Μαλλιά-κουβάρια η κυβέρνηση λόγω αδιαλλαξίας της στην παιδεία

… «μπουρλοτιέρισα της οδού Μητροπόλεως», όπως αποκαλούν πλέον κάποιοι την υπουργό Παιδείας Μαριέττα Γιαννάκου, δυναμίτισε ακόμη περισσότερο το κλίμα αυτή την εβδομάδα με εμπρηστικές δηλώσεις της, επιπέδου καφενείου, οι οποίες προκάλεσαν σφοδρή δυσαρέσκεια ακόμη και στους ηγετικούς κυβερνητικούς και νεοδημοκρατικούς κύκλους, προκαλώντας δημόσιες διαφοροποιήσεις εξαιρετικά επιζήμιες για τη ΝΔ.

Σοβαρότατη προσωπική ζημία υπέστη και ο πρωθυπουργός και μάλιστα από ενέργεια του υπουργού Επικρατείας Θ. Ρουσόπουλου, όταν αυτός διένειμε ομιλία του Κ. Καραμανλή στη Βουλή το 1999, όπου αποκαλύπτεται ότι τότε υποστήριζε τα εντελώς αντίθετα από αυτά που κάνει σήμερα.

Οι προκλήσεις της Μαριέττας

Η κυβέρνηση… «δεν μασάει (!)», δήλωσε η βαθυστόχαστη υπουργός Παιδείας, η οποία επίσης έκανε την πολιτική ανακάλυψη ότι οι καταλήψεις σχολείων από τους μαθητές είναι… «φασιστική νοοτροπία»!

Ένα 24ωρο νωρίτερα είχε χαρακτηρίσει «φασιστικής νοοτροπίας» και τις κινητοποιήσεις των δασκάλων και των καθηγητών! Εδώ έχουμε να κάνουμε δηλαδή με ένα… «σούργελο» της πολιτικής, για να χρησιμοποιήσουμε κι εμεί τη δική της φρασεολογία. Την πήραν φυσικά με τις λεμονόκουπες ακόμη και στελέχη της παράταξής της.

«Δεν μπορώ σε καμιά περίπτωση να πω ότι η συμπεριφορά της υπουργού είναι καλή», δήλωσε ο τέως πρόεδρος της ΝΔ Μιλτιάδης Έβερτ, προσθέτοντας μάλιστα ότι «σε κάθε απεργία, ο υπουργός είναι αυτός που έχει την ευθύνη για τους χειρισμούς».

«Αυτές τις ακρότητες σε καμιά περίπτωση δεν τις υιοθετώ και δεν συμβάλλουν στο να πέσουν οι τόνοι.

Οι τόνοι πρέπει να πέσουν και να βρεθεί τρόπος να καθίσουν στο τραπέζι και να συζητήσουν», δήλωσε και ο βετεράνος Γιάννης Κεφαλογιάννης, σύμβουλος του πρωθυπουργού. «Δεν πρέπει σε αυτές τις περιπτώσεις των κρίσεων να επεμβαίνουν παράγοντες προσωπικοί ή εγωιστικοί ή αντιπολιτευτικοί», πρόσθεσε ρίχνοντας το «καρφί» τους προς τη Γιαννάκου.

«Δεν συμφωνώ με τις απόψεις της κυρίας Γιαννάκου. Πρέπει να υπάρξει διάλογος άνευ όρων με την εκπαιδευτική κοινότητα», τόνισε σε άλλες δηλώσεις του ο Μ. Έβερτ.

Πρέπει να τη διώξει!

Η υπουργός Παιδείας με την προκλητική στάση της και το… «γυναικουλίστικο» πείσμα της εναντίον των δασκάλων, προκαλεί τεράστια πολιτική ζημία στην κυβέρνηση. Αυτό έχουν αρχίσει να το συνειδητοποιούν τα κυβερνητικά στελέχη. Πέρα από αυτούς που την αποδοκιμάζουν δημόσια, ο Β. Μεϊμαράκης, ο Γ. Σουφλιά, ο Γ. Αλογοσκούφης, ακόμη και η Ντόρα Μπακογιάννη εκφράζουν «κατ’ ιδίαν συζητήσεις την αποδοκιμασία τους για τους χειρισμούς της και υπογραμμίζουν ότι πρέπει να βρεθούν τρόποι διαλόγου με τους εκπαιδευτικούς.

