Συμπεράσματα από την κάλπη
Και όταν το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης κομματικοποιεί τις δημοτικές εκλογές, είναι επόμενο και οι ψηφοφόροι να ψηφίζουν τους τοπικούς άρχοντες με πολιτικά κριτήρια και ανεξάρτητα αν το κόμμα εξουσίας παραμένει ουδέτερο ή παρέχει χλιαρή υποστήριξη στους υποψηφίους που πρόσκεινται σ’ αυτό. Έτσι από την κάλπη των δημοτικών εκλογών έχουμε μια «δέσμη μηνυμάτων» που πρέπει να διαβαστούν σωστά από τις ηγεσίες όλων των κομμάτων, αλλά κυρίως από τις ηγεσίες των δύο κομμάτων εξουσίας. Η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ έχουν υποχρέωση να διαβάσουν «τα μηνύματα της κάλπης» στις έντονα πολιτικοποιημένες τωρινές δημοτικές εκλογές.
Η στήλη αυτή αποφεύγει τις πολιτικές αναλύσεις και περιορίζεται στις οικονομικές αναλύσεις, χωρίς βέβαια να αποφεύγουμε τις πολιτικές προεκτάσεις που αναπόφευκτα δημιουργεί η εκάστοτε εφαρμοζόμενη οικονομική πολιτική. Για σήμερα ας μου επιτραπεί να ασχοληθώ με καθαρά πολιτικό θέμα, το οποίο θα πρέπει να επηρεάσει και την οικονομική πολιτική που θα ακολουθήσει η κυβέρνηση στο μικρό διάστημα που απομένει μέχρι τις επόμενες βουλευτικές εκλογές. Έτσι θα προσπαθήσω να βγάλω μερικά συμπεράσματα από την κάλπη της κύριας εκλογικής αναμέτρησης και των επαναληπτικών εκλογών της περασμένης Κυριακής.
Το πρώτο βασικό συμπέρασμα που βγαίνει από τα αποτελέσματα των εκλογών είναι αποκαρδιωτικό. Ο ελληνικός λαός φάνηκε καθαρά ότι κινείται μεταξύ των δύο κομμάτων, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Τα δύο αυτά κόμματα, που δημιούργησαν οι δύο χαρισματικοί ηγέτες, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Ανδρέας Παπανδρέου, παρά την απώλεια των ιδρυτών τους, εξακολουθούν να διαφεντεύουν την πολιτική ζωή της χώρας μας και να κυριαρχούν στην πολιτική σκηνή.
Επί περίπου 30 χρόνια οι ψηφοφόροι «εξακολουθούν να ακολουθούν» τα δύο αυτά κόμματα που εμφανίστηκαν αμέσως μετά την πτώση της δικτατορίας. Στα 30 αυτά και πλέον χρόνια, όσα πολιτικά στελέχη θέλησαν να δημιουργήσουν δικά τους κόμματα εξαφανίστηκαν ή αναγκάστηκαν να επανενταχθούν στα δύο μεγάλα κόμματα (Πεσμαζόγλου – ΚΟΔΗΣΟ, Σαμαράς – Πολιτική Άνοιξη, Μάνος – Φιλελεύθεροι κ.λπ.). Το ίδιο έπαθε και ο Μαύρος που θέλησε να διατηρήσει την αυτοτέλεια της Ένωσης Κέντρου και τελικά αναγκάστηκε να καταλήξει στο ΠΑΣΟΚ. Το ίδιο και ο Μητσοτάκης με το Νεοφιλελεύθερο Κόμμα του και ο Τσοβόλας με το ΔΗΚΚΙ. Αυτό σημαίνει ότι η πολιτική μας ζωή στερείται δυναμικής και ο λαός δεν επιτρέπει την πολιτική ανανέωση, παρά το γεγονός ότι και τα δύο κόμματα εξουσίας βαρύνονται με πληθώρα ανομημάτων. Το 1989 το ΠΑΣΟΚ έχασε την εξουσία υπό το βάρος της βαριάς σκιάς του σκανδάλου Κοσκωτά. Το 1993 η ΝΔ του Μητσοτάκη έφυγε από την εξουσία με το στίγμα του σκανδάλου της πώλησης του συγκροτήματος της ΑΓΕΤ στους Ιταλούς της Καλτσεστρούτσι. Και το 2004 το ΠΑΣΟΚ έχασε τις εκλογές κάτω από την καταθλιπτική ιστορία της «φούσκας του χρηματιστηρίου» που ήταν ληστεία των μικροαποταμιευτών. Αυτά τα κύρια ανομήματα, αν όχι εγκλήματα, και πολλά άλλα μικρότερης σημασίας, ο ελληνικός λαός τα παρέβλεψε και έμεινε προσκολλημένος στα δύο αυτά κόμματα. Αυτή η ανυπαρξία δυναμικής στην πολιτική ζωή της χώρας επί 30 χρόνια, που κλείνει τον δρόμο για την πολιτική ανανέωση, ασφαλώς έχει την εξήγησή της, την οποία πρέπει να ερευνήσουν οι πολιτικοί αναλυτές. Για να βρούμε τον δρόμο που θα μας οδηγήσει στην ανανέωση του πολιτικού σκηνικού. Και στον στελεχικό εμπλουτισμό των κομμάτων, αλλά και στον εκσυγχρονισμό των κομματικών προγραμμάτων. Μια τέτοια ανάλυση θα βοηθήσει και τα δύο κόμματα εξουσίας και να ευθυγραμμιστούν με τις ανάγκες του λαού και να μη μας απειλούν με νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις.
Από τη δική μας πλευρά, αναζητώντας την εξήγηση της ανυπαρξίας δυναμικής στην πολιτική ζωή, καταλήγουμε ότι αυτή οφείλεται στα παρακάτω αίτια κυρίως:
α)Στην απουσία χαρισματικών ηγετών με έμπνευση, οράματα, πολιτική σκέψη και παραγωγή «πολιτικής» που να κάνει τον λαό να πιστέψει ότι πράγματι πρόκειται για κάτι «νέο» στην πολιτική σκηνή. Όπως πίστεψε στα χαρίσματα και στα οράματα του Ανδρέα Παπανδρέου και παλαιότερα του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Τέτοια προσόντα έδειχνε να έχει ο ιδρυτής της Πολιτικής Άνοιξης, Αντώνης Σαμαράς, που όμως γρήγορα έδειξε αδυναμία στην πολιτική του σκέψη και γρήγορα σταμάτησε την παραγωγή καινούργιας πολιτικής με έμπνευση και οράματα. Έτσι ανέτειλε και έδυσε χωρίς να μεσουρανήσει! Ίσως και η καθολική επικράτηση της παγκοσμιοποίησης και του νεοφιλελευθερισμού να εμποδίζει την ανάδειξη πολιτικών αρχηγών με γνήσια πολιτική σκέψη και έμπνευση.
β)Στην οικονομική εξάρτηση των κομμάτων. Οι προεκλογικοί αγώνες απαιτούν τεράστιες δαπάνες και έτσι τα κόμματα υποδουλώνονται στο οικονομικό κατεστημένο. Ένας νέος πολιτικός σχηματισμός δύσκολα μπορεί να αναφανεί χωρίς πλούσιους οικονομικούς πόρους. Αυτή η ομηρεία των μεγάλων κομμάτων εμποδίζει και την ανανέωση του στελεχικού τους δυναμικού. Κάθε αδιάφθορος ιδεαλιστής δεν είναι δυνατόν να μπλεχτεί με την πολιτική και να πέσει στα δίχτυα της οικονομικής δύναμης. Σήμερα «επιπλέουν» οι πολιτικοί της εξάρτησης και της κομματικής πειθαρχίας που δεν διαθέτουν πολιτική σκέψη. Γι’ αυτό τα κόμματα κατεβάζουν ως υποψήφιους «λαμπερά αστέρια» της τηλεόρασης, του αθλητισμού και της κοσμικής ζωής. Αυτοί δεν μπορούν να δώσουν δυναμική στην πολιτική ζωή, με ελάχιστες βέβαια εξαιρέσεις. Με τον τρόπο αυτόν απολιτικοποιούν την πολιτική μας ζωή.
γ)Στην πόλωση και στον κομματικό φανατισμό που καλλιεργούν τα κόμματα και όχι μόνο κατά τις προεκλογικές περιόδους. Το ΠΑΣΟΚ ξεκίνησε πρώτο την τακτική αυτή. Έφερε την πολιτική στα σχολεία, ακόμα και στα δημοτικά! Στη δημόσια διοίκηση, στην Εκκλησία, στον συνδικαλισμό, παντού δημιουργήθηκαν στρατιές φανατικά κομματικοποιημένων ανηλίκων και ενηλίκων που βρίσκονται δεμένοι και παγιδευμένοι στους κομματικούς πλοκάμους. Αυτοί με τις κομματικές παρωπίδες τους δεν είναι δυνατόν να αναπτύξουν ανεξάρτητη πολιτική σκέψη και να διαφοροποιηθούν από την κομματική γραμμή. Είναι από μικροί υποδουλωμένοι στο «συμφέρον της παράταξης». Έτσι στα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας έχουμε στρατευμένα φανατικά στελέχη με μοναδικό προσόν την αφοσίωση στο κόμμα. Κανένας σοβαρός άνθρωπος δεν μπορεί να υποφέρει αυτή την αρρωστημένη κατάσταση και αρνείται την ανάμειξή του στην πολιτική. Ή αν αναμειχθεί, γρήγορα αποχωρεί.
