Αντεπίθεση των Κούρδων της Τουρκίας

Παρότι πολύ γρήγορα οι Κούρδοι φρόντισαν να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις δηλώνοντας ότι το πρόβλημα έγκειται στη συγκεκριμένη σημαία, που είναι ταυτισμένη με το Μπάαθ και την εξουσία του Σαντάμ Χουσεΐν, υπενθυμίζοντας τη συνταγματική πρόβλεψη για αντικατάστασή της από ένα καινούριο εθνικό σύμβολο, η πρωτοβουλία τους επανέφερε στην ατζέντα το ζήτημα των Κούρδων και το χρόνιο αίτημα δημιουργίας ενός ανεξάρτητου Κουρδιστάν.

Η σφοδρότερη αντίδραση απέναντι στην απόφαση του Μπαρζανί προήλθε από την Τουρκία, ο υπουργός Εξωτερικών της οποίας, Αμπντουλάχ Γκιουλ, χαρακτήρισε την εξέλιξη αυτή «επικίνδυνη». Η Τουρκία νιώθει καυτό στον σβέρκο της το χνώτο των Κούρδων όχι μόνο γιατί φιλοξενεί στα εδάφη της 14 από τα 25 εκατομμύρια Κούρδων (όταν το Ιράκ φιλοξενεί 5, το Ιράν 4 και η Συρία 2 εκατομμύρια), αλλά επιπλέον γιατί οι δολοφονικές επιθέσεις των κούρδων ανταρτών στα μικρασιατικά τουριστικά θέρετρα πριν από δύο εβδομάδες επανέφεραν το φάντασμα του εμφυλίου πολέμου, που δοκίμασε τη συνοχή της χώρας τις δεκαετίες ’80 και ’90. Μέχρι στιγμής τα δεδομένα (από τη συχνότητα των επιθέσεων μέχρι τον αριθμό των θυμάτων) μπορεί να μην επιδέχονται σύγκριση, η κλιμάκωση όμως των επιθέσεων σηματοδοτεί τον οριστικό τερματισμό της περιόδου ηρεμίας των τελευταίων χρόνων. Μόνο το 2006 οι επίσημες απώλειες της Τουρκίας ανέρχονται σε 74 στρατιώτες και αστυνομικούς, ενώ οι κούρδοι αντάρτες κάνουν λόγο για 98 απώλειες.
Η οργάνωση που ανέλαβε επίσημα την ευθύνη για τις επιθέσεις ονομάζεται Γεράκια για την
Απελευθέρωση του Κουρδιστάν (ή ΤΑΚ όπως είναι τα αρχικά τους στα κουρδικά) και πρωτοεμφανίστηκε το 2004. Για την προέλευσή τους μόνο εικασίες διατυπώνονται, που συντείνουν σε δύο πιθανότητες. Είτε πως πρόκειται για μαχητές που αποχώρησαν από το Κουρδικό Εργατικό Κόμμα (ΡΚΚ) επιζητώντας μαχητικότερες μορφές δράσης για την απελευθέρωση του Κουρδιστάν, δρώντας πάντα υπό την ανοχή του ΡΚΚ, είτε (κάτι που είναι και το πιθανότερο) πως πρόκειται για τμήμα του ΡΚΚ που θα αναλάβει στο εξής την ευθύνη για την ένοπλη διαμάχη, επιδιώκοντας το κόμμα του φυλακισμένου ηγέτη των Κούρδων της Τουρκίας, Αμπντουλάχ Οτσαλάν, να αποτελέσει τον πολιτικό βραχίονα και τον επίσημο εκπρόσωπο των Κούρδων της Τουρκίας, που θα λειτουργεί στο φως της ημέρας. Πρόκειται για έναν «καταμερισμό δράσης» που αντιστοιχεί σε μια διπλή τακτική παράλληλων και αλληλοσυμπληρούμενων πολιτικών και στρατιωτικών πιέσεων η οποία είναι απόλυτα συμβατή με τις μορφές που επέλεξαν να δράσουν και άλλα αντάρτικα αποσχιστικά κινήματα τις τελευταίες δεκαετίες στις ανεπτυγμένες χώρες: από τους Ιρλανδούς μέχρι τους Βάσκους.

