Γιατί να ζούμε με ακριβό πετρέλαιο;

Αυτή τη στιγμή η ακρίβεια τροφοδοτείται βασικά από την αισχροκέρδεια και από τις συνεχείς αυξήσεις των τιμών του πετρελαίου και των προϊόντων του. Αξίζει να σημειώσουμε ότι από τις αρχές του 2004 η τιμή του πετρελαίου αυξήθηκε κατά 140% και της βενζίνης κατά 150%. Οι αυξήσεις αυτές αναφέρονται στις διεθνείς τιμές. Αλλά και στην ελληνική αγορά η κατάσταση είναι παραπλήσια.

Στο μεταξύ, τα προγράμματα όλων των κρατών για χρησιμοποίηση εναλλακτικών πηγών ενέργειας και μείωση της εξάρτησης από το πετρέλαιο χωλαίνουν απελπιστικά. Παρ’ όλες τις σχετικές προσπάθειες, η μείωση της εξάρτησης από το πετρέλαιο είναι μηδαμινή. Και αυτό είναι το δυσάρεστο. Έτσι οι καταναλωτές για πολλά χρόνια ακόμη θα είναι όμηροι των διακυμάνσεων των τιμών του πετρελαίου και των συνακόλουθων φαινομένων αισχροκέρδειας. Η κατάσταση αυτή είναι σε γνώση της πολιτικής ηγεσίας του αρμόδιου υπουργείου Ανάπτυξης. Όμως οι δυνατότητες παρέμβασης είναι ελάχιστες, σχεδόν ανύπαρκτες, παρά τις συνεχείς προσπάθειες της ηγεσίας του υπουργείου αυτού. Και τούτο γιατί οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του κράτους έχουν, εδώ και δέκα χρόνια περίπου, αδρανοποιηθεί μετά την επικράτηση των νεοφιλελεύθερων δογμάτων περί ελευθερίας των αγορών, αυτορρύθμισης των τιμών και ελεύθερου ανταγωνισμού. Έτσι μπαίνει το ερώτημα: Δεν υπάρχουν μέτρα για τη μείωση των τιμών λιανικής (και χονδρικής) πώλησης των προϊόντων του πετρελαίου; Δεν μπορούν άραγε να τεθούν σε εφαρμογή μέτρα ανακούφισης των καταναλωτών;

Ο υπουργός Ανάπτυξης Δημήτρης Σιούφας, ένας από τους λίγους πετυχημένους υπουργούς της τωρινής κυβέρνησης, σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή» (Κυριακή 7/5/2006) μίλησε πάνω στο θέμα αυτό. Θα θέλαμε να σχολιάσουμε μόνο δύο σημεία τής τόσο ενδιαφέρουσας αυτής συνέντευξης:

α) Ο υπουργός, προφανώς για παρηγοριά, μας λέει ότι «η λιανική τιμή της αμόλυβδης βενζίνης στη χώρα μας είναι η χαμηλότερη στην Ευρωπαϊκή Ένωση των ”15” και σε όλο το διάστημα των τελευταίων μηνών υπολείπεται κατά 20%-22% του μέσου όρου της ΕΕ των ”15”». Καμία αμφιβολία γι’ αυτό. Αυτή όμως η επισήμανση του υπουργού Ανάπτυξης θα είχε βαρύτητα και θα αποτελούσε πράγματι παρηγοριά για τους έλληνες καταναλωτές αν υπήρχαν και ισοϋψείς αποδοχές στην Ελλάδα και στην ΕΕ των «15». Όταν οι αποδοχές του έλληνα εργαζόμενου μόλις και μετά βίας φτάνουν στο 50% των αποδοχών των Γερμανών ή των Δανών, ποια αξία έχει για μας η κατά 20%-22% κατώτερη τιμή της αμόλυβδης; Θα υπήρχε αναλογία, εάν και οι αποδοχές της συντριπτικής πλειονότητας του κοινωνικού συνόλου ήταν κατώτερες μόνο κατά 20%-22%. Είναι τεράστιο λάθος να συγκρίνουμε τις τιμές στην ελληνική αγορά με αυτές που ισχύουν στις αγορές των 15 κρατών-μελών της «παλιάς» ΕΕ. Αυτό είναι ένα επιχείρημα για να παίρνει άφεση αμαρτιών η αισχροκέρδεια. Είναι ανάγκη η κυβέρνηση να καταλάβει ότι στην Ελλάδα έχουμε τιμές αγαθών και υπηρεσιών Ευρωπαϊκής Ένωσης και αποδοχές Λιθουανίας! Εάν αυτή η κατάσταση κρίνεται από την κυβέρνηση ικανοποιητική, κάθε σχόλιο δικό μας είναι περιττό. Κάθε φορά, για να δικαιολογηθεί μια αύξηση τιμών, προβάλλεται από τους ενδιαφερόμενους αυτό το εξοργιστικό επιχείρημα, ότι οι τιμές στην ΕΕ των «15» είναι ανώτερες. Επιχείρημα εντελώς απαράδεκτο για νοήμονες ανθρώπους. Ποτέ όμως δεν συγκρίνουν μισθούς και ημερομίσθια!

β) Ο κ. Σιούφας στη συνέντευξή του μας πληροφορεί ότι στο Συμβούλιο Υπουργών για θέματα ανταγωνιστικότητας στις Βρυξέλλες (17/5/2004) σε συνεργασία με τον κ. Αλογοσκούφη ανέλαβαν πρωτοβουλία προκειμένου να υπάρξει κοινή ευρωπαϊκή πολιτική για τη μείωση της φορολογίας των καυσίμων σε περιόδους απότομης αύξησης των διεθνών τιμών των πετρελαιοειδών. Δεν μας λέει ο υπουργός τη συνέχεια για την τύχη της πρότασής τους αυτής. Η πρόταση ίσως και να μη συζητήθηκε ή να απερρίφθη. Οι κύριοι Αλογοσκούφης και Σιούφας γνωρίζουν πολύ καλά ότι τα πετρελαιοειδή βαρύνονται στη χώρα μας με ειδικό φόρο κατανάλωσης που είναι αρκετά υψηλός και από τον οποίο το Δημόσιο εισέπραξε 2.461 εκατ. ευρώ το 2004 και 2.505 εκατ. ευρώ το 2005. Στον φετινό προϋπολογισμό (2006) αναγράφονται έσοδα από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης καυσίμων ύψους 2.848 εκατ. ευρώ. Στους ειδικούς φόρους κατανάλωσης δεν επεμβαίνει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι από τις ελάχιστες περιπτώσεις αρμοδιότητας των κρατών -μελών. Αν πραγματικά ήθελαν οι δικοί μας υπουργοί να μειώσουν τις τιμές των πετρελαιοειδών, δεν είχαν παρά να μειώσουν ή να αναστείλουν την είσπραξη του ειδικού φόρου. Να υπενθυμίσουμε στον κ. Σιούφα ότι απερρίφθη από την κυβέρνηση και το αίτημα για χορήγηση επιδόματος θέρμανσης στα νοικοκυριά.

Θα μπορούσε λοιπόν η κυβέρνηση, εάν φυσικά το επιθυμούσε, να μειώσει τον ΕΦΚ καυσίμων ή και να αναστείλει την είσπραξή του τώρα που οι τιμές του αργού πετρελαίου ξεπέρασαν τα 65 δολάρια ανά βαρέλι. Και η ΕΕ δεν θα είχε καμία απολύτως αρμοδιότητα να παρέμβει και να αποτρέψει την εφαρμογή του μέτρου αυτού. Αλλά οι κύριοι υπουργοί έκριναν ότι τους βόλευε να παραπέμψουν το θέμα της μείωσης της φορολογίας καυσίμων στις ευρωπαϊκές καλένδες και σε μη αρμόδια κοινοτικά όργανα και συγχρόνως να προβάλουν την πρότασή τους ως «αποτυχούσα» προσπάθεια συγκράτησης των τιμών. Θα μπορούσαν να μας πουν ότι η μείωση του ΕΦΚ θα κλόνιζε τον κρατικό προϋπολογισμό και θα προκαλούσε αύξηση του ελλείμματος. Αυτό είναι βέβαιο. Ενδεχόμενη αναστολή είσπραξης του ειδικού φόρου για ολόκληρο το έτος 2005 θα προκαλούσε αύξηση του ελλείμματος κατά 1,1% περίπου. Αναγνωρίζουμε τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση στον δημοσιονομικό τομέα και πόσο «καυτό» είναι το πρόβλημα της ομαλής εκτέλεσης του προϋπολογισμού. Όμως έχουμε τη γνώμη ότι ο κρατικός προϋπολογισμός και γενικά η πολιτική και τα μέτρα της κυβέρνησης αποτελούν μέσα εξυπηρέτησης των αναγκών του κοινωνικού συνόλου και δεν νοείται να αποτελούν αυτοσκοπό. Δεν είναι δυνατόν να προτάσσεται η ευημερία των αριθμών και να αγνοείται η εξαθλίωση της κοινωνικής πλειονότητας. Μια τέτοια συμπεριφορά προδίδει κοινωνική αναλγησία στις κυβερνητικές επιλογές. Και θέλουμε να πιστεύουμε ότι ειδικά οι κύριοι Καραμανλής, Αλογοσκούφης και Σιούφας αγωνίζονται για την ευημερία του κοινωνικού συνόλου και όχι των αριθμών. Απλώς πέφτουν θύματα της δύσκολης δημοσιονομικής κατάστασης που παρέλαβαν από τους προκατόχους τους και των πιέσεων που υφίστανται από τη νεοφιλελεύθερη ηγεσία της ΟΝΕ. Οι κυβερνήσεις μας, δυστυχώς, δεν έχουν συνειδητοποιήσει ακόμη ότι η ΕΕ και η ΟΝΕ δεν δημιουργήθηκαν για να φέρουν την ευημερία στους λαούς της Ευρώπης. Άλλους σκοπούς υπηρετούν. Και αυτό το έχουν αποδείξει σε πάρα πολλές περιπτώσεις.

Και τώρα ας επανέλθουμε στο αρχικό μας ερώτημα. Δεν υπάρχουν μέτρα συγκράτησης των τιμών των καυσίμων; Πρέπει οι καταναλωτές να συνηθίσουν να ζουν με το ακριβό πετρέλαιο, όπως πολλοί ειδήμονες μας συμβουλεύουν; Δεν υπάρχουν περιθώρια μείωσης του ειδικού φόρου κατανάλωσης καυσίμων ώστε να περιοριστούν οι αυξήσεις των τιμών στα πετρελαιοειδή και στην πληθώρα των άλλων ειδών, στην παραγωγή των οποίων συμμετέχουν το πετρέλαιο ή τα παράγωγα προϊόντα του; Θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε το «καυτό» αυτό πρόβλημα, που αγγίζει ολόκληρο το φάσμα της οικονομίας.

Ας ξεχάσουμε τι δεν έγινε τα προηγούμενα χρόνια και ας δούμε τι μπορεί να γίνει τώρα. Όπως είπαμε, στον φετινό προϋπολογισμό αναγράφονται έσοδα 2.848 εκατ. ευρώ από την απόδοση του ΕΦΚ καυσίμων. Η απόδοση αυτή έχει υπολογιστεί με την παραδοχή ότι η μέση ετήσια τιμή του πετρελαίου για το 2006 θα κυμανθεί στα επίπεδα των 63-65 δολαρίων ανά βαρέλι. Ήδη υπάρχει μια υπερτίμηση του πετρελαίου της τάξης του 10% και συνεπώς υπάρχουν υπερέσοδα στον κρατικό προϋπολογισμό από την αυξημένη απόδοση του ειδικού φόρου. Χωρίς να κλονιστεί καθόλου ο προϋπολογισμός 2006 θα μπορούσε η κυβέρνηση να αποφασίσει τη μείωση του φόρου ανάλογα με τη διαμόρφωση της τιμής του πετρελαίου, κατά το ποσοστό που αυτή υπερβαίνει την παραδεκτή από τον προϋπολογισμό τιμή των 65 δολαρίων ανά βαρέλι. Και το ποσοστό μείωσης του φόρου θα πρέπει να είναι κυμαινόμενο και να καθορίζεται κάθε μήνα. Έτσι θα υπάρξει αισθητή ανακούφιση των καταναλωτών. Το κράτος όμως και οι ΔΕΚΟ (ΔΕΗ, αστικές συγκοινωνίες κ.λπ.) φαίνεται να ποντάρουν στην αύξηση της τιμής του πετρελαίου για να αυξήσουν τα έσοδά τους. Ας χτυπήσουμε λοιπόν την κρατική κερδοσκοπία, παράλληλα με το χτύπημα της αισχροκέρδειας στο όλο κύκλωμα παραγωγής και εμπορίας πετρελαιοειδών.

Ο κ. Σιούφας φάνηκε στη συνέντευξή του ότι στήριξε ελπίδες για τη συγκράτηση των τιμών στη μείωση της φορολογίας και στην πάταξη της αισχροκέρδειας. Μπορούν φυσικά να υπάρξουν μέτρα για να περιοριστούν και η φορολογία των καυσίμων και η αισχροκέρδεια. Υπάρχει όμως η σχετική κυβερνητική βούληση; Σε όλους τους τομείς πολλά μπορεί να γίνουν, αν η όποια κυβέρνηση προσεγγίζει τα προβλήματα με κοινωνική ευαισθησία. Όμως την κυβερνητική βούληση την εξέφρασε την περασμένη εβδομάδα με δήλωσή του ο υπουργός Οικονομίας, ο οποίος μας είπε ότι το μόνο μέτρο που σχεδιάζει για φέτος το υπουργείο του είναι η αύξηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης καυσίμων! Αυτό δεν είναι απλή κερδοσκοπία. Είναι κρατική αισχροκέρδεια!


Σχολιάστε εδώ