δ) Στην υιοθέτηση από τα κόμματα της δράσης μέσω φατρίας. Δημιουργούν ή «αγκαλιάζουν» φατρίες και υποδουλώνουν στο κόμμα τους «φατριάζοντες». Έτσι τα μέλη της φατρίας αποκτούν ισχυρούς προστάτες και οι ισχυροί βρίσκουν αφοσιωμένους οπαδούς και μάλιστα συντεταγμένους. Η τακτική αυτή αναπτύσσεται κυρίως από τα κόμματα εξουσίας. Γιατί αυτά είναι σε θέση να προσφέρουν πλήρη κάλυψη στις δραστηριότητες της φατρίας και να κρύψουν ή να νομιμοποιήσουν κάθε ενέργειά τους. Οι ομαδοποιήσεις αυτές είναι που προκαλούν την αιχμαλωσία αρκετών πολιτών στους κομματικούς μηχανισμούς και τη «διά βίου» εξάρτησή τους από το συγκεκριμένο κόμμα που τις στηρίζει ή τις έχει δημιουργήσει. Είναι ποτέ δυνατόν τα μέλη μιας φατρίας να εγκαταλείψουν το κόμμα που τα στηρίζει;
Εάν οι κύριοι Καραμανλής και Παπανδρέου επιθυμούν πράγματι μεταρρυθμίσεις, ας ανασκουμπωθούν και ας εξυγιάνουν την πολιτική σκηνή της χώρας μας. Αντί για απεργίες καθηγητών και δασκάλων και καταλήψεις σχολείων, ας διώξουν τα κόμματα από τα σχολεία και τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα για να επαναφέρουν τη νεολαία στον σωστό δρόμο. Ας διώξουν τα κόμματα από τη δημόσια διοίκηση, από τις ΔΕΚΟ και από τον συνδικαλισμό και από παντού όπου έχουν εισχωρήσει οι κομματικοί μηχανισμοί. Αυτή θα είναι προσφορά που θα εκτιμηθεί από τον λαό. Δεν επιτρέπεται τα πάντα να προσφέρονται θυσία στο κομματικό συμφέρον. Τότε η πολιτική θα αποκτήσει στελέχη αγνά και με καθαρή πολιτική σκέψη. Τότε τα κόμματα θα αρχίσουν να παράγουν πολιτική και θα σταματήσουν οι τωρινές άναρθρες κραυγές των κομματικών στελεχών. Τότε θα ξεπηδήσουν καινούργια κόμματα με στελέχη επιπέδου.
Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον μπορεί να εξηγηθεί και ένα άλλο μήνυμα που βγαίνει από την κάλπη. Η στασιμότητα των κομμάτων της Αριστεράς. Είναι λυπηρό ότι δεν έχουμε καινούργια κόμματα, αλλά και τα κόμματα με κάποιο επίπεδο πολιτικής σκέψης παραμένουν καθηλωμένα σε μονοψήφια ποσοστά. Επί 60 χρόνια, δηλαδή από τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η Αριστερά παραμένει καθηλωμένη και παίζει τον ρόλο κομπάρσου στην πολιτική της χώρας μας. Ασφαλώς αξίζει καλύτερης τύχης. Τα αποτελέσματα των νομαρχιακών και δημοτικών εκλογών έδειξαν την τάση του εκλογικού σώματος να… κλαδέψει σύρριζα τον Συνασπισμό. Ίσως να τον θεωρεί ξεκομμένο από τη μαχητική αριστερή παράταξη. Ίσως επειδή τα στελέχη του κρυφοκοιτάζουν προς άλλες κατευθύνσεις. Και όμως είναι φυτώριο πολιτικών στελεχών. Η επιτυχία τού πραγματικά χαρισματικού νεαρού υποψηφίου δημάρχου του ΣΥΝ στην Αθήνα κ. Τσίπρα οφείλεται αποκλειστικά στην ισχυρή προσωπικότητά του και ελάχιστα στην κομματική του τοποθέτηση. Διαβλέπω τη σύντομη απορρόφηση του ΣΥΝ από το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ. Το ΚΚΕ βγήκε ελαφρώς ενισχυμένο από την κάλπη, όχι όμως όσο θα έπρεπε για ένα γνήσια ιδεολογικό κόμμα με καθαρές θέσεις υπέρ των μη προνομιούχων. Είναι ίσως το μοναδικό κόμμα που λέει τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη. Και αυτό έπρεπε να εκτιμηθεί από το εκλογικό σώμα. Οι ηγεσίες των δύο κομμάτων της Αριστεράς πρέπει να προβληματιστούν.
Και ένα τελευταίο. Ο Κώστας Καραμανλής δεν έλαβε από το εκλογικό σώμα το «πράσινο φως» για «μεταρρυθμίσεις». Κάθε αντίθετη ερμηνεία προέρχεται εκ του πονηρού. Πρέπει προηγουμένως να μας απαριθμήσει για ποιες μεταρρυθμίσεις μιλάει. Γιατί μέχρι τώρα καμιά ουσιώδη μεταρρύθμιση υπέρ του λαού δεν είδαμε. Μόνον εκποίηση κρατικής περιουσίας (αυτή κι αν είναι μεταρρύθμιση!) και κατεδάφιση των κεκτημένων δικαιωμάτων των εργαζομένων μάς προσέφερε.