Η Ουάσινγκτον υπονομεύει την Άγκυρα

Το σημαντικότερο εμπόδιο που έχει να ξεπεράσει το ΡΚΚ σε αυτή την κατεύθυνση είναι η ένταξή του στη λίστα των «τρομοκρατικών οργανώσεων» από την Ουάσινγκτον και τις Βρυξέλλες, οπότε δεν μπορεί να αποκτήσει το επίπεδο του εκπροσώπου των Κούρδων ούτε του επίσημου διαπραγματευτή. Απρόσμενο χέρι βοήθειας σε αυτό το αδιέξοδο φαίνεται να αποτέλεσε η αθώα από πρώτη ματιά προσφορά των Αμερικανών να ορίσουν ειδικό διαπραγματευτή, τον πρώην επικεφαλής των ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων στην Ευρώπη, που θα αναλάβει τον συντονισμό της δράσης μεταξύ της Άγκυρας και της Βαγδάτης, έτσι ώστε να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος του ΡΚΚ! Ο διορισμός του αρχικά ήρθε να αποτρέψει τον κίνδυνο μιας άμεσης τουρκικής εισβολής στο βόρειο Ιράκ και να διασκεδάσει τις αιτιάσεις της Άγκυρας ότι η Ουάσινγκτον ανέχεται την αποσχιστική δράση των Κούρδων και να δείξει στη «φίλη και σύμμαχο» των ΗΠΑ, Τουρκία, ότι τα λόγια περί αποκήρυξης της «τρομοκρατικής δράσης» συνοδεύονται και από έργα. Στη συνέχεια όμως τούρκοι αναλυτές με βαρύνοντα λόγο και πρόσβαση στα κέντρα εξουσίας διατύπωσαν την εξής ανησυχία: ότι η αμερικανική πρωτοβουλία (που θα φέρει σε ένα τραπέζι επίσημες κυβερνήσεις από τη μια και ένα αντάρτικο από την άλλη, υπό την υψηλή εποπτεία των ΗΠΑ) περισσότερο θα ομοιάζει με τριμερή διαπραγμάτευση, που στην πράξη αναβαθμίζει το κύρος και το διαπραγματευτικό επίπεδο των Κούρδων της Τουρκίας, μια και έμμεσα θα αναγορευτούν σε συνομιλητές της!

Τον Αύγουστο όμως οι Τούρκοι είχαν και άλλη μια ευκαιρία για να επιβεβαιώσουν την αμερικανική δραστηριοποίηση στο πλευρό των Κούρδων.

Όταν, συγκεκριμένα, ο εκπρόσωπος Τύπου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ εξέφρασε την εμπιστοσύνη του στο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος που θα γίνει μέχρι το τέλος του 2007, όπως προβλέπει το νέο σύνταγμα του Ιράκ, μεταξύ των κατοίκων του Κιρκούκ για να αποφασίσουν το μέλλον του. Το Κιρκούκ που κατοικείται από Κούρδους, Άραβες και του Τουρκομάνους έχει στο υπέδαφός του το 40% των βεβαιωμένων κοιτασμάτων του Ιράκ και το 6% των παγκόσμιων βεβαιωμένων κοιτασμάτων, διαθέτει δηλαδή όλα τα προσόντα για να γίνει το επίκεντρο μιας ανηλεούς σύγκρουσης, εφάμιλλης με αυτές που γνωρίσαμε στα Βαλκάνια την προηγούμενη δεκαετία, με πρόφαση τις εθνικές μειονότητες και πραγματικό επίδικο αντικείμενο τον έλεγχο των πετρελαίων. Η δήλωση που έγινε από την Ουάσινγκτον σήμανε συναγερμό στην Άγκυρα, γιατί ήδη το προγραμματισμένο δημοψήφισμα θεωρείται καθοριστικής σημασίας για το μέλλον του Κουρδιστάν, μια και θα κρίνει το κατά πόσο θα συνεχίσει να απολαμβάνει το καθεστώς αυτονομίας που ήδη χαίρει στο πλαίσιο του Ιράκ ή αν η ντε φάκτο ανεξαρτητοποίηση του ιρακινού Κουρδιστάν (αμερικανική ανταμοιβή για τη βοήθεια που τους προσέφεραν από τα χρόνια του Σαντάμ, κατά τη διάρκεια της εισβολής, αλλά και της συνεργασίας τους τώρα με τους κατακτητές) θα μετεξελιχθεί σε δημιουργία ανεξάρτητου κράτους. Αυτή τη στιγμή ο κουρδικός βορράς αποτελεί μια όαση ειρήνης μέσα στην κόλαση του εμφύλιου σπαραγμού που συγκλονίζει το Ιράκ, οδηγώντας κάθε μέρα στο θάνατο δεκάδες Ιρακινούς. Μόνο τον Ιούλιο οι νεκροί ξεπέρασαν τις 3.500. Για να αποφύγουν οι Ιρακινοί τον θάνατο από τις σιίτικες ή σουνίτικες ένοπλες ομάδες, επειδή το όνομά τους υποδηλώνει σουνίτικη ή σιίτικη προέλευση αντίστοιχα, εγκαταλείπουν συνοικίες και χωριά όπου ζούσαν από κοινού οι δύο θρησκευτικές ομάδες και εγκαθίστανται σε περιοχές με πληθυσμούς θρησκευτικά ομοιογενείς ή καταφεύγουν μαζικά στα κουρδικά εδάφη. «Ορισμένοι Κούρδοι», έγραφε η «Ιντερνάσιοναλ Χέραλντ Τρίμπιουν» του προηγούμενου Σαββατοκύριακου, «δηλώνουν επίσης ότι το μεταναστευτικό κύμα ξαναζωντανεύει την πολιτική εξαραβισμού που ακολούθησε ο Σαντάμ, με βάση την οποία μετέφερε Άραβες στα κουρδικά εδάφη και εξόρισε περισσότερους από 100.000 Κούρδους, για να αλλάξει τα δημογραφικά στοιχεία της περιοχής, ειδικά γύρω από τα κοιτάσματα πετρελαίου του Κιρκούκ».

