Η Ευρώπη σε «πολιτική παράλυση»

Οι πολεμικές επιχειρήσεις και οι συγκρούσεις που εδώ και 15 περίπου χρόνια προκαλούν οι ΗΠΑ στον χώρο της Ευρώπης και της Μ. Ανατολής, ανεξάρτητα από τα -επιδιωκόμενα από τις ΗΠΑ- αποτελέσματα σε στρατιωτικό και γεωστρατηγικό επίπεδο, έχουν επιφέρει σημαντικά πλήγματα σε δύο επίπεδα:

– Στους διεθνείς οργανισμούς και στους κανόνες του διεθνούς δικαίου, που έχουν μετατραπεί σε «εργαλεία» και σε μηχανισμούς νομιμοποίησης των επιλογών της υπερδύναμης.

– Στην ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση, που έχει καταστεί πλέον περιθωριακός παράγων στη διεθνή σκηνή και οδηγείται, χρόνο με τον χρόνο, σε πλήρη αποδυνάμωση στο παγκόσμιο σύστημα συσχετισμών δύναμης.

Τα όσα διημείφθησαν στη συνάντηση στη Ρώμη και στη σύνοδο των υπουργών Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης πριν από λίγα 24ωρα αποδεικνύουν την πλήρη αδυναμία της να διατυπώσει αυτόνομο πολιτικό λόγο και να ασκήσει μια αποτελεσματική παρέμβαση στην τραγωδία του Λιβάνου.

Κι αυτό το γεγονός αποτελεί μια σημαντική πολιτική νίκη για τις ΗΠΑ του κ. Μπους, που σύρουν ολόκληρη την Ευρώπη σε στόχους και μεθοδεύσεις που μόνο με τις πιο «μαύρες» ημέρες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου μπορούν να συγκριθούν.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση χάνει τη μάχη σε δύο -αλληλοσυνδεόμενα- επίπεδα: Στο επίπεδο της διεθνούς ισχύος και στο πεδίο του ελέγχου των οικονομικών εξελίξεων.

Για να συγκροτηθεί πολιτικά η Ευρώπη θα έπρεπε -ως βασική προϋπόθεση- να διαμορφώσει μια κοινωνικοοικονομική στρατηγική ικανή να ανασυγκροτήσει το παραδοσιακό κοινωνικό κράτος και να προχωρήσει σε παραγωγικές επενδύσεις. Αντίθετα, η παραίτηση από μια παρόμοια στρατηγική και η υιοθέτηση του νεοφιλελεύθερου προτύπου- με μικρές ή μεγαλύτερες διαφοροποιήσεις από χώρα σε χώρα- έχουν οδηγήσει την Ευρωπαϊκή Ένωση σε μια ιστορική τροχιά αποδυνάμωσης. Η Ευρώπη δεν μπορεί να εφαρμόσει ένα ακραία ανταγωνιστικό σύστημα, χωρίς κρίσιμες κοινωνικές παρενέργειες, και να συναγωνισθεί -στο επίπεδο αυτό- τις ΗΠΑ.

Έτσι αρκείται να παρακολουθεί -και να εναρμονίζεται- με τα επίπεδα επιτοκίων των ΗΠΑ και να χρηματοδοτεί, ουσιαστικά, τα τεράστια ελλείμματα του προϋπολογισμού τους.

Βεβαίως στα όσα διαδραματίζονται, τα τελευταία ιδιαίτερα χρόνια, στη Μέση Ανατολή, -με κυρίαρχο το άλυτο πρόβλημα των Παλαιστινίων- έχουν «συμβάλει» τόσο η αποδυνάμωση της παραδοσιακής «αραβικής ενότητας» όσο και η πλήρης, σχεδόν, απουσία της Ρωσίας από τις διεθνείς εξελίξεις.

Το παραδοσιακό «αραβικό έθνος» έχει αποδυναμωθεί. Ορισμένα αραβικά κράτη ενσωματώθηκαν στο διεθνές πλαίσιο που καθορίζουν οι στρατηγικές των ΗΠΑ (Αίγυπτος, Σαουδική Αραβία, Ιορδανία), ενώ τα υπόλοιπα κράτη της Μ. Ανατολής έχουν μετατραπεί σε πολεμικούς στόχους των ΗΠΑ (Συρία, Ιράν).