Φαίνεται ότι αυτό το αντιλήφθηκαν ακόμη και στο Μέγαρο Μαξίμου κι έτσι την Πέμπτη, για πρώτη φορά, μπορούσε κανείς να διαπιστώσει μια αισθητή διαφορά ύφους ανάμεσα στις δηλώσεις του υπουργού Επικρατείας Θ. Ρουσόπουλου και τις έξαλλες δηλώσεις της υπουργού Παιδείας, παράλληλα με μια έμμεση αποκήρυξη της δήλωσης Γιαννάκου περί «φασιστικής νοοτροπίας» των παιδιών που κάνουν καταλήψεις. «Δεν νομίζω ότι υπάρχει τέτοια τοποθέτηση από στέλεχος της κυβέρνησης», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Θ. Ρουσόπουλος, εν γνώσει φυσικά του γεγονότος πως οι σχετικές δηλώσεις Γιαννάκου υπάρχουν μαγνητοφωνημένες.

«Επειδή οι δυνατότητες της οικονομίας είναι αυτές, παρακαλώ τους δασκάλους να σκεφτούν και πάλι και να επιστρέψουν στα σχολεία, ώστε οι μαθητές να μη χάσουν άλλα μαθήματα», πρόσθεσε, αλλάζοντας όχι φυσικά την ουσία της κυβερνητικής πολιτικής, αλλά το ύφος της -παρακαλώντας και όχι καθυβρίζοντας τους δασκάλους.

Με όλα αυτά καθίσταται πάντως προφανές ότι η παρουσία της Μαριέττας Γιαννάκου στο υπουργείο Παιδείας αποτελεί ανυπέρβλητο εμπόδιο στη λύση των προβλημάτων.

Δεν ωφελεί η τήρηση άλλων προσχημάτων. Η Γιαννάκου έχει αποτύχει παταγωδώς και ο πρωθυπουργός οφείλει να την απομακρύνει από το υπουργείο αυτό και να την αντικαταστήσει με άλλο στέλεχος της επιλογής του. Δεν πάει άλλο! Πρέπει να την διώξει!

«Δάσκαλε που δίδασκες…»

Το ίδιο το κύρος του Κώστα Καραμανλή εξαρτάται από τις κινήσεις του στο θέμα αυτό.

Για κανένα άλλο ζήτημα της διακυβέρνησής του μέχρι τώρα δεν έχει υποστεί τόσο μεγάλη προσωπική φθορά όσο με το θέμα της παιδείας.

Το πολιτικό κάζο που έπαθε αυτή την εβδομάδα δεν περιγράφεται και φυσικά το αξιοποίησαν στο έπακρο οι εφημερίδες της αντιπολίτευσης, αναδημοσιεύοντας ακόμη και στην πρώτη τους σελίδα εκείνα που είχε πει ο Κ. Καραμανλής το 1999 εναντίον του τότε πρωθυπουργού Κ. Σημίτη, τα οποία σήμερα κυριολεκτικά ξεφτιλίζουν τη δική του πολιτική! Τι έλεγε τότε ο Καραμανλής, λοιπόν; «Είναι αποθέωση του παλαιοκομματισμού να εμμένεις στα λάθη κάνοντας επίδειξη πολιτικής αδιαλλαξίας. Οι πολιτικά ισχυροί δεν έχουν ανάγκη να το κάνουν αυτό. Επίδειξη δήθεν πολιτικής δύναμης και αδιαλλαξίας κάνουν μόνο οι πολιτικά αδύναμες κυβερνήσεις. Και δυστυχώς, επειδή η κυβέρνηση Σημίτη είναι μια πολιτικά αποδυναμωμένη κυβέρνηση, φοβάμαι ότι δεν θα έχει τη γενναιότητα να υποχωρήσει, να αποσύρει την αδιέξοδη πολιτική της στο κρίσιμο αυτό θέμα».

Υπέροχα τα έλεγε τότε! Αν όμως και η δική του κυβέρνηση δεν είναι «παλαιοκομματική» και «αδύναμη», γιατί δεν υποχωρεί και δεν αποσύρει την «αδιέξοδη πολιτική της»;

Κοινωνικός διχασμός και «καπέλωμα»

Είχε πει και άλλα πολύ σωστά τότε ο Κ. Καραμανλής: «Ο κ. Σημίτης έκανε μια αναφορά εξαιρετικά ατυχή. Μίλησε για το καπέλωμα των νέων ανθρώπων και των μαθητών. Είστε βαθιά νυχτωμένοι, αν πιστεύετε ότι οι νέοι άνθρωποι σήμερα καπελώνοντας από κόμματα ή από οργανώσεις», είχε υπογραμμίσει.

