Παράθυρο για τη νομιμοποίηση των επιτροπών αποζημίωσης του ψευδοκράτους

Η απόφαση Λοϊζίδου

Αυτό κι αν είναι τραγελαφικό. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης (ΕΔΑΔ) διαβρώνει την απόφαση της Τιτίνας Λοϊζίδου και εκδίδει τώρα για την υπόθεση Μύρας Αρέστη εναντίον Τουρκίας μιαν άλλη με την οποία χαιρετίζει τις ενέργειες της Τουρκίας και των Τουρκοκυπρίων να εγκαταστήσουν στα κατεχόμενα μηχανισμούς, δηλαδή θεσμούς παροχής αποζημιώσεων στους Ελληνοκύπριους. Στην πραγματικότητα διαβρώνουν την απόφαση Λοϊζίδου, σύμφωνα με την οποία, μεαξύ άλλων:

• Οι περιουσίες των Ελληνοκυπρίων στα κατεχόμενα κατακρατούνται παράνομα.

• Ο τουρκικός στρατός απαγορεύει στους Ελληνοκύπριους την ελεύθερη πρόσβαση και άσκηση νομής και εξουσίας, καθώς και απόλαυση της περιουσίας που βρίσκεται στα κατεχόμενα. Υπεύθυνη για όλα αυτά είναι η Τουρκία, της οποίας ο στρατός κατέχει την Κύπρο και ελέγχει τις όποιες «Τουρκοκυπριακές Αρχές» υπάρχουν στο βόρειο τμήμα του νησιού.

Η κυριότητα

Οι Ελληνοκύπριοι προσέφευγαν απευθείας στο ΕΔΑΔ χωρίς την προηγούμενη άσκηση ημεδαπών ενδίκων μέσων, λόγω της κατοχής. Για την Τουρκία η απόφαση της Τιτίνας Λοϊζίδου είχε και έχει πολλαπλό κόστος. Αφενός κατηγορείται ότι δεν σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα, αφετέρου ότι θα έπρεπε να καταβάλει αποζημιώσεις τις οποίες και κατέβαλε, τελικώς, προς την κ. Λοϊζίδου επειδή της στερούσε το δικαίωμα της πρόσβασης στην περιουσία της και στην άσκηση της νομής και της κυριότητας. Σημαντικό στοιχείο που αναφέρεται στην υπόθεση είναι ότι η κ. Λοϊζίδου δεν έχασε ποτέ την κυριότητα επί της περιουσίας της.

Δύο σκέλη

Η απόφαση Λοϊζίδου είχε δύο σκέλη: Το πρώτο σκέλος αφορούσε στην παρεμπόδιση της αιτούσας να έχει πρόσβαση και να ασκεί νομή και κυριότητα επί των περιουσιών της και η δεύτερη αφορά στην επιστροφή προς την αιτούσα της περιουσίας της, την οποία παρανόμως κατέχει το κατοχικό καθεστώς.

Μαζικές προσφυγές

Υπό αυτές τις συνθήκες και στη βάση της απόφασης Λοϊζίδου, οι Ελληνοκύπριοι προέβησαν σε μαζικές προσφυγές ενώπιον του ΕΔΑΔ. Η εξέλιξη αυτή προκαλούσε πονοκέφαλο στην Τουρκία και ήταν ένας μόνιμος μπελάς για το ΕΔΑΔ. Η τουρκική πλευρά επιδίωξε να εγκαθιδρύσει στα κατεχόμενα θεσμούς, ώστε να νομιμοποιηθούν σταδιακά μέσω αποφάσεων του ΕΔΑΔ και να υποχρεώνουν τους Ελληνοκύπριους που θέλουν να πάρουν αποζημιώσεις να απευθύνονται αντί απευθείας στο ΕΔΑΔ.
Αρχικώς οι θεσμοί αυτοί κρίθηκαν ανεπαρκείς ως μορφές παροχής θεραπείας. Με την πάροδο του χρόνου βελτιώθηκαν για να μπορούν να προβάλουν το πρόσχημα ότι θα μπορούσαν να παρέχουν επαρκή θεραπεία. Πρόκειται για τη γνωστή Επιτροπή Αποζημιώσεων.