Για να αποφευχθεί αυτό το ενδεχόμενο, εν όψει του δημοψηφίσματος, οι Άραβες που εισέρχονται στο Κιρκούκ για να εγκατασταθούν καταγράφονται με κάθε λεπτομέρεια από τους Κούρδους που ελέγχουν πλήρως τη δημόσια διοίκηση, και έχουν κατηγορηθεί επανειλημμένες φορές ότι μεταβάλλουν τα δημογραφικά στοιχεία προς όφελός τους, εφαρμόζοντας εξ ίσου βίαιες μεθόδους με αυτές που εφάρμοσε ο Σαντάμ. Γι αυτόν τον λόγο και η Άγκυρα εμφανίζεται αποφασισμένη να μην αναγνωρίσει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Ο ίδιος μάλιστα ο Γκιουλ, κινούμενος σε εντελώς αντίθετη κατεύθυνση από την Ουάσινγκτον, δήλωσε πρόσφατα ότι το δημοψήφισμα δεν πρόκειται να λύσει το πρόβλημα του Κιρκούκ και κάλεσε για μια πολιτική λύση που θα είναι προϊόν συναίνεσης μεταξύ εθνικών και θρησκευτικών ομάδων.

Τα δικαιώματα των Τουρκομάνων πρόσχημα επέμβασης

Ταυτόχρονα η Άγκυρα προετοιμάζει τα επόμενα βήματά της οργανώνοντας τους Τουρκομάνους. Τις τελευταίες μέρες του Αυγούστου πραγματοποιήθηκε στην Άγκυρα διήμερο συνέδριο Τουρκομάνων με τη συμμετοχή εκπροσώπων από πολλές χώρες, όπου το θέμα το οποίο κυριάρχησε ήταν το προγραμματισμένο δημοψήφισμα στο Κιρκούκ. «Υπό τις τρέχουσες συνθήκες, το δημοψήφισμα που έχει προγραμματιστεί για το τέλος του 2007 δεν θα λύσει το πρόβλημα. Στην πραγματικότητα, οι αποφάσεις που αφορούν το Κιρκούκ είναι αντιφατικές και στερούνται νομικής βάσης… Το Κιρκούκ πρέπει να παραμείνει ιρακινή πόλη και να επιτύχει ένα ειδικό καθεστώς όπως η Βαγδάτη», αναφέρεται στο ψήφισμα που υιοθετήθηκε. Επικρίνεται στο ίδιο κείμενο επίσης ακόμη και το ιρακινό σύνταγμα: «Τα δικαιώματα των Τουρκομάνων παραβιάστηκαν κατάφωρα. Οι Τουρκομάνοι δεν έγιναν δεκτοί από το Σύνταγμα ως η τρίτη βασική ομάδα μαζί με τους Άραβες και τους Κούρδους. Τους αποδόθηκε το καθεστώς της μειονότητας, οι Τουρκομάνοι όμως δεν ήταν ποτέ μειονότητα»! Αξίζει εδώ να διακρίνουμε την προσπάθεια της Τουρκίας να δημιουργήσει από τώρα τη νομιμοποιητική βάση που θα της επιτρέψει στο μέλλον ακόμη και να επέμβει στρατιωτικά, επικαλούμενη την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των Τουρκομάνων, αν δει ότι τροχιοδρομούνται εξελίξεις που θέτουν σε κίνδυνο μακροπρόθεσμα την εδαφική ακεραιότητα της. Το πόσο προσχηματικά χρησιμοποιεί τους Τουρκομάνους η Άγκυρα τώρα φαίνεται αν αντιπαραβάλουμε τον σημερινό της ζήλο με την αδιαφορία που επεδείκνυε απέναντι στην καταπάτηση των δικαιωμάτων τους κατά το παρελθόν, όταν είχε διαφορετικές προτεραιότητες…

