ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΟΣ ΑΞΟΝΑΣ Ρωσίας – Τουρκίας αναδιατάσσει τις ισορροπίες
Το υψηλό επίπεδο της αντιπροσωπείας που μετέβη στη Ρωσία, το καλό κλίμα στο οποίο διεξήχθησαν οι επαφές και κυρίως η δυσπιστία αν όχι η ένταση που χαρακτηρίζει τις σχέσεις της καθεμιάς από τις δύο αυτές χώρες με τη Δύση επιβεβαιώνουν την εκτίμηση ότι ο διαμορφούμενος ρωσοτουρκικός διπλωματικός άξονας δημιουργεί μια νέα περιφερειακή δύναμη στην καρδιά της λεγόμενης Ευρασίας, τέμνοντάς την στα δύο, που περιορίζει και ενίοτε αμφισβητεί την αμερικανική επιρροή στην ευρύτερη περιοχή.
Το κόκκινο χαλί για την αναθέρμανση των ρωσοτουρκικών σχέσεων είχε στρωθεί τα τελευταία χρόνια στο έδαφος της οικονομίας. Από 4,5 δισ. δολάρια που ήταν το ύψος των εμπορικών ανταλλαγών το 2000, μόλις πέρυσι, το 2005, υπερτριπλασιάστηκαν, φθάνοντας τα 15,2 δισ. Τη μερίδα του λέοντος στην οικονομική συνεργασία των δύο χωρών κατέχουν οι εμπορικές και επενδυτικές συμφωνίες του ενεργειακού τομέα. Η σημαντικότερη εξ αυτών αφορά τον αγωγό μεταφοράς φυσικού αερίου με την ονομασία Μπλου Στριμ, που ποντίζεται στα βάθη της Μαύρης Θάλασσας, με τη βοήθεια της ιταλικής εταιρείας ΕΝΙ, μεταφέροντας αέριο από τη Ρωσία στην Τουρκία. Ο αγωγός αυτός όταν θα λειτουργήσει πλήρως (το 2010 σύμφωνα με τις προβλέψεις, οπότε θα μεταφέρει 16 δισ. κυβικά μέτρα αερίου ετησίως) θα προκαλέσει την υποβάθμιση της στρατηγικής θέσης που κατέχει σήμερα η Ουκρανία, καθώς έως τώρα το σύνολο σχεδόν των 18 δισ. κυβικών μέτρων αερίου που εισάγει η Τουρκία από τη Ρωσία φθάνει στη γειτονική χώρα μέσω της Ουκρανίας! Ξεφεύγει του παρόντος, αλλά αν πλάι στο Μπλου Στριμ παραθέσουμε και τον αγωγό που κατασκευάζεται στη Βαλτική για να παρέχει αέριο από τη Ρωσία στη Γερμανία και τη Δυτική Ευρώπη, υπό τις ηχηρές διαμαρτυρίες της Ουκρανίας που βλέπει να χάνει την διαπραγματευτική δύναμη που διέθετε φιλοξενώντας στα εδάφη της τους αγωγούς μεταφοράς φυσικού αερίου στη Δυτική Ευρώπη, αξίζει να θαυμάσουμε τη συστηματικότητα και την επιμονή με την οποία η Ρωσία αναδιατάσσει τις συμμαχίες της και απεγκλωβίζεται από την επιρροή φιλικών κατά το παρελθόν καθεστώτων που έχουν πλέον προσεταιριστεί τις ΗΠΑ.
Πολιτικά ανταλλάγματα
Τα ανταλλάγματα που εισπράττει η Ρωσία από την Τουρκία για την αναβάθμιση που της παρέχει είναι κυρίως πολιτικά, καθώς η Άγκυρα ανοίγει την πόρτα στη Μόσχα για να εισέλθει στον ισλαμικό κόσμο και τη Μέση Ανατολή. Από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου βέβαια η Μόσχα διατηρούσε τις προσβάσεις της σε αυτή την ευαίσθητη περιοχή, καθώς αποτελούσε εναλλακτική λύση απέναντι στην αμερικανοκρατία για πολλά αδέσμευτα καθεστώτα που επικαλούνταν τον σοσιαλισμό αμέσως μετά την αποτίναξη του αποικιοκρατικού ζυγού. Οι σχέσεις όμως αυτές δοκιμάστηκαν σοβαρά με τη ρωσική περιπέτεια στο Αφγανιστάν, για να μετατραπούν σε ολέθριες όταν η Μόσχα επέλεξε να αντιμετωπίσει τους τσετσένους αυτονομιστές με την ωμή καταστολή, δίνοντας την πέρα για πέρα βάσιμη εντύπωση ότι και η Ρωσία με τη σειρά της δίνει τον δικό της «πόλεμο πολιτισμών». Αν μάλιστα ο Μπους διεξάγοντας τον δικό του αυθεντικό πόλεμο δεν έχει να χάσει τίποτε στο εσωτερικό των ΗΠΑ, μια και ο «εχθρός» είναι εκτός των πυλών, ο Πούτιν έχει να αντιμετωπίσει ένα διευρυνόμενο χάσμα που απειλεί τη συνοχή της Ρωσίας, μια και 1 στους 7 πολίτες της ή 20 εκατ. είναι μουσουλμάνοι!
