Ο Σημίτης απεμπόλησε (*) τα πετρέλαια της Ελλάδος

Τέσσιρες εταιρείες, η Εντεπράις Όιλ, Γιούνιον Τέξας (νυν Άρκο), Μολ και Τρίτον-Ελλάς, που είχαν επενδύσει 100 εκατμ. δολαρίων, για έρευνες υδρογονανθράκων, στην περιοχή των Ιωαννίνων, της Αιτωλοακαρνανίας, Β. Δ. Πελοποννήσου και εις θαλασσία περιοχή του Πατραϊκού κόλπου, απεχώρησαν και η Δημοσία Επιχείρησι Πετρελαίου – Εκμετάλλευσι Υδρογονανθράκων (ΔΕΠ-ΕΚΥ) έχασε περί τα 12 εκατ. δολαρίων – όσα κι η συμμετοχή της στις αντίστοιχες κοινοπραξίες μισθώσεως ερευνητικών περιοχών, συνολικής εκτάσεως 12.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων.

Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης (ΙΕΝΕ), οι έρευνες που έγιναν στη δυτική Ελλάδα «είναι ανεκτίμητης αξίας για το ελληνικό Δημόσιον και δεν πρέπει να μείνουν αναξιοποίητες εκτεταμένες περιοχές στον ελληνικό χώρο, «πολλά υποσχόμενες» (για ανακάλυψι Υ/Α) που παραμένουν ανεξερεύνητες και αναμένουν επομένους νέους γύρους παραχωρήσεων».

-Γιατί όμως, ανεκόπη η ερευνητική δραστηριότητα και απεχώρησαν οι πετρελαϊκές εταιρείες που πραγματοποιούσαν έρευνες στη δυτική Ελλάδα;

-Η απάντησι θα ημπορούσε να ήταν λακωνική: Ρωτήσατε τον (τότε) πρωθυπουργό κ. Κ. Σημίτη και την υπουργόν (απο)Ανάπτυξης κ. Βάσω Παπανδρέου! Εν τούτοις, η ιστορία της απεμπολήσεως των ελληνικών πετρελαίων είναι πλέον περίπλοκος και θέλει τον … εισαγγελέα της.

Αρχίζει το 1995, οπότε η τότε κυβέρνησι του ΠαΣοΚ εισάγει στο εσωτερικό δίκαιο (Νόμος 2289/95) την Κοινοτική οδηγία 94/22/ΕΚ, με την οποία θεσπίζονται κοινοί κανόνες στα κράτη-μέλη, που εξασφαλίζουν την πρόσβασι των ιδιωτικών εταιρειών, «διαθετουσών τις απαιτούμενες δυνατότητες, στις άδειες αναζητήσεως, ερεύνης και εκμεταλλεύσεως Υ/Κ… για λόγους εθνικής και δημοσίας ασφαλείας»!

Τα κράτη ασκούν κυριαρχικά δικαιώματα επί των πηγών Υ/Κ στην επικράτειά των. Απλώς εκχωρούν την εκμετάλλευσι σε ιδιωτικές εταιρείες, με συμμετοχή ή όχι του Δημοσίου στα κέρδη/επενδύσεις ή περιορίζονται στη φορολόγησι των.

Η τότε υφισταμένη Δημ. Επιχ. Πετρελαίων (ΔΕΠ-ΕΚΥ) διεξήγαγε τον πρώτο γύρον παραχωρήσεων που ολοκληρώθη με την υπογραφή των τεσσάρων αναφερθεισών συμβάσεων. Όμως, όλως απροόπτως τον Απρίλιο 1998, η ΔΕΠ-ΕΚΥ εξεχωρήθη, υπό της κυβερνήσεως Σημίτη, στην εταιρεία ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΕΤΡΕΛΑΙΑ (ΕΛΠΕ), που εν συνεχεία μετοχοποιήθη και εισήχθη στο Χρηματιστήριον Αθηνών. Ούτως η ΕΛΠΕ ΑΕ απώλεσε το δικαίωμα των παραχωρήσεων, για έρευνα και εκμετάλλευσι Υ/Κ, επί τη βάσει του Κοινοτικού δικαίου, ως ιδιωτική εταιρεία που είναι, η οποία μάλιστα περιήλθεν αργότερον υπό τον έλεγχο του Ομίλου Λάτση και ανωνύμων επενδυτών. Την ελλιπή παρακολούθησι των συμβατικών όρων υπό του Ελληνικού δημοσίου ακολούθησε «η αδιαφορία και πολλές φορές η παρεμπόδιση της εξέλιξης των (ερευνητικών) εργασιών, λόγω ολιγωρίας των σχετικών (κυβερνητικών) αποφάσεων» υποστηρίζει η πρώην διευθύνουσα σύμβουλος της ΔΕΠ-ΕΚΥ κ. Τερέζα Φωκιανού. (βλ. σχετική ημερίδα ΙΕΝΕ 23.6.2005 σελ. 30).

