Προϋπολογισμός 2007: προεκλογική προετοιμασία
Πέρα από την οικονομική του σημασία ο προϋπολογισμός ενσωματώνει και στοιχεία καθαρά πολιτικού ενδιαφέροντος και μάλιστα σε περιόδους κοινωνικοοικονομικών μεταρρυθμίσεων -όπως είναι η παρούσα περίοδος- και επιπλέον αφορά το 2007 που είναι προεκλογικό (και ίσως εκλογικό) έτος. Από καθαρά οικονομική σκοπιά ο κρατικός προϋπολογισμός γενικά ενδιαφέρει το ευρύ κοινό α) για την εισοδηματική πολιτική που προτίθεται να εφαρμόσει η κυβέρνηση κατά την επόμενη χρονιά, β) για τη φορολογική πολιτική της κυβέρνησης, καθώς κάθε χρόνο έχουμε φορολογικές «επιδρομές» και γ) για τη συμβολή του προϋπολογισμού στην αναπτυξιακή προσπάθεια της χώρας και την πορεία προς την πραγματική σύγκλιση. Όμως ο προϋπολογισμός 2007 ενέχει και μια ιδιάζουσα πολιτική σκοπιμότητα. Πρέπει να πείσει τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία ότι ήρθε η ώρα να εκπληρώσει η κυβέρνηση τις υποσχέσεις της για μια οικονομική πολιτική με κοινωνική ευαισθησία.
Αυτό που δεν μπόρεσε, λόγω ειδικών συνθηκών, να πετύχει με τους προϋπολογισμούς του 2005 και 2006 θα το επιχειρήσει με τον προϋπολογισμό του 2007. Γιατί το 2007 είναι προεκλογικό έτος και συνήθως οι προεκλογικοί προϋπολογισμοί ξεφεύγουν από τους κανόνες της συνετής δημοσιονομικής διαχείρισης και η κατάρτισή τους προσαρμόζεται στις πολιτικές σκοπιμότητες της συγκυρίας. Η κάθε κυβέρνηση προσπαθεί στον προεκλογικό προϋπολογισμό να δώσει έντονο «άρωμα» εκλογών, με ευνοϊκή για τους εργαζομένους και τους συνταξιούχους εισοδηματική πολιτική, με διάφορες παροχές κοινωνικής μέριμνας στους χαμηλοεισοδηματίες και με φορολογικές ελαφρύνσεις, έστω και πρόσκαιρες. Συνήθως οι φορολογικές ελαφρύνσεις αποτελούν «φορολογικές μεταμορφώσεις». Οι απώλειες εσόδων από τις ελαφρύνσεις αναπληρώνονται με άλλες αλλαγές στη φορολογία.
Το καθεστώς επιτήρησης κάτω από το οποίο βρίσκεται σήμερα η ελληνική οικονομία λόγω υψηλών ελλειμμάτων κατά τα προηγούμενα χρόνια δεν επιτρέπει τη σύνταξη προϋπολογισμού με «άρωμα» εκλογών. Και με προϋπολογισμό λιτότητας τα πράγματα δυσκολεύουν για την κυβέρνηση. Και αν ακόμη πετύχουμε να πείσουμε ότι φέτος το έλλειμμα του προϋπολογισμού μειώθηκε κάτω από το όριο του 3% και η Ευρωπαϊκή Ένωση τερματίσει το εις βάρος μας καθεστώς επιτήρησης, και πάλι η κυβέρνηση δεν θα έχει την άνεση να εφαρμόσει πολιτική παροχών για το 2007. Ούτε και πραγματικές φορολογικές ελαφρύνσεις μπορεί να θεσπίσει, αλλά μόνο πρακτικές μετατόπισης του φορολογικού βάρους, καθώς η ΕΕ και ο αρμόδιος επίτροπος, ο κ. Αλμούνια, ελλοχεύουν. Και ο κ. Αλμούνια δήλωσε ότι είναι πεπεισμένος πως φέτος το έλλειμμα θα είναι μικρότερο του 3% του ΑΕΠ, αλλά το 2007 το έλλειμμα του προϋπολογισμού θα κυμανθεί μεταξύ 3,5%-4%. Αυτή είναι η άποψη του κ. Αλμούνια που στην ουσία της σημαίνει ότι το προεκλογικό έτος 2007 θα έχουμε απλώς μια «διακοπή» του καθεστώτος επιτήρησης (ίσως προεκλογική ανάσα για την κυβέρνηση) και επαναφορά του από το 2008 και μετά. Αυτό φυσικά θέλει να το αποφύγει η κυβέρνηση και όπως τονίζεται στην εγκύκλιο, που υπογράφει ο υφυπουργός Πέτρος Δούκας, προς τα λοιπά υπουργεία για την κατάρτιση του προϋπολογισμού του 2007, στόχος του υπουργείου Οικονομίας είναι η εξασφάλιση των κονδυλίων για την άνετη χρηματοδότηση των κοινωνικών παροχών, ενώ θα πρέπει το έλλειμμα να διατηρηθεί και το 2007 κάτω από το 3% του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με την παραπάνω εγκύκλιο, για το 2007 ο νέος υπό κατάρτιση κρατικός προϋπολογισμός θα προβλέπει:
α) Περιορισμό των καταναλωτικών δαπανών, των οποίων το ύψος θα πρέπει να είναι χαμηλότερο από αυτό του προϋπολογισμού 2006. Η σύσταση αυτή απευθύνεται σε όλα τα υπουργεία (που καταρτίζουν τους δικούς τους επιμέρους προϋπολογισμούς εξόδων) και ασφαλώς κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση. Να δούμε κατά πόσον οι κύριοι υπουργοί θα λάβουν σοβαρά υπόψη τη σύσταση αυτή, όταν κάθε χρόνο δίνουν μάχη για την έγκριση υψηλότερων πιστώσεων. Περιορισμός των πιστώσεων ή και κατάργηση ορισμένων πρέπει να ισχύσει για όλες τις μη απαραίτητες κρατικές δαπάνες και για τις αδικαιολόγητα υψηλές, τις οποίες έχουμε επισημάνει αρκετές φορές στο παρελθόν από τη στήλη μας αυτή. Χωρίς περιορισμό των κρατικών δαπανών δεν θα μπορέσουμε να πετύχουμε διατηρήσιμη δημοσιονομική εξυγίανση. Από την προσπάθεια συγκράτησης των καταναλωτικών δαπανών εξαιρούνται:
– Οι δαπάνες για την αύξηση των αγροτικών συντάξεων.
– Οι σχετικές με την αύξηση του ΕΚΑΣ δαπάνες.
– Οι δαπάνες που αφορούν τις αυξήσεις που θα δοθούν το 2007 στους μισθούς και στις συντάξεις, οι οποίες θα υπολογιστούν με βάση την εισοδηματική πολιτική που θα καθορίσει η κυβέρνηση για το επόμενο έτος.
Οι τρεις αυτές κατηγορίες δαπανών που αφορούν «μη προνομιούχους» χαμηλοεισοδηματίες και οι αυξήσεις που θα δοθούν θα αποτελέσουν την αιχμή του δόρατος στην προσπάθεια της κυβέρνησης να πείσει το εκλογικό σώμα ότι τηρεί τις υποσχέσεις της. Να δούμε πόσο «άρωμα» εκλογών θα περιέχουν οι αυξήσεις που θα δοθούν στους συνταξιούχους.
β) Η υπουργική εγκύκλιος αφήνει ελευθερία για νέες προσλήψεις, χωρίς να θέτει όρια ή άλλου είδους περιορισμούς. Απλώς τονίζει ότι τα κονδύλια για νέες προσλήψεις θα πρέπει να υπολογιστούν από τους αρμόδιους φορείς σε ετήσια βάση, ανεξάρτητα από τον χρόνο πρόσληψης. Η υπόδειξη αυτή έχει έντονο «άρωμα» εκλογών. Και επειδή όλες οι νέες προσλήψεις δεν πρόκειται να γίνουν την 1η Ιανουαρίου 2007, ο υπολογισμός των σχετικών πιστώσεων σε ετήσια βάση δημιουργεί ικανά περιθώρια αύξησης του αριθμού των νέων υπαλλήλων που θα προσληφθούν στο Δημόσιο. Και για τον λόγο αυτόν ίσως δεν τίθεται όριο στον αριθμό των καινούργιων προσλήψεων. Το μέτρο αυτό μπορεί να διαπνέεται από προεκλογική σκοπιμότητα, έχει όμως έντονο κοινωνικό χαρακτήρα, καθώς αποτελεί συμβολή του κράτους στην προσπάθεια περιορισμού της ανεργίας των νέων. Και αυτό θα αποτελέσει και την κοινωνική καταξίωσή του, έστω και αν από δημοσιονομική άποψη δύσκολα μπορεί να δικαιολογηθεί.
Μια ολοκληρωμένη πολιτική από την κυβέρνηση για τον περιορισμό της ανεργίας των νέων είναι όχι μόνο ευπρόσδεκτη, αλλά και αναγκαία. Τέτοια όμως πολιτική, που να χτυπάει τα αίτια που προκαλούν την ανεργία σήμερα, με νέα στρατηγική, δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα προς το παρόν. Η κυβέρνηση περιορίζεται σε αύξηση του επιδόματος ανεργίας και στα όποια «μέτρα» εφαρμόζει η ΕΕ που όμως δεν αποδίδουν.
γ) Στην εγκύκλιό του ο υφυπουργός αναγνωρίζει ότι οι δαπάνες για υπερωρίες και μετακινήσεις υπαλλήλων του Δημοσίου παρουσιάζουν αυξητική τάση και σημαντικές αποκλίσεις κάθε χρόνο, με αποτέλεσμα οι τελικές πληρωμές να υπερβαίνουν τις αρχικές πιστώσεις, και καλεί τις υπηρεσίες των υπουργείων να περιορίσουν τις δαπάνες αυτές στις απολύτως αναγκαίες. Απόλυτα σωστή η υπόδειξη αυτή, αλλά θα θέλαμε να υπενθυμίσουμε στον κ. Δούκα ότι οι δαπάνες για μετακινήσεις και υπερωρίες παρουσιάζουν τις μικρότερες αποκλίσεις. Υπάρχουν δαπάνες που οι αποκλίσεις τους είναι εξοργιστικά προκλητικές. Ας ρίξει μια ματιά στον απολογισμό για να πειστεί. Αν δεν παρουσιάζονταν αποκλίσεις στις κρατικές δαπάνες κατά την πορεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού, δεν θα υπήρχε ανάγκη κάθε χρόνο να περιορίζονται οι πιστώσεις του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων για να καλύπτονται οι υπερβάσεις στις λοιπές δαπάνες. Ούτε θα είχαμε αύξηση των ελλειμμάτων. Άλλωστε, η πείρα μάς διδάσκει ότι η συγκράτηση των δημοσίων δαπανών αφορά μόνο την κατάρτιση του προϋπολογισμού και όχι την εκτέλεσή του. Οι δαπάνες για μετακινήσεις και υπερωρίες και οι υπερβάσεις τους είναι σταγόνες στον ωκεανό. Σε άλλες κατηγορίες δαπανών πρέπει να στρέψει την προσοχή και την αυστηρότητά του ο υφυπουργός Οικονομίας.
Καθόσον αφορά τα έσοδα του προϋπολογισμού 2007 (φορολογικά και μη), ο κ. Αλογοσκούφης είναι απόλυτα ευχαριστημένος από τη φετινή απόδοση των εσόδων και ανακοίνωσε μάλιστα την αύξηση των αφορολογήτων ορίων στη φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων, καθώς και μια ελαφρά μείωση των φορολογικών συντελεστών. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι η πρόθεσή του για μείωση του φορολογικού βάρους των μισθωτών και συνταξιούχων είναι ειλικρινής και δεν θα γίνει μετακύλιση αυτής της ελάφρυνσης με την ισχυροποίηση άλλων φορολογιών (κυρίως στους έμμεσους φόρους) που πιθανόν θα πλήξουν ισχυρότερα το σύνολο των φορολογουμένων. Και αυτό δυστυχώς έχει συμβεί και τη φετινή χρονιά με την αύξηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης καυσίμων και του φόρου καπνικών προϊόντων και πολλές φορές στο παρελθόν.
Το συμπέρασμα από τα παραπάνω είναι ότι η κυβέρνηση πολύ θα επιθυμούσε ο νέος προϋπολογισμός του επόμενου έτους να έχει προεκλογική «φυσιογνωμία» και να καλύπτει τις σχετικές προεκλογικές ανάγκες, κατά τα συνηθισμένα. Όμως υπάρχουν οι υποχρεώσεις της χώρας μας απέναντι στην ΕΕ και την ΟΝΕ που δεν επιτρέπουν ή περιορίζουν τις επιδιώξεις του προϋπολογισμού. Και αν ακόμα αρθεί το κοινοτικό καθεστώς επιτήρησης της οικονομίας μας και παρακαμφθεί αυτό το σοβαρό εμπόδιο, υπάρχουν ακόμη αρκετές σοβαρές αδυναμίες και ανυπέρβλητα εμπόδια που παρεμποδίζουν την κατάρτιση ενός σωστού κρατικού προϋπολογισμού. Ενός προϋπολογισμού με κοινωνική ευαισθησία και αναπτυξιακό προσανατολισμό. Για τα εμπόδια αυτά θα μιλήσουμε την επόμενη Κυριακή.