Η διάβρωση

Το ΕΔΑΔ με απόφασή του επί της υπόθεσης Μύρας Αρέστη vs Τουρκίας, που δόθηκε στη δημοσιότητα την περασμένη Πέμπτη, αναφερόμενο στα θεραπευτικά μέτρα τα οποία η Τουρκία εγκατέστησε στα κατεχόμενα, τονίζει ότι οι μηχανισμοί που εγκαθίδρυσε η Τουρκία «θα μπορούσαν να φροντίσουν (take care) σχετικά με τις απαιτήσεις που έθεσε το δικαστήριο». Ταυτοχρόνως όμως επιδικάζει το ποσό των 800 χιλιάδων ευρώ για την αιτούσα λόγω της καταπάτησης των ατομικών της δικαιωμάτων ως αποτέλεσμα της κατοχής και άλλες 50 χιλιάδες ευρώ για ηθική βλάβη. Στο σημείο αυτό αναφέρεται επίσης ότι το ΕΔΑΔ δεν θα μπορούσε να πράξει διαφορετικά. Δηλαδή να στείλει την υπόθεση στους μηχανισμούς θεραπείας, που έστησε η Τουρκία στα κατεχόμενα, διότι η διαδικασία λήψης απόφασης ήταν προχωρημένη… Η απόφαση αναφέρει όμως και κάτι άλλο: Ότι για την απόφαση του επιδικασθέντος ποσού των 800 χιλιάδων λιρών «έχει ληφθεί υπόψη και η θέση της Επιτροπής των κατεχόμενων»!

Δίκες από τους κατακτητές

Με τον τρόπο αυτό ανοίγει παράθυρο όπως άλλες νέες υποθέσεις Ελληνοκυπρίων, αντί να υποβάλλονται απευθείας στο ΕΔΑΔ, να κατατίθενται προς την Επιτροπή Αποζημιώσεων των κατεχόμενων. Εάν γίνει εκδίκαση από το ΕΔΑΔ με αίτημα το νομικό καθεστώς των Επιτροπών στα κατεχόμενα και δοθεί το πράσινο φως για προσφυγές στα κατεχόμενα ως ένδικο μέσο, τότε οι ελληνοκύπριοι δικαιούχοι θα δικάζονται από τους κατακτητές, οι οποίοι θα επιβάλλουν αποζημιώσεις κατά το δοκούν.

Συνεπώς, οι Ελληνοκύπριοι θα έχουν το δικαίωμα να προσφύγουν στο ΕΔΑΔ εφόσον δεν ικανοποιηθούν από τα δικαστήρια του κατακτητή. Το κωμικοτραγικό είναι το εξής: Πώς οι κατοχικές Αρχές θα έχουν τη δυνατότητα να εκδικάζουν αποζημιώσεις στους δικαιούχους ελληνοκύπριους πρόσφυγες για τις περιουσίες, τις οποίες κατέχει ο τουρκικός στρατός;

81 αιτήσεις Ελληνοκυπρίων

Ήδη ενώπιον των επιτροπών του ψευδοκράτους έχουν υποβάλει αιτήσεις αποζημίωσης 81 Ελληνοκύπριοι. Από αυτές, σύμφωνα με τις κατοχικές αρχές, έχουν εκδικαστεί 10 και σε 3 περιπτώσεις αποφασίστηκε η επιστροφή των περιουσίων στους ιδιοκτήτες τους. Το ερώτημα είναι πώς θα τους επιστραφεί; Επί τη βάσει των νόμων του ψευδοκράτους; Πώς θα μπορούν να κατοικήσουν εφόσον μόνον ως τουρίστες μπορούν οι Ελληνοκύπριοι να μεταβαίνουν στα κατεχόμενα;

Οξύμωρο μήνυμα

Η απόφαση της κ. Αρέστη εκδόθηκε σε μια περίοδο κατά την οποία στις Βρυξέλλες συζητείται το θέμα της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας και ποιες κυρώσεις θα πρέπει να επιβληθούν στη χώρα αυτή επειδή δεν εφαρμόζει το Πρωτόκολλο και τις λοιπές υποχρεώσεις τις οποίες ανέλαβε έναντι της ΕΕ. Η απόφαση του ΕΔΑΔ επιχειρεί να δώσει πιστοποιητικό καλής διαγωγής στην Τουρκία, παρότι εξακολουθεί να ισχύει η απόφαση Λοϊζίδου, που αναφέρει ότι ο έλεγχος του βόρειου τμήματος της Κύπρου ανήκει στον τουρκικό στρατό. Στην πραγματικότητα το ΕΔΑΔ αφήνει το ακόλουθο οξύμωρο μήνυμα: Η Τουρκία είναι μια κατοχική χώρα η οποία επιδεικνύει καλή διαγωγή!

