«Πακέτα» εκατομμυρίων στο καρτέλ των τραπεζιτών

Κλείνει με τον τρόπο αυτό μια εξαιρετικά αποδοτική χρονιά για τους ξένους μεγαλοτραπεζίτες στο… Ελντοράντο της Ελλάδας, που τους πρόσφερε αμοιβές της τάξεως των 400 εκατ. ευρώ, όπως υπολογίζουν τραπεζικά και χρηματιστηριακά στελέχη, αλλά άφησε και πολλά αναπάντητα ερωτήματα για τη διαφάνεια των συναλλαγών του Δημοσίου και των εταιρειών του με τις μεγάλες επενδυτικές τράπεζες.

Σύμφωνα με πληροφορίες, στη Διυπουργική Επιτροπή Αποκρατικοποιήσεων που θα επιλέξει την Πέμπτη τους συμβούλους για το μεγάλο deal του 2007, την ιδιωτικοποίηση του ΟΤΕ, θα παρουσιασθούν ως επικρατέστεροι υποψήφιοι η γερμανική Deutsche Bank και οι ελβετικές τράπεζες Credit Suisse και UBS (από αυτές θα επιλεγούν δύο). Από ελληνικής πλευράς θα επιλεγεί μία τράπεζα για το σχήμα των συμβούλων, με επικρατέστερες υποψήφιες την Alpha και την Eurobank (περισσότερες πιθανότητες επιλογής έχει η πρώτη).Οι τρεις τράπεζες που θα επιλεγούν θα λάβουν χωρίς ιδιαίτερο κόπο προμήθειες που θα αντιστοιχούν στο 1-2% της συναλλαγής, η αξία της οποίας μπορεί και να ξεπεράσει τα 2 δισ. ευρώ, δεδομένου ότι η σημερινή αξία του ΟΤΕ υπερβαίνει τα 10,2 δισ. ευρώ και το Δημόσιο προσανατολίζεται να πουλήσει το 15-20% των μετοχών του.

Πέρα από τις προμήθειες, οι τρεις τράπεζες θα εισπράξουν και αμοιβές το ύψος των οποίων δεν είναι εύκολο να προσδιορισθεί.

Όμως, ο ΟΤΕ φρόντισε να ικανοποιήσει και αρκετές άλλες τράπεζες που δεν θα ενταχθούν στο σχήμα των συμβούλων. Citigroup, JPMorgan, Dresdner και Εθνική Τράπεζα έλαβαν εντολή να οργανώσουν την έκδοση μεγάλου δανείου, ύψους 1,5 δισ. ευρώ, που θα αντληθεί από την αγορά του Λονδίνου. Το δάνειο θα χρηματοδοτήσει την εξαγορά της αλυσίδας Γερμανός από την Cosmote, που με τη σειρά της είχε πληρώσει αρκετά ακριβά την JP Morgan για να διεκπεραιώσει τη συναλλαγή αυτή.

Ο χορός των τραπεζιτών και συμβούλων γύρω από το μέγαρο του ΟΤΕ δεν σταματά εδώ, αφού αναμένεται ότι ο Οργανισμός θα επιλέξει και δικούς του συμβούλους για την ιδιωτικοποίηση, ώστε να δημιουργηθεί μια μικρή στρατιά καλοπληρωμένων τραπεζιτών που θα ασχοληθούν με το θέμα με το αζημίωτο.

Ευρύ πεδίο δράσης

Όπως έγκριτοι χρηματιστηριακοί και τραπεζικοί παράγοντες, η Ελλάδα και οι δουλειές που ανατίθενται από το Δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα έχουν γίνει το νέο Ελντοράντο των επενδυτικών τραπεζών, καθώς το πεδίο δράσης είναι αχανές σε σχέση με το μέγεθος της χώρας και οι προμήθειες και πάσης φύσεως αμοιβές είναι πολύ πιο γενναιόδωρες από τα διεθνή στάνταρ -πολλοί μιλούν για ποσά και ποσοστά ακόμη και διπλάσια, σε σχέση με το κόστος αντίστοιχων εργασιών σε άλλες χώρες της Ευρωζώνης.

Είναι μάλιστα ιδιαίτερα ενδιαφέρον ότι η σημερινή κυβέρνηση από τις πρώτες ημέρες ανάληψης των καθηκόντων της μεγάλωσε την πίτα των τραπεζών, αντλώντας ομολογιακά δάνεια την έκδοση των οποίων ανέλαβαν μεγάλες ξένες τράπεζες, με πρώτη την Citigroup, έναντι αδρής αμοιβής, ενώ τα τελευταία χρόνια το Δημόσιο είχε καθιερώσει την απευθείας άντληση δανείων μέσω δημοπρασιών από τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους.

Παράλληλα, η κυβέρνηση προχώρησε σε πολλές πράξεις swaps, πάλι με αδρές αμοιβές επενδυτικών τραπεζών του εξωτερικού, προκειμένου να μεταθέσει στο μέλλον πληρωμές τόκων μεγάλου ύψους.

Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, το κόστος των swaps, δηλαδή οι αμοιβές των τραπεζών, ανήλθε το 2005 στο ποσό των 326 εκατ. ευρώ, που αντιστοιχεί στο 0,18% του ΑΕΠ.

Η κυβέρνηση επιχείρησε, μάλιστα, χωρίς να φέρει τελικά σε πέρας την προσπάθεια της, λόγω αντιδράσεων της Κομισιόν και της αντιπολίτευσης, να αναθέσει στη Citigroup και την JP Morgan δύο μεγάλες τιτλοποιήσεις οφειλών προς το Δημόσιο και το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, που αν είχαν πραγματοποιηθεί θα αποτελούσαν δύο από τα μεγαλύτερα «φιλέτα» εργασιών επενδυτικής τραπεζικής των τελευταίων ετών.

Παράλληλα, βέβαια, οι ξένες επενδυτικές τράπεζες ακολουθούν σε κάθε τους βήμα ως σύμβουλοι το Δημόσιο και τις τράπεζες και άλλες εταιρείες του, σε κάθε ιδιωτικοποίηση, διάθεση πακέτων μετοχών στο ΧΑ, εξαγορά ή συγχώνευση. Και είναι αξιοσημείωτο ότι ποτέ και για καμία ανάθεση εργασίας σε ξένες επενδυτικές τράπεζες δεν τέθηκε ούτε από την παρούσα ούτε από προηγούμενη κυβέρνηση θέμα διαγωνισμού, αλλά πάντα οι σύμβουλοι επιλέγονται με απευθείας αναθέσεις, χωρίς καμία εξήγηση για τους λόγους επιλογής της μίας τράπεζας έναντι της άλλης.

Μαύρο χρήμα;

Γνωστός παράγοντας του Χρηματιστηρίου εξηγεί ότι το διεθνές «καρτέλ» των επενδυτικών τραπεζών κινείται σε όλες τις χώρες με τους δικούς του νόμους και ίσως η Ελλάδα δεν μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση, πολύ περισσότερο όταν η χώρα μας έχει το μεγαλύτερο δημόσιο χρέος της Ευρωζώνης, σε σχέση με το ΑΕΠ της, και ουσιαστικά συντηρείται από τον δανεισμό από τη διεθνή αγορά χρήματος, όπου οι επενδυτικές τράπεζες παίζουν τον ρόλο του «προστάτη» – με την… κακόφημη έννοια του όρου.

Η ομάδα των μεγάλων επενδυτικών τραπεζών λειτουργεί ουσιαστικά με όρους άτυπου καρτέλ που μοιράζει την πίτα των εργασιών στην Ελλάδα με παρασκηνιακές συμφωνίες ή υπόγειες αντιπαραθέσεις, χωρίς ποτέ να εκτίθεται σε διαδικασίες διαγωνισμών για να διεκδικηθούν δουλειές με διαφανείς όρους.

Οι δε «ταρίφες» που χρεώνονται διέπονται από κανόνες… εθνικής ομοιομορφίας, δηλαδή το ύψος των προμηθειών που προβλέπονται για κάθε χώρα είναι προκαθορισμένο από τις τράπεζες για κάθε χώρα, με διακυμάνσεις ανάλογα με τις τοπικές ιδιαιτερότητες (π.χ. είναι κοινό μυστικό ότι στις χώρες με εκτεταμένη διαφθορά οι προμήθειες και αμοιβές των επενδυτικών τραπεζών είναι πάντα μεγαλύτερες).

Σε αυτό το «σκοτεινό» περιβάλλον, πολλοί παράγοντες της χρηματοοικομικής κοινότητας επισημαίνουν σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις ότι η ροή των αμοιβών προς τις επενδυτικές τράπεζες διασυνδέεται ευθέως με το «μαύρο πολιτικό χρήμα», με εξελιγμένες μεθόδους απόκρυψης της ταυτότητας χρηματοδοτών και παραληπτών.

Ένα χαρακτηριστικό στοιχείο που αναφέρεται είναι ότι οι «σταθμάρχες» των επενδυτικών τραπεζών στην Αθήνα, που είναι αρμόδιοι για την παρακολούθηση της αγοράς και το κλείσιμο των συμφωνιών, λαμβάνουν μεγάλα μπόνους από της μητρικές τράπεζες στο Λονδίνο, τα οποία βάσει του βρετανικού φορολογικού νόμου είναι αφορολόγητα ως εισοδήματα εξωτερικού.

Τα ίχνη αυτών των μπόνους χάνονται, αφού μετά την εκταμίευση πηγαίνουν στην Ελβετία ή γνωστούς φορολογικούς παραδείσους, δημιουργώντας εύλογες απορίες για το αν τα στελέχη των τραπεζών είναι οι μόνοι παραλήπτες των χρημάτων…


Σχολιάστε εδώ