Τι λέει η μελέτη ΙΝΕ

Μεταξύ των άλλων διαπιστώνονται τα εξής:
• Το μηνιαίο κόστος εργασίας στη Ελλάδα μειώθηκε
έναντι των ανταγωνιστριών χωρών κατά 3,2% την περίοδο 1995-2005, γεγονός που σημαίνει ότι η επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας της Ελληνικής οικονομίας δεν οφείλεται στις αυξήσεις των μισθών, αλλά στη ανατίμηση του ευρώ και στα αυξανόμενα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων, τα οποία, συντηρώντας έναν αυξανόμενο πληθωρισμό κερδών (3,8% Ιούλιος 2006) εξαντλούν την αγοραστική δύναμη των μισθωτών και των συνταξιούχων.

Παράλληλα:
• Το μηνιαίο κόστος εργασίας στην Ελλάδα αντιστοιχεί στο 68% του μέσου όρου της ΕΕ των “15” και η αγοραστική δύναμη του μέσου ακαθάριστου μισθού ανέρχεται στο 89% του μέσου όρου των 15 χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τη στιγμή που η παραγωγικότητα της εργασίας ανέρχεται στο 91% του μέσου όρου της ΕΕ των “15”.

Ακόμη:
• Οι μισθωτοί (οικονομικό έτος 2005) παρουσίασαν αύξηση στο δηλωθέν εισόδημα κατά 7,1% και στη φορολογία κατά 22,3%.
• Οι συνταξιούχοι παρουσίασαν αύξηση στο δηλωθέν εισόδημα κατά 7,3% και στη φορολογία κατά 29,3%. Αντιθέτως:
– Ο μέσος φόρος για ελεύθερους επαγγελματίες και
εμπόρους – βιοτέχνες αυξήθηκε κατά 10,4% και 5% αντιστοίχως, και ο μέσος φόρος στα νομικά πρόσωπα (επιχειρήσεις) αυξήθηκε μόλις κατά 2,5%.

Με βάση τα παραπάνω δεδομένα, προκύπτουν τα εξής:
• Το 20% των φορολογουμένων (οικονομικό έτος 2005) με ετήσιο εισόδημα άνω των 22.000 ευρώ καταβάλλει το 89,6% των φορολογικών εσόδων. Σημειώνεται σχετικά ότι:
– Ετήσιο εισόδημα άνω των 100.000 ευρώ δήλωσαν 16.702 φορολογούμενοι και
– ετήσιο εισόδημα άνω των 50.000 ευρώ δήλωσαν περίπου 80.000 φορολογούμενοι.

Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός πως το σύνολο των φορολογούμενων ανέρχεται στους 5.507.897 πολίτες, εξάγεται άνετα το συμπέρασμα πως:
• Το εισόδημα των 20% περισσότερων εύπορων Ελλήνων είναι συστηματικά περίπου εξαπλάσιο (6πλάσιο) από το εισόδημα των 20% λιγότερων εύπορων Ελλήνων. Υψηλότερη ανισότητα παρουσιάζουν μόνο η Τουρκία και η Πορτογαλία.
Από το υψηλό επίπεδο της παραγωγικότητας της εργασίας στην Ελλάδα (όπως προαναφέρθηκε) που ανέρχεται στο 91% του μέσου όρου της ΕΕ των “15” και με βάση τις αναλύσεις του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ προκύπτει ότι:

• Ωφελήθηκαν οι επιχειρήσεις, αυξάνοντας ουσιαστικά τα κέρδη τους, με αποτελέσματα η ανισοκατανομή του εισοδήματος να αποτελεί το σοβαρότερο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας.

Το Ινστιτούτο Εργασίας επισημαίνει πως η Ελληνική οικονομία έχει εισέλθει στη πορεία ενός φαύλου κύκλου επιβράδυνσής του ΑΕΠ, απώλειας σημαντικών εσόδων του κράτους (σε 1% μείωση του ΑΕΠ το κράτος χάνει έσοδα της τάξης των 513 εκατ. ευρώ ετησίως), αύξησης της ανεργίας, μείωσης της ζήτησης, μείωσης των επενδύσεων, μείωσης των δημοσίων δαπανών, επιδείνωσης του επιπέδου ανταγωνιστικότητας, αύξησης των δημοσίων εσόδων με νέες φορολογικές επιβαρύνσεις κυρίως σε βάρος των μισθωτών, έντασης της ανισοκατανομής του εισοδήματος και των κοινωνικών ανισοτήτων.


Σχολιάστε εδώ