Πολυτεχνείο: Μνήμη και παραίνεση

Τα γεγονότα του Πολυτεχνείου του 1973 (με γενεσιουργό «μήτρα» την προηγηθείσα κατάληψη της Νομικής) αποτελούν μια παρόμοια σημαντική στιγμή στην πορεία της νεότερης Ιστορίας της χώρας μας. Κι όχι μόνο γιατί στον «χώρο» του Πολυτεχνείου «συγκρούσθηκαν» οι αξίες της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της θυσίας υπέρ των ιδεωδών, με τον αυταρχισμό, τη βαρβαρότητα, την ανθρώπινη κτηνωδία.

Αλλά διότι, ταυτόχρονα, μέσα από αυτή τη σύγκρουση οδηγηθήκαμε στην κατάρρευση του δικτατορικού καθεστώτος και αναδύθηκε και εδραιώθηκε μια νέα τάξη δημοκρατικών, κοινωνικών, εθνικών αξιών που «τροφοδότησε» ολόκληρη τη μεταπολιτευτική περίοδο.

Τα γεγονότα του Πολυτεχνείου αποτέλεσαν μια σημαντική ιστορική τομή, μια στιγμή αυτοσυνείδησης του ελληνικού λαού, ένα πεδίο αναστοχασμού και επανεκτίμησης ολόκληρης της μετεμφυλιακής περιόδου. Μέσα από αυτή τη διαδικασία αυτοσυνείδησης πάρθηκαν σημαντικές αποφάσεις που οδήγησαν στην απόρριψη όλων των αντιδημοκρατικών δομών και αντιλήψεων που κυριάρχησαν στις δεκαετίες του 1950 και του 1960 και διαμόρφωσαν μια νέα κοινωνικοοικονομική προοπτική με νέες προοδευτικές ιδεολογικές ορίζουσες.

Βεβαίως στην πράξη η μεταπολιτευτική «αλλαγή» αποτέλεσε περισσότερο μια μεταβίβαση εξουσίας παρά μια δομική μεταβολή των σχέσεων κυριαρχίας και εξάρτησης. Εκ των πραγμάτων οι αντιδημοκρατικοί μηχανισμοί και το ιδεολογικό τους «οπλοστάσιο» πέρασαν στο περιθώριο, στο παρασκήνιο. Νομιμοποιήθηκε πολιτικά το ΚΚΕ και ολόκληρο το τμήμα της ιστορίας του εμφυλίου και όσων επακολούθησαν βγήκε από την παρανομία και τέθηκε σε συζήτηση.

Όμως οι επιμέρους θεσμικές μεταβολές είχαν περιορισμένη εμβέλεια και εξαντλήθηκαν στα όρια μιας «εμποδισμένης» δημοκρατίας. Για ένα σημαντικό διάστημα μετά το 1974 μια ισχυρή παράμετρο της πολιτικής νομιμοποίησης της κυβέρνησης Κ. Καραμανλή αποτελούσαν η πολεμική απειλή της Τουρκίας -μετά την τραγωδία της Κύπρου- και ο φόβος της επανόδου των χουντικών (που καλλιεργήθηκε με τη θεωρία των «σταγονιδίων» του Ε. Αβέρωφ).

Γι’ αυτό και -ήδη από το 1977- ο χαρακτήρας των περιορισμένων αυτών αλλαγών εξάντλησε στην ουσία τα όρια της πολιτικής νομιμοποίησης των κυβερνήσεων της ΝΔ.

Η κοινωνική δυναμική και οι λαϊκές προσδοκίες που δεν αναδείκνυαν μόνο αιτήματα και ανάγκες της μεταπολιτευτικής περιόδου αλλά μετέφεραν -ως βαρύ ιστορικό φορτίο- τις μη εκπληρωθείσες δημοκρατικές προσδοκίες της δεκαετίας του 1960, διέρρηξαν τα περιορισμένα αυτά όρια και αναζήτησαν νέα πρότυπα οργάνωσης της εξουσίας, νέο περιεχόμενο στους θεσμούς, νέες ιδεολογικοπολιτικές ορίζουσες, με σαφή κοινωνικά και ανθρωπιστικά θεμέλια.

