ΣΤΗΝ ΓΚΙΛΟΤΙΝΑ ο νεοφιλελευθερισμός στη Γαλλία
Φοιτητές και εργάτες ολόκληρη την προηγούμενη εβδομάδα συνέχισαν να διαδηλώνουν στους δρόμους της Γαλλίας απαιτώντας την ακύρωση του νόμου, ενδεχόμενο που απέκλειε κατηγορηματικά ο πρωθυπουργός Ντομινίκ ντε Βιλπέν, τουλάχιστον μέχρι την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές. Όλα όμως θα κριθούν μεθαύριο, Τρίτη 28 Μαρτίου, οπότε οι δρόμοι της Γαλλίας θα κατακλυσθούν από εργαζομένους που θα συμμετάσχουν στη γενική απεργία.
Tο κλίμα που υπάρχει μέχρι τώρα στη Γαλλία είναι εκρηκτικό – σε βαθμό τέτοιο, ώστε πολλές εργατικές ομοσπονδίες (δεδομένου ότι στη Γαλλία δεν υφίσταται γενική συνομοσπονδία) να αναγκασθούν να συναινέσουν στον ορισμό της απεργίας κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή και παρά τη θέλησή τους. Καθοριστικό ρόλο σε αυτή την εξέλιξη, που κλιμακώνει αποφασιστικά τις αντιδράσεις απέναντι στην κυβέρνηση, έπαιξε ο βαρύτατος τραυματισμός ενός διαδηλωτή, ο οποίος επί ημέρες βρισκόταν σε κώμα. Ο τραυματισμός του έγινε το προηγούμενο Σάββατο, όταν σε όλη τη Γαλλία κατέβηκαν στο δρόμο περισσότεροι από ενάμισι εκατομμύριο εργαζόμενοι και φοιτητές ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα των συνδικάτων και των φοιτητικών ενώσεων. Ο άτυχος 39χρονος διαδηλωτής, που ήταν δραστήριος συνδικαλιστής και εργαζόταν σε εταιρεία κινητής τηλεφωνίας, βρισκόταν καθισμένος σε ένα πεζοδρόμιο στην πλατεία ντε λα Νασιόν ταυ Παρισιού, όταν ποδοπατήθηκε από αστυνομικούς των ειδικών δυνάμεων κατά τη διάρκεια εφόδου τους. Οι δικαιολογίες που επικαλέστηκε η αστυνομία στη συνέχεια -απ’ το ότι ποδοπατήθηκε από άλλους διαδηλωτές μέχρι ότι βρέθηκε στο αίμα του αλκοόλ- δεν κατάφεραν να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις για την αποκλειστική ευθύνη που έφερε όχι μόνο για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες υπέστη τις βαριές κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, αλλά και για την αδιαφορία της να καλέσει τις πρώτες βοήθειες.
Ο βαρύς τραυματισμός του διαδηλωτή, που αποκάλυψε τον αυταρχισμό της κυβέρνησης, ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Έτσι, τα κατειλημμένα πανεπιστήμια τις επόμενες μέρες έφθασαν τα 65 σε σύνολο 88, ενώ τα κατειλημμένα σχολεία ξεπέρασαν τα 320. Ταυτόχρονα όλο και μεγαλύτερο μέρος της κοινής γνώμης, όπως αυτή καταγράφεται μέσα από δημοσκοπήσεις, απορρίπτει την πολιτική της κυβέρνησης και τον επίμαχο νόμο, το Συμβόλαιο Πρώτης Πρόσληψης (Contrat de Premiere Embauche – CPE), που απελευθερώνει τις απολύσεις για τους νέους εργαζόμενους κάτω των 26 ετών κατά τα πρώτα δύο έτη δουλειάς τους, επιτρέποντας την απόλυση χωρίς δικαιολογία. Έρευνα που δημοσιεύτηκε τη Δευτέρα 20 Μαρτίου έδειχνε το 75% του πληθυσμού και το 90% της νεολαίας να συμφωνούν με τις απόψεις και τα αιτήματα του κινήματος ενάντια στον νόμο, ενώ ένα εκπληκτικά μεγάλο ποσοστό, της τάξης του 71%, υποστήριζε πως η Γαλλία έχει εισέλθει σε μια περίοδο βαθιάς και παρατεταμένης κρίσης!
Ο γάλλος πρωθυπουργός, προσπαθώντας να περισώσει τον νόμο, το μόνο που δέχτηκε να συζητήσει ήταν δύο επιμέρους πλευρές του. Συγκεκριμένα τη μείωση της λεγόμενης «δοκιμαστικής περιόδου» κατά την οποία είναι ελεύθερη η απόλυση, από 2 έτη σε 1, και τον προσδιορισμό ορισμένων αιτιολογήσεων, που θα επιτρέπουν την απόλυση. Όλα αυτά φυσικά, προκειμένου να περάσει η μπόρα, και να εκτονωθεί το ογκώδες εργατικό και φοιτητικό κίνημα. Στις προμετωπίδες του αυτό το κίνημα όμως δεν έχει τίποτε λιγότερο από την οριστική απόσυρση του νόμου που ψηφίσθηκε τον Φεβρουάριο, και γι’ αυτό τον λόγο οι κυβερνητικές προτάσεις απορρίφθηκαν συλλήβδην.
Εργασιακός Μεσαίωνας
Η αξιοζήλευτη μαχητικότητα των Γάλλων εξηγείται εύκολα. Όσο και αν η κυβέρνηση επικαλείται την αντιμετώπιση της ανεργίας (προκαλώντας φυσικά την κοινή λογική, μια και επί της ουσίας υποστηρίζει ότι η αύξηση των προσλήψεων περνάει μέσα από την απελευθέρωση των απολύσεων), οι εργαζόμενοι και η νεολαία καταλαβαίνουν ότι ο νόμος του Βιλπέν θα επιδεινώσει μονομιάς τους όρους εργασίας και φυσικά τις αμοιβές τους. Ο εργοδοτικός αυταρχισμός θα εκτιναχθεί -από τη στιγμή που δεν θα χρειάζεται καμιά αιτιολογία για να γίνουν απολύσεις- κάθε είδους διάκριση θα γνωρίσει νέες δόξες -στη βάση ηλικίας, φύλου ή χρώματος- και όλοι οι εργαζόμενοι θα δουν κατακτήσεις δεκαετιών να εξανεