Ιστορικής σημασίας το ταξίδι Χριστόδουλου στο Βατικανό
Η επίσκεψη αυτή είναι η πρώτη που πραγματοποιεί Προκαθήμενος της Ελλαδικής Εκκλησίας και μάλιστα σε μια εποχή όπου εξακολουθούν να υπάρχουν φωνές οι οποίες αντιτίθενται σ’ αυτό το ταξίδι, για τους γνωστούς, αυστηρά θεολογικούς, λόγους, ένεκα του βεβαρημένου παρελθόντος του Βατικανού και του κακού και αρνητικού ρόλου που διαδραμάτισε εις βάρος της Ορθοδοξίας, κατά το διάβα των χριστιανικών χρόνων, τόσον προ του Σχίσματος όσο και μετά απ’ αυτό. Το ταξίδι αυτό εκκρεμεί από την εποχή που ο προηγούμενος Πάπας Ιωάννης-Παύλος Β΄ είχε επισκεφθεί την Αθήνα και είχε προσκαλέσει διά ζώσης τον Αρχιεπίσκοπο κ. Χριστόδουλο. Εκείνος τότε αρνήθηκε ευγενικά, με το αιτιολογικό ότι δεν έχουν ακόμη ωριμάσει οι συνθήκες για να πραγματοποιηθεί ένα τέτοιο ταξίδι, δεδομένου ότι τα εκατομμύρια των Ορθοδόξων και μάλιστα του χριστεπωνύμου πληρώματος της Ελλάδας εξακολουθούν να έχουν αρνητική γνώμη για τη Δυτική Εκκλησία και να ακούνε το όνομα του Πάπα και να αντιδρούν!
Ο Πάπας τότε έδειξε κατανόηση, λέγοντας στον Αρχιεπίσκοπο ότι θα επανέλθει. Και επανήλθε πράγματι, δύο ή τρεις φορές, πριν κλείσει τα μάτια του -η τελευταία φορά ήταν τρεις μήνες προ του θανάτου του- διότι επιθυμούσε διακαώς να μεταβεί ο Χριστόδουλος στο Βατικανό. Δεν είναι «τυχαίο» άλλωστε το γεγονός ότι η πρώτη πρόσκληση που απηύθυνε και ο νέος Πάπας Βενέδικτος ο ΙΣΤ΄ ήταν η πρόσκληση προς τον Προκαθήμενο της Εκκλησίας της Ελλάδος κ. Χριστόδουλο.
Το παρασκήνιο
Η «πρόσκληση» αυτή έχει ένα ξεχωριστό παρασκήνιο. Έχει σταλεί επισήμως στον Αρχιεπίσκοπο από την περασμένη άνοιξη και η πρώτη προτεινόμενη περίοδος από την πλευρά του Βατικανού, για να πραγματοποιηθεί το ταξίδι, ήταν το φθινόπωρο του 2006. Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών κ. Χριστόδουλος προβληματίστηκε πολύ αν θα έπρεπε να πραγματοποιήσει το ταξίδι αυτό πριν από την επίσκεψη του Πάπα Βενέδικτου ΙΣΤ΄ στην Κωνσταντινούπολη. Γι’ αυτό και στην αλληλογραφία που διημείφθη παρακάλεσε ευγενικά τον Πάπα και το Ποντιφικό Συμβούλιο να ορίσουν ημερομηνίες μετά την επίσκεψη του Πάπα στην Κωνσταντινούπολη. Έτσι κατέληξαν στην ημερομηνία της 14ης Δεκεμβρίου. Ο Πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ΄ αποτελεί μια φυσική συνέχεια σε πολλά θέματα, των όσων πρέσβευε ο προκάτοχός του Ιωάννης-Παύλος ΄Β. Η συμπάθεια που δείχνει προς τον Χριστόδουλο και η επιμονή του να επισκεφθεί οπωσδήποτε το Βατικανό ο Χριστόδουλος και μάλιστα σε ημερομηνία κοντινή προς την εποχή που πραγματοποιεί εκείνος το ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη, δείχνει ξεκάθαρα την εύνοιά του προς την Ελλαδική Εκκλησία, την οποία θεωρεί σοβαρό, δυνατό και ισότιμο συνομιλητή του και ειδικά προς τον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο.
