Φθίνοντες και ανερχόμενοι κλάδοι της οικονομίας μας
Το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στα συμπεράσματα της έρευνας σχετικά με τους κλάδους που παρουσιάζουν φθίνουσα πορεία (φθίνοντες κλάδοι) και εκείνους που παρουσιάζουν ανοδική πορεία (ανερχόμενοι κλάδοι). Παρουσιάζουμε σήμερα τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής, γιατί τη θεωρούμε σημαντικά χρήσιμο εργαλείο για την κυβέρνηση στη χάραξη της αναπτυξιακής πολιτικής και για τους ιδιώτες επενδυτές, κυρίως τους νέους επενδυτές, όσον αφορά τον σωστό προσανατολισμό τους για την επιτυχία της επένδυσής τους.
Η έρευνα εντοπίζει τους φθίνοντες και τους ανερχόμενους κλάδους με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία της περιόδου 1995-2002 (προενταξιακή στην ΟΝΕ περίοδος). Φθίνοντες κλάδοι χαρακτηρίζονται εκείνοι που α) έχουν ελάττωση/απώλεια του όγκου της παραγωγής τους τουλάχιστον στα 4 από τα 7 εξεταζόμενα χρόνια και β) έχουν μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης της αξίας της παραγωγής τους χαμηλότερο από τον μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης των τιμών, όπως αυτός διαμορφώνεται από τον πληθωρισμό. Κατά τη γνώμη μας το δεύτερο αυτό κριτήριο έχει μηδαμινή αξία, καθώς ο πληθωρισμός (και ο αποπληθωριστής του ΑΕΠ) ουδεμία σχέση έχουν με τον ρυθμό αύξησης των τιμών των αγαθών (ή υπηρεσιών) που παράγει ο συγκεκριμένος κλάδος. Το πρώτο κριτήριο, του όγκου παραγωγής, είναι το ασφαλέστερο. Παρά την απαξίωση, κατά τη γνώμη μας, του δεύτερου κριτηρίου η κατάταξη των κλάδων σε φθίνοντες και ανερχόμενους δεν αποδυναμώνεται. Ανερχόμενοι κλάδοι χαρακτηρίζονται εκείνοι που α) έχουν αύξηση του όγκου παραγωγής τους τουλάχιστον στα 4 από τα 7 χρόνια που εξετάζονται και η αύξηση αυτή πρέπει να είναι μεγαλύτερη από τον μέσο όρο της αύξησης του όγκου παραγωγής στο σύνολο της οικονομίας και β) μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης της αξίας παραγωγής υψηλότερο από τον αντίστοιχο μέσο όρο της οικονομίας.
Για να είναι 100% ασφαλή τα συμπεράσματά της θα πρέπει ο μέσος όρος της αξίας παραγωγής του συνόλου της οικονομίας να προσεγγίζει τις πραγματικές τιμές (δηλαδή την αύξηση του γενικού επιπέδου τιμών) και όχι τις εξωπραγματικές τού εκάστοτε δημοσιοποιούμενου πληθωρισμού.
Α) Φθίνοντες κλάδοι:
Με βάση τα κριτήρια που υιοθέτησε η έρευνα, φθίνοντες κλάδοι χαρακτηρίζονται:
α) Ολόκληρος σχεδόν ο πρωτογενής τομέας (δηλαδή γεωργία, κτηνοτροφία, δασοκομία, υλοτομία), καθώς παρουσιάζει πτώση ο όγκος παραγωγής. Για τον κλάδο της ιχθυοπαραγωγής, αλιεία και ιχθυοτροφία, δεν υπάρχει ξεκαθαρισμένη κατάσταση. Εδώ η τυχόν μείωση του όγκου παραγωγής φαίνεται ότι αναπληρώνεται εύκολα από την αύξηση των τιμών των ψαριών. Είναι λυπηρό και συγχρόνως ανησυχητικό το γεγονός ότι ο πρωτογενής τομέας φθίνει, γιατί αυτό σημαίνει εγκατάλειψη των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, μετανάστευση και αστυφιλία των γεωργών και κτηνοτρόφων, ερήμωση των αγροτικών περιοχών και ανεργία. Όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση σταματήσει τις παροχές στη γεωργία μέσα από τις αλλαγές της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ), τα πράγματα θα δυσκολέψουν αφάνταστα για την ελληνική γεωργική οικονομία, με σημαντικές αρνητικές συνέπειες και στους άλλους τομείς της οικονομίας μας.
β) Από τον δευτερογενή τομέα (μεταποίηση) φθίνοντες κλάδοι χαρακτηρίζονται:
• Η άντληση αργού πετρελαίου (ο Πρίνος μάς τελείωσε) και φυσικού αερίου.
• Η παραγωγή προϊόντων καπνού (κυρίως λόγω αντικαπνικής εκστρατείας).
• Η παραγωγή κλωστικών ινών και κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων. Ο κλάδος αυτός παρουσιάζει φθίνουσα πορεία λόγω ισχυρού ανταγωνισμού και μετανάστευσης ελληνικών επιχειρήσεων ένδυσης σε γειτονικές χώρες χαμηλού εργατικού κόστους.
• Τα είδη δέρματος, ταξιδίου και υποδημάτων (λόγω ισχυρού ανταγωνισμού).
• Η παραγωγή χαρτιού και προϊόντων από χαρτί.
• Η παραγωγή ηλεκτρικών μηχανών και συσκευών (σκληρός ανταγωνισμός).
Για τους τέσσερις τελευταίους κλάδους, κατά τη δική μας εκτίμηση, δεν διαφαίνονται ελπίδες αναστροφής της υφισταμένης κατάστασης. Ο κλάδος άντλησης αργού πετρελαίου έχει κάποιες ελπίδες ανάκαμψης, αν εντοπιστούν εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα πετρελαίου, ενώ ο κλάδος μεταφοράς και διανομής φυσικού αερίου φαίνεται να έχει αρκετά ευνοϊκές προοπτικές λόγω της αύξησης των τιμών του πετρελαίου. Η κρίση στον κλάδο της καπνοβιομηχανίας όλα δείχνουν ότι θα διαρκέσει για αρκετό διάστημα. Όλες οι ελληνικές καπνοβιομηχανίες ξεπουλιούνται στους ξένους. Γενική αποθάρρυνση.
γ) Στον τριτογενή τομέα (υπηρεσίες) η έρευνα εντόπισε μόνο έναν φθίνοντα κλάδο. Τις αεροπορικές μεταφορές. Διατηρούμε σοβαρές επιφυλάξεις όσον αφορά το αποτέλεσμα αυτό. Έχουμε τη γνώμη ότι υπάρχουν αρκετοί φθίνοντες κλάδοι και στον τριτογενή τομέα.
Ειδικά στο εμπόριο αγαθών οι μικρομεσαίες εμπορικές επιχειρήσεις βρίσκονται σε φθίνουσα πορεία, καθώς ο τζίρος στις λιανικές πωλήσεις τροφίμων, ποτών, ειδών ένδυσης και υπόδησης, δώρων και παιχνιδιών έχει συγκεντρωθεί στις μεγάλες αλυσίδες των σούπερ μάρκετ. Σταθερά περιορίζονται οι πωλήσεις των μικρών μεμονωμένων καταστημάτων, κυρίως των καταστημάτων της γειτονιάς. Ο μαρασμός της μικρομεσαίας εμπορικής επιχείρησης είναι γεγονός πέρα από κάθε αμφιβολία. Το ίδιο φαινόμενο έχει παρατηρηθεί και στους κλάδους της επιδιόρθωσης ειδών ένδυσης, υπόδησης, μηχανών και συσκευών. Τα καταστήματα επιδιόρθωσης σχεδόν έχουν εξαφανιστεί από την αγορά και από τις γειτονιές. Είναι η άνοδος του βιοτικού επιπέδου και η καταναλωτική κοινωνία που δεν ανέχονται πλέον τις επιδιορθώσεις.
Μόνο ο κλάδος της επισκευής και συντήρησης αυτοκινήτων (επιβατικών-φορτηγών), πάσης φύσεως οδοποιητικών μηχανημάτων-οχημάτων και οικιακών συσκευών μεγάλης αξίας βρίσκεται σε τροχιά άνθησης. Και αυτό έχει προκαλέσει άνοδο στις τιμές αυτών των υπηρεσιών. Ο τριτογενής τομέας της οικονομίας θα έπρεπε ίσως να ερευνηθεί περισσότερο για να εντοπιστούν όλοι οι φθίνοντες κλάδοι. Δεδομένου ότι ο τομέας αυτός είναι πολύ σημαντικός για όλες τις οικονομίες (και φυσικά και για την ελληνική), θα πρέπει να μελετηθεί προσεκτικά, καθώς χαρακτηρίζεται από συνεχή ρευστότητα. Η αγορά μετασχηματίζεται και παράγει υπηρεσίες ανάλογα με τις ανάγκες των καταναλωτών και σε σύντομο χρόνο.
Β) Ανερχόμενοι κλάδοι:
Η έρευνα εντοπίζει ως ανερχόμενους κλάδους:
α) Στον δευτερογενή τομέα έχουμε τους παρακάτω κλάδους σε τροχιά ανόδου:
• Εξόρυξη μεταλλευμάτων (ορυχεία) και αδρανών υλικών οικοδομών (λατομεία).
• Εκδόσεις, εκτυπώσεις, αναπαραγωγή ήχου και εικόνων (επέκταση μέσων μαζικής ενημέρωσης, ηλεκτρονικών και μη).
• Προϊόντα μη μεταλλικών ορυκτών.
• Παραγωγή συσκευών τηλεόρασης, ραδιοφωνίας και επικοινωνιών (κινητή τηλεφωνία).
• Παραγωγή ιατρικών οργάνων, οργάνων ακριβείας και οπτικών. Γενικά η διάδοση των πάσης φύσεως ασθενειών φέρνει άνθηση στους κλάδους που ασχολούνται με την αντιμετώπισή τους και τον μετριασμό των δυσμενών επιπτώσεών τους στον άνθρωπο.
• Κατασκευή εξοπλισμού μεταφορών.
• Ανακύκλωση.
• Κατασκευές οικοδομών (θετικές είναι και οι προβλέψεις του ΙΟΒΕ για τον κλάδο αυτόν).
β) Στον τριτογενή τομέα η έρευνα εντοπίζει ως ανερχόμενους τους παρακάτω κλάδους:
• Εμπόριο και επισκευή αυτοκινήτων, επιβατικών και φορτηγών.
• Εμπόριο-εισαγωγή καυσίμων (κίνησης και θέρμανσης κυρίως) που οφείλεται στη μεγάλη διάδοση των πάσης φύσεως κυκλοφορούντων οχημάτων και μεταφορικών μέσων.
• Μεταφορές ανθρώπων και εμπορευμάτων μέσω ξηράς και θαλάσσης (εξαιρούνται οι αεροπορικές).
• Βοηθητικές μεταφορικές δραστηριότητες (φορτοεκφορτώσεις, εκδόσεις εισιτηρίων κ.λπ.).
• Ιδιωτικά και κρατικά ταχυδρομεία και τηλεπικοινωνίες.
• Ιδιωτικά ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά ταμεία (ασφαλιστικές εταιρείες).
• Ενδιάμεσοι νομισματικοί οργανισμοί (ανταλλακτήρια συναλλάγματος κ.λπ.).
• Άλλοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί, συμπεριλαμβανομένων και των τραπεζών, η άνθηση των οποίων είναι πρωτοφανής τα τελευταία χρόνια.
• Πληροφορική και συναφείς δραστηριότητες.
• Ψυχαγωγικές, πολιτιστικές, αθλητικές δραστηριότητες.
• Παροχή υπηρεσιών από βοηθητικό οικιακό προσωπικό στα (ευημερούντα) νοικοκυριά.
Για τον τριτογενή τομέα η Έρευνα Οικονομικής Συγκυρίας του ΙΟΒΕ (μέχρι τον Φεβρουάριο του 2006) διαπιστώνει επιδείνωση του κλίματος από τον Δεκέμβριο του 2005 και για τρεις συνεχείς μήνες. Ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών για τον τριτογενή τομέα, που καταρτίζει ο ΙΟΒΕ με βάση την Έρευνα Οικονομικής Συγκυρίας (σε μηνιαία βάση), στηρίζεται στην κατάσταση των επιχειρήσεων και στις εκτιμήσεις και προβλέψεις τους για τη ζήτηση των υπηρεσιών που παράγουν και διαθέτουν. Ο μέσος όρος (ετήσιος) του ύψους του δείκτη εμφανίζει το 2003 τιμή 84, το 2004 έχουμε βελτίωση στο 95,5 και το 2005 παρουσιάζει υποχώρηση στο 94,9, η οποία συνεχίζεται στους δύο πρώτους μήνες της φετινής χρονιάς (Ιανουάριος 2006 = 92,2 και Φεβρουάριος 2006 = 90,5). Η υποχώρηση του δείκτη για το 2006 είναι σημαντική.
Για τους τρεις-τέσσερις επόμενους μήνες εκτιμάται ότι θα υπάρξει ελαφρά άνοδος της ζήτησης σε ορισμένους κλάδους του τριτογενούς τομέα. Και αν αυτό συμβεί, θα έχουμε και αύξηση της απασχόλησης, έστω και οριακή.
Αν όχι, η άνοδος του δείκτη κατά το 2004 θα πρέπει να θεωρηθεί ευκαιριακή (Ολυμπιακοί Αγώνες). Αν έχουμε κάμψη της ζήτησης και στον τριτογενή τομέα, τότε η οικονομία μας θα παρουσιάσει φαινόμενα επιβράδυνσης. Αυτά όσον αφορά τις εκτιμήσεις των επιχειρήσεων που συμμετείχαν στις Έρευνες Οικονομικής Συγκυρίας του ΙΟΒΕ, ειδικά για τον τριτογενή τομέα της οικονομίας μας.
Η έρευνα της ICAP για τους φθίνοντες και ανερχόμενους κλάδους της ελληνικής οικονομίας σε συνδυασμό με την Έρευνα Οικονομικής Συγκυρίας του ΙΟΒΕ αποτελούν σπουδαία εργαλεία για την κυβέρνηση και ειδικά για τα υπουργεία Οικονομίας-Οικονομικών και Ανάπτυξης. Προειδοποιούν τους αρμόδιους κρατικούς φορείς σε ποια σημεία πάσχει η οικονομική δραστηριότητα και πού πρέπει να στραφεί η προσοχή τους. Η διαχείριση της οικονομίας δεν επιτρέπεται ποτέ να είναι τυχαία. Γιατί τότε εύκολα εκτροχιάζεται.