδρεμπορίου καυσίμων, αλλά και της ισχυρής επιρροής τους στα κέντρα αποφάσεων, είναι ο χειρισμός από την Επιτροπή Ανταγωνισμού της «καυτής» υπόθεσης του καρτέλ που φέρονται ότι είχαν σχηματίσει οι πολυεθνικές BP και Shell.

Σύμφωνα με πληροφορίες, ο σχετικός φάκελος, τον οποίο είχε επιμεληθεί ο Π. Αδαμόπουλος, παραμένει και θα βρίσκεται για πολύ καιρό ακόμη σε στάδιο επεξεργασίας και ελέγχου, με το πρόσχημα ότι πρόκειται για μια υπόθεση που είχε απασχολήσει τον γενικό διευθυντή της Επιτροπής, λίγο πριν από την εμπλοκή του ονόματός του στην υπόθεση της ΜΕΒΓΑΛ.

Η εισήγηση του κ. Αδαμόπουλου, στα μέσα Ιουλίου του 2006, ήταν καταπέλτης για τις εταιρείες, αφού απέρριψε την επιχειρηματολογία που ανέπτυξαν στις ακροάσεις και διατήρησε την αρχική του πρόταση για επιβολή προστίμου, το ύψος του οποίου θα μπορούσε να φθάσει και τα 110 εκατ. ευρώ.

«Η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού, αφού έλαβε υπόψη τις αιτιάσεις των δύο εμπλεκόμενων μερών (εταιρείες BP Hellas AE και Shell Hellas AE), εμμένει στην αρχική της εισήγηση, δηλαδή στην ύπαρξη κοινής εκπτωτικής πολιτικής εκ μέρους των δύο εταιριών εμπορίας πετρελαιοειδών, μέσω της οποίας συντηρείται μια σταθερή μη ανταγωνιστική μεταξύ τους σχέση στη διαμόρφωση των τιμών της αμόλυβδης βενζίνης. Η εν λόγω διαπιστούμενη πολιτική συνιστά παραβίαση των σχετικών διατάξεων του κοινοτικού και εθνικού δικαίου του ανταγωνισμού (άρθρο 81 της ΣυνθΕΚ και άρθρο 1 του ν. 703/77) και για τον λόγο αυτό η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού εμμένει στην πρότασή της για επιβολή προστίμου στις εταιρείες BP Hellas AE και Shell Hellas A.E», ανέφερε τότε σχετική ανακοίνωση.

Παρ’ όλα αυτά, δεν έχει ακόμη προγραμματισθεί πότε θα έλθει το θέμα στην Ολομέλεια της Επιτροπής, που έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα να αποφασίσει για τα πρόστιμα. Και αυτό δεν πρόκειται να γίνει στο ορατό μέλλον, όπως αναφέρουν καλά πληροφορημένες πηγές, αφού αναζητείται η φόρμουλα που θα επιτρέψει να κλείσει το θέμα χωρίς σοβαρές συνέπειες για τις εταιρείες…


Σχολιάστε εδώ