Κόμμα εξουσίας το ΠΑΣΟΚ ή μη κυβερνητική οργάνωση;
Η απόφαση του Γιώργου Παπανδρέου να προτείνει ως υποψήφια υπερνομάρχη Δράμας-Καβάλας-Ξάνθης την κ. Γκιουλ Καραχασάν είναι αναμφίβολα τολμηρή, αλλά καθόλου πολιτική. Είναι προφανές μέσα από σειρά ανάλογων αποφάσεων ότι ο κ. Παπανδρέου αντιλαμβάνεται την πολιτική ως άσκηση φιλελευθερισμού και εισαγωγής νέων ιδεών, που δεν έχουν όμως την παραμικρή σχέση με την Ελλάδα, άρα δεν μπορεί να έχουν και εφαρμογή σε αυτήν. Για παράδειγμα, στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου ο πολιτικός φιλελευθερισμός ταυτίζεται με τον προοδευτισμό και την πολιτική έννοια της Αριστεράς, θα ήταν εξαιρετικά ρηξικέλευθο και με υπόβαθρο κοινωνικό, πολιτικό, φυλετικό, θρησκευτικό να προτείνει κανείς έναν έγχρωμο για την Προεδρία των ΗΠΑ, ή για κυβερνήτη μιας πολιτείας, ή ακόμα πιο απλά για βουλευτή μιας περιοχής. Εκεί το αίτημα υπάρχει, διότι σε πολλές από τις πενήντα πολιτείες των ΗΠΑ οι έγχρωμοι πολίτες αν δεν είναι πλειοψηφία, είναι πολύ κοντά στο να γίνουν. Έτσι, η προώθηση ενός μαύρου πολιτικού είναι αποτέλεσμα κοινωνικής διεργασίας που ανταποκρίνεται στα δεδομένα της περιοχής και αντανακλά στο κοινωνικό σώμα.
Στην περίπτωση της υπερνομαρχίας Δράμας-Καβάλας-Ξάνθης η κίνηση επιλογής της κ. Καραχασάν είναι μόνο συμβολική και εξ αποτελέσματος εντάσσεται στο πεδίο του εντυπωσιασμού. Και τούτο διότι η αποτελούμενη από τρεις νομούς υπερνομαρχία δεν στοιχειοθετεί κοινωνικό αίτημα προβολής και δικαίωσης εκπροσώπου μειονότητας, στον βαθμό που θρησκευτική μειονότητα υπάρχει μόνο σε έναν από τους τρεις νομούς, αυτόν της Ξάνθης. Κατά συνέπεια, η επιλογή ως υποψηφίας υπερνομάρχου μιας γυναίκας με κριτήριο το θρήσκευμά της στερείται πολιτικής βάσης και παραπέμπει ευθέως σε εντυπωσιασμό και πρόκληση προβληματισμού στην κοινή γνώμη. Ο προβληματισμός ασφαλώς είναι θετικό στοιχείο για την ανάπτυξη ιδεών και τάσεων, αλλά δεν στοιχειοθετεί από μόνος του πολιτική πράξη. Μοιάζει με δοκίμιο που ενδεχομένως ενταχθεί βιβλιογραφικά στην ευρύτερη πολιτική ανάλυση, αλλά δεν μπορεί παρά να αποτελεί παράμετρο του όλου ζητήματος.
Προφανώς και ο κ. Παπανδρέου ξέρει καλά ότι από τους 300.000 ψηφοφόρους των τριών νομών μόνο το 25% είναι μουσουλμάνοι (και αν είναι τόσοι), άρα και όλοι να ψηφίσουν την ομόθρησκή τους δεν αρκούν για να δώσουν τη νίκη στο σχήμα που αποφάσισε ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. Τότε γιατί το έκανε; Ίσως διότι θεωρεί την υπερνομαρχία ούτως ή άλλως χαμένη, οπότε δοκιμάζει να «κλέψει τις εντυπώσεις» με μιαν αμφιλεγόμενη απόφαση, αλλά τέτοια που τον φέρνει στο κέντρο της πολιτικής σκηνής και του σχετικού διαλόγου. Ίσως διότι ελπίζει ότι τελικά δεν θα διαταραχθεί η ενότητα της εκλογικής βάσης του ΠΑΣΟΚ, ότι δηλαδή δεν θα υπάρξουν δυσαρεστημένοι που θα επιλέξουν κάτι άλλο παρά τις υπάρχουσες σήμερα αντιδράσεις, και η υποψηφιότητα της κ. Καραχασάν θα περάσει, δικαιώνοντας την ακραία επιλογή του.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που είδαν στην απόφαση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ επανάληψη της «λογικής Ματσούκα», της άγνωστης κυρίας την οποία τοποθέτησε επικεφαλής στο ευρωψηφοδέλτιο του ΠΑΣΟΚ, θέλοντας να σπάσει την κατεστημένη λογική της προώθησης προβεβλημένων στελεχών.
Το πρόβλημα είναι ότι οι κινήσεις αυτές του Γ. Παπανδρέου είναι περισσότερο κολεγιακές θεματικές ασκήσεις παρά πολιτικές ενέργειες. Μια ενέργεια για να είναι πολιτική πρέπει να βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με τα πραγματικά δεδομένα της κοινωνίας, να ανταποκρίνεται σε υπαρκτά και όχι υποθετικά αιτήματα και φυσικά να είναι σε αντιστοίχιση με τους προβληματισμούς των πολιτών. Η (προσπάθεια για) ανάδειξη προσωπικών ανησυχιών και απόψεων σε κεντρική πολιτική, εκτός από λανθασμένη, ταυτίζεται συχνά με μια προσωπική εμμονή που αγγίζει την αλαζονεία, κάτι που δεν περνάει απαρατήρητο από τους πολίτες. Μα, θα πει κανείς, δεν μπορεί ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ να κάνει αυτό που νομίζει στην πολιτική; Ασφαλώς ναι, είναι η απάντηση, θα πρέπει όμως να είναι έτοιμος να εισπράξει και όσα οι επιλογές του φέρουν, τα οποία δεν είναι βέβαιο πως θα ταυτιστούν με κέρδος.
Είναι παράξενο πως μοιάζει να διαφεύγει της προσοχής της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ ότι ενώ λείπει η πρόταση για την αυριανή διακυβέρνηση της χώρας (άρα και η απάντηση προς τη ΝΔ και τον τρόπο με τον οποίο αυτή κυβερνά) έχουμε επιμέρους κινήσεις εντυπωσιασμού και ακροβασίας σε εξαιρετικής σημασίας μάλιστα ζητήματα, τα οποία από την ίδια τους τη φύση ζητούν λεπτούς χειρισμούς.
Είναι επίσης παράξενο πως κεντρικές πολιτικές επιλογές που μοιάζει να ανάγονται σε σημαίες του ΠΑΣΟΚ θυμίζουν περισσότερο αντιλήψεις και λειτουργία μη κυβερνητικών οργανώσεων παρά κόμμα που είχε μέχρι πριν από δύο χρόνια την εξουσία και τη διεκδικεί εκ νέου. Αν υπάρχει ένα πρόβλημα για το ΠΑΣΟΚ αυτό είναι ότι δεν βγάζει εικόνα εναλλακτικής πολιτικής λύσης και αρκετές από τις μεθόδους και επιλογές του θυμίζουν μάλλον Συνασπισμό (ο οποίος όμως μπορεί να κάνει σχεδόν ό,τι θέλει, διότι δεν διεκδικεί την εξουσία), παρά κόμμα που επιθυμεί να ξανακυβερνήσει.