Σε off-shore «παραδείσους» φεύγει το «έξυπνο χρήμα»

Με τον τρόπο αυτό, όπως αναφέρουν έγκυροι χρηματιστηριακοί παράγοντες, το ελληνικό Δημόσιο στερείται φορολογικά έσοδα μεγάλου ύψους, καθώς οι μεγαλύτεροι κεφαλαιούχοι της χώρας κάνουν χρήση όλων των προνομίων που τους επιτρέπουν να φοροδιαφεύγουν νόμιμα (φοροαποφυγή), ενώ χάνονται και χιλιάδες θέσεις εργασίας που θα μπορούσαν να δημιουργηθούν στην Ελλάδα, αν έμεναν τα κεφάλαια εντός συνόρων και τη διαχείρισή τους αναλάμβαναν εταιρείες με έδρα στη χώρα μας.

Σύμφωνα με πληροφορίες, το «έξυπνο χρήμα» έχουν μαζέψει, μέσω μικρών γραφείων που διατηρούν στην Ελλάδα, οι μεγάλες επενδυτικές τράπεζες της Ευρώπης και των ΗΠΑ, όπως η Deutsche Bank, η UBS, η Credit Suisse και η Morgan Stanley. Με λίγες δεκάδες χαμηλόβαθμα στελέχη στην Ελλάδα, που «κυνηγούν» κεφαλαιούχους, οι ξένες τράπεζες παίρνουν τη μερίδα του λέοντος των επενδυτικών κεφαλαίων και τα μεταφέρουν στο εξωτερικό, όπου η διαχείρισή τους γίνεται μέσω θυγατρικών με έδρες σε φορολογικούς παραδείσους.

Όμως, ούτε οι μεγάλες ελληνικές τράπεζες έχουν μείνει τελευταία «εκτός παιχνιδιού». Οι περισσότερες έχουν συστήσει θυγατρικές στο εξωτερικό, οι οποίες διαχειρίζονται τα κεφάλαια των πελατών τους μέσω off-shore εταιρειών, οι οποίες συστήνονται για κάθε πελάτη σε κάποιο φορολογικό παράδεισο, όπως τα Νησιά Καϊμάν, τα Νησιά Γκέρνσεϊ, το Λουξεμβούργο και η Ελβετία. Με αυτό τον τρόπο, οι λίγοι μεγάλοι κεφαλαιούχοι πελάτες των τραπεζών απολαμβάνουν ειδικό καθεστώς «εχεμύθειας» στις συναλλαγές τους, αφού είναι αδύνατο ακόμη και για τις φορολογικές αρχές να διαπιστώσουν ποιοι βρίσκονται πίσω από τις εταιρείες off-shore, αλλά και φορολογικά προνόμια έναντι των άλλων επενδυτών.

Για παράδειγμα, χρηματιστηριακοί παράγοντες αναφέρουν τις ακόλουθες περιπτώσεις φοροαποφυγής με τέτοιες μεθόδους:

• Αν ένας πελάτης ελληνικής χρηματιστηριακής εταιρείας ή τράπεζας πουλήσει μετοχές στο εξωτερικό, βαρύνεται με φόρο 0,15% επί της αξίας των μετοχών, τον οποίο καταβάλλει ο ίδιος στην εφορία. Αντίθετα, ο ίδιος πελάτης, κάτοικος Ελλάδας, αποφεύγει τον φόρο αν κάνει την ίδια συναλλαγή μέσω ξένης εταιρείας.

• Το μέρισμα από μια ξένη εταιρεία πρέπει να συμπεριληφθεί στη δήλωση εισοδήματος ενός κατοίκου Ελλάδας και να φορολογηθεί κανονικά με βάση την κλίμακα, ενώ έχει ήδη φορολογηθεί στο εξωτερικό. Αντίθετα, αν διατηρεί τις μετοχές του σε μια off-shore εταιρεία, συναλλασσόμενος με μια ελληνική ή ξένη τράπεζα με έδρα στο εξωτερικό, αποφεύγει κάθε επιβάρυνση. Για το θέμα αυτό, μάλιστα, η Κομισιόν έστειλε τελεσίγραφο στην κυβέρνηση, ζητώντας την κατάργηση της διαφορετικής φορολόγησης, με την απειλή της παραπομπής στο Ευρωδικαστήριο.

• Τα κέρδη από παράγωγα προϊόντα που διαπραγματεύονται σε αγορές του εξωτερικού φορολογούνται με 15%, ενώ ακόμη και αν ο επενδυτής έχει σε ένα χρόνο ζημιές από το σύνολο των συναλλαγών του, η εφορία θα απομονώσει και θα φορολογήσει αυτές που απέφεραν κέρδη. Και σε αυτή την περίπτωση, αν ο ίδιος επενδυτής μεταφέρει τα κεφάλαιά του στο εξωτερικό, «εξαφανίζονται» οι φορολογικές του υποχρεώσεις.

• Στα δομημένα (structured) χρηματοοικονομικά προϊόντα προβλέπεται φορολόγηση με συντελεστή 40%, ενώ όποιος έχει την πρόνοια να επενδύσει σε αυτά τα προϊόντα μετακινώντας τα κεφάλαιά του στο εξωτερικό αποφεύγει τον φόρο.