Η Άγκυρα έχει μέχρις στιγμής πολλούς συμμάχους που θέλουν να αποτρέψουν αυτή την εξέλιξη με κάθε κόστος. Στο εσωτερικό του Ιράκ είναι πριν απ’ όλα οι Σουνίτες που σε μια ενδεχόμενη τριχοτόμηση της χώρας (όπου οι Κούρδοι και οι Σιίτες θα πάρουν τα πλούσια σε πετρέλαια εδάφη του βορρά και του νότου αντίστοιχα) κινδυνεύουν να κληρονομήσουν μόνο χρέη: τα χέρσα εδάφη του κεντρικού Ιράκ, τον εμφύλιο πόλεμο, το κατοχικό καθεστώς και τις διώξεις. Είναι επίσης οι μαχητικοί Σιίτες της Βαγδάτης του νεαρού κληρικού Μοκντάντ Αλ Σαντρ – που έχουν εχθρικές σχέσεις με την επίσημη σιιτική οργάνωση SCIRI, η οποία έχει την έδρα της στον νότο και δεν έχει να χάσει τίποτε από έναν ενδεχόμενο διαμελισμό του Ιράκ. Σημαντικός σύμμαχος της Άγκυρας, εκτός Ιράκ, είναι το Ιράν, όπως έδειξε άλλωστε και η αγαστή συνεργασία των Γενικών Επιτελείων της Άγκυρας και της Τεχεράνης κατά τον Αύγουστο όταν έφεραν σε πέρας κοινή επιχείρηση πολυήμερου βομβαρδισμού βάσεων ανταρτών στο ιρακινό Κουρδιστάν, που χρησιμοποιούνταν από αντάρτες οι οποίοι επιχειρούσαν στην Τουρκία και το Ιράν και οδήγησε στην εκκένωση έξι κουρδικών χωριών. Το Ιράν όπως και η Τουρκία αυτή τη στιγμή (αντίθετα με την απόσταση που τους χώριζε το 1999 για παράδειγμα όταν η τουρκική αεροπορία είχε βομβαρδίσει ιρανικά εδάφη που χρησιμοποιούνταν από το ΡΚΚ εις γνώση της Τεχεράνης) αντιμετωπίζει τον ίδιο ακριβώς κίνδυνο διαμελισμού της χώρας.

Απέναντί της η Άγκυρα πέρα από τους Αμερικανούς έχει τους Κούρδους που δεν παύουν να προβάλλουν ένα δίκαιο αίτημα, όσο κι αν η εναπόθεση των ελπίδων τους για δικαιοσύνη και δημιουργία ανεξάρτητου κράτους στους Αμερικανούς τραυματίζει τις σχέσεις τους με τους γειτονικούς λαούς. Επίσης η «ανίερη συμμαχία» τους προδιαγράφει ότι το υπό δημιουργία μόρφωμα περισσότερο θα έχει τα εξαμβλωματικά χαρακτηριστικά ενός προτεκτοράτου που θα είναι στην υπηρεσία της Νέας Τάξης, παρά ενός ανεξάρτητου και σεβαστού κράτους όπως πρέπει στους αγώνες του λαού τους.


Σχολιάστε εδώ