Σαρώθηκε η πρόταση Στεφανόπουλου από το κύμα λαϊκής κατακραυγής!

Τόσο η ΝΔ όσο και το ΠΑΣΟΚ όχι μόνο ήταν εκ των προτέρων ενημερωμένοι για το περιεχόμενο του άρθρου και είχαν συμφωνήσει με αυτό, αλλά επιπλέον το «αβαντάρισαν» θερμότατα στην αρχή με δημόσιες και ανεπίσημες δηλώσεις κορυφαίων στελεχών τους, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου του ΠΑΣΟΚ Γ. Παπανδρέου και υπουργών που συνδέονται στενότατα και με τον πρωθυπουργό.

Καθώς όμως οι προτάσεις Στεφανόπουλου ξεσήκωσαν κύμα αντιδράσεων εναντίον τους, οι πολιτικοί «ηθικοί αυτουργοί» της απαράδεκτης θέσης περί παραπομπής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης του συνόλου όχι μόνο των ελληνοτουρκικών διαφορών αλλά και των μονομερών διεκδικήσεων της Τουρκίας, συνειδητοποίησαν ότι ο κόσμος καθόλου δεν ήταν πρόθυμος να αποδεχθεί μια γραμμή τόσο μεγάλης υποχώρησης. Έτσι, μέσα σε διάστημα μιας εβδομάδας έκαναν στροφή 180 μοιρών. Αποποιήθηκαν κάθε πολιτική σχέση με την πρόταση Στεφανόπουλου και τον εγκατέλειψαν εντελώς μόνο του, με αποτέλεσμα να υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά η εικόνα που με τόσες προσπάθειες είχε χτίσει κατά τα δέκα χρόνια της Προεδρίας του. Κρίμα, πραγματικά κρίμα…

Θετική υπαναχώρηση

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο πολιτικός καιροσκοπισμός και μόνο υπαγόρευσε την υπαναχώρηση της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ και την επιστροφή τους στις πάγιες θέσεις της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, βάσει των οποίων μοναδική διαφορά που αναγνωρίζει η Αθήνα στις σχέσεις της με την Τουρκία είναι η οροθέτηση της υφαλοκρηπίδας, ενώ όλα τα άλλα αποτελούν μονομερείς τουρκικές διεκδικήσεις.

Ακόμη και έτσι όμως, με πλήρη επίγνωση αυτής της πραγματικότητας, αποτελεί αναμφισβήτητα «θετική» εξέλιξη η υπαναχώρησή τους και η εγκατάλειψη της πρότασης Στεφανόπουλου, η οποία έτσι οδηγήθηκε σε θεαματικό ναυάγιο και απαλλαγήκαμε από αυτόν τον κίνδυνο, τουλάχιστον σ’ αυτήν τη φάση.

Αναμφισβήτητα θετικός υπήρξε επίσης ο εξαναγκασμός του Γ. Παπανδρέου -κάτω από το βάρος και των πολύ αρνητικών για το κόμμα του και τον ίδιον δημοσκοπήσεων -να ταχθεί, στα λόγια, υπέρ της επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων στο Αιγαίο. Είναι εξόφθαλμο ότι δεν πιστεύει αυτά που είπε – άλλωστε, αν τα πίστευε, θα είχε προχωρήσει στην υλοποίηση αυτής της γραμμής τόσα χρόνια που ήταν υπουργός Εξωτερικών. Και μόνο το γεγονός όμως ότι υποχρεώθηκε να τα πει προκειμένου να μην καταποντιστεί ακόμη περισσότερο στη συνείδηση του κόσμου δείχνει την έκταση των αντιδράσεων τόσο στις τάξεις του ΠΑΣΟΚ όσο και -κυρίως- στα πλήθη των οπαδών και ψηφοφόρων του, και στον ελληνικό λαό ευρύτερα.

Μυστικές διαπραγματεύσεις

Στην πραγματικότητα, βέβαια, όσο ήταν υπουργός Εξωτερικών ο Γ. Παπανδρέου ακολουθούσε την εντελώς αντίθετη γραμμή από αυτήν που προτείνει τώρα. Όπως αποκάλυψε, άλλωστε, ο Σταύρος Λυγερός στην «Καθημερινή», την άνοιξη του 2003 η κυβέρνηση Σημίτη είχε φτάσει πολύ κοντά στην υπογραφή συνυποσχετικού με την Τουρκία για την παραπομπή στη Χάγη, αλλά το πράγμα χάλασε καθώς η Άγκυρα αποθρασύνθηκε τόσο από την υποχωρητικότητα της Αθήνας ώστε ζήτησε να συμπεριληφθεί στο συνυποσχετικό και θέμα τουρκικής μειονότητας στη Θράκη.

«Ο ισχυρισμός ότι η προηγούμενη κυβέρνηση βρισκόταν στα πρόθυρα μιας συμφωνίας δεν προκύπτει από τα αρχεία του υπουργείου Εξωτερικών και από ό,τι παρέλαβε η σημερινή κυβέρνηση», δήλωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Θ. Ρουσόπουλος. Άφησε όμως ανοιχτό το ενδεχόμενο αυτό να είχε προκύψει από μυστικές διαβουλεύσεις της κυβέρνησης Σημίτη με την Άγκυρα. «Δεν μπορώ να ξέρω αν υπήρξε παράλληλος δίαυλος διαπραγματεύσεων για τις οποίες δεν τηρούντο πρακτικά», πρόσθεσε με νόημα. «Δεν υπήρχαν παράλληλοι δίαυλοι», ισχυρίστηκε ο εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ Ν. Αθανασάκης, παραδεχόμενος όμως ότι «υπήρξε σοβαρή προετοιμασία και ωρίμαση του θέματος, που σε συνδυασμό με τις αποφάσεις του Ελσίνκι και το χρονοδιάγραμμα του Δεκεμβρίου 2004 μπορούσε να οδηγήσει σε θετική κατάληξη».

Στρίμωξε τη ΝΔ

Η στάση ενός πολιτικού στο παρελθόν μπορεί να αυξάνει ή να μειώνει την αξιοπιστία του, η πολιτική πραγματικότητα όμως διαμορφώνεται από τις θέσεις που υιοθετεί σήμερα.

Υπ’ αυτό το πρίσμα, η κίνηση του Γ. Παπανδρέου να υιοθετήσει την επέκταση της αιγιαλίτιδος ζώνης ως προϋπόθεσης προσφυγής στη Χάγη για την υφαλοκρηπίδα υπήρξε αναμφισβήτητα μια από τις εξυπνότερες πολιτικές κινήσεις που έχει κάνει.

Πρώτον, εναρμονίστηκε με τη λαϊκή θέληση, κάτι που πάντα οι ψηφοφόροι καταγράφουν στο ενεργητικό των πολιτικών.

Δεύτερον, έφερε σε αμηχανία και στρύμωξε άσχημα τη ΝΔ, καθώς την άφησε έκθετη στα μάτια της κοινής γνώμης για να κριθεί, αν η κυβέρνησή της έχει ή δεν έχει το σθένος να χειριστεί το θέμα αυτό με αποφασιστικότητα και σταθερότητα ή αν θα ακολουθήσει και αυτή τη «μισοκακόμοιρη», υποχωρητική γραμμή του Σημίτη.

Επιτέλους, ο Γ. Παπανδρέου έδειξε ότι αρχίζει να συνειδητοποιεί πως ως αντιπολίτευση πρέπει να πιέζει την κυβέρνηση από πιο προοδευτικές, πιο μαχητικές, πιο πατριωτικές θέσεις και όχι από θέσεις «καλύτερων διαχειριστών της εξουσίας», όπως τον πιέζουν μέχρι τώρα να κάνει τα φθαρμένα «λαμόγια» των κυβερνήσεων του «εκσυγχρονιστικού» ΠΑΣΟΚ.

Μακάρι να συνεχίσει αυτήν τη γραμμή και να την επεκτείνει σε περισσότερα θέματα. Πέρα από τα οφέλη που θα έχει ο ίδιος, το σημαντικότερο είναι πως πολύ περισσότερα οφέλη θα έχει ο ελληνικός λαός. Είναι χαρακτηριστικό, πάντως, της δύσκολης θέσης στην οποία βρέθηκε η κυβέρνηση της ΝΔ και κυρίως οι κύκλοι της που ακολουθούν «γραμμή Σημίτη» στα ελληνοτουρκικά, το ότι αφιέρωσαν όλες τους τις προσπάθειες στο να δείξουν την ασυνέπεια του Γ. Παπανδρέου, αντί να επιχειρήσουν να αξιοποιήσουν πολιτικά τη δέσμευση του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ υπέρ της επέκτασης της ελληνικής αιγιαλίτιδος ζώνης.

Μεταστροφή του λαού

Τα τελευταία γεγονότα στα ελληνοτουρκικά -ο θάνατος του έλληνα πιλότου μετά τη σύγκρουση των F-16 και η πρόταση Στεφανόπουλου για παραπομπή στη Χάγη- προκάλεσαν έναν δημόσιο διάλογο που έπαιξε σοβαρό ρόλο στη μεταστροφή της ελληνικής κοινής γνώμης απέναντι στην Τουρκία.