Τη «μοναξιά» και την εγκατάλειψη που ένιωσαν τα τελευταία χρόνια οι Παλαιστίνιοι τις νιώθουν τώρα οι Λιβανέζοι που αναζητούν, μάταια, τη συμπαράσταση από τους άραβες ηγέτες…

Όσο για τη Ρωσία, ο Βλ. Πούτιν προσπαθεί τα τελευταία χρόνια να ανασυγκροτήσει τη χώρα του και να διαμορφώσει τους όρους για μια «χαλαρή» σχέση με τις χώρες που συναπάρτιζαν την πάλαι ποτέ Σοβιετική Ένωση. Ιδιαίτερα μάλιστα σημασία αποδίδει στις χώρες που βρίσκονται στο «ασιατικό» υπογάστριο της Ρωσίας αφού η περιοχή αυτή αποτελεί κομβικό ενεργειακό κέντρο και ταυτόχρονα γεωστρατηγικό πεδίο γενικότερου ενδιαφέροντος από την Κίνα και τις Ινδίες.

Σ’ αυτή τη βάση η Ρωσία δεν επιθυμεί να «διαταράξει» τις σχέσεις με τις ΗΠΑ αλλά και με την Ευρωπαϊκή Ένωση, της οποίας καθίσταται σημαντικός ενεργειακός «τροφοδότης». Συνεπώς, δεν επιδιώκει μια εντυπωσιακή παρέμβαση στον «χώρο» της Μ. Ανατολής (πλην του θέματος του ισχυρού Ιράν) αρκούμενη σε παραινέσεις και ευχολόγια τόσο στο Παλαιστινιακό όσο και στον ακήρυκτο πόλεμο του Λιβάνου.

Ασφαλώς η «συμμαχία των προθύμων» στις επιλογές των ΗΠΑ έχει σήμερα αποδυναμωθεί πλήρως από την εποχή της επιχείρησης διαμελισμού και των βομβαρδισμών στη Γιουγκοσλαβία και της πολεμικής επέμβασης στο Αφγανιστάν. Όμως οι ΗΠΑ εξακολουθούν να απομονώνουν από οποιαδήποτε βοήθεια τους «στόχους» τους (όπως σήμερα το Λίβανο, ή χθες το Ιράκ) και να επιδιώκουν την άμεση ή έμμεση νομιμοποίηση των πολεμικών τους επιχειρήσεων από θεσμούς και οργανισμούς, όπως ο ΟΗΕ ή η Ευρωπαϊκή Ένωση, που τελούν ουσιαστικά υπό καθεστώς πολιτικής «παραλυσίας» και αδυναμίας. Κι’ αυτό το γεγονός αποτελεί ιστορικά μια σημαντική επιτυχία των ΗΠΑ.

Γι’ αυτό και οι ήττες τις οποίες υφίσταται με τον τρόπο αυτό η Ευρώπη αποτελούν μη αντιστρέψιμες ιστορικές «καταγραφές». Προδιαγράφουν με σαφήνεια ένα μέλλον δυσοίωνο στο οποίο η Ευρωπαϊκή Ένωση θα αποτελέσει έναν δευτερεύοντα και «υπάλληλο» θεσμό των ΗΠΑ αρκούμενη σε έναν δευτερεύοντα ρόλο στη διεθνή σκηνή. Κι αυτή η, ιστορικά δρομολογούμενη, πορεία για την Ευρώπη θα αποβεί ακόμα περισσότερο δυσμενής, όταν η Κίνα, η ανασυγκροτούμενη Ρωσία, και άλλες χώρες όπως η Ιαπωνία ή οι Ινδίες διεκδικήσουν μια ισχυρή παρουσία στη διεθνή σκηνή.

Αλλά δυστυχώς οι ηγέτες της Ευρώπης μετρούν τον χρόνο και εκτιμούν το μέλλον με βάση μόνο τον εκλογικό τους κύκλο…


Σχολιάστε εδώ