• Στα εταιρικά ομόλογα, το 20% των τόκων παρακρατείται, ενώ το υπόλοιπο ποσό δηλώνεται ως εισόδημα και φορολογείται με βάση την κλίμακα. Αντίθετα, ο προνοητικός επενδυτής με «ξενιτεμένα» κεφάλαια αποφεύγει τον φόρο.

Το πλήθος φορολογικών αντικινήτρων που στέλνουν τα ελληνικά κεφάλαια στο εξωτερικό προβληματίζει έντονα και την κυβέρνηση και ήδη το υπουργείο Οικονομίας έχει συστήσει επιτροπή, υπό τον γενικό γραμματέα Γιώργο Μέργο, για να εξετάσει αλλαγές στο φορολογικό σύστημα, οι οποίες θα ενσωματωθούν στο φορολογικό νομοσχέδιο που θα κατατεθεί στο τέλος του έτους.

Σχετικό πόρισμα είναι ήδη έτοιμο, σύμφωνα με πληροφορίες, αλλά δεν έχει πάρει ακόμη την έγκριση του υπουργού Οικονομίας Γιώργου Αλογοσκούφη. Πάντως, οι ξένες τράπεζες έχουν «βολευτεί» με το σημερινό καθεστώς, ενώ οι μόνοι που πιέζουν για τολμηρές παρεμβάσεις είναι οι ανεξάρτητοι χρηματιστές, που βλέπουν τους μεγαλύτερους κεφαλαιούχους να μεταφέρουν στο εξωτερικό τα κεφάλαιά τους. Με αυτά τα δεδομένα, δεν δικαιολογείται αισιοδοξία για την υιοθέτηση μέτρων που θα μετατρέψουν την Ελλάδα σε διεθνές κέντρο, ούτε καν θα οδηγήσουν σε επαναπατρισμό κεφαλαίων.

Επιβαρύνσεις στους επενδυτές

Την ώρα που η Ελλάδα, αντί να γίνει διεθνές χρηματοοικονομικό κέντρο, βλέπει τα κεφάλαια των κατοίκων της να φεύγουν στο εξωτερικό, έντονο προβληματισμό δημιουργούν και οι τελευταίες εξελίξεις στην εταιρεία Ελληνικά Χρηματιστήρια (ΕΧΑΕ), που διαχειρίζεται το Χρηματιστήριο Αθηνών και ελέγχεται από τις τράπεζες.

Η διοίκηση της εταιρείας μεθοδεύει ελαφρύνσεις για τους επενδυτές που κάνουν συχνές, κερδοσκοπικές κατά τεκμήριο, συναλλαγές (κυρίως ξένοι), ενώ σχεδιάζει να επιβάλει νέες επιβαρύνσεις, που θίγουν περισσότερο τους μικροεπενδυτές.

Η προτεινόμενη νέα τιμολογιακή πολιτική θα συζητηθεί στην αυριανή συνεδρίαση του ΔΣ της ΕΧΑΕ. Προβλέπει μια μικρή μείωση στα τέλη υπέρ της ΕΧΑΕ που επιβαρύνουν τις συναλλαγές, κατά 25%, η οποία θα περιορίσει το σύνολο αυτών των επιβαρύνσεων από τα 0,24% στο 0,18%. Μεγαλύτερα οφέλη από αυτή τη μείωση θα έχουν οι ξένοι επενδυτές που κάνουν τις περισσότερες συναλλαγές.

Όμως, παράλληλα προβλέπεται η εισαγωγή νέας επιβάρυνσης διατήρησης χρηματιστηριακού λογαριασμού (3 ευρώ το χρόνο ανά λογαριασμό συν ΦΠΑ) και ποσοστιαία επιβάρυνση 0,01% ετησίως (πληρωτέο ανά τρίμηνο), επί της αξίας του χαρτοφυλακίου κάθε επενδυτή. Προβλέπεται, επίσης, η εισαγωγή νέας επιβάρυνσης 10 ευρώ στο άνοιγμα κάθε νέου λογαριασμού, ενώ δεν μειώνονται καθόλου άλλες επιβαρύνσεις, όπως τα έξοδα παρακολούθησης συνεδριάσεων από επενδυτές, ή το κόστος χρήσης τερματικών από τις χρηματιστηριακές, το οποίο αντίθετα αυξάνεται.

Συνολικά, η νέα τιμολογιακή πολιτική θα περιορίσει την κερδοφορία της ΕΧΑΕ. Αυτές οι πολύ σοβαρές αποφάσεις, όπως τονίζεται από πολλούς χρηματιστές, θα ληφθούν από το διοικητικό συμβούλιο, η πλειοψηφία του οποίου ελέγχεται από τις τράπεζες, αν και αυτές έχουν περιορίσει τη συμμετοχή τους στο 25%, ενώ θα ήταν σκόπιμο λόγω της σοβαρότητάς τους να τεθούν σε γενική συνέλευση των μετόχων.


Σχολιάστε εδώ