Συνεννόηση κορυφής για τη συμφωνία ΓΣΕΕ – εργοδοτών;

• Σε «συνεννοήσεις κορυφής» (πιο κορυφής δεν γίνεται) για αποκλιμάκωση της έντονης κοινωνικής δυναμικής που είχε αναπτυχθεί το τελευταίο διάστημα με αφορμή τα καυτά εργασιακά και εισοδηματικά ζητήματα.

Έτσι, η συναίνεση για αποκατάσταση μιας ομαλής πολιτικής πορείας κρίθηκε ως κυρίαρχη προτεραιότητα, τόσο για τη κυβέρνηση όσο και για το ΠΑΣΟΚ – έστω και με λογικές που ξεκίνησαν από διαφορετική αφετηρία, αλλά οδηγούσαν στο ίδιο τέρμα:

Τις επιλογές της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και κυρίως τις επόμενες βουλευτικές εκλογές, που τοποθετούνται για το φθινόπωρο του 2007 (σ.σ.: η καταβολή του 5,2% στις 1.5.2007 στα πλαίσια της ΕΓΣΣΕ δεν μπορεί να θεωρηθεί τόσο τυχαίο γεγονός).

Τα δύο μεγάλα κόμματα φαίνεται να εκτιμούν προεκλογικό κλίμα με έντονες τις ταξικές και κοινωνικές συγκρούσεις, λειτουργίες σε βάρος και των δύο αυτών πόλων που διεκδικούν την εξουσία, καθώς θα ήταν «υποχρεωμένα» εκ των πραγμάτων να προτείνουν στον ελληνικό λαό σαφείς θέσεις και λύσεις στα προβλήματα που αντιμετωπίζει.

Συνεπώς, με την αντιμετώπιση τώρα των δυσάρεστων εκκρεμοτήτων, εξασφαλίζεται η «αναγκαία» πολιτική νηνεμία.

Υπογράφεται η ΕΓΣΣΕ

Μέσα σε (συναινετικό) κλίμα ικανοποίησης τόσο η κυβέρνηση της ΝΔ όσο και το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης (ΠΑΣΟΚ) προσβλέπουν στην εκτόνωση της κοινωνικής δυναμικής που προσφάτως είχε αναπτυχθεί, με την υπογραφή στις 12 Απριλίου της συμφωνίας μεταξύ εργοδοτών – εργαζομένων (με αποχή της συνδικαλιστικής Αριστεράς) για τις αυξήσεις που θα χορηγηθούν στις κατώτατες αποδοχές την διετία 2006-2007 στο πλαίσιο της νέας Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ).

Μεγάλος νικητής των διαπραγματεύσεων αναδείχτηκαν οι βιομήχανοι (ΣΕΒ), που τηρώντας εξακολουθητικά, τακτικές εκβιασμού, επέβαλαν τελικές αυξήσεις πολύ κοντά στις αρχικές προτάσεις του προέδρου κ. Οδ. Κυριακόπουλου, ενώ έγινε φανερό σε όλη τη διάρκεια του διαλόγου ότι τόσο η ΝΔ όσο και το ΠΑΣΟΚ δεν επιθυμούσαν ρήξη με τον ΣΕΒ. Προτάσσοντας την ανάγκη για εργασιακή ειρήνη, προς όφελος της εθνικής μας οικονομίας. Σημειώνεται ότι:

• Για πρώτη φορά στα μεταπολιτευτικά χρονικά θα υπογραφεί οικονομική συμφωνία, χωρίς να προηγηθεί διάλογος και ανάλογη συμφωνία για τα θεσμικά αιτήματα της ΓΣΕΕ. Και επίσης:

• Για πρώτη φορά στο πλαίσιο μιας ΕΓΣΣΕ η καταβολή της δόσης της αύξησης για τον δεύτερο χρόνο αρχίζει από 1.5.2007 αντί από 1.1.2007.

Η Συμφωνία της Δευτέρας επικυρώθηκε από την Ολομέλεια της διοίκησης της ΓΣΕΕ (κατά πλειοψηφία) με τον πρόεδρο Χρ. Πολυζωγόπουλο (ΠΑΣΚΕ) και τον γενικό γραμματέα Κώστα Πουπάκη (ΔΑΚΕ) να μας δηλώνουν ότι είναι η καλύτερη δυνατή συμφωνία μέσα στις συγκεκριμένες συνθήκες στις οποίες αναπτύχθηκε ο διάλογος.

Με την κυβέρνηση να επιβάλλει και να ευνοεί αυξήσεις της τάξεως του 3% και τους βιομηχάνους να απειλούν κάθε στιγμή να διακόψουν τις διαπραγματεύσεις, μας είπε κορυφαίο συνδικαλιστικό στέλεχος, ελάχιστα λεπτά πριν από την επίτευξη συμφωνίας, ο πρόεδρος του ΣΕΒ «απείλησε με αποχώρηση λέγοντας προς το προεδρείο της ΓΣΕΕ να περιμένει, αν το επιθυμεί, να διαπραγματευθεί με τον νέο πρόεδρο του Συνδέσμου που θα εκλεγεί τον Μάιο».

Όπως μάλιστα μας μετέφερε ο αντιπρόεδρος της ΔΑΚΕ Φιλ. Ταυρής, ο κ. Κυριακόπουλος ήταν συνεχώς με ένα φορητό υπολογιστή μπροστά του και μετρούσε διαρκώς τις οικονομικές «επιπτώσεις» που θα είχε η εφαρμογή των διάφορων σεναρίων που καταθέτουν οι συνομιλητές, τόσο ως προς το ύψος του ποσοστού όσο και ως προς τον χρόνο κατανομής του.

Εκτός, όμως από τον κ. Κυριακόπουλο, και ο πρόεδρος των επαγγελματιοβιοτεχνών, Δ. Ασημακόπουλος, απείλησε με αποχώρηση κάποια στιγμή, όταν αντελήφθη ότι διαδηλωτές που βρίσκονταν έξω από τα γραφεία των εμπόρων στα οποία γινόταν η συνάντηση χλεύαζαν πρόταση που μόλις είχε καταθέσει και αφορούσε τη χρονική κατανομή των αυξήσεων.

Αξίζει ακόμη να αναφερθεί ότι ένα βήμα πριν από την τελική συμφωνία, ο πρόεδρος των εμπόρων Κ. Αρμενάκης έπειτα από παρέμβαση κορυφαίου συνδικαλιστικού παράγοντα της ΝΔ επέμεινε και πέτυχε να ανατρέψει την καταβολή της α΄ δόσης για το 2006 από 1ης Φεβρουαρίου όπως επέμενε ο ΣΕΒ και έναρξη καταβολής της την 1/1/2006. Για υψηλότερα ποσοστά αύξησης, επέμεναν τόσο ο εκπρόσωπος του ΠΑΜΕ Γιώργος Μαυρίκος όσο και ο αντιπρόεδρος της ΓΣΕΕ Αλ. Καλύβης (Αυτ. Παρέμβαση).

Ο κ. Μαυρίκος επέμενε για κατώτατο μισθό 1.300 ευρώ, ενώ ο κ. Καλύβης επέμενε ότι με τη συνέχιση των απεργιακών κινητοποιήσεων, ήταν δυνατή η επίτευξη καλύτερου αποτελέσματος.

Η αντίθεση των δύο συνδικαλιστικών στελεχών της Αριστεράς προς τη συμφωνία πήρε διαστάσεις πρωτοφανούς πολιτικής – συνδικαλιστικής όξυνσης κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της διοίκησης της ΓΣΕΕ την Τρίτη, με αποκορύφωμα μετά την ανταλλαγή βαρέων φράσεων μεταξύ του προέδρου κ. Πολυζωγόπουλου και του κ. Μαυρίκου, ο τελευταίος να «εκτοξεύσει» εναντίον του πρώτου ολόκληρη τη δέσμη των χαρτιών της εισήγησής του όπως την κρατούσε με τα δύο του χέρια.

Όπως γράψαμε και στο προηγούμενο φύλλο, όλες οι συνδικαλιστικές παρατάξεις, για δικούς της λόγους η καθεμία, ήθελαν οι διαπραγματεύσεις να καταλήξουν σε συμφωνία. Και αυτό γιατί:

• Σε καμία περίπτωση δεν επιθυμούσαν το ποσοστό της αύξησης να ήταν προϊόν Διαιτησίας από τον σχετικό οργανισμό (ΟΜΕΔ) και

• Επειδή διαφαινόταν ότι ο ΣΕΒ ήταν αποφασισμένος να αποχωρήσει σε περίπτωση μεγαλύτερης «πίεσης», οι εκπρόσωποι της ΓΣΕΕ έκριναν (και σωστά) σκόπιμο να μη σπάσει το εργοδοτικό μέτωπο και να προχωρήσουν σε συμφωνία μόνο με τους λεγόμενους μικρομεσαίους, που παραδοσιακά ήταν πάντα πιο κοντά στις θέσεις των εργαζομένων.

Η αποχώρηση των «ισχυρών» εργοδοτών θα αποδυνάμωνε τον ίδιο τον θεσμό των συλλογικών διαπραγματεύσεων.

Σε συνδικαλιστικό επίπεδο, οι χειρισμοί ήταν σωστοί, όμως παραμένει αναπάντητο το (πολιτικό) ερώτημα, γιατί η ΠΑΣΚΕ (σ.σ.: και προφανώς το ΠΑΣΟΚ) με τη συμφωνία αυτή έβγαλαν από μια δυσχερή θέση κυβέρνηση και βιομηχάνους, που τη δεδομένη στιγμή συγκέντρωναν τη γενική κατακραυγή, και όπως κατέγραφαν και οι δημοσκοπήσεις, επέφεραν συνεχή φθορά στη ΝΔ και την κυβέρνηση της. Ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Χρ. Πολυζωγόπουλος, διέψευδε με κατηγορηματικό τρόπο ότι υπήρξε οποιαδήποτε παρέμβαση από το ΠΑΣΟΚ (σ.σ.: είναι μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου) για να ολοκληρωθούν με συμφωνία οι διαπραγματεύσεις, ενώ το ίδιο κατηγορηματικός εμφανίστηκε για το ίδιο θέμα και ο γενικός γραμματέας της Συνομοσπονδίας κ. Κώστας Πουπάκης, και οι δύο συνδικαλιστές υπερασπίστηκαν το αποτέλεσμα της συμφωνίας, κρίνοντας ότι είναι το καλύτερο που μπορούσε να επιτευχθεί στις παρούσες συνθήκες, υπογραμμίζοντας με νόημα ότι όσοι δεν έχουν την ευθύνη των διαπραγματεύσεων «μπορούν να λένε ότι θέλουν».

Πάντως, από την εξέλιξη των αυξήσεων στις κατώτερες αποδοχές στο διάστημα 1984-2003 (βλέπετε πίνακα) προκύπτει ότι ΠΑΣΚΕ και ΔΑΚΕ τελικώς κατέληξαν σε συμφωνίες που κινούνταν πάντοτε στα όρια του πληθωρισμού, «διευκολύνοντας» τις όποιες κυβερνήσεις στην εφαρμογή της οικονομικής – κοινωνικής τους πολιτικής.


Σχολιάστε εδώ