«ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΚΑΘΕ ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ» ΑΣΠΡΟ ΧΙΟΝΙ, ΜΑΥΡΟ ΑΛΕΥΡΙ

Τών διακοπών σιγήσανε
ταμπούρλα καί τρομπέτες
καί καθ’ οδόν εφάνησαν
οι πρώιμοι επαίτες.

Τά φύλλα κιτρινίσανε
ως νά ‘ναι ανατολίτες
τά πάρκα ερημώνουνε
κι αναρριγούν οι κοίτες.

Νερό, νεράκι φάνηκε
επί τών κεραμίδων
κι οι στήλες διαλάμπουσι
επί εφημερίδων.

Οι τέττιγες μουγγάθηκαν
επί δενδρών καί θάμνων
κι αήρ εφάνη δυνατός
επί κυμάτων λάμνων.
Μία αίσθησις παράξενος
βαραίνει τάς καρδίας
ως όλοι νά επιστρέφουμε
από πολλάς κηδείας.

Όμως η φύσις σέβεται
τόν κύκλο της (καί βάλε)
καί παρομοίως φέρεται
εφέτο ώσπερ καί πάλαι.

Τί νά συμβαίνει άραγε
πού δέν κατανοούμε
καί βαίνομεν περιδεείς
κι ως σκύλοι περπατούμε;

Ποίον μυστήριον βαθύ
τήν ύπαρξιν συνέχει
κι αντί νά πούμε: «Γάμα τα
κι άντε καί πέρα βρέχει»,

… σκότος βαθύ λουζόμεθα
ως μάντης Τειρεσίας
καί αγνοούμεν τά καλά
τής πανταχού ουσίας;

Ακόμη κι ευδαίμονες
-οι από συνηθείας-
κοιτούν τό Σύμπαν άφωνοι
καί άνευ συμπαθείας.

Λές ότι μπήκε ο διάβολος
καί τήν χαράν αρπάζει
εκείνη τού καλοκαιριού
τώρα πού χειμωνιάζει.

Παντού γεννάται ερώτημα
καί οι φιλοσοφούντες
αντί τής απαντήσεως
δίνουν πορδές καί φούντες.

Ουδείς ουδέν πιά χαίρεται
κι όποιος γελά τρομάζει
ορώντας τόν απέναντι
πού τόν στραβοκοιτάζει.
Μίσος, απέχθεια, οργήν
πρός πάντα ευτυχισμένον.
μίσος ακαλλιέργητον
μίσος αφιονισμένον.

Τί νά συμβαίνει ερωτώ
καί πάλι θά ερωτήσω:
διατί τόση κατάθλιψις,
τόν γρίφο πώς θά λύσω;

Δράμω λοιπόν εις τούς Δελφούς
κι ευρίσκω τήν Πυθίαν
διά νά λάβω τόν χρησμόν
καί τήν παραμυθίαν.

Τής πάω δώρα καί χρυσόν
λιβάνια, μύρα, ασήμια
μήπως κι ευρώ τό κέφι μου
καί βγώ απ’ τήν ασχήμια.

Καί παίρνω τήν απάντησιν
ήτιναν καταθέτω
μέ πάσαν επιφύλαξιν
-ουδέναν δέν εκθέτω:

«ΑΛΟΓΟ ΜΟΥΡΗ ΜΕ ΣΚΟΥΦΙ
ΣΕ ΥΨΗΛΟ ΠΑΛΑΤΣΟ
ΑΡΧΙΖΕΙ ΜΕΓΑ ΠΛΙΑΤΣΙΚΟ
ΙΝΑ ΧΟΝΤΡΥΝΕΙ ΜΑΤΣΟ…

ΑΡΠΑΞΕΙ ΘΥΛΑΚΕΣ ΓΡΑΙΚΩΝ
ΚΑΙ ΚΑΤΣΑΡΟΛΑ ΑΔΕΙΑΣΕΙ
ΓΙΑ ΤΟΥΤΟ ΘΛΙΨΙΣ ΚΥΡΙΑΡΧΕΙ
ΕΙΣ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟΥ ΦΑΣΗ».
………………………………………………………………………………
………………………………………………………………………………

«Είπατε τώ βασιλεί, χαμαί πέσε Δαίδαλος αυλά.
Ουκέτι Φοίβος καλύβην έχει, ου μάντιδα δάφνην,
ου παγάν λαλέουσα. Απέσβετο καί λάλον ύδωρ».
Χρησμός Μαντείου
Δελφών πρός Ιουλιανό
(κατά Χριστιανούς) «Παραβάτη».


Σχολιάστε εδώ