Παιδεία πελατειακών σχέσεων…

Ενάμιση αιώνα μετά τη σύσταση του Νεοελληνικού Κράτους, η κομματοκρατία στο πρόσωπο της υπουργού Παιδείας κ. Μαριέττας Γιαννάκου κατά παράφραση -αν όχι προς διακωμώδηση- των λόγων του λαϊκού βάρδου, αναγγέλλει στον βωμό των πελατειακών σχέσεων και προς άγραν ψήφων εν όψει των δημοτικών και νομαρχιακών εκλογών: «κάθε πόλη και πανεπιστήμιο, κάθε χωριό και ανώτατη σχολή»!

Η πολιτική αμβλυωπία της κυβέρνησης και της «δυτικοτραφούς» υπουργού Παιδείας παραβλέπει ότι στη χώρα των δέκα εκατομμυρίων κατοίκων και των 23 πανεπιστημίων και ανώτατων σχολών δεν υπάρχει έλλειψη πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, αλλά υπολειτουργία των ιδρυμάτων, υποχρηματοδότηση της ανώτερης και ανώτατης παιδείας, πλήρης αποδιοργάνωση των υποδομών (μέση εκπαίδευση), παραμέληση, μέχρι του βαθμού της αδιαφορίας, της τεχνικής εκπαίδευσης, καθώς και ευθυγράμμισης του εκπαιδευτικού συστήματος με τις παραγωγικές ανάγκες της χώρας!

Παρακάμπτεται στο σημείο αυτό η ανάγκη της εποχής για την εγκαθίδρυση μιας νέου τύπου παιδαγωγικής σχέσης ανώτατης παιδείας – κοινωνίας και της διδασκαλίας νέων επιστημονικών αντικειμένων, ώστε να διευκολυνθεί η διεπιστημονικότητα και το άνοιγμα του πανεπιστημίου στον κόσμο.

Εκατόν εξήντα πέντε χρόνια κυβερνήσεις και υπουργοί Παιδείας, με ελάχιστα φωτεινά διαστήματα (εκπαιδευτική μεταρρύθμιση 1917 επί Ελευθερίου Βενιζέλου, μεταρρύθμιση 1964 επί Γεωργίου Παπανδρέου του Πρεσβύτερου, με εμπνευστή και πρωταγωνιστή τον μεγάλο παιδαγωγό Ευάγγελο Παπανούτσο) εξακολουθούν, «πειραματιζόμενοι», χωρίς προγραμματισμό αλλά με επιδερμική προσέγγιση, να αντιμετωπίζουν τα θέματα της εκπαίδευσης!

Και για τον πλέον αδαή, η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία όσο και η αντίστοιχη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δίδουν τα αποκαλυπτικά αριθμητικά δεδομένα για το χαμηλό ποσοστό δαπανών του ελληνικού κράτους για την εκπαίδευση στο σύνολό της. Ήδη από το λυκαυγές του αγώνα για την απελευθέρωση, ο εθνικός μας ποιητής δεν είχε άλλο στον νου, «πάρεξ ελευθερία και γλώσσα (Παιδεία)»!

Οι πρωτοπόροι του Ελληνικού Διαφωτισμού διακήρυτταν urbi et orbi ότι η εκπαίδευση και ειδικότερα η τεχνική – επαγγελματική, δημιουργεί τις προϋποθέσεις της οικονομικής ανάπτυξης δίνοντας ώθηση στους παραγωγικούς κλάδους της οικονομίας!

Είναι ενδεικτικό ότι από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα η Ελλάδα κατείχε την τελευταία θέση στις δαπάνες για την Παιδεία σε σύγκριση με τις όμορες βαλκανικές χώρες.

Συγκεκριμένα, η Ελλάδα το 1905 στο σύνολο των δαπανών διέθετε για αμυντικές δαπάνες ποσοστό 26,79%, τα δημόσια έργα 4,88%, την εκπαίδευση 5,87% και τη δημόσια υγεία 0,24%. Η Ρουμανία για τους ίδιους τομείς αντίστοιχα: 17,96%, 2,09%, 9,05% (εκπαίδευση) και 0,78%. Στη Βουλγαρία οι αμυντικές δαπάνες διεκινούντο στο 23,71%, των δημοσίων έργων 3,83%, ενώ για την Παιδεία στο σύνολό της το 9,26% του εθνικού εισοδήματος. Τέλος, η Σερβία διέθετε για μεν τις ένοπλες δυνάμεις της το 22,10%, την εκπαίδευση το 6,52% και τη δημόσια υγεία το 2,20%.

Έναν αιώνα ακριβώς μετά οι δαπάνες της χώρας για την Παιδεία διακινούνται περίπου στα ίδια ποσοστά του ΑΕΠ!

Είναι αξιομνημόνευτο ότι και οι «ιδεολογικοί πρόγονοι» της κ. Γιαννάκου είχαν ασπασθεί τη θεωρία του «ανθρώπινου κεφαλαίου» και υπογράμμιζαν ότι «το κράτος όφειλε να ενισχύσει την εκπαίδευση που αποτελούσε ”εν των κυριωτέρων οργάνων αναπτύξεως των κοινωνικών δυνάμεων της χώρας…”»*.

Η ψυχίατρος υπουργός Παιδείας, ως εκ του επαγγέλματός της, είναι αμφίβολο να αγνοεί πως η κοινωνία προχωρεί σε ανώτερες μορφές πολιτισμού με την αξιοποίηση του συνόλου των πνευματικών και τεχνολογικών επιτευγμάτων της εποχής, στοιχείο κατορθωτό μόνο μέσω της Παιδείας.

Παράλληλα η κ. Γιαννάκου, θαυμάστρια της πρώην προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και οπαδού της «διαρκούς επανάστασης της γνώσης», Σιμόν Βέιλ, η οποία σε όλη τη ζωή της υπογράμμιζε ότι η Παιδεία δεν μπορεί παρά να διευκολύνει την αποκατάσταση της ανθρώπινης κυριαρχίας στις συνθήκες εργασίας. Και να επιδιώκεται και πάλι μέσω της Παιδείας η προαγωγή των σχέσεων του ατόμου με το συλλογικό, ώστε να διακρίνεται η ψευδαίσθηση από την πραγματικότητα…

Οι ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας δεν αφήνουν, πλέον, περιθώρια για ψευδαισθήσεις, προώθηση εις βάρος της Παιδείας «πελατειακών σχέσεων», κομματικών σκοπιμοτήτων και άγραν ψήφων!

* Αδαμάντιος Συρμαλόγλου: Παράδοση και Εκσυγχρονισμός στη Σύγχρονη Ελλάδα. Διδακτορική διατριβή. Αθήνα 2006.


Σχολιάστε εδώ