Έκφραστής του «Έθνους των εμπόρων»…

Αν και το «Έθνος των Εμπόρων», κατά τον Μέγα Ναπολέοντα, δεν διακρίνεται για τη λατρεία του προς τις Μούσες, η θέση του υφυπουργού Ανάπτυξης Γιάννη Παπαθανασίου ενέχει κάτι το τραγικώς Νιτσεϊκό.

Παλαιόθεν εκφραστής του «Έθνους των Εμπόρων», ως αρμόδιος υφυπουργός-φύλακας του βαλαντίου του βιοπαλαιστή από την αρπακτική μανία του «Έθνους», είναι εξαναγκασμένος να επιτηρεί την έντιμη λειτουργία της Αγοράς και να λαμβάνει μέτρα όπου οι κανόνες παραβιάζονται. Το τελευταίο όμως αποτελεί για τον ίδιο τον κ. Παπαθανασίου ένα είδος ιδεολογικού βιασμού και διαδικασία ταξικής απόκλισης.

Παραλλήλως οι πολιτικές ανάγκες της λαϊκής Δεξιάς, να μην αποξενωθεί από το 15% του εκλογικού σώματος -ποσοστό το οποίο στην πλειοψηφία του συγκροτείται από χαμηλόμισθους και χαμηλοσυνταξιούχους- απολύτως αναγκαίο για τη διαμόρφωση κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας με λάφυρο τη νομή της εξουσίας, τον ωθεί στην επιβολή -έστω και επιφανειακώς- ποινών, με άλγος ψυχής, κατά των «ομοεθνών» του!

Στο πρόσωπό του λοιπόν συντρέχει το του Φρειδερίκου Νίτσε: «Η σύγκρουση του δικαίου προς το Δίκαιο γεννά το τραγικό…».

Παλαιόθεν όμως είναι γνωστόν και ο υφυπουργός Ανάπτυξης δεν το αγνοεί: «Εργαλείο της ποίησης, των Μουσών, οι λέξεις… Της Πολιτικής τα έργα…».

Η δημόσια πολιτεία του υφυπουργού Ανάπτυξης αποκαλύπτει ότι οι ενέργειές του «δεν εξυπηρετούν θεωρίες και αρχές. Ζητά από αυτές να τον εξυπηρετήσουν. Τις παίρνει όπου τις βρει, όταν του χρειάζονται, κι όταν παύουν να του χρειάζονται τις αποκηρύττει».

Βεβαίως, κατ’ ορθήν κρίσιν, ως διδάσκεται στα Νομοδιδασκαλεία, η πολιτική παράταξη της οποίας είναι μέλος, και μάλιστα κυβερνητικό, δεν τον διευκολύνει στο έργο του. «Δεν γνωρίζει να προσφέρει στο λαό οράματα και να του αποσπά θυσίες». Απόβλητη επί εικοσαετίαν της εξουσίας, όρμησε σαν νεόπλουτος στην απόλαυση μέχρι τρυγός μετά την κατάκτησή της και το ακομμάτιστο κράτος δικαίου διατελεί εν υπερορία!

Η «νέα διακυβέρνηση», παρά τα αντιθέτως υποσχεθέντα -«έπεα πτερόεντα»- παρουσιάζει ανικανότητα αντίστασης σε δουλείες προς «ημετέρους» και εραστές της σπουδαρχίας, οποθενδήποτε προερχόμενους, να σιτίζονται πλουσιοπαρόχως στο δημόσιο Πρυτανείο !..

Το πνεύμα του αρχηγέτη της παράταξης -»Ο νοικοκύρης που βασάνιζε χίλιες ώρες ένα θέμα για να αποφασίσει»- έχει εξοβελισθεί, σαν πυξίδα πολιτικής δράσης και πορείας κατά την εποχή της «νέας διακυβέρνησης», ως αρέσκεται να αυτοθαυμάζεται ο εκ Καρδίτσης ορμώμενος κ. Σιούφας, πολιτικός προϊστάμενος του κ. Παπαθανασίου!

Ο υφυπουργός Ανάπτυξης προβάλλεται ως τεχνοκράτης, όμως, ουδαμού συναντάται στην πολιτική πράξη του η ανάλυση, το συνοδό γνώρισμα του τεχνοκράτη. Και ανάλυση στην τεχνοκρατική διάλεκτο σημαίνει λεπτομερή εξέταση στοιχείων που είναι σημαντικά από οικονομική και κοινωνική άποψη, ώστε να διαμορφωθεί μια μέθοδος, μια τακτική, η οποία δεν θα είναι αποκομμένη από την τυπική λογική και θα επενεργεί επ’ ωφελεία του κοινού στην κλίμακα της κοινωνικής αλληλεγγύης των σύγχρονων κοινοβουλευτικών συστημάτων.

Η οικονομική πολιτική, κυρίως, της «νέας διακυβέρνησης» παρουσιάζει το κωμικοτραγικό θέαμα μιας ατελείωτης δημόσιας διαφωνίας σχετικά με το τι είναι Δικαιοσύνη.

Το τραγελαφικό στην περίπτωση του οικονομικού επιτελείου της «νέας διακυβέρνησης» είναι η σύγκρουση και ως προς την κοινή λογική και ως προς την επιστημονική.

Οι «εμπειρικοί του νεοφιλελευθερισμού», εν οις και ο κ. Παπαθανασίου, κυριαρχούμενοι από το πνεύμα της Λαϊκής Δεξιάς, αποδέχονται ότι «κοινωνική δικαιοσύνη» είναι η κατάσταση στην οποία οι τιμές, τα αξιώματα, οι οικονομικές παροχές διανέμονται σύμφωνα με τη συνεισφορά των διαφόρων κοινωνικών ομάδων στην ευημερία της χώρας, του κράτους.

Οι θιασώτες του «επιστημονικού νεοφιλελευθερισμού», η ομάδα του αγγλοτραφούς κ. Αλογοσκούφη, κυριαρχούνται από ένα αυστηρώς δομημένο μοντέλο οικονομικής σκέψης και δράσης, σύμφωνα με το οποίο οι πλειοψηφίες, τα πλούτη, οι προσωπικές δεξιότητες -κατά πλήρη παραγνώριση του κοινωνικού κράτους- έχουν ισότιμη θέση στην οικονομική αντιμετώπισή τους από το κράτος!

Πάντως και οι «εμπειρικοί» και οι του «επιστημονικού νεοφιλελευθερισμού» της «νέας διακυβέρνησης» δεν συγκινούνται από τη βασική αρχή που διέπει τις ευρωπαϊκές κοινωνίες ότι η κοινωνική δικαιοσύνη δεν είναι απλώς κάτι που βρίσκεται εμπρός μας και υποβοηθά στην ενάσκηση μιας χρηστής και κοινωνικώς δίκαιης διακυβέρνησης, αλλά και μας ακολουθεί, ως πολιτική υστεροφημία, και μας ωθεί να συνειδητοποιήσουμε «ποίοι είμαστε και από πού ερχόμαστε»…


Σχολιάστε εδώ