Όλα δείχνουν, λοιπόν, πως μόνον τυχαία δεν ήταν η επιλογή από τον Πάπα και το Ποντιφικό Συμβούλιο της ημερομηνίας αυτής. Θέλει με τον τρόπο αυτό να δείξει πως θεωρεί την Εκκλησία της Ελλάδος ισότιμη και τον Προκαθήμενό της τον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο σημαντικό συνομιλητή του για τον διάλογο των δύο Εκκλησιών. Επομένως η επιλογή της ημερομηνίας αυτής για να επισκεφθεί ο Χριστόδουλος το Βατικανό καπάκι μετά το ταξίδι του Πάπα στην Κωνσταντινούπολη το κάνει για να δείξει προς πάσα κατεύθυνση ότι θεωρεί τον Χριστόδουλο, ως Προκαθήμενο της Εκκλησίας της Ελλάδος, απαραίτητο στον διάλογο αυτό. Είναι αλήθεια ότι το Βατικανό δείχνει αυτή την εύνοια προς την Εκκλησία της Ελλάδος τα τελευταία χρόνια, που είναι Αρχιεπίσκοπος ο Χριστόδουλος.
Και αυτό έχει ενοχλήσει πολύ το Φανάρι και προσωπικά τον κ. Βαρθολομαίο, διότι μέχρι πρότινος ήταν ο αποκλειστικός συνομιλητής του Βατικανού και του εκάστοτε Πάπα.
Η πρόφαση της… αντισυνοδικότητας ένεκα της οικουμενικότητας
Εκτός από τους ζηλωτές που αντιδρούν -χωρίς να ξέρουν το γιατί- στην επίσκεψη αυτή του Αρχιεπισκόπου στο Βατικανό, έχει αναπτυχθεί και μια ακόμη δυναμική η οποία αντιτάσσεται σ’ αυτό το ταξίδι και η οποία εκπηγάζει δήθεν από την Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, αλλά έχει τις ρίζες της στο Φανάρι. Η δυναμική αυτή προβάλλει ως ενδύναμο επιχείρημα για να μην πραγματοποιήσει ο Αρχιεπίσκοπος το ταξίδι, το γεγονός ότι δεν έθεσε το θέμα σε Σύνοδο της Ιεραρχίας για να αποφανθούν οι Ιεράρχες και να πουν κατά το ισχύον Συνοδικό Σύστημα την άποψή τους και να ψηφίσουν υπέρ ή κατά του ταξιδιού αυτού. Προβάλλουν δηλαδή ας επιχείρημα το ότι η απόφαση για να μεταβεί ο Αρχιεπίσκοπος στο Βατικανό είναι διάτρητη και αντι-συνοδική, διότι ελήφθη από τη μικρή Σύνοδο, την Δ.Ι.Σ., κι όχι από την Ιεραρχία.
Και το στηρίζουν αυτό στο γεγονός ότι όταν ετέθη στο παρελθόν το θέμα της επίσκεψης στον Πάπα, ο Αρχιεπίσκοπος το έφερε στην Ιεραρχία, η οποία αποφάνθηκε τότε αρνητικά.
Το ότι ο Αρχιεπίσκοπος όμως έκανε τότε το λάθος να φέρει ένα τέτοιο θέμα στην Ιεραρχία -λες και είναι Αρχιεπίσκοπος υπό Επιτροπεία- δεν σημαίνει ότι έπρεπε να το επαναλάβει.