Εμείς συμφωνούμε απολύτως. Ο Κ. Καραμανλής, όμως σήμερα, συμφωνεί άραγε με τα δικά του λόγια τότε; Αν ναι γιατί βγάζει τον Ρουσόπουλο, τη Γιαννάκου, τον Αλογοσκούφη και τα λοιπά μέλη του κυβερνητικού θιάσου και μιλάνε για «υποκινούμενους» δασκάλους, μαθητές, καθηγητές, φοιτητές;

Ο σημερινός πρωθυπουργός και τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης είχε κατακεραυνώσει και την ανέντιμη πολιτική της επιχείρησης κοινωνικού διχασμού μέσω της οργάνωσης από την κυβέρνηση και τους μηχανισμούς της ομάδας «αγανακτισμένων γονέων» για να στραφούν εναντίον των εκπαιδευτικών. «Η κυβέρνηση (σ.σ. του ΠΑΣΟΚ) προσπαθεί τα θύματα της πολιτικής της να τα στρέψει το ένα εναντίον του άλλου. Να προκαλέσει σύγκρουση μεταξύ γονέων, μαθητών, εκπαιδευτικών, αγνοώντας ότι «επιλογή αυτή αφήνει πίσω της βαθειά τραύματα που θα τα βρούμε όλοι μπροστά μας», είχε τονίσει. Σήμερα, αντίθετα, η κυβέρνηση προσπαθεί να στρέψει εναντίον των εκπαιδευτικών και των μαθητών την κοινή γνώμη. «Δάσκαλε που δίδασκες και λόγο δεν εκράτεις», λοιπόν, είναι η παροιμία που ακολουθεί. Μόνο που αυτό το ξεγύμνωμα της ασυνέπειάς του θα του κοστίσει πολιτικά πολύ περισσότερο από όσο φαντάζεται.

Διευκολύνει τα σχέδια των αντιπάλων του

Δεν αναφερόμαστε μόνο στο πολιτικό κόστος της απαξίωσης του Κ. Καραμανλή στα μάτια του ελληνικού λαού λόγω της αδιαλλαξίας του στο θέμα της παιδεία αυτοτελώς, το οποίο έτσι κι αλλιώς θα είναι υψηλότατο, ακόμη και αν οι δάσκαλοι γυρίσουν ηττημένοι και ταπεινωμένοι στα σχολεία.

Αναφερόμαστε κυρίως στο γεγονός ότι από αυτή την κρίση ο Κ. Καραμανλής βγαίνει πολύ αποδυναμωμένος. Κυρίως, στα μάτια αυτών που θέλουν να τον υπονομεύσουν, εκλείπει πλέον η δυνατότητα του πρωθυπουργού να αποκαταστήσει ισχυρούς απευθείας δεσμούς με τον λαό. Αυτό σημαίνει ότι καθίσταται εύκολη λεία στα μάτια των εξωτερικών και εσωτερικών παραγόντων που τον υπονομεύουν, άρα είναι ευκαιρία γι’ αυτούς να εντείνουν τη δραστηριότητά τους, εκμεταλλευόμενοι την ασθενέστερη πολιτική του θέση.

Η προκλητική προβολή της Ντόρας το τελευταίο διάστημα σίγουρα δεν είναι καθόλου άσχετη με αυτό το συμπέρασμα περί αποδυνάμωσης του Καραμανλή. Το ίδιο και ο τραγικά αστείος τρόπος με τον οποίο διαπληκτίζονται δημόσια δι’ ανταλλαγής ανακοινώσεων και δηλώσεων διάφοροι «πρωτοκλασάτοι» υπουργοί του -Μεϊμαράκης, Σουφλιάς, Αλογοσκούφης, Παυλόπουλος, κ.λπ. – με αφορμή τις ευθύνες για τις πλημμύρες και τον Ψωμιάδη. Ήδη αρχίζει να κυριαρχεί ψυχολογία «δρυός πεσούσης»…


Σχολιάστε εδώ