Αυτή ακριβώς η δρώσα ιστορικά κοινωνική δυναμική εκφράσθηκε κατά κύριο λόγο από το ΠΑΣΟΚ και τον Α. Παπανδρέου και οδήγησε στην ιστορική «τομή» του 1981.

Πώς όμως «λειτουργεί» σήμερα το Πολυτεχνείο; Μπορεί να συμπυκνώσει και να εκφράσει τα αιτήματα, τις αντιφάσεις, τις αναζητήσεις της κοινωνίας μας ή συνιστά τελικά ένα «άλλοθι» μιας κοινωνίας που βυθίζεται στην καθημερινότητα, που βλέπει, χρόνο με τον χρόνο, αξίες και προτάγματα που άλλοτε κυριαρχούσαν να εκπίπτουν και να σαρώνονται από τις «αξίες» της αγοράς και της ιδιώτευσης;

Ασφαλώς οι αξίες και τα οράματα του Πολυτεχνείου αποτελούν σημείο αναφοράς και αναγνώρισης στη συνείδηση των πολιτών. Όμως το Πολυτεχνείο δεν μπορεί να αποτελεί απλώς έναν τόπο προσκυνήματος, μιας «κατάθεσης ψυχής και πνεύματος». Θα έπρεπε να μετατραπεί σ’ έναν χώρο ανάδειξης των σύγχρονων αιτημάτων, των σύγχρονων αναγκών, των οραμάτων που βυθίζονται ιστορικά στο «τέλμα» της εμπορευματοποίησης και της αποϊδεολογικοποίησης.

Ίσως ζητάμε πολλά. Γιατί τα τελευταία χρόνια, πέρα από τον συμβολικό της χαρακτήρα, η επέτειος του Πολυτεχνείου έχει μετατραπεί σ’ ένα πεδίο σύγκρουσης μηχανισμών βίας και καταστολής με αποτέλεσμα να απολέσει τον χαρακτήρα μιας πάνδημης λαϊκής συνέγερσης και συμμετοχής που τη χαρακτήριζε κατά την πρώτη μεταπολιτευτική περίοδο.

Αντί λοιπόν της συλλογικής συμμετοχής, της ανάπτυξης μιας καθολικής συνείδησης και μιας διεκδικητικής παρέμβασης σε μια δέσμη αιτημάτων και οραμάτων, αρκούμεθα σήμερα σε ατομικά/οικογενειακά «προσκυνήματα» και σε ατομικούς «προβληματισμούς». Άλλος ένας θρίαμβος της ιδιωτικότητας και της ατομικότητας απέναντι στο συλλογικό όραμα, στη μαζική λαϊκή/κοινωνική δράση…

Καταβλήθηκε από πολλές πλευρές η προσπάθεια να ενταχθεί το Πολυτεχνείο σε ατομικές, κομματικές ή ακόμα και σε ιδεολογικές σκοπιμότητες. Ατομικές πολιτικές καριέρες, ιδιοποίηση των στόχων και των οραμάτων, που εκφράσθηκαν τότε, από ορισμένα κόμματα, αλλά και απόπειρες στρέβλωσης και απαξίωσης του μεγάλου αυτού αγώνα, εκτυλίχθηκαν όλα αυτά τα χρόνια μπροστά στα μάτια μας.

Όμως η λαϊκή συνείδηση τα έθεσε όλα αυτά στο περιθώριο. Διατηρεί ακόμα ολοζώντανη την ηρωική αυτή στιγμή και τη θυσία των άδολων παιδιών που έδωσαν τη ζωή τους για τη δημοκρατία και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.

Κι αυτή ακριβώς η ζωντανή συνείδηση αποτελεί και μια διαρκή ιστορική υπόμνηση και παραίνεση: ότι «μπορούμε να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα», ότι αξίζει σε μας και στα παιδιά μας ένας καλύτερος κόσμος κι ότι μπορούμε να παλέψουμε γι’ αυτόν.


Σχολιάστε εδώ