Απαγωγές, Ελληνοτουρκικά και στρατηγική του Πασοκ
Οι φράσεις που έβγαιναν από τα στόματα των «πράσινων» αξιωματούχων κάθε άλλο παρά έπειθαν για τη διάθεσή τους να προβάλλουν αμετακίνητα τις πάγιες ελληνικές θέσεις, ενώ συχνά θύμιζαν (και φυσικό είναι) την πολιτική προσέγγισης με την Τουρκία που έχτισε πετραδάκι πετραδάκι η κυβέρνηση Σημίτη με πρωτομάστορα τον τότε υπουργό Εξωτερικών Γιώργο Παπανδρέου. Σε καμιά περίπτωση το ΠΑΣΟΚ δεν ήταν πειστικότερο της Νέας Δημοκρατίας στη μάχη εντυπώσεων για την προβολή και υπεράσπιση των ελληνικών θέσεων. Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις το στυλ του προέδρου του αναφορικά με τις προτροπές (μισο…απειλές) προς την Τουρκία να συμμορφωθεί προκαλούσε αυθόρμητα χαμόγελα, αφού παρέπεμπε ευθέως στη στάση και αντίληψη του κ. Παπανδρέου για την αναγκαιότητα προσέγγισης και συμφιλίωσης με τη γειτονική χώρα. Κάτι που ο ίδιος έκανε κατά κόρον με αποτέλεσμα να μείνει στις μνήμες των περισσοτέρων ως εκδήλωση ελληνοτουρκικής φιλίας και προσέγγισης υψηλού επιπέδου οι γιορτές και το ζεϊμπέκικο με τον τότε ομόλογό του της Τουρκίας, Ισμαήλ Τζεμ.
Το πρόβλημα για το ΠΑΣΟΚ είναι ότι το επεισόδιο στο Αιγαίο που στοίχισε τη ζωή ενός έλληνα πιλότου της πολεμικής αεροπορίας συνέπεσε με τους προβληματισμούς της ηγεσίας του αναφορικά με το άνοιγμα των θυρών σε εκπροσώπους της μειονότητας, που άλλοτε αυτοαποκαλείται μουσουλμανική και άλλοτε τουρκική. Την ώρα που η επιλογή του Γ. Α. Παπανδρέου, η κυρία Γκιουλ Καραχασάν, προσπαθούσε να πείσει ότι δεν θεωρεί την μουσουλμανική μειονότητα της δυτικής Θράκης τουρκική και να αποκρούσει στοιχεία που την έφεραν να έχει υπογράψει μανιφέστο της «Τουρκικής Ένωσης». Προφανώς άτυχη συγκυρία για την επιλογή του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, επιλογή που άλλωστε εξαρχής συγκέντρωσε πολύ περισσότερες επιφυλάξεις και δυσαρέσκεια απʼ ό,τι ανακούφιση και θετικά σχόλια. Είναι παράξενο, αλλά το μετασημιτικό ΠΑΣΟΚ δεν έχει ευτυχήσει στις επιλογές του ούτε σε αυτές που έχουν στρατηγικό χαρακτήρα ούτε σε άλλες, λόγω «τάιμινγκ». Την ώρα που ο Γιώργος Παπανδρέου προσπαθεί να ανοίξει τις πόρτες του κόμματός του σε αποκλεισμένες ομάδες, συμβαίνει μια (από τις όχι σπάνιες πάντως) κρίση στα ελληνοτουρκικά που δεν βοηθάει καθόλου στη διαδικασία αφομοίωσης από τον ελληνικό λαό αυτού του ενδιαφέροντος πράγματι ανοίγματος.
Στην πολιτική έχει πολύ μεγάλη σημασία, κι αυτό το ήξερε πολύ καλά και το χειριζόταν άριστα ο πατέρας του σημερινού προέδρου του ΠΑΣΟΚ και ιδρυτής του κόμματος, Ανδρέας Παπανδρέου, το «τάιμινγκ», ο χρόνος δηλαδή στον οποίο κάνεις κάτι. Και το πιο σοφό πράγμα να σκεφθείς και να κάνεις, αν αυτό δεν πέσει σε κατάλληλο χρόνο πάει χαμένο, καταστρέφεται. Οι ενέργειες, οι δράσεις στη δημόσια ζωή απευθύνονται στο κοινό στους πολίτες, στο εκλογικό σώμα. Κατατίθενται για να δημιουργήσουν κλίμα και να διαμορφώσουν άποψη, με αποτέλεσμα αν δεν κατατεθούν στον κατάλληλο χρόνο είτε να περάσουν απαρατήρητες είτε ακόμα χειρότερα να λειτουργήσουν ανάποδα, κάνοντας κακό σʼ΄εκείνον που είχε την πρωτοβουλία.
Θα πει κανείς ότι μέχρι τον Οκτώβριο, που είναι οι εκλογές, το περιστατικό με την αερομαχία στο Αιγαίο θα έχει ξεχαστεί και η περίπτωση της κυρίας Καραχασάν μπορεί να αναδειχθεί σε πλεονέκτημα για το ΠΑΣΟΚ (γιατί σήμερα δεν είναι).
Με την ίδια όμως μελλοντολογία και λογική μπορεί κάποιος άλλος να πει ότι ναι, θα ξεχαστεί, αλλά ένα άλλο επεισόδιο μέχρι τίποτε μπορεί να σημαδέψει τη δημόσια ζωή και τότε η περίπτωση της κυρίας Καραχασάν σίγουρα θα μεταβληθεί σε μεγάλο μειονέκτημα για το ΠΑΣΟΚ και προσωπικά για τον πρόεδρό του. Δηλαδή θα πρέπει να επισημανθεί ότι ο εκτεταμένος φιλελευθερισμός που χαρακτηρίζει τον Γιώργο Παπανδρέου μπορεί να μη φέρνει μόνο δώρα αλλά και πληγές, στον βαθμό που η ελληνική κοινωνία δεν είναι έτοιμη να δεχθεί τα προϊόντα του φιλελευθερισμού. Μπορεί επίσης να μη θέλει να δεχθεί αυτά τα προϊόντα ως απολύτως ξένα με την κουλτούρα και τα δομικά της στοιχεία, κάτι που αρκετές φορές μοιάζει να μην απασχολεί τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ.
Αν δεν τον απασχολεί επειδή πιστεύει βαθύτατα στο ορθό των επιλογών του και στη νομοτέλεια ότι αυτές τελικά θα εφαρμοστούν και οι νέες ιδέες θα κυριαρχήσουν, προφανώς είναι έτοιμος να δώσει μάχη γιʼ΄ αυτό. Αν όμως δεν τον απασχολεί επειδή πιστεύει ότι ο ελληνικός λαός πάσχει από έναν εγγενή συντηρητισμό που ο ίδιος ιεραποστολικά πρέπει να διαλύσει, τότε ο ίδιος τελεί υπό την επήρεια ενός φανατισμού που δεν έχει να κάνει με την πολιτική.
Αντιθέτως, είναι εχθρός της πολιτικής αφού δεν λαμβάνει υπόψη του τα πραγματικά στοιχεία που συνθέτουν και προσδιορίζουν το κοινωνικό σώμα.