tabula rasa

Τι σχέση έχουν ο Μάκης Τριανταφυλλόπουλος με τον Γιάννη Πρετεντέρη; Εκ πρώτης όψεως καμία, παρ’ ότι αμφότεροι είναι επιτυχημένες τηλεοπτικές «περσόνες» και εκπροσωπούν δύο εφημερίδες που συναγωνίζονται η μία την άλλη στον κυριακάτικο τύπο. Κι όμως ο «λαϊκός» Μάκης και ο «εστέτ» Γιάννης συνέπεσαν, τις προάλλες, «αποκαλύπτοντας», από τις εφημερίδες τους, τα περί ύπαρξης λίστας «μαύρων κονδυλίων» του υπουργείου Εξωτερικών, που κατευθύνθηκαν, υποτίθεται, σε γνωστούς δημοσιογράφους.

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο δημοσιογραφικός κόσμος της χώρας βρίσκεται μπροστά σε ένα «σκάνδαλο» με μαύρες αμοιβές προς εξυπηρέτηση πολιτικών, προσωπικών και διπλωματικών σκοπιμοτήτων. Επί πολλά χρόνια αρκετοί έζησαν με το «στίγμα» του αργυρώνητου από τα κονδύλια του υπουργείο Εξωτερικών επί κυβερνήσεως Μητσοτάκη. Είχαν ακουστεί και τότε κάποια «βαριά» ονόματα της ελληνικής δημοσιογραφίας, ο Μιλτιάδης Έβερτ είχε «φωτογραφήσει» πρόσωπα και καταστάσεις, η υπόθεση, όμως, έμεινε θαμμένη στα συρτάρια του ΥΠΕΞ, και δεν άνοιξε μύτη…

Τουναντίον, όσοι είχαν ακουστεί τότε συνέχισαν να δρέπουν τηλεοπτικές και εκδοτικές δάφνες. Είτε είχαν εισπράξει τα επίχειρα της παρασκηνιακής δημοσιογραφικής τους παρέμβασης είτε όχι.

Η «αποκάλυψη» λίστας δημοσιογράφων μεταξύ άλλων πραγματικών απόρρητων εγγράφων στα σκουπίδια έξω από το ΥΠΕΞ δημιουργεί νέο κύκλο ερωτημάτων και αποριών.

Είναι αλήθεια πως ο τρόπος που είδαν το φως της δημοσιότητας τα συγκεκριμένα έγγραφα προκαλεί πολλές επιφυλάξεις για το ποιοι τα διοχέτευσαν. Γιατί είναι πολύ δύσκολο να πιστέψει κανείς πως τα έγγραφα απλώς παρέπεσαν.

Το ερώτημα είναι εάν όντως μεταξύ των εγγράφων αυτών υπάρχει και ιδιόχειρη -όπως λέγεται- λίστα με δημοσιογραφικά ονόματα, τα ποσά που εισέπραξαν και τα θέματα που «χειρίστηκαν» για να εισπράξουν όσα εισέπραξαν.

Ο παραλήπτης της λίστας με τις «μαύρες» αμοιβές, δημοσιογράφος μικρού τηλεοπτικού σταθμού, είναι προφανές πως δεν μπορεί να εγγυηθεί τη γνησιότητα των εγγράφων. Το περίεργο είναι ότι, πλην των δύο συναδέλφων που προαναφέραμε, και κάποιων υπαινιγμών που διατυπώθηκαν σε μικρή μερίδα του τύπου, ουδείς άλλος ασχολήθηκε με το θέμα.

Γιατί είτε είναι αληθινή η λίστα είτε έχουμε να κάνουμε με προβοκάτσια, κάποιοι θα έπρεπε να αντιμετωπίσουν το ζήτημα με μεγάλη σοβαρότητα.

Η κυρία Ντόρα Μπακογιάννη διαψεύδει την ύπαρξη της λίστας, αρκετοί, όμως, ισχυρίζονται ότι την έχουν δει. Τι συμβαίνει;

Γιατί δεν ασχολείται η Ένωση Συντακτών – και ειδικά ο Πάνος Σόμπολος, που είναι και καλός συνάδελφος και γνωστός για τις ευαισθησίες του σε θέματα δεοντολογίας;

Εάν πρόκειται για ψέμα και προβοκάτσια, δεν πρέπει να διευκρινιστεί πως τα δημοσιογραφικά ονόματα που κυκλοφορούν στα πολιτικά και δημοσιογραφικά γραφεία ως… αργυρώνητα ουδεμία σχέση έχουν με το… σπορ; Ώστε να μη σέρνεται σε βάρος τους αυτή η φημολογία…

Κι αν είναι αληθινή, δεν πρέπει να αποδοθούν τα του Καίσαρος τω Καίσαρι και να ξεχωρίσουν τα χλωρά από τα ξερά;

Πάντως, και ο Τριανταφυλλόπουλος και ο Πρετεντέρης δεν… είδαν ξαφνικά φως και μπήκαν. Δεν ασχολούνται με ένα ζήτημα, εάν δεν διαθέτουν βάσιμα στοιχεία πως η λίστα μπορεί να είναι αληθινή.

Αντέχει το ήδη απαξιωμένο δημοσιογραφικό επάγγελμα ακόμα έναν διασυρμό; Ουδείς νοιάζεται εάν οι πολίτες πιστεύουν ότι «οι δημοσιογράφοι τα πιάνουν»;

Πέραν αυτών υπάρχουν κι άλλα συμπτώματα αυτές τις ημέρες, που σχετίζονται με τη γενικότερη απαξίωση της δημοσιογραφίας.

Τέσσερις δημοσιογράφοι, φερ’ ειπείν, επιλέχθηκαν από την αμερικανική πρεσβεία να «ενημερωθούν» από την κυρία Κοντολίζα Ράις. Χωρίς να ληφθούν υπόψη κάποια κριτήρια κυκλοφορίας ή άλλα. Σκέφτηκε κανείς να αρνηθεί μια τέτοια στημένη ενημέρωση και να επιμείνει να είναι γενικού χαρακτήρα (ακόμα κι αν κάτι τέτοιο είθισται στο εξωτερικό);

Άλλο σύμπτωμα είναι αυτό με τις «πληροφορίες» που διοχετεύθηκαν σε συγκεκριμένους δημοσιογράφους στην υπόθεση των υποκλοπών. Γνωρίζει η ΕΣΗΕΑ ότι βουίζει ο τόπος για «βαποράκια» που τριγυρνούν και μοιράζουν φακέλους και φακελάκια;

Δεν θα αποκαλύψουμε τίποτε περισσότερο -παρ’ ότι γνωρίζουμε. Το ζήτημα, όμως, είναι πολύ σοβαρό, και κάποτε καλό θα ήταν να ξεχωρίσουμε την ήρα από το στάρι.

Αλλιώς, αν δεν θέλουμε ή δεν μπορούμε, ας μιλάμε λιγότερο. Όσοι περιφέρονται ως «τιμητές» της δεοντολογίας καλά θα κάνουν να σωπάσουν. Γιατί, αν και «τιμητές», ίσως αποδειχθεί ότι έχουν κι αυτοί την… τιμή τους.

ΥΓ. 1: Την ώρα όπου γράφτηκαν αυτές οι γραμμές ο και «Tabula rasa» επονομαζόμενος είχε επιφυλάξεις σχετικά με το εάν έπρεπε να γραφτούν. Επειδή, όμως, και ο εκδότης αυτής της εφημερίδας έχει «coglioni» (που λέει και ο Μπερλουσκόνι), κι επειδή το «Παρόν» συνηθίζει να λέει τα πράγματα με το όνομά τους, το τόλμησα…

ΥΓ. 2 : Φυσικά στα συμπτώματα της απαξίωσης των δημοσιογράφων θα μπορούσα να αναφέρω αρκετά ακόμα όπως τις περιπτώσεις δημοσιογράφων που εμπλέκονται επ’ εσχάτοις στις παρασκηνιακές διαβουλεύσεις για την πώληση των εντύπων που εργάζονται σε επιχειρηματίες, άλλους που περιμένουν στην ουρά μήπως και οριστούν «port parole» κάποιων κομμάτων ή άλλους που ασχολούνται με… καμένες γούνες. Και μην ξεχνάμε εκείνους που εισέπραξαν το «δώρο» του ΟΗΕ για τα προπαγανδιστικά τους άρθρα υπέρ του φιλότουρκου Σχεδίου Ανάν.


Σχολιάστε εδώ