Περιβαλλοντική συνείδηση
Σ’ αυτό ακριβώς, στο επίπεδο του «θεάματος», συσσωρεύονται όλα αυτά τα καταστροφικά περιστατικά και ξεχνιούνται, μέχρι να προκύψουν κάποιες νέες συμφορές… Το πολύ πολύ το ενδιαφέρον των θεατών-πολιτών να επικεντρωθεί, επ’ ολίγον, στις κομματικές αντιπαραθέσεις, στις «ευθύνες» και στον καταλογισμό τους -που μηδέποτε πραγματοποιείται στην πράξη- χωρίς ποτέ να προσεγγίζονται τα βαθύτερα αίτια που προκαλούν τις καταστροφές.
Πράγματι όλα αυτά τα κρίσιμα γεγονότα αντιμετωπίζονται αποσπασματικά ως απλά «περιστατικά», γιατί δεν έχει στην πράξη ξεπερασθεί η αντίληψη της «αντιπαλότητας» μεταξύ της κοινωνίας και του φυσικού περιβάλλοντος. Μια αντίληψη που έχει τις ρίζες της στις προβιομηχανικές ιστορικές συνθήκες και σε ορισμένες εκδοχές του δυτικού διαφωτισμού που θεώρησαν τη φύση πεδίο διεκδίκησης και κατάκτησης από την πλευρά του ανθρώπου. Ως κύριο μέσον για την επίτευξη του στόχου αυτού αναγνωρίσθηκε η επιστήμη.
Και η επιστήμη, η τεχνολογική εξέλιξη, μέσα από μια καθαρά θετικιστική οπτική, αναγορεύθηκε σε απόλυτη «αλήθεια» και αποδεσμεύθηκε από φιλοσοφικοκοινωνικούς κανόνες και περιορισμούς, προκειμένου να επιτελέσει «αυτόνομα» τον ιστορικό της προορισμό: να οδηγήσει δηλαδή, «νομοτελειακά», την ανθρωπότητα στην πρόοδο…
Η βιομηχανική κοινωνία εισήγαγε ως θεμελιώδη αρχή της κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης την αντίληψη αυτή. Μια αντίληψη που φθάνει, χωρίς σημαντικές μεταβολές, μέχρι τις ημέρες μας: χαρακτηρίζει, με ορισμένες παραλλαγές, τις κοινωνίες της παγκοσμιοποιημένης «νέας τάξης». Μόνο που τώρα οι περιβαλλοντικές καταστροφές και οι αλλαγές των ισορροπιών ακυρώνουν βασικές πλευρές της αντίληψης για τη σχέση φύσης-κοινωνίας που κυριάρχησε για τόσες δεκαετίες.
Γιατί αυτές οι αλλαγές των ισορροπιών παράγουν φαινόμενα όπως είναι η άνοδος της στάθμης της θάλασσας και ο «κατακλυσμός» παράκτιων περιοχών, η ερημοποίηση περιοχών -ακόμα και της Ευρώπης- η καταστροφή του στρώματος του όζοντος, η ραγδαία αύξηση της μόλυνσης του περιβάλλοντος, που δημιουργούν κρίσιμα προβλήματα για την προοπτική επιβίωσης των σύγχρονων κοινωνιών: Έφθασε η εποχή όπου η φύση, το φυσικό περιβάλλον στρέφεται κατά της κοινωνίας και του τρόπου οργάνωσης των δραστηριοτήτων της. «Η φύση εκδικείται», σύμφωνα με μια διατύπωση του συρμού που ανθρωποποιεί τη «συμπεριφορά» της φύσης.
Η δεύτερη «αυταπάτη», που καλλιεργήθηκε ως θρησκευτικού τύπου αντίληψη επί δύο σχεδόν αιώνες, αφορά στην παντοδυναμία της επιστήμης, η οποία στη διάρκεια του 20ού αιώνα αποδεσμεύθηκε σταδιακά από κάθε είδους ηθικούς και κοινωνικούς περιορισμούς. Ιδιαίτερα η ένταξη των επιστημονικών «προϊόντων» και των αντίστοιχων ερευνών στο σύστημα της πολιτικοστρατιωτικής και οικονομικής ισχύος απέφερε ένα ισχυρό πλήγμα στη σχέση επιστήμης – κοινωνίας, μια αρμονική σχέση που καλλιεργήθηκε ιδιαίτερα στον αρχαιοελληνικό κόσμο («επιστήμη χωριζόμενη αρετής πανουργία και ου σοφία φαίνεται»).
Είναι λάθος να πιστεύουμε ότι στις σημερινές καταστροφικές εξελίξεις η επιστήμη μπορεί να προσφέρει από μόνη της κάποιο «αντίδοτο» ικανό να τις αντιμετωπίσει.
Μπορεί ασφαλώς η επιστήμη να διαδραματίσει έναν σημαντικό ρόλο μόνο εάν ενταχθεί σε μια συνολική στρατηγική που θα αντιμετωπίσει τη σχέση κοινωνίας -φυσικού περιβάλλοντος ως μια ενιαία ολότητα, ως ένα οργανικό σύνολο, το οποίο θα πρέπει να αναπαραχθεί μέσα σε συνθήκες ισορροπίας.
Ποιος θα προωθήσει άραγε μια τέτοια αντίληψη; Ούτε σε διεθνές ούτε σε εθνικό πλαίσιο υπάρχουν ισχυρές πολιτικές δυνάμεις ικανές να επιβάλουν μέτρα που θα αναστρέψουν την καταστροφική τροχιά, η οποία έχει ήδη δρομολογηθεί. Ημίμετρα και συμφωνίες που αθετούνται στην πράξη -όταν δεήσουν οι ΗΠΑ να υπογράψουν- χαρακτηρίζουν τη διεθνή πολιτική τάξη.
Όσο για τη χώρα μας το φυσικό περιβάλλον, εδώ και έναν περίπου αιώνα, έχει εγκλωβισθεί σ’ ένα διπλό «δίχτυ»: εκείνο της εμπορευματοποίησης και εκείνο της υπαγωγής του στις πελατειακές σχέσεις της πολιτικής εξουσίας.
Τα δάση καίγονται ώστε να μετατραπούν σε προσοδοφόρα οικόπεδα. Αυτό είναι στάδιο της εμπορευματοποίησης. Στη συνέχεια η πολιτική εξουσία, τα κόμματα -ιδιαίτερα σε προεκλογικές περιόδους- είτε νομιμοποιούν τα παράνομα κτίσματα είτε αποχαρακτηρίζουν τις περιοχές αυτές και από δασικές εκτάσεις τις μετατρέπουν σε οικοδομές. Στην περίπτωση αυτή «αναπτύσσεται» το δεύτερο στάδιο, εκείνο των πελατειακών σχέσεων. Και διανύοντας, σε μια μακρά ιστορικοπολιτική περίοδο, η κοινωνία μας τα στάδια αυτά έχει εθιστεί, αποκτώντας ένα είδος «οικολογικού μιθριδατισμού» αντί να διαμορφώσει μια δρώσα οικολογική συνείδηση. Το περιβάλλον ενδιαφέρει τους περισσότερους μόνο όταν θίγεται η περιουσία τους ή απειλείται άμεσα η υγεία τους.
Όμως στην ιστορία δεν υπάρχει «τυχαίο». Αντιθέτως, «τυχαίο» και «αναγκαίο» αλληλοδιαπλέκονται. Κι εμείς πριν καταστρέψουμε το περιβάλλον έχουμε ήδη καταστρέψει και ακυρώσει στην πράξη βασικές κοινωνικές και ανθρώπινες αξίες που μας χαρακτήριζαν ως ολοκληρωμένα κοινωνικοφυσικά όντα. Γι’ αυτό και το μόνο περιβάλλον που αναγνωρίζουμε σήμερα είναι το τεχνολογικό-ηλεκτρονικό. Και ίσως αυτό μας αξίζει…