Τα ΕΛΠΕ ΑΕ δεν έχουν κανένα οικονομικό όφελος ν’αναθέσουν τον δεύτερο «γύρο των ερευνών Υ/Κ» ούτε το δικαίωμα να μετάσχουν στην εκμετάλλευσί των. Ούτως η κατάργησι υπό της κυβερνήσεως Σημίτη του δημοσίου φορέως παρακολουθήσεως των ερευνών Υ/Κ εδημιούργησε ένα θεσμικό κενό, με αποτέλεσμα την πλήρη αδρανοποίησι οιασδήποτε ερευνητικής δραστηριότητος στον ελληνικό χώρο, για την ανακάλυψι και αξιοποίησι πετρελαίου και φυσικού αερίου, από το έτος 2002. Και ναι μεν τότε οι τιμές του πετρελαίου ήσαν χαμηλές (15 $ το βαρέλι) και οι προμήθειες του έκ του εξωτερικού «συμφέρουσες» διά την εκάστοτε κυβέρνησι, η δε εμπειρία του πρωθυπουργού από την κρίσι των Υμίων άκρως τραυματική.

Έκτοτε, όμως, οι τιμές του αργού υπερτριπλασιάσθησαν, οι δε εισαγωγές 372.000 βαρελίων ημερησίως κοστίζουν στη χώρα 8,4 δισ. δολαρίων ή 6,5 δισ. ευρώ, τα οποία δανείζεται στο εξωτερικόν, υποθηκεύουσα το μέλλον της.

Εντεύθεν, το ΙΕΝΕ εισηγήθη τον περασμένον Απρίλιον, στο υπουργείον Ανάπτυξης (ΥΠΑΝ), την ενεργοποίησι του νόμου 2289/95, πλην όμως το ΥΠΑΝ «αγρόν ηγόρασε». Δεν διαθέτει τις «απαιτούμενες οργανωτικές δομές», οι οποίες εν συνδυασμώ με τους περιορισμούς προσλήψεων στο Δημόσιο καθιστούν κάθε προσπάθεια χρονοβόρα και αναποτελεσματική.

Η κυβέρνησι Καραμανλή θα ημπορούσε κατά το επιτυχές προηγούμενο της ιδρύσεως της CΟSΜΟΤΕ υπό του ΟΤΕ (κατά παρέκκλησι μάλιστα των δύο συμβάσεων «αποκλειστικής» εκμεταλλεύσεως της κινητής τηλεφωνίας δύο ιδιωτικών εταιρειών), να συστήση μια «ανώνυμον εταιρεία», που να αναλάβει «χωρίς κανένα πρόβλημα» την άσκησι των δικαιωμάτων του ελληνικού κράτους, προς «διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος», για τη διενέργεια του δευτέρου «γύρου» ερεύνης και εκμεταλλεύσεως Υ/Κ στον ελληνικό χώρο, με αποτέλεσμα την πραγματοποίησι σημαντικών επενδύσεων και τη μείωσι της εξαρτήσεως της ελληνικής οικονομίας από εισαγόμενες ενεργειακές ύλες.

Οι «σεισμικές καταγραφές ανακλάσεως» επί 63.000 τετρ. χλμ. – όσο το ήμισυ της επιφανείας της Ελλάδος- πιθανολογούν την ανακάλυψι Υ/Κ στο υπέδαφος. Στον βυθό των χωρικών της υδάτων υπάρχουν βεβαιωμένα κοιτάσματα. Μόνο απ’ το κοίτασμα του Πρίνου έχουν εξαχθή άνω των 114 εκατ. βαρελίων πετρελαίου και άνω των 800 εκατ. κυβικών μέτρων φυσικού αερίου. Το κοίτασμα Φ.Α. της Επανωμής στην κεντρική Μακεδονία υπολογίζεται 500 εκατ. κυβικά μέτρα και του Κατακώλου εις 40 εκατ. βαρελίων πετρελαίου, μίνιμουμ.

Σημειωτέον ότι οι σχετικές έρευνες θεωρούνται τεχνολογικώς ελλιπείς, ανεπαρκείς και εξαιρετικώς «ρηχές» (έγιναν μέχρι βάθους 250 μέτρων, ενώ στη Βόρειο Θάλασσα εκτείνονται μέχρις 10.000 μ.). Πετρέλαιον υπάρχει διαπιστωμένο στον Θερμαϊκό κόλπο, στο Θρακικό και Ιόνιον πέλαγος, στην Ήπειρο και τη Μακεδονία, χωρίς ν’αναφέρωμε την θαλασσίαν περιοχή νοτίως της Κρήτης, το Μυρτώον και το Καρπάθιον πέλαγος.

Ο πρωθυπουργός κ. Κώστας Καραμανλής έχει καθήκον ν’ασχοληθή προσωπικώς με το θέμα, άλλως θα κατηγορηθή ότι κι αυτός απεμπόλησε τα πετρελαϊκά συμφέροντα της χώρας, ως ο προκάτοχός του κ. Κ. Σημίτης. Η επιδείνωσι του ισοζυγίου πληρωμών λόγω πετρελαίου επιβάλλει ταχείαν ενέγεια.

(*) Εκ του ρήματος Απεμπολώ = πωλώ, θυσιάζω, προδίδω, κατά το επίτομον ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΛΕΞΙΚΟΝ του Α. Ν. Γιάνναρη, 1891.


Σχολιάστε εδώ