Οι συνέπειες της αστυνομικής αυθαιρεσίας και βίας
Είναι περισσότερο από σίγουρο ότι οι πολίτες αποζητούν σιγουριά και ασφάλεια από το κράτος. Έτσι, θέλουν την Αστυνομία παρούσα και προστατευτική για την καθημερινότητά τους, για τις περιουσίες και τα σπίτια τους.
Είναι επίσης σίγουρο ότι η υπερδραστηριότητα της Αστυνομίας ενοχλεί, μια και παραπέμπει σε δράση καταστολής και ελέγχου των πολιτών, ρόλος που έχει κατά απόλυτο τρόπο συνδεθεί με τη συντηρητική παράταξη. Όταν μάλιστα αυτές οι δύο ανάγκες-αισθήσεις συγκρούονται, τότε εύκολα επικρατεί το συναισθηματικό κομμάτι που έχει να κάνει με μνήμες και η κυβέρνηση βρίσκεται υπόλογη για την αυξημένη δράση της Αστυνομίας που δεν έχει να κάνει με την ασφάλεια των πολιτών, αλλά με τον έλεγχο και την καταστολή.
Υπάρχει μια αυξημένη παρουσία και δράση των αρχών που δεν έχει να κάνει με την ασφάλεια των πολιτών και που κορυφώνεται με περιστατικά όπως αυτό του ξυλοδαρμού του κύπριου φοιτητή στη Θεσσαλονίκη. Ακόμα κι αν έλειπε αυτό, υπάρχει μια διάχυτη αίσθηση αλαζονείας των αρχών εδώ και αρκετό καιρό, που έχει ασφαλώς να κάνει με το πνεύμα της πολιτικής ηγεσίας των αρχών.
Ή αποδίδεται εκεί. Πολλοί ήδη μιλούν για αποθράσυνση, για λογική ανάλογη της μητσοτακικής περιόδου διακυβέρνησης, όταν ο τότε πρωθυπουργός μιλώντας στους αστυνομικούς είχε πει το αλησμόνητο «το κράτος είστε εσείς». Βεβαίως, έγιναν πολλές προσπάθειες και από τη Νέα Δημοκρατία και από αναλυτές (όχι απαραιτήτως δεξιούς) να ερμηνευτεί διαφορετικά αυτή η δήλωση του κ. Μητσοτάκη και να μην παραπέμψει σε ιδιότυπη (νέα) αστυνομοκρατία. Όπως όμως κι αν την ερμηνεύσει κανείς, οι ενδιαφερόμενοι (το συγκεκριμένο ακροατήριο) κατάλαβε αυτό που ήθελε. Και απέκτησε έναν «άλλο αέρα».
Σήμερα δεν έχουμε ανάλογη στάση του πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή, έχουμε όμως περηφάνιες και επαίνους προς τα σώματα ασφαλείας από τον αρμόδιο υπουργό κ. Β. Πολύδωρα. Είναι προφανές ότι πρώτο και κύριο χαρακτηριστικό των σωμάτων ασφαλείας ανά τον κόσμο είναι ότι αντιλαμβάνονται εαυτά ως δυνάμεις επιβολής της τάξης. Μια λίγο ελαστική ερμηνεία του όρου επιβολή επιτρέπει την ένταξη στη συγκεκριμένη λογική της φράσης «με κάθε μέσο». Και όταν η συλλογιστική προσδιοριστεί με τέτοιους όρους, η αντίληψη ελέγχου της τάξης μεταβάλλεται σε άσκηση εξουσίας επί όσων θεωρείται ότι μπορεί να διασαλεύσουν την τάξη, έτσι όπως τουλάχιστον νοείται κατά τη συγκεκριμένη λογική η διασάλευση.
Η έννοια της καταστολής υπάρχει σε κάθε αστυνομικό όργανο και δεν χρειάζονται πολλές αφορμές για να πάρει αυτή σάρκα και οστά. Το πρόβλημα για την εκάστοτε κυβέρνηση είναι ότι οι πολίτες αποδίδουν ευθέως σε αυτήν τη στάση, τον ρόλο και την αντίληψη των σωμάτων ασφαλείας, με αποτέλεσμα η αστυνομική δράση που δεν ταυτίζεται με ασφάλεια και προστασία των πολιτών να συνδέεται ευθέως με έλεγχο και καταστολή.
Όταν μάλιστα προσλαμβάνει χαρακτηριστικά πρωτογενούς βίας, όπως είναι ο ξυλοδαρμός πολιτών και η σκαιά αντιμετώπιση σε ενδεχόμενη σύλληψή τους, τότε η ταύτιση είναι αυτόματη. Για μια κυβέρνηση συντηρητικού κόμματος που έχει συνδεθεί με ανάλογες αντιλήψεις και δράσεις αυτό αποτελεί μεγάλο πρόβλημα. Δίνει αυτομάτως το δικαίωμα στο άλλο μεγάλο κόμμα να καρπωθεί άμεσα τη λαϊκή δυσαρέσκεια και να κεντήσει πάνω στον καμβά της καθημερινής δημοκρατίας, των ατομικών ελευθεριών και του δικαιώματος έκφρασης. Πεδία στα οποία κινείται πολύ πιο άνετα το ΠΑΣΟΚ και τα οποία μπορούν να του εξασφαλίσουν στο εκλογικό σώμα την αυξημένη πρόσβαση και συμπάθεια που μέχρι τώρα σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις δεν φαίνεται να έχει.
Στην Ελλάδα έπαιξε πάντα πολύ σημαντικό ρόλο η παρουσία των σωμάτων ασφαλείας στη δημόσια ζωή και η στάση του κυβερνώντος κόμματος απέναντί τους.
Συχνά αυτό περνάει απαρατήρητο. Με απρόβλεπτα (κυρίως γι’ αυτόν που κυβερνά) αποτελέσματα…