Η έφεση

Τώρα οι δικηγόροι της κ. Αρέστη και κατ’ επέκτασην η Κυπριακή Δημοκρατία έχουν το δικαίωμα να εφεσιβάλουν την απόφαση. Το είχαν και στο παρελθόν αλλά δεν το έπραξαν και είναι επί τούτου που ασκείται κριτική στον Πρόεδρο Παπαδόπουλο. Παρά τις συστάσεις έγκριτων νομικών της Κύπρου, όπως ο πρώην βουλευτής Χρίστος Κληρίδης και ο νυν βουλευτής Ανδρέας Αγγελίδης, που υποστήριξαν την άσκηση έφεσης. Όμως οι νομικοί συνεργάτες του Προέδρου, όπως ο Γενικός Εισαγγελέας Πέτρος Κληρίδης και η νομικός Κλερ Πάλι, είχαν άλλη άποψη.

Παρασκήνιο και νομιμοποίηση

Η απόφαση για την υπόθεση Αρέστη ήταν αποτέλεσμα έντονου πολιτικού παρασκηνίου. Η τουρκική πλευρά είχε διάφορες επαφές στο Στρασβούργο με σκοπό να διαβρώσει σταδιακά και να ανατρέψει την απόφαση Λοϊζίδου μέσω της απόφασης Αρέστη.

Ο ελβετός πρόεδρος του ΕΔΑΔ, Λούτσιους Γουίλτφαπερ, βοήθησε στην προώθηση των τουρκικών πολιτικών θέσεων, ώστε αυτές να περιληφθούν στην υπόθεση Μύρας Αρέστη. Ο κ. Γουίλτφαπερ είχε άριστες σχέσεις με τον συνταγματολόγο του κ. ντε Σότο και έναν από τους αρχιτέκτονες του Σχεδίου Ανάν, Ντιτιέ Φίλτερ, που προωθούσε μέσω της λύσης τη νομιμοποίηση των θεσμών στα κατεχόμενα, των Επιτροπών αποζημιώσεων και άλλων.

Της ίδιας περίπου πολιτικής γραμμής ήταν και ο δικηγόρος της Μύρας Αρέστη, Αχιλλέας Δημητριάδης, ένθερμος υποστηρικτής του Σχεδίου Ανάν. Είχε συμμετάσχει στα σεμινάρια του Όσλο, που προηγήθηκαν του Σχεδίου Ανάν. Σε αυτά έλαβαν μέρος επιλεγμένοι ελληνοκύπριοι και τουρκοκύπριοι παράγοντες του νησιού, οι οποίοι συζητούσαν τη λύση, έφτιαχναν συντάγματα και γενικώς υποστήριζαν ότι το παρελθόν έπρεπε να αφεθεί στο περιθώριο.

Η τουρκική εισβολή του ’74 εξισωνόταν με τα επεισόδια του ’63-’64 και η πολιτική φιλοσοφία που καλλιεργείτο στους Ελληνοκύπριους ήταν ότι θα έπρεπε να πληρώσουν για τα λάθη τους -όπως το πραξικόπημα- και ότι θα έπρεπε να αποδεχθούν την «πραγματικότητα», δηλαδή τα τετελεσμένα της εισβολής και την υφιστάμενη κατάσταση, την οποία όμως θα βελτίωναν μέσω επιστροφής ποσοστού εδάφους. Η πεμπτουσία ήταν μία: Το υφιστάμενο ψευδοκράτος (και οι θεσμοί του που προκλήθηκαν, από την κατοχή) θα αναγνωριζόταν ως ισότιμο συνιστών κράτος. Όπως και επιχειρήθηκε να επιβληθεί μέσω του Σχεδίου Ανάν και τώρα δειλά δειλά από το ΕΔΑΔ…


Σχολιάστε εδώ