Νεκρανάσταση του φασισμού στην κεντρική Ευρώπη

Η επιτυχία των φασιστών στην Αυστρία δεν μπορεί να ερμηνευθεί μόνο στη βάση των εθνικών ιδιαιτεροτήτων όπως διαμορφώθηκαν την επομένη της ήττας του Ναζισμού στη Γερμανία, όταν στην γειτονική Αυστρία κατέφυγαν εκατοντάδες φυγόδικοι Ναζί εγκληματίες, επιτρέποντας το 1986 να αναδειχθεί στην προεδρία της Δημοκρατίας ο πρώην αξιωματικός της Βέρμαχτ, Κουρτ Βαλντχάιμ. Το κακόηθες νεοφασιστικό μελάνωμα δυστυχώς εντοπίζεται σε ολοένα και περισσότερες χώρες όπως έδειξαν άλλωστε και οι εκλογές που έγιναν μόλις πρόσφατα σε δύο γερμανικά κρατίδια, όπου μεγάλος κερδισμένος της αναμέτρησης ήταν οι νεοφασίστες.

Η ήττα του δεξιού Λαϊκού Κόμματος, του οποίου ηγούνταν ο Βόλφγκανγκ Σιούσελ, που συγκέντρωσε 34,2%, χάνοντας οκτώ ποσοστιαίες μονάδες από τις προηγούμενες εκλογές του 2002, αποδόθηκε από όλους τους αναλυτές εντός και εκτός Αυστρίας στην ακραία νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική που εφάρμοσε. Τα τελευταία χρόνια η δεξιά κυβέρνηση της Αυστρίας προχώρησε σε μια αμφιλεγόμενης σκοπιμότητας μαζική αγορά μαχητικών αεροσκαφών Γιουροφάιτερ, που δίχασε τη χώρα λόγω του εξωφρενικού της κόστους, επέβαλε δίδακτρα στα πανεπιστήμια, συρρίκνωσε δραματικά τις ασφαλιστικές παροχές και κατήργησε επί της ουσίας τη δυνατότητα πρόωρης συνταξιοδότησης. Το επίσημο ποσοστό ανεργίας αυξήθηκε από 3,4% σε 5,2%, ένα ποσοστό που όπως παρατηρεί η «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ» του προηγούμενου Σαββατοκύριακου «παρότι θα μπορούσε να θεωρηθεί πλήρης απασχόληση για τις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, στην Αυστρία προκάλεσε τη δημόσια δυσαρέσκεια προς την κυβέρνηση βοηθώντας τους σοσιαλδημοκράτες». Η αντιλαϊκή πολιτική της δεξιάς κυβέρνησης κυρίως όμως έριξε νερό στο μύλο της άκρας Δεξιάς. Το Κόμμα της Ελευθερίας που ίδρυσε ο νεοφασίστας Γκιοργκ Χάιντερ -για να αποχωρήσει από αυτό μόλις πριν από λίγους μήνες- συγκέντρωσε 11,2% (από 10,2% που είχε πάρει το 2002) ενώ η Συμμαχία για το Μέλλον της Αυστρίας – στην οποία μεταπήδησε πριν λίγους μήνες – κατάφερε προς έκπληξη όλων να συγκεντρώσει 4,2%, να ξεπεράσει δηλαδή το όριο του 4% και να αντιπροσωπευθεί έτσι στη Βουλή.

Η νίκη των σοσιαλδημοκρατών από την άλλη σα να μην έφτανε που επιτεύχθηκε με ένα αναιμικό ποσοστό της τάξης του 35,7% (λόγω ενός οικονομικού σκανδάλου που αποκαλύφθηκε πριν τις εκλογές) θα υπονομευθεί ακόμη πιο βαθιά καθώς από την ημέρα κιόλας των εκλογών, άρχισαν να κυκλοφορούν σενάρια δημιουργίας μεγάλου κυβερνητικού συνασπισμού με τη Δεξιά! Πολύ εύστοχα οι «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» του προηγούμενου Σαββατοκύριακου παρατηρούσαν πως ένα τέτοιο ενδεχόμενο «θα άφηνε το Κόμμα της Ελευθερίας να είναι η μεγαλύτερη αντιπολιτευτική δύναμη στη Βουλή – και να μετατραπεί ενδεχομένως σε μαγνήτη για ακόμη περισσότερους δυσαρεστημένους ψηφοφόρους στο μέλλον»!

Η Αυστρία στον δρόμο της Γερμανίας

Αυτό ακριβώς άλλωστε έδειξαν τα αποτελέσματα από τις περιφερειακές εκλογές που έγιναν στο Βερολίνο και το Μεκλεμβούργο-Πομερανία της Γερμανίας την Κυριακή 17 Σεπτέμβρη, μια βδομάδα δηλαδή πριν στηθούν οι κάλπες στην Αυστρία. Η εικόνα που σχηματίζεται για τα δύο μεγάλα κόμματα δείχνει στασιμότητα και κρίση. Συγκεκριμένα, οι χριστιανοδημοκράτες κατέγραψαν απώλειες και στις δύο αναμετρήσεις, ενώ οι σοσιαλδημοκράτες στο Βερολίνο εμφάνισαν μια ανεπαίσθητη άνοδο και στο Μεκλεμβούργο- Πομερανία μείωσαν τις δυνάμεις τους κατά δέκα ολόκληρες ποσοστιαίες μονάδες. Στον αντίποδα βρίσκονται οι ακροδεξιοί του Εθνικού Δημοκρατικού Κόμματος (NPD), που κατάφεραν να κερδίσουν το 7,3% των ψήφων αναδεικνύοντας στη Βουλή του Μεκλεμβούργου-Πομερανίας 6 αντιπροσώπους. Στο συγκεκριμένο κρατίδιο που βρίσκεται στα εδάφη της πρώην Ανατολικής Γερμανίας, η ανεργία μαστίζει τον ένα από τους τέσσερις εργαζομένους, ενώ ενδεικτικό στοιχείο για τη αποβιομηχάνιση που κυριαρχεί είναι ότι πέρυσι το ΑΕΠ συρρικνώθηκε – δεν καταγράφηκε καν άνοδο! Έπειτα και από αυτές τις εκλογές οι ακροδεξιοί εκπροσωπούνται στα νομοθετικά σώματα τριών γερμανικών κρατιδίων: της Βρέμης, της Σαξονίας και του Μεκλεμβούργου-Πομερανίας! Στο άκουσμα αυτών των ειδήσεων το Βερολίνο, αντί να αναθεωρήσει το πρόγραμμα νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων, ώστε να μπει ένα ανάχωμα στην άνοδο της άκρας Δεξιάς, δήλωσε – διά στόματος Μέρκελ – ότι «οι τομές θα συνεχιστούν»! Πρόκειται αναμφισβήτητα για πρωτοφανή επίδειξη παχυδερμισμού, μια και εδώ δεν διακυβεύονται μερικά εκατομμύρια ευρώ όπως θα συνέβαινε αν η κυβέρνηση πιεζόταν για να παραχωρήσει μισθολογικές αυξήσεις, για παράδειγμα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση διακυβεύεται το κύρος των δύο μεγαλύτερων κομμάτων της Γερμανίας, που όσο περισσότερο αποδοκιμάζονται, τόσο εντονότερα δηλώνουν: «εμείς θα συνεχίσουμε»!

Η σημαντική ενίσχυση στη Γερμανία, αλλά και στην Αυστρία της ακροδεξιάς – και όχι αμφότερων των πολιτικών άκρων όπως εσφαλμένα πιστεύεται – είναι άμεσο αποτέλεσμα της συνειδητής προσπάθειας κατάργησης των διαχωριστικών γραμμών μεταξύ των δύο βασικών πυλώνων του πολιτικού συστήματος – τάση που εξακολουθεί πολύ συχνά να χαρακτηρίζεται ακόμη και τώρα ως …προοδευτική, και ας έχει φανεί ότι οι ιδιωτικοποιήσεις για παράδειγμα που ξαφνικά αναγορεύθηκαν σε θέσφατο πουθενά δεn αύξησαν την ευημερία ή τις θέσεις εργασίας. Η ενίσχυση της ακροδεξιάς πολύ περισσότερο ωθείται από τη δεξιά στροφή της σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη και την υιοθέτηση από μέρους της ακραία αντεργατικών μέτρων. Κατ’ αυτό τον τρόπο το πολιτικό κενό που δημιουργείται, σε ένα περιβάλλον μάλιστα χρόνιας κρίσης της Αριστεράς, καλύπτεται από την ακροδεξιά και τους νεοφασίστες που κάνουν σημαία τους τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των πιο πληβειακών τμημάτων της κοινωνίας. Ο λόγος της μάλιστα αποκτά ακόμη μεγαλύτερη επιρροή και πειθώ όσο το επίσημο πολιτικό σύστημα οχυρώνεται στα κρυστάλλινα παλάτια του και απαξιoί να ασχοληθεί με οτιδήποτε ξεφεύγει των δικών του «κεντρώων» προδιαγραφών – εκτός και αν πρόκειται για αναγνωρισμένη μειονότητα που εμπίπτει στους κανόνες συμπεριφοράς του «πολιτικά ορθού».

Το βαρύ τίμημα που καταβάλλει η σοσιαλδημοκρατία όσο απομακρύνεται από τις παραδοσιακές αρχές της φάνηκε και από τα αποτελέσματα στη Σουηδία, όπου η κυβέρνηση του Γκόραν Πέρσον υπέστη τη μεγαλύτερη εκλογική αποτυχία που έχει δεχτεί από το 1914. Οι σοσιαλδημοκράτες στη Σουηδία πλήρωσαν «την αδυναμία τους να μετατρέψουν την οικονομική μεγέθυνση σε περισσότερες θέσεις εργασίας», σύμφωνα με εκτιμήσεις αναλυτών που αναφέρονταν στην «Ιντερνάσιοναλ Χέραλντ Τρίμπιουν» την Τρίτη 19 Σεπτέμβρη. Κοινώς, οι αριθμοί ήκμασαν και με το παραπάνω (με τους ρυθμούς αύξησης του ΑΕΠ να τρέχουν με 5% όταν ο μέσος ευρωπαϊκός όρος ήταν 2,8%), αλλά το βιοτικό επίπεδο των Σουηδών κάθε χρόνο χειροτέρευε, και όπως έλεγε ο επικεφαλής της Δεξιάς που κέρδισε τις εκλογές, καταφέρνοντας μάλιστα το καλύτερο αποτέλεσμα που είχε ποτέ το κόμμα του από το 1928, ένας στους πέντε Σουηδούς δεν είχε δουλειά!

Οι γυάλες του Πέρσον δε έσωσαν το κόμμα του από τη συρρίκνωση όπως και κανένα άλλο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα!


Σχολιάστε εδώ