«ΤΟ ΛΕΞΙΚΟΝ ΤΗΣ ΠΙΑΤΣΑΣ» ΤΗΣ ΕΥΓΕΝΟΥΣ ΜΑΣ ΡΑΤΣΑΣ
ΜΕΡΟΣ Β΄
Δυσνόητον τό καθετί
όσο απλόν κι αν μοιάζει
καθότι εις το βάθος του
τό σκότος επωάζει
Εννοίας μάλλον σκοτεινάς
ήτινες περιπλέκουν
τήν ερμηνείαν τής μορφής
καί ενναλάξ μάς μπλέκουν.
Είδατε πώς σάς έμπλεξα
ποιητικώ τώ τρόπω
μέ σκοτεινάς τάς λέξεις μου
χωρίς μεγάλον κόπο;
Τά πάντα δυσκολεύουσι
όταν ο λέγων γράφει
εις τά παλιά του τσόκαρα
τό ήθος καί τά πάθη.
Τό πάει εδώ, τό πάει εκεί
ωσότου σάς μπερδέψει
τόν λογισμόν σας κλέπτοντας
καί τούς καρπούς σας δρέψει.
Τοιούτον είδος είν’ κι αυτό
όπου θά περιγράψω
καί τάς ακραίας του πτυχάς
εις μίαν θά τάς ράψω.
ΥΠΟΥΡΓΟΣ, είδος κατ’ αρχάς
καί δή εν περιλήψει
κυνός, που τόν αφέντη του
επιθυμεί να γλείψει.
Πλειστάκις διακατέχεται
-θύμα τινός μαγείας-
νά πάρει είς τάς πλάτας του
τόν θώκον αρχηγίας.
Εν τίνι μέτρω ανίκανος
λόγω τών προβλημάτων
γίνεται “βλήμα” συνεχώς
εντός άλλων “βλημάτων”.
Όταν ορά, ορά ψηλά
ως καμηλοπαρδάλη,
πολυλογών αδιαφορεί
τό τί ακούν οι άλλοι.
Ως ληστρικός Νταβέλιος
έχει κι αυτός λημέρι
όπου συνάζει παρδαλούς
μέ δίκοπον μαχαίρι.
Απ’ τό πρωί μέχρι νυκτός
βλέπει παντού οάσεις
κι ανενδοιάστως τό δηλοί
εις τάς τηλεοράσεις.
Μέ ύφος Χατζηαβάτειον
κύπτων καί τόν αυχένα
εις τόν Βεζίρη του ομιλεί
μέ τά μυαλά χαμένα.
Έχει κι αυτός ερωτικούς
δεσμούς καί ακροάσεις
με λαμογίους προπαντός
καί μέ στρυφνάς συμβάσεις.
Δεν έχει σχέσιν πού καί πώς
υπηρετεί τήν Χώραν
ποιό Υπουργείον οδηγεί
κι εις ποίαν κατηφόραν.
Ανήκει ούτος εις τήν φυλήν
τήν μίαν καί μονάχη
όπου οι πάνες μοιάζουνε
πού κακόν ψόφον νά ‘χει.
Έχουν τά ίδια ιδανικά
κι ιδίως τά σουσούμια
όπως εις τάφους Φαραώ
κάθε δυνάστου μούμια.
Μού αρέσει η φυλή τών Υπουργών γιατί δεν είναι ανθρωποφάγοι. Απόδειξη σε αυτό που λέω είναι ότι, μετά από κάθε Θυέστειο δείπνο αρκούνται στα κόκαλα που αφήνουν οι εργολάβοι, οι δυνατοί πρέσβεις, καί η πάντα ανίκανη αντιπολίτευση.
Σημ.: Παρακαλώ, ανατρέξτε στα λεξικά στο λήμμα «Θυέστειο δείπνο».