Αναζητείται από τις ΗΠΑ διέξοδος για την Άγκυρα στην Ευρώπη

Υπενθύμισε επίσης την έκθεση προόδου για την Τουρκία που είχε υποβάλει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Οκτώβριο του 2005.

Αναφερόταν ειδικά σε αυτήν δήλωση του τούρκου υπουργού Εξωτερικών κ. Γκιουλ, ότι το casus belli «μπορεί να τερματισθεί».
Από τότε «δεν υπήρξε καμία συνέχεια στο θέμα», κατέληξε ο φινλανδός επίτροπος.

Στο ίδιο μήκος κύματος ο φινλανδός πρωθυπουργός Βανχάνεν, κατά την επίσκεψή του στην Άγκυρα, υπενθύμισε με αυστηρότητα «δεν πρέπει να λησμονείται το γεγονός ότι είτε η Τουρκία είτε οποιαδήποτε άλλη υποψήφια προς ένταξη νέα χώρα δεν θα μπορέσει να ενταχθεί στην Ένωση, εάν δεν ανταποκριθεί πλήρως σε όλα τα κριτήρια της ΕΕ».

Το μήνυμα από ευρωπαίους εκπροσώπους προς την Άγκυρα, σε ό,τι αφορά τις σαφείς υποχρεώσεις που ανέλαβε έναντι της ΕΕ, με πρώτο θέμα την εφαρμογή του πρωτοκόλλου Τελωνειακής Συνδέσεως, είναι σαφές.

Το κλίμα επιδεινώνεται περαιτέρω από την αναζωπύρωση του Κουρδικού. Τα τελευταία σχετικά γεγονότα επαναφέρουν στο πολιτικό προσκήνιο ένα θέμα για το οποίο έγιναν τεράστιες προσπάθειες στο παρελθόν να τεθεί, για ένα διάστημα τουλάχιστον, στο πολιτικό περιθώριο για να μην αποτελέσει εμπόδιο στην τουρκική ευρωπαϊκή πορεία.

Η επάνοδός του στο προσκήνιο, με μαζικές διαδηλώσεις και με σποραδική προς το παρόν ένοπλη ανταρτική δράση επανενεργοποιεί, εκτός των άλλων, μια ευαίσθητη τουρκική χορδή. Τη στρατηγική συμμαχία των ΗΠΑ και του Ισραήλ με τους Κούρδους του Ιράκ και την άρνηση των ΗΠΑ να συνεργασθούν με τον τουρκικό στρατό για την εξουδετέρωση μερικών χιλιάδων Κούρδων ανταρτών του ΡΚΚ που βρήκαν καταφύγιο στα βουνά του βορείου Ιράκ.

Η προσθήκη του κουρδικού παράγοντα στα προβλήματα της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας αναδεικνύει για άλλη μια φορά το χάσμα που χωρίζει την Τουρκία από την Ευρώπη και τις προδιαγραφές της. Δημιουργεί επίσης πρόσθετα πολιτικά προβλήματα στην υποστήριξη της πορείας της ακόμη και από τους ανένδοτους φίλους της όπως είναι οι Πράσινοι στο Ευρωκοινοβούλιο.

Ενδεικτική και χαρακτηριστική από την άποψη αυτή είναι η πρόταση που υπέβαλε ο Ολλανδός… Πράσινος ευρωβουλευτής Γιοστ Λιανγκεντάικ στη συνεδρίαση της Κοινής Επιτροπής του Ευρωκοινοβουλίου και της Τουρκικής Εθνοσυνελεύσεως για συζήτηση της καταστάσεως στη ΝΑ Τουρκία και για σεβασμό των δικαιωμάτων των Κούρδων. Η τουρκική πλευρά αντέδρασε με έκπληξη και οργή στην πρόταση των φίλων της.

Δραστηριοποίηση του αμερικανικού παράγοντα

Ο αμερικανικός παράγων δραστηριοποιείται εκ νέου για να βγάλει πάλι την Άγκυρα από τη δύσκολη θέση. Για να τονώσει επίσης τη φθίνουσα, εσωτερική και διεθνή, εικόνα του τούρκου πρωθυπουργού Ερντογκάν. Ο τελευταίος εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται από τον στρατό με μεγάλη καχυποψία, παρά την πλήρη ταύτιση και ευθυγράμμισή του μ’ αυτόν στα θέματα εθνικής στρατηγικής, εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας.

Η ανησυχία των στρατηγών απορρέει από την καταγγελλόμενη ενίσχυση του ισλαμιστικού πνεύματος, που υπονομεύει σε κοινωνικό και πολιτικό βάθος το περιβόητο «κοσμικό κράτος», που το «προστατεύει» ως κεμαλική παρακαταθήκη ο στρατός.

Ο αμερικανικός παράγων θέτει ως προτεραιότητα την παράκαμψη των πολύ συγκεκριμένων υποχρεώσεων της Άγκυρας όπως είναι η επικύρωση από την Τουρκική Εθνοσυνέλευση και η εφαρμογή του Πρωτοκόλλου Τελωνειακής Συνδέσεως στην περίπτωση της Κύπρου. Το θέμα αυτό μπορεί να αποδειχθεί πολύ επικίνδυνος ύφαλος για την Άγκυρα το φθινόπωρο, όταν θα υποβάλει τότε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή την έκθεση προόδου για την Τουρκία. Μπορεί επίσης να αποτελέσει θέμα εμπλοκής στο άνοιγμα των διαπραγματευτικών κεφαλαίων, ιδίως μετά την επικαιροποίηση, με γαλλική επιμονή, του δικαιώματος οποιασδήποτε χώρας να θέσει πολιτικά κριτήρια σε σχέση με το άνοιγμα οποιουδήποτε κεφαλαίου.

Η αμερικανική πλευρά επιδιώκει, στο πνεύμα αυτό, δύο διπλωματικούς στόχους. Πρώτον, να δεσμεύσει με πιέσεις την ελληνική πλευρά να μη φτάσει μέχρι το βέτο στο άνοιγμα των πρώτων διαπραγματευτικών κεφαλαίων ΕΕ – Τουρκίας, εάν η τελευταία μείνει ανυποχώρητη και δεν εφαρμόσει για την Κύπρο το Πρωτόκολλο Τελωνειακής Συνδέσεως.

Είναι βέβαιο ότι αυτό ήταν ένα από τα θέματα που συζητήθηκαν διακριτικά στη συνάντηση Ντόρας Μπακογιάννη και Κοντολίζα Ράις. Είναι βέβαιο επίσης ότι το θέμα αυτό συζητήθηκε διακριτικά στη Λευκωσία μεταξύ του προέδρου Παπαδόπουλου και της Ελληνίδας υπουργού Εξωτερικών, έστω και αν συγκαλύφθηκε με επιδέξιο διπλωματικό τρόπο με διπλής κατευθύνσεως δηλώσεις.

Δηλώθηκε π.χ. με αυστηρότητα ότι η Τουρκία οφείλει να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της. Παραλλήλως όμως τονίσθηκε, με έμφαση, ότι στόχος της ελληνικής πλευράς είναι η συνέχιση και η πρόοδος της τουρκικής ευρωπαϊκής πορείας.

Ο δεύτερος διπλωματικός στόχος της αμερικανικής πλευράς, η επανέναρξη μιας νέας διπλωματικής διαδικασίας για το Κυπριακό, προβάλλεται ως παραχώρηση προς την ελληνική πλευρά και ως υποστήριξη των ελληνικών προσπαθειών προς αυτή την κατεύθυνση.

Η ελληνική πλευρά δεν πρέπει όμως να κάνει λάθος εκτίμηση των πραγματικών αμερικανικών προθέσεων και στόχων. Στο μέτρο που η ελληνική θέση (ή θέση Ελλάδος – Κύπρου) δεν ταυτίζεται με σχέδια λύσεως τύπου Ανάν, υπάρχει ουσιαστική διάσταση στους στόχους και στους όρους για την επανάληψη μιας νέας διπλωματικής πρωτοβουλίας στο Κυπριακό.

Η αμερικανική πλευρά, από κοινού, βεβαίως, με τη βρετανική έχει, πρώτον, ως στρατηγικό στόχο την επιβολή, ντε φάκτο, λύσεως τύπου Ανάν. Έχει, δεύτερον, ως γεωπολιτική προτεραιότητα τη στήριξη της τουρκικής ευρωπαϊκής πορείας. Έχει, τρίτον, ως τακτικό στόχο την εκκίνηση μιας νέας διπλωματικής διαδικασίας, που θα λειτουργήσει σαν άλλοθι για την Τουρκία, και θα αξιοποιηθεί ταυτοχρόνως για να προωθηθεί η ιδέα δύο «ισότιμων μερών» στην Κύπρο, οι σχέσεις των οποίων πρέπει να «εξομαλυνθούν» για την «επανένωση». Στο πνεύμα αυτό, είναι χαρακτηριστική η εμμονή της αμερικανικής πλευράς όπως και της τουρκικής, οι Τεχνικές Επιτροπές που συμφωνήθηκαν στο Παρίσι μεταξύ Κόφι Ανάν και Τάσσου Παπαδόπουλου να ασχοληθούν μόνο με θέματα «καθημερινότητας» και όχι ουσίας του Κυπριακού.

Ο κύπριος πρόεδρος έκανε εξαρχής σαφές ότι «στόχος των Τεχνικών Επιτροπών είναι η διεξαγωγή συνομιλιών για τη γεφύρωση του χάσματος και η προετοιμασία επί της ουσίας διαπραγματεύσεων για συνολική διευθέτηση του Κυπριακού».

Η διπλωματική διελκυστίνδα για τους όρους και το αντικείμενο μιας νέας πρωτοβουλίας δεν είναι χωρίς νόημα. Η διαδικασία, ως συνήθως, είναι μέρος της ουσίας.

Η ελληνική πλευρά δεν έχει κανέναν λόγο να επισπεύδει την επανέναρξη μιας νέας πρωτοβουλίας στρατηγικού αποπροσανατολισμού

Είναι προφανές ότι η ελληνική πλευρά δεν έχει κανέναν λόγο να επισπεύδει την επανέναρξη για λόγους εντυπώσεως, μιας διπλωματικής διαδικασίας, που θα δώσει άλλοθι στην Άγκυρα και θα αποπροσανατολίσει στρατηγικά το Κυπριακό προς την κατεύθυνση μιας ντε φάκτο «λύσεως» δύο ισότιμων μερών.

Οι τελευταίες αμερικανικές παραινέσεις για έναρξη των συζητήσεων στις Τεχνικές Επιτροπές πάνω σε θέματα «χαμηλής πολιτικής», με την επιφύλαξη να διαπιστωθεί στην πορεία, εάν είναι δυνατόν οι συζητήσεις να αγγίξουν και θέματα ουσίας, δεν διαφέρουν ουσιαστικά από τις προηγούμενες προτάσεις για συζήτηση θεμάτων «καθημερινότητας».

Είναι πολύ πιθανόν να επιστρατευθεί πάλι προς την ελληνική πλευρά το θέμα της Αμμοχώστου, που ανασύρεται κάθε τόσο ως δόλωμα για την ελληνική πλευρά, με πραγματικό στόχο το θέμα αυτό να διασυνδεθεί με τις πιέσεις για το «απευθείας εμπόριο». Είναι τραγικό να διαπιστώνει κανείς ότι η Ελλάδα και η Κύπρος δέχθηκαν να δώσουν τη συγκατάθεσή τους για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας, για ένα θέμα που έχει ύψιστη γεωπολιτική και στρατηγική σημασία για την Άγκυρα, χωρίς να αποσπάσουν την επιστροφή τουλάχιστον της Αμμοχώστου στους κατοίκους της ως δείγμα τουρκικής καλής θελήσεως. Πολύ περισσότερο, όταν υπάρχει γι’ αυτό ειδικό ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας, που καλεί την Άγκυρα να επιστρέψει την περιφραγμένη Αμμόχωστο στους κατοίκους της ως χειρονομία καλής θελήσεως.

Κατά τον ίδιο τρόπο, δεν εξασφάλισε η Ελλάδα ούτε την άρση του casus belli, παρά τη δήλωση Γκιουλ, ούτε καν το άνοιγμα της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης.

Η ελληνική πλευρά θεωρεί σκόπιμο να προωθήσει μια νέα πρωτοβουλία κατά τη διάρκεια της ευνοϊκής αυστριακής προεδρίας, γιατί εκτιμά ότι αυτό μπορεί να τη βοηθήσει να εξασφαλίσει τους ελάχιστους όρους που επιδιώκει, σε ό,τι αφορά τουλάχιστον την ΕΕ και ειδικά τον κανονισμό για το «απευθείας εμπόριο». Ο στόχος αυτός συμπίπτει με την αμερικανική επιδίωξη να δημιουργηθεί διπλωματική κινητικότητα πριν το κρίσιμο ραντεβού του φθινοπώρου, κατά το οποίο θα καταθέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή την έκθεση προόδου για την Τουρκία.

Λαμβανομένου υπʼ όψιν ότι για το «απευθείας εμπόριο» η Κύπρος έχει δικαίωμα βέτο στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, δεν έχει κανέναν λόγο να επισπεύσει προσχηματικές διαπραγματεύσεις, για να διευκολύνει ουσιαστικά την Άγκυρα και τη διπλωματική της πορεία.

Έχει ήδη διαρρεύσει ικανός χρόνος και ο καθένας μπορεί να διαπιστώσει με ασφάλεια εάν και πόσο απέδωσε η ακολουθούμενη πολιτική απέναντι στην Άγκυρα. Είναι καιρός να επανεξετασθεί σοβαρά η πολιτική αυτή. Να σταλεί μήνυμα σταθερότητας προς την Άγκυρα. Εάν η τελευταία είναι πεπεισμένη ότι η αδιαλλαξία της δεν πρόκειται να έχει κανένα κόστος, αλλά μόνο νέα οφέλη, δεν έχει, ασφαλώς, και κανέναν λόγο να αλλάξει πολιτική και στρατηγική.

* Ο Περικλής Νεάρχου διετέλεσε σύμβουλος επί θεμάτων εξωτερικής πολιτικής του Ανδρέα Παπανδρέου


Σχολιάστε εδώ