Στο πλαίσιο αυτής της ανταλλαγής δεν είναι καθόλου τυχαίο που μετά την επίσκεψη που πραγματοποίησε στη Μόσχα, στις αρχές Ιουνίου, ο τούρκος γενικός γραμματέας του Οργανισμού Ισλαμικής Διάσκεψης, η Ρωσία παρακολούθησε για πρώτη φορά ως παρατηρητής, λίγες εβδομάδες αργότερα, τις εργασίες της 33ης συνόδου του οργανισμού, που έγινε στο Μπακού. Για να φανούν οι πολιτικές και οικονομικές δυνατότητες που διανοίγονται πλέον στη Ρωσία, να σημειωθεί ότι ο Οργανισμός Ισλαμικής Διάσκεψης περιλαμβάνει 57 κράτη-μέλη και αναφέρεται στο σύνολο των μουσουλμάνων όλου του κόσμου, που υπολογίζονται σε 1,3 δισ. άτομα -όταν η Ένωση Αραβικών Κρατών περιλαμβάνει 21 κράτη και ένα πληθυσμό 250 εκατομμυρίων κατοίκων.
Κατά την επίσκεψη του τούρκου Προέδρου στη Ρωσία οριστικοποιήθηκε επίσης η συμμετοχή της τελευταίας στη νεοσύστατη αμυντική πρωτοβουλία «Αρμονία στη Μαύρη Θάλασσα», της οποίας ηγείται η Τουρκία και επιδιώκει τη στρατιωτική συνεργασία των χωρών που βρέχονται από τα ύδατά της ώστε να παρέχονται ασφαλείς συνθήκες ναυσιπλοΐας.
Το τουρκικό ναυτικό, έχοντας στο πλαίσιο αυτής της συμφωνίας προχωρήσει σε περισσότερες από 12.000 επιθεωρήσεις πλοίων και 195 αντίστοιχου περιεχομένου επισκέψεις σε λιμάνια κατά τους τελευταίους 16 μήνες, είναι ηλίου φαεινότερον ότι επιχειρεί να αναλάβει τον ρόλο που παίζουν τα νατοϊκά καράβια στη Μεσόγειο, ακυρώνοντας ταυτόχρονα πιθανά σχέδια των ΗΠΑ για επέκταση των επιθεωρήσεών τους στη Μαύρη Θάλασσα.
Αντίποινα για το Κουρδικό
Οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις, οι οποίες βρέθηκαν στο επίκεντρο των συζητήσεων που είχε ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Αμπντουλάχ Γκιουλ, κατά την επίσκεψή του την Τετάρτη στην Ουάσινγκτον, εισήλθαν σε περίοδο κρίσης, χωρίς μάλιστα να διαφαίνεται ακόμη ορατή διέξοδος, πριν καν ξεκινήσει η αμερικανική επέμβαση στο Ιράκ, όταν η Τουρκία αρνήθηκε να δώσει άδεια διέλευσης στους Αμερικανούς. Τα χρόνια που ακολούθησαν, όταν επαληθεύτηκαν στο ακέραιο οι φόβοι της Άγκυρας για ενθάρρυνση του κουρδικού αυτονομιστικού κινήματος, με αποτέλεσμα να αναβιώσει το αντάρτικο ακόμη και εντός της τουρκικής επικράτειας, τα συμφέροντα της Τουρκίας και των ΗΠΑ σε ό,τι αφορά τη μορφή που θα έχει ο χάρτης της περιοχής αποδείχτηκαν πως είναι πλήρως ασύμβατα.
Οι προβληματισμοί για τον προσανατολισμό της γειτονικής χώρας τροφοδοτούνται από τη διπλωματική ήττα που είναι πιθανό ότι θα υποστεί σε τρεις μήνες στον βαθμό που αρνείται να ανοίξει τα λιμάνια και τα αεροδρόμιά της στην Κύπρο, αποχαιρετώντας έτσι το σχέδιο ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τροφοδοτούνται επίσης από τους κλυδωνισμούς που δοκιμάζουν τα όρια αντοχής του πολιτικού και οικονομικού της συστήματος. Ιδιαίτερα, η απροθυμία του Ερντογάν να παραστεί στην κηδεία του δικηγόρου που δολοφονήθηκε μέσα στο δικαστήριο από έναν φανατικό ισλαμιστή, παρότι καταδίκασε το γεγονός, μαζί με την κλιμακούμενη φιλολογία ότι το κόμμα του, το ΑΚΡ, ενδέχεται να τον προτείνει για Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον Μάη του 2007, οπότε λήγει η θητεία του Αχ. Σεζέρ, σε συνδυασμό με τη σοβαρή άνοδο του πληθωρισμού, τη συνεχιζόμενη πτώση της ισοτιμίας της τουρκικής λίρας έναντι του δολαρίου και τις αλλεπάλληλες αυξήσεις των επιτοκίων από την κεντρική τράπεζα δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα που δεν μπορεί να αφήσει ανεπηρέαστους τους πυλώνες της εξωτερικής πολιτικής.
Οι οβιδιακές μεταμορφώσεις της τουρκικής διπλωματίας (αν πάρουμε υπ’ όψιν μας τη ροπή προς τη σύγκρουση που ανέκαθεν χαρακτήριζε τη στάση της απέναντι στη Ρωσία) θέτει σαφείς προκλήσεις και για την ελληνική εξωτερική πολιτική, πέρα από τους κινδύνους -όπως είναι για παράδειγμα η στάση της Ρωσίας από δω και πέρα στο Κυπριακό. Δείχνουν κυρίως ότι το δόγμα «σφάξε με αγά μου για να αγιάσω» εγκαταλείπεται ακόμη και εκεί που υιοθετήθηκε για πρώτη φορά.
Διαφορετικά, η συμπόρευση με τα συμφέροντα των Αμερικανών στο ρευστό τοπίο που διαμορφώνουν οι καθημερινές αναδιατάξεις δεν αποτελεί μονόδρομο, πολύ περισσότερο όταν οι τρέχουσες επιλογές τους δυναμιτίζουν τη σταθερότητα.