Όταν ένας Προκαθήμενος Αυτοκέφαλης Εκκλησίας λαμβάνει μια πρόσκληση για να επισκεφθεί μιαν άλλη Εκκλησία, δεν παίρνει την άδεια της Ιεραρχίας για να το κάνει ή να μην το κάνει. Θέτει απλώς το θέμα στη Δ.Ι.Σ. και πραγματοποιεί το ταξίδι. Και το αν ο κ. Χριστόδουλος το έθεσε την προηγούμενη φορά στην Ιεραρχία, το έκανε για να δείξει την ευαισθησία του προς το Συνοδικό Σύστημα, κάτι όμως που δεν εκτιμήθηκε δεόντως από ορισμένους Ιεράρχες οι οποίοι πίστεψαν ότι βρήκαν την ευκαιρία να «χαμηλώσουν» τον Αρχιεπίσκοπο και να του κόψουν τον βήχα του «Πρώτου» της Ελλαδικής Εκκλησίας, που θα επισκεφθεί το Βατικανό, προνόμιο που είχε ιστορικά μέχρι τώρα μόνον ο Οικουμενικός Πατριάρχης και υπό προϋποθέσεις οι Πατριάρχες Αλεξανδρείας και Ιεροσολύμων. Η πρόφαση αυτή της αντισυνοδικότητας στηρίζεται στον ρόλο του ως Οικουμενικού που διαθέτει ο εκάστοτε Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινούπολης και Νέας Ρώμης. Ρόλοι όμως που δεν του δίνουν το δικαίωμα να ενεργεί εκ μέρους όλων, χωρίς τη συγκατάθεσή τους. Η Ορθόδοξη Εκκλησία στηρίζεται ως γνωστόν στο Συνοδικό Πολίτευμα, το οποίο ορίζει πως «η γνώμη των πλειόνων κρατείτω», δεδομένου ότι δεν αποδέχεται την ύπαρξη Προκαθημένου, αλλά την αρχή «primus inter pares».
Ο ρόλος του Φαναρίου
Όσοι γνωρίζουν τα πράγματα εκ των έσω αντιλαμβάνονται ότι το Φανάρι δεν είναι άμοιρο ευθυνών για την πολεμική που αναπτύσσεται κατά του ταξιδιού του Αρχιεπισκόπου κ. Χριστόδουλου στο Βατικανό.
Το Φανάρι δεν θέλει να χάσει το προνόμιο του αποκλειστικού συνομιλητή του Βατικανού, γι’ αυτό και όπως φρόντισε να υποβαθμίσει και να μειώσει την τότε επίσκεψη του Πάπα Ιωάννη-Παύλου Β΄ στην Αθήνα, το ίδιο και αυτή τη φορά, αφού προσπάθησε με τα φερέφωνά του να ματαιώσει το ταξίδι αυτό, επιχειρεί τώρα να το υποβαθμίσει.
Μάλιστα διοχετεύει με τα γνωστά παπαγαλάκια του ότι η επιλογή της ημερομηνίας αυτής, να πραγματοποιηθεί δηλαδή το ταξίδι δύο εβδομάδες μετά το ταξίδι του Πάπα στην Πόλη, έγινε από τον Αρχιεπίσκοπο για να στρέψει τα μάτια της διεθνούς κοινής γνώμης πάνω του και να «κλέψει» από την αίγλη του Φαναρίου. Λησμονούν, ωστόσο, οι αφελείς που διαδίδουν αυτές τις κοτσάνες ότι στα επίσημα ταξίδια οι ημερομηνίες ορίζονται πρωτίστως από αυτόν που προσκαλεί και ο αποδέκτης της πρόσκλησης, αν δεν έχει κάποια άλλη ανειλημμένη υποχρέωση, συνήθως αποδέχεται…
Ποιος θα το περίμενε πάντως εν έτει 2006 ότι εμείς οι ίδιοι θα εξακολουθούμε να «βγάζουμε» τα μάτια μας ένεκα κάποιων θλιβερών και αραχνιασμένων τίτλων του παρελθόντος…