«ΤΟ ΕΣΤΙΑΤΟΡΙΟΝ ΤΩΝ ΕΓΚΛΗΜΑΤΩΝ» ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ: ΠΑΤΑΤΕ ΕΠΙ ΠΤΩΜΑΤΩΝ

Εις τό εστιατόριον
τής φούλ παραφροσύνης
σερβίρονται κι εγκλήματα
πού ενεός θά μείνεις.

Από τό χάραμα εκκινούν
ως πρόγευμα φοβίας
σύμβολα πολυτέλειας
σκοταδισμού καί βίας.

Τήν μεσημβρίαν δέχεσαι
αιμάσσουσα μπριζόλα
μέ εγχειρίδιον αμβλύ
πού κόπτει μέχρις σόλα.

Λαμβάνεις τό εγχειρίδιον
καί τέμνεις πάντα μύες
ενώ στό απυρόβλητον
καγχάζουν οι Ταμίες.

Περί τών λύχνων τάς αφάς
σερβίρεται καί αίμα
καί λούζεται το σκηνικόν
μέ σαντιγί καί ψέμα.

Κατά τό μεσονύκτιον
πασάρονται ατθίδαι
μέ τά μυαλά στά οπίσθια
ως λυσσασμέναι γίδαι.

Οικονομίας ένδυμα
φορούν κι ο αφαλός των
ζαλίζει τό υπογάστριον
γνωστών τε καί αγνώστων.

Εις κάθε, δέ, σερβίρισμα
ποτέ δέν απολείπει
τό ευγενές τό έγκλημα
κι η υποκρισίας λύπη.

Τά πάντα ομοιάζουσι
μέ σταύλον τού Ευμαίου
καί αι ειδήσεις προχωρούν
στά τού Βαρθολομαίου.

Από τήν μίαν τήν στιγμή
περνούμε εις τήν άλλην
τήν ώρα πού ο Βενέδικτος
μάς δίδει τήν σκυτάλην.

Τώρα τό πώς καί δύναται
η αιματοχυσία
νά εναλλάσσεται αφειδώς
καί μέ τήν Εκκλησία

… μου είναι μέγα πρόβλημα
πού ουδέποτε θά λύσω.
(Ή είμαι βλάκας, χριστιανοί,
ή βλέπω πάντα πίσω.)

Και τό εστιατόριον
εκεί, πάντα σερβίρει
τό άθλιον επιδόρπιον
τού Έλληνα καρμίρη.

Τό: Φάτε μάτια τούς ιχθείς
κι εσύ γαστέρα φύκια.
(Ώ! θάνατε, πώς φύεσαι
στά ψευτοαντριλίκια.)

Εστί καί νέον έγκλημα
τό κωλομπαριλίκι,
(Τώρα κάτι μάς είπατε…
Δώστε τους χαρτζιλίκι.)

Τούτο, λοιπόν, παρίσταται
μετά σεμνών Κυράδων
που εκλιπαρούσι χρήματα
μυριάδες τών μυριάδων.

Μετά τό κωλομπάρεμα
νά σου και αι παρθέναι.
(Ζαν ντ’ Άρκ γιατί τά τίναξες
τώρα στό έμπα-βγαίνε;)

Ακόμη καί οι κίναιδοι
ζητούν τήν συνδρομή μας
εις τράπεζας λογαριασμόν
νά σώσουν τό παιδί μας.

(Παίδες Ελλήνων χάνομαι
εις τών βοθρολυμάτων
στήν απειρίαν τών οσμών
και κούφιων αισθημάτων.)

Τό μέγα εστιατόριον
γερά κρατεί καί δείχνει
μιας κοινωνίας τά σαθρά
και λασπωμένα ίχνη.

Τό μέγα εστιατόριον
δέν είναι τής Μαφίας,
είναι τό αυταπόδεικτον
-δίκην φωτογραφίας-

… ενός πορτρέτου ασθενούς
πού πάσχει από χολέρα
καί θέλει τήν αρρώστια του
νά βγάλει στόν αέρα,

… γιά νά κολλήσουν άπαντες
καί μέ αυτό νά μοιάζουν.
Είναι μιά ψυχασθένεια
πού οι βλάκες τήν θαυμάζουν.

Όστις καί θέλει νά εμβεί
καί νά περιδρομιάσει
άς λάβει καί υπόψιν του:
λύκους κρύπτουν τά δάση.
……………………………………………
Οι συμποσιαστές του Λουκούλλου έτρωγαν μέχρι σκασμού,
μετά έβγαιναν από τήν αίθουσα, έκαναν εμετό και ξανά φαγητό.
Σάς θυμίζει τίποτε τό παραπάνω ρωμαϊκό ιστόρημα; Αν όχι,
τότε δεν θα χορτάσετε ποτέ την αθλιότητα. Δική σας η παραγγελία.


Σχολιάστε εδώ