Οι εξελίξεις αποτυπώθηκαν σε δημοσκόπηση που διενέργησε η VPRC για τον ΣΚΑΪ και δημοσιοποιήθηκαν αυτή την εβδομάδα. Παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

Πρώτα πρώτα δείχνουν την παταγώδη αποτυχία της προσπάθειες εκφοβισμού του ελληνικού λαού – το 72% θεωρεί απίθανο έναν πόλεμο με την Τουρκία. Κανένα κλίμα εθνικιστικού παροξυσμού δεν έχει επικρατήσει, καθώς το 55% θεωρεί ότι μπορούν να λυθούν τα ελληνοτουρκικά προβλήματα, ενώ το 55% επίσης τάσσεται υπέρ της οικονομικής συνεργασίας των δύο χωρών (μόνο το 32% κατά).

Από την άλλη πλευρά όμως ο κόσμος αφενός δεν έχει αυταπάτες για τη στάση της Τουρκίας και αφετέρου διαφωνεί με τις διαρκείς υποχωρήσεις έναντι της Άγκυρας και μάλιστα χωρίς ανταλλάγματα.

Έτσι, το 48% εκτιμά ότι χειροτέρευσαν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις κατά τη διάρκεια του τελευταίου χρόνου έναντι μόνο του 6% που νομίζει ότι καλυτέρεψαν.

Επιπλέον, τώρα πια το 60% των ερωτηθέντων τάχθηκε εναντίον της ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ και μόνο το 30% υπέρ. Ακόμη, το 63% τάχθηκε υπέρ της άσκησης από την Αθήνα βέτο εναντίον της τουρκικής ένταξης, αν η Κύπρος πάρει μια τέτοια απόφαση. Μόνο το 22% δηλώνει ότι στην περίπτωση αυτή δεν πρέπει η Αθήνα να ακολουθήσει τη στάση της Λευκωσίας.

Το μήνυμα του λαού είναι σαφέστατο: Ναι στην ειρήνη με την Τουρκία, όχι όμως υποχωρήσεις και παραχωρήσεις χωρίς αντίκρισμα.

Είναι πολύ εντυπωσιακό το εύρημα ότι το 58% των ερωτηθέντων δήλωσε πως δεν εμπιστεύεται το Δικαστήριο της Χάγης για αντικειμενική κρίση στα ελληνοτουρκικά, έναντι μόλις 32% που το εμπιστεύεται πολύ ή αρκετά!

Να αλλάξει η πολιτική προς την Άγκυρα

Ένα πράγμα είχε σωστό η πρόταση Στεφανόπουλου – και σ’ αυτό δεν συμφώνησε κανένας από εκείνους που έσπευσαν να υιοθετήσουν τη γραμμή του ως προς τη Χάγη: «Η πολιτική μας που ελπίζει και εύχεται τη λύση των προβλημάτων με την Τουρκία μέσω των διαπραγματεύσεων για την μελλοντική ένταξη της χώρας αυτής στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει αποδώσει το παραμικρό. Βάσιμος δε είναι ο φόβος ότι δεν θα αποδώσει ούτε στο μέλλον, αν κρίνει κανείς από τη μέχρι τώρα συμπεριφορά της».

Ο τέως Πρόεδρος έβαλε ευθέως το ζήτημα αναθεώρησης της γραμμής στήριξης της τουρκικής ένταξης στην ΕΕ – άλλο αν αναζήτησε τη λύση σε εντελώς λανθασμένη κατεύθυνση.

Στο θέμα όμως του ότι πρέπει να αλλάξει επιτέλους η ελληνική πολιτική απέναντι στην Άγκυρα, ο Κ. Στεφανόπουλος εναρμονίζεται πλήρως με τις διαθέσεις του ελληνικού λαού. Μέχρι πότε θα συνεχίζεται αυτή η κωμωδία, με την ελληνική κυβέρνηση να προκαλεί τη δυσφορία του Παρισιού ή του Βερολίνου για τον… εξτρεμιστικό τρόπο με τον οποίο υποστηρίζει την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ;

Εντάξει, το παίξαμε το έργο των «καλών παιδιών» για να μας πουν δήθεν «μπράβο» οι Ευρωπαίοι, οι οποίοι όμως τώρα πια μας οικτίρουν για την αφελή υποχωρητικότητα και τον ακραιφνή «φιλοτουρκισμό» της κυβέρνησης Καραμανλής κατά το πρότυπο Σημίτη. Φτάνει τόσο!


Σχολιάστε εδώ