Βαφτίζονται χρήστες οι έμποροι ναρκωτικών και έτσι γλυτώνουν
Όμως οι έμποροι ναρκωτικών κατόρθωσαν να βάλουν στο ράφι τον νόμο και να γλυτώσουν τη φυλακή! Έτσι εξηγείται πώς έχουν πολλαπλασιασθεί τα ναρκωτικά στην Ελλάδα και τα θύματα του λευκού θανάτου.
Τρομερά και απίστευτα ήταν αυτά που ακούστηκαν στην πρόσφατη συνεδρίαση της Διακομματικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής «για τη μελέτη και αντιμετώπιση του προβλήματος των ναρκωτικών». Σε πολλές στιγμές η συζήτηση έφθασε στο κατακόρυφο, εξαιτίας της διαπίστωσης ότι οι τοξικομανείς πολλαπλασιάζονται αφενός μεν γιατί ΔΕΝ ΕΦΑΡΜΟΖΕΤΑΙ ο νόμος και αφετέρου γιατί το μοναδικό Εργαστήριο Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας που υπήρχε στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και έκανε τοξικολογικές εξετάσεις έκλεισε γιατί το κράτος δεν έχει… 100 ψωροχιλιάδες ευρώ για αγορά σύγχρονου εξοπλισμού και άλλα 35.000 ευρώ τον χρόνο για τη λειτουργία του (!) και ο παριστάμενος καθηγητής Τοξικολογίας-Ιατροδικαστικής στο ΑΠΘ αποκάλυψε ότι έχουνε πολλές υποθέσεις από τη Βόρεια Ελλάδα με καταγγελίες για δολοφονίες για τις οποίες δεν έχουν γίνει τοξικολογικές εξετάσεις.
Μάλιστα η οργή και η αγανάκτηση έφθασε στο τέλος στο κατακόρυφο, όταν με πρόταση του προέδρου της Επιτροπής Κώστα Κιλτίδη συμφώνησαν όλοι η επιτροπή να ΠΑΡΑΙΤΗΘΕΙ (!), αφού προηγουμένως μεταφέρουν στον πρωθυπουργό όλα τα αδιέξοδα που έχουν δημιουργηθεί και για τα οποία ευθύνονται αρκετοί υπουργοί.
Χαρακτηριστική ήταν η τοποθέτηση του προέδρου Κώστα Κιλτίδη:
«Αν δεν υπάρξει λύση εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, σας δηλώνω ότι εγώ θα παραιτηθώ! Δεν το συζητώ πλέον!», ενώ ο Μανόλης Σκουλάκης, εκ μέρους του ΠΑΣΟΚ, είπε: «Μπαίνει ζήτημα ύπαρξής μας, αν έχει νόημα να λειτουργούμε» (!), η δε βουλευτής της ΝΔ Σοφία Βούλτεψη βρέθηκε σε τέτοια κατάσταση που χωρίς περιστροφές είπε «τελώ υπό κατάσταση σοκ» και συνέχισε λέγοντας «η Ελλάδα ολόκληρη βρίσκεται στο έλεος των εμπόρων των ναρκωτικών»!
Ενδεικτική της κατάστασης που έχει δημιουργηθεί ήταν και η τοποθέτηση του βουλευτή του ΠΑΣΟΚ Αριστείδη Μουσιώνης, που ξεκαθάρισε ότι «Θα παραιτηθώ όχι από τον αγώνα κατά των ναρκωτικών, αλλά θα παραιτηθώ από τη συμμετοχή-αίσθηση συνενοχής του πολιτικού συστήματος για τη μέχρι τώρα υφιστάμενη κατάσταση»!
Συγχωροχάρτι με ερωτήσεις!
Αποκαλυπτική για το τι συμβαίνει και των μεθοδεύσεων που έχουν επινοηθεί για να γλυτώνουν τη φυλακή οι έμποροι του λευκού θανάτου ήταν η τοποθέτηση του αναπληρωτή καθηγητή Τοξικολογίας-Ιατροδικαστικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης κ. Ματθαίου Τσούγκα:
Κύριε πρόεδρε, κυρίες και κύριοι βουλευτές, σας ευχαριστώ για την πρόσκληση και για την ομόθυμη στήριξη σε ένα θέμα που αφορά όλη την Ελλάδα, όλη τη νεολαία μας. Είναι ένα πρόβλημα που όλους μάς αγγίζει λίγο ή πολύ. Θέλω να γνωρίζετε τη συγκίνησή μου, όταν καθημερινώς συναντώ νεκρά νεαρά άτομα στη Θεσσαλονίκη. Χθες είχαμε δύο τοξικομανείς νεκρούς στη Θεσσαλονίκη. Η Αθήνα σήμερα θα έχει τουλάχιστον τρεις με τέσσερις.
Θα σας αναφέρω ένα πολύ μικρό ιστορικό: Το Εργαστήριο της Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας της Θεσσαλονίκης, της Ιατρικής Σχολής, ξεκίνησε τη λειτουργία του με τον 1117/44, ο οποίος ισχύει μέχρι και σήμερα, ισχύει μόνο για το Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης και δεν έχει καμία σχέση με κανένα άλλο πανεπιστήμιο. Αυτό επιβεβαιώθηκε δύο φορές και από τους υπουργούς Μαγκάκη και Κουτσόγιωργα και μέχρι το 2002 λειτουργούσε με αυτόν τον νόμο. Και λέω μέχρι το 2002, γιατί τότε σταματήσαμε τελείως, επειδή χρωστάμε 17 εκατομμύρια δραχμές.
Ο νόμος είναι σαφής και υποχρεώνει τους ιατροδικαστές στη διενέργεια εξετάσεων, εκτός αν δεν υπάρχει η δυνατότητα. Δυστυχώς, η δυνατότητα σήμερα δεν υπάρχει. Η ειδικότητά μου είναι ιατροδικαστής – τοξικολόγος, με δύο πτυχία Χημείας και Ιατρικής και δύο ειδικότητες. Υπάρχουν και μόνο τοξικολόγοι και μόνο ιατροδικαστές. Σε όλο το Εργαστήριο, που είναι ενιαίο, υποχρεώνει τη διενέργεια των εξετάσεων είτε νεκροτομών είτε τοξικολογικών εξετάσεων. Μέχρι το 2002 εφαρμόζαμε πλήρως τον ν. 1117/44 και τον ν. 2161, με όλα τα παρελκόμενά τους, και εμείς θέλαμε να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση. Σήμερα είμαστε κατηγορούμενοι, επειδή θέλαμε να εφαρμόσουμε τους νόμους. Εγώ, προσωπικά, είμαι κατηγορούμενος.
Ο ν. 1729, στα σημεία τα οποία παραμένουν, αναφέρει ότι, με απόφαση του υπουργού Υγείας – Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, εκδίδονται, ύστερα από αιτιολογημένη γνώμη του ΚΕΣΥ και του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας, που δημοσιεύεται στην εφημερίδα και ορίζονται οι προϋποθέσεις, η μέθοδος και η διαδικασία αντιμετώπισης του σωματικού στερητικού συνδρόμου.
Το άρθρο 13 αναφέρει ότι η πραγματογνωμοσύνη διεξάγεται από ειδικό κέντρο αποτοξίνωσης ή από τον αρμόδιο τομέα Ανωτάτου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος ή από την Ιατροδικαστική Υπηρεσία. Πουθενά δεν αναφέρει τη λέξη «ιδιώτη».
Η υπ’ αριθμ. 3982 / 7.10.1987 απόφαση του υπουργού Υγείας και Πρόνοιας αναφέρει πώς γίνεται ο έλεγχος της χρήσης ναρκωτικών ουσιών: «Ο εργαστηριακός έλεγχος της χρήσης ναρκωτικών ουσιών γίνεται με τοξικολογική ανάλυση σωματικών υγρών του εξεταζόμενου (αίμα, ούρα), σε χρόνο μικρότερο από 48 έως 72 ώρες από την τελευταία λήψη της ναρκωτικής ουσίας του εξεταζόμενου. Το δείγμα των σωματικών υγρών λαμβάνεται υπό συνθήκες ασφαλείας σε δύο σφραγισμένα φιαλίδια, που αναγράφουν ανεξίτηλα το άνομη του εξεταζομένου και την ημερομηνία λήψης.
Ο κλινικός έλεγχος της χρήσης ναρκωτικών ουσιών γίνεται ως εξής: Ο εξεταζόμενος εισάγεται άμεσα για κλινική παρακολούθηση σε δημόσιο νοσηλευτικό ή ειδικό σωφρονιστικό κατάστημα για τουλάχιστον πέντε ημέρες. Κατά τη διάρκεια του κλινικού ελέγχου πραγματοποιείται συμπληρωματικά -προσέξτε τη λέξη- και πλήρης σωματικός έλεγχος για την ανακάλυψη στοιχείων, όπως ουλές, νυχιές, κλπ. Άρα, τον κλινικό έλεγχο ο νομοθέτης -και πολύ σοφά- τον θεωρεί συμπληρωματικό του τοξικολογικού ελέγχου.
