H αργή πορεία του ΠΑΣΟΚ προς το άγνωστο

Όπως δηλαδή ήταν από τη γέννησή του μέχρι τη μέρα που τα συμφέροντα της μισής κοινοβουλευτικής του ομάδας το παρέδωσαν στη φιλελεύθερη δεξιά τάση που εξέφραζε ο Κων. Σημίτης. Λίγο μετά, τον Ιούνιο του 1996, το συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, μεταθανάτιο του Α. Γ. Παπανδρέου, αποφάσιζε να εκχωρήσει το Κίνημα στην τάση αυτή στον βαθμό που αυτή ήταν ταυτισμένη με την παραμονή στην εξουσία και έμοιαζε να διαθέτει την πλήρη στήριξη των μέσων ενημέρωσης και όσων ελέγχουν τα μέσα παραγωγής και τον πλούτο στη χώρα. Χωρίς αμφιβολία ήταν μεγάλη επιτυχία της ομάδας Σημίτη, και κυρίως του ίδιου προσωπικά, να πείσει εντός και εκτός ΠΑΣΟΚ ότι ήταν η μόνη τάση που μπορούσε αφενός να κρατήσει το ΠΑΣΟΚ ενωμένο, αφετέρου να το οδηγήσει σε μια νέα εκλογική νίκη. Κάτι που ικανοποιούσε και την εκλογική βάση του κόμματος (που είχε την ψευδαίσθηση ότι παραμένει στα πράγματα) και όσους ελέγχουν σε μεγάλο βαθμό τη δημόσια ζωή οι οποίοι επιθυμούν πάντα ομαλότητα και αδιατάρακτη συνέχεια σε οτιδήποτε συμβαίνει.

Με αυτά τα δεδομένα ήταν πολύ φυσικό το ΠΑΣΟΚ χωρίς αντιστάσεις να μεταλλαχθεί σταθερά σε μια δύναμη συντήρησης και σε πολιτικό μόρφωμα που ζει από και για την εξουσία. Όμως ένα αριστερό σοσιαλιστικό ή σοσιαλδημοκρατικό κόμμα ζει και αναπνέει από τις δυνάμεις των κοινωνικών συνιστωσών που το απαρτίζουν και το στηρίζουν. Όταν αυτές εκ των πραγμάτων απενεργοποιούνται και ταυτοποιούνται με φορείς στήριξης του κόμματος για τη διατήρηση της εξουσίας, τίθεται εν αμφιβόλω ολόκληρο το πολιτικό οικοδόμημα με αποτέλεσμα να ανοίγει ο δρόμος για τη διαδοχή του στην εξουσία από το άλλο μεγάλο κόμμα όπως συμβαίνει στις αστικές (δικομματικές ουσιαστικά) δημοκρατίες.

Έπειτα από οκτώ περίπου χρόνια διακυβέρνησης του τόπου από το μεταλλαγμένο σε φιλελεύθερο αστικοδημοκρατικό κόμμα ΠΑΣΟΚ του κ. Σημίτη, ήταν παραπάνω από ώριμες οι συνθήκες για την έλευση και πάλι της παραδοσιακής Δεξιάς στην εξουσία, η οποία έχανε τις εκλογές από τον Οκτώβριο του 1993. Ο Μάρτιος του 2004 ήταν ήδη σχεδόν 11 χρόνια μακριά από τότε, πολύς χρόνος για ένα μεγάλο κόμμα εκτός εξουσίας. Το έργο της ΝΔ έγινε ακόμα πιο εύκολο από τη «δεξιοποίηση» του ΠΑΣΟΚ, αλλά και από την επικοινωνιακή ικανότητα του αρχηγού της, Κώστα Καραμανλή, που δεν χρειάστηκε μεγάλο κόπο να νικήσει τον Γιώργο Παπανδρέου. Μπορεί ο τελευταίος να μην ευθυνόταν για τίποτα (αφού πήρε την αρχηγία του ΠΑΣΟΚ έναν περίπου μήνα προ των εκλογών), αλλά ήταν συνεχώς μέλος των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ που το είχαν οδηγήσει μακριά από τη σχέση του με την κοινωνία.

Έτσι δεν μπορούσε να κατηγορήσει κανέναν ή να χρεώσει όσα συνέβαιναν στον Κ. Σημίτη και τούτο είχε αποτέλεσμα να οδηγηθεί μαθηματικά σε μια ήττα που διαρκεί ακόμα. Διαρκεί με την έννοια της αναμέτρησης και των αποτελεσμάτων που δίνουν οι δημοσκοπήσεις υπέρ της Νέας Δημοκρατίας. Ο Γιώργος Παπανδρέου ή δεν πιστεύει ή δεν μπορεί να συγκρουστεί με τις δυνάμεις που μετέβαλαν το ΠΑΣΟΚ σε δεξιό κόμμα κι έτσι αρκείται σε κινήσεις που ο ίδιος πιστεύει ως σωστές, να τοποθετεί δηλαδή την κυρία Μ. Δαμανάκη επικεφαλής του τομέα κοινωνικής πολιτικής του ΠΑΣΟΚ, όταν η ίδια έχει αποδοκιμαστεί τόσες φορές από την εκλογική βάση του κόμματος, μια και έχει ταυτιστεί με την περίοδο των παραπομπών σε βάρος του Ανδρέα Παπανδρέου.

Είναι προφανές ότι η συνέχιση της συγκεκριμένης πολιτικής και στάσης θα προσφέρει μία ακόμα άνετη νίκη στη Νέα Δημοκρατία και μια νέα βύθιση στο ΠΑΣΟΚ. Αν η βύθιση αυτή ταυτιστεί με αυτοανάλυση και αναδημιουργία έχει καλώς, αν όμως παραπέμψει σε κυριαρχία των προβληματισμών για ανάδειξή του σε ένα είδος πολιτικής λέσχης, τότε, όσο τολμηρό κι αν ακούγεται, έχουμε το ουσιαστικό τέλος του άλλου πόλου εξουσίας στο αστικό κοινοβουλευτικό σύστημα της Ελλάδας. Αυτά συμβαίνουν στην καρδιά του θέρους και δίνουν τροφή σε όσους σκέπτονται πού πάει το πράγμα…


Σχολιάστε εδώ