Χρονογράφημα

Τό παρδαλόν ερίφιον
τουτέστιν τό κατσίκι
γελά καί ξεκαρδίζεται,
κι εδώ ‘ναι τό μανίκι.

Διατί γελά τό έρημον
και ποιά είν’ η αιτία,
μήπως καί είναι ασθενές
ή πάσχει από αλητεία;

Διότι τά ζώα ασθενούν
στήν αιμοβόρα κτίση
ωσάν νά είναι άνθρωποι,
έτσι διατάζει η φύση.

Εις βοσκοτόπι σέ βουνό
σ’ ενός ποιμένος στάνη
έφτασα αναρριχόμενος
νά λύσω τήν πλεκτάνη.
Πώς καί γελά στήν πόλιν μας
έξω απ’ τό κοπάδι
έν δυστυχές ερίφιον
κι ως αηδόνα άδει.

Εκεί ευρίσκω τόν βοσκόν
νά πελεκά ένα ξύλον
καί γύρω κύνες άγριοι
πού δέν γνωρίζουν φίλον.

Τότε καί ενθυμήθηκα
τού Οδυσσέως έργα
καί ανά χείρας έλαβον
μίαν ροζάτην βέργα.

Μόλις μ’ είδεν ο ποιμήν
ως Εύμαιος φωνάζει
καί διώχνει τά μαντρόσκυλο:
κι ο νους μου ησυχάζει.

Διά νά μήν πολυλογώ
κάθομαι στά σιμά του
ως ένας μπούφος μαθητής
πού λέει τό μάθημά του.

«Τό καί τό, βρέ αδελφέ –
μέ άλλα λόγια, ήτοι:
Στήν πόλιν έν ερίφιον
μάς μπήκε εις τήν μύτη…

Όλο γελά τό άτιμον
ωσάν δαιμονισμένον.
Γιά λύσε μου τό αίνιγμα
πού μ’ έχει μπερδεμένον».

Αφήνει τότε ο ποιμήν
τήν ράβδον εις τό χώμα
καί στρέφεται πρός τά εμέ:
καί θά μιλούσε ακόμα.

…άν έν εισέτι ερίφιον
δέν πήδαγε τόν φράκτη
γελώντας καί ολολύζοντας
ως χήρα στό κρεβάτι.
Τό πράγμα εσοβάρεψεν
κι εγώ ήμουν αιτία
πού έφερα τήν κόλασιν σ’
αυτήν τήν πολιτεία.

Τήν πολιτεία τών βοσκών
τήν πάντα ησυχασμένην
στήν ηρεμία βοσκούσα
καί στήν χαράν δοσμένην.

Τέλος γυρίζει ο ποιμήν
καί μού ξαναθυμίζει
γιατί γελούν τά παρδαλά
κι ο γάιδαρος γκαρίζει-

« Γελούνε τά ερίφια
τά παρδαλά κατσίκια
μέ τά καμώματα, μωρέ,
καί μέ τά ρεζιλίκια,

…πού τώρα μάς ουρλιάζετε
Σοσιαλιστές, Κουμμούνες
γιατί σάς πήρε η Δεξιά
τίς θέσεις καί τίς γούνες.

Ξεχάσατε πώς όλοι εσείς
ποιούσατε τήν νήσσα
κι οι άλλοι ομοίως φαγανοί
έσκαζαν απ’ τήν λύσσα.

Καί τά κατσίκια, μπάσταρδοι
σάς πήρανε χαμπάρι
πού κάνετε Δημοτικές
παρτούζες, ρέ, γομάρι.»

…………………………………………..

Άν ζούσε σήμερα ο Σόλων, ή ο Κλεισθένης ή καί ο Λακεδαίμων Λυκούργος, γιά τά όσα διαπράττουν εν σύμπνοια τά βακτήρια τών κομμάτων, θά τά περνούσαν από καυδιανά Δίκρανα, έστω κι άν αυτά ήταν τών Ρωμαίων έθος γιά τούς ηττημένους καί συνάμα ευτελείς. Κι ύστερα σού λένε: Μπόμπα τό ουίσκι.


Σχολιάστε εδώ