Και ερχόμαστε σε μία, κατά την άποψή μου, αδόκιμη, σήμερα, τουλάχιστον, απόφαση, την υπ’ αριθμ. 3982/87, μετά την ψήφιση του ν. 1729, η οποία λέει ότι πρέπει να γίνεται ο τοξιλογικός έλεγχος και βάζει εννέα κριτήρια. Πρόκειται για εννέα συγκεκριμένες ερωτήσεις που πρέπει να κάνουμε στους προσερχόμενους και τις οποίες έχουν… διδαχθεί! Αν αυτοί απαντήσουν σωστά στις τρεις από αυτές τις ερωτήσεις τότε θεωρούνται de facto εξαρτημένοι και τυγχάνουν των ευεργετικών διατάξεων του νόμου.
Μπίνγκο με τρεις
Πρώτο: Αν καταναλώνει ουσίες σε μεγαλύτερες ποσότητες και για μεγαλύτερη χρονική περίοδο που είχε διάθεση, πρόθεση. Μας απαντά ότι καταναλώνει μεγαλύτερες ποσότητες.
Δεύτερο: Αν έχει κάνει κάποια ανεπιτυχή προσπάθεια για να ξεφύγει από τα ναρκωτικά ή αν έχει κάνει κάποια προσπάθεια για να τα μειώσει. Μας απαντά ότι προσπάθησε, αλλά δεν τα κατάφερε.
Τρίτο: Αν καταναλώνει μεγάλο μέρος του χρόνου του σε αναγκαίες δραστηριότητες για να χρησιμοποιήσει την ουσία. Μας απαντά ότι όλη την ημέρα τρέχει να τη βρει.
Τέταρτο: Αν εμφανίζει καταστάσεις μέθης ή στερητικά συμπτώματα.
Πέμπτο: Αν εγκαταλείπει σημαντικές ασχολίες.
Έκτο: Αν συνεχίζει τη χρήση της ουσίας, έχοντας επίγνωση ότι η χρήση της προκαλεί διαρκές κοινωνικό, ψυχολογικό φαινόμενο.
Έβδομο: Αν έχει ανάγκη να πάρει μεγαλύτερες ποσότητες ουσιών.
Όγδοο: Αν εμφανίζει τα χαρακτηριστικά συμπτώματα της στέρησης, όπως πόνους, μυαλγίες, διάρροιες, τρόμο, κ.λπ.
Ένατο: Αν χρησιμοποιεί συχνά τη ναρκωτική ουσία για να ανακουφιστεί ή να απωθηθούν τα σωματικά συμπτώματα.
Αυτές τις ερωτήσεις τις κάνουμε στους ζωντανούς. Πώς, όμως, θα αποδείξουμε ότι οι νεκροί πέθαναν από χρήση ναρκωτικών ουσιών;
Όχι από ιδιώτες, αλλά ποιος το τηρεί;
Το άρθρο 13 του ν. 2161, ο οποίος είναι επίσης πολύ σημαντικός νόμος, αναφέρει ρητά ότι ο έλεγχος πρέπει να γίνεται από επίσημους φορείς και όχι από ιδιώτες. Για να ελέγξουμε αν ο προσερχόμενος είναι τοξικομανής ή όχι, το δικαστήριο μπορεί να διατάξει ψυχοϊατροδικαστική πραγματογνωμοσύνη και εργαστηριακή εξέταση, προκειμένου να καθοριστεί αν πράγματι υπάρχει εξάρτηση, καθώς και το είδος και η έκταση, κατά τα αναφερόμενα, ειδικά στην παράγραφο 3, κριτήρια. Η πραγματογνωμοσύνη διεξάγεται -και αυτό έχει σημασία- από τα ειδικά δημόσια κέντρα απεξάρτησης, από τις ψυχιατρικές κλινικές και τα εργαστήρια ιατροδικαστικής και τοξικολογίας των ΑΕΙ, από τις ιατροδικαστικές υπηρεσίες, εφ’ όσον αυτές διαθέτουν ειδικά εργαστήρια, ή από τα νομαρχιακά ή τα περιφερειακά νοσοκομεία, που έχουν τη δυνατότητα να διεξάγουν τέτοια πραγματογνωμοσύνη με αντίστοιχες κλινικές και εργαστήρια. Πουθενά δεν λέει ότι ο ιδιώτης, που λειτουργεί σύμφωνο με τα δικά του προσωπικά συμφέροντα, τα οποία λίγο πολύ τα γνωρίζουμε, κάνει πραγματογνωμοσύνη για να δίνει «το συγχωροχάρτι» για να πάει ο χρήστης δέκα χρόνια φυλακή ή για να αθωωθεί.
Όταν τόσο εγώ όσο και οι συνάδελφοί μου κληθήκαμε από τον Εισαγγελέα κ. Βρώντζο και το υπουργείο να εφαρμόσουμε τα εννέα κριτήρια της υπουργικής απόφασης -κατά την άποψή μου, πρόκειται για αντιεπιστημονική, εφαρμογή τους, σήμερα τουλάχιστον- βρεθήκαμε κατηγορούμενοι.
Εάν οποιοδήποτε υπουργείο θέλει να μας καταστήσει «εργολάβους» και να μας λέει με τα ιατροδικαστικά μας δικαιώματα να αγοράσουμε τα αντιδραστήρια, τα μηχανήματα και να λειτουργήσουμε εργολαβικά μέσα στο ίδιο το πανεπιστήμιο, πολύ ευχαρίστως να γίνουμε. Εμείς, όμως, αποποιούμεθα αυτή την εργολαβική σχέση. Είναι προς τιμήν του Εργαστηρίου, που επί πενήντα οκτώ χρόνια λειτουργεί και καλύπτει είκοσι δύο νομούς της Βόρειας Ελλάδος για όλες τις εξετάσεις, ακόμη και τις τοξικολογικές εξετάσεις ζώων. Εμείς δεν θέλουμε ούτε ένα ευρώ για προσωπική αμοιβή. Είμαστε όλοι σύμφωνοι. Το Εργαστήριό μας βραβεύτηκε το 2002 σε έναν διαγωνισμό του ΟΗΕ μεταξύ όλων των πανεπιστημίων που διαγωνίστηκαν. Όμως, μετά από δύο χρόνια η ελληνική πολιτεία αντί να μας επιβραβεύσει προσπαθεί έμμεσα να μας κλείσει, στερώντας από εμάς τις δυνατότητες να λειτουργήσουμε. Δυστυχώς, είμαστε τα «νόθα παιδιά» των εξής υπουργείων: Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων. Ευτυχώς που ακόμη λειτουργούμε για το Υπουργείο Υγείας. Δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσες εκατοντάδες επείγουσες περιπτώσεις κάθε χρόνο εξυπηρετούμε. Αν εμείς δεν απαντήσουμε έγκαιρα τι ακριβώς χρειάζεται να πάρει ο χρήστης, ώστε οι συνάδελφοί μας γιατροί να δώσουν τη δέουσα θεραπεία, η καθυστέρηση θα αποβεί μοιραία.
Θέλουμε να καλύπτουμε εντίμως και δικαίως τους 22 νομούς της Β. Ελλάδος. Αν θέλει το υπουργείο μπορεί να μας εντάξει σε εφημερία, όπως όλοι οι συνάδελφοι. Εγώ, επί 32 χρόνια που εργάζομαι, δεν έχω πάρει ούτε μία μέρα εφημερία. Αυτό το ξέρετε πολύ καλά, εσείς που κατάγεστε από τη Βόρεια Ελλάδα. Επί 15 μέρες στο Γιάκοβλεφ δουλεύαμε μέρα νύχτα και αντεπεξήλθαμε πλήρως. Ταυτοποιήσαμε πλήρως τα 74 πτώματα. Ένα τέτοιο εργαστήριο, λοιπόν, θέλουμε να το κλείσουμε.
Επιβραβεύονται οι έμποροι
Μίλησα συγκινησιακά, διότι βλέπω ανθρώπους οι οποίοι «σπρώχνουν» τα ναρκωτικά να επιβραβεύονται, παίρνοντας από κάποιον ιδιώτη χαρτί ότι είναι εξαρτημένοι. Και βλέπω κάποια άτομα, τα οποία πραγματικά τα λυπάσαι, και δεν μπορούμε να επιβεβαιώσουμε ότι πράγματι αυτοί είναι χρήστες ταλαιπωρημένοι. Όπως είπε και ο πρόεδρος, ένα πολύ σημαντικό ποσοστό, ιδίως αλλοδαποί, δηλώνουν, άλλα και όταν κάνουμε εξέταση ούρων και αίματος διαπιστώνουμε ότι μας είπαν ψέματα. Αυτό το αναφέρω στις εκθέσεις μου.
Νομίζω ότι το ελληνικό κράτος θα μπορούσε να δώσει τα χρήματα τα οποία θα στήριζαν ένα τέτοιο εργαστήριο για να λειτουργήσει και για να ανανεώσει τον εξοπλισμό του. Γιατί, μετά από τέσσερα χρόνια που έχουμε σταματήσει, ο εξοπλισμός μας είναι, πλέον, πεπαλαιωμένος.
Αυτήν τη στιγμή χρειαζόμαστε 100.000 ευρώ για εξοπλισμό. Αν πάρουμε τον σύγχρονο εξοπλισμό των 100.000 ευρώ, χρειαζόμαστε 35.000 ευρώ τον χρόνο για να λειτουργούμε. Για να αντεπεξέλθουμε σε 22 νομούς και να κάνουμε πλήρεις τοξικολογίες εξετάσεις, όχι μόνο για τους τοξικομανείς, αλλά και για κάποιον που πήρε φυτοφάρμακο και πέθανε, χρειαζόμαστε 100.000 ευρώ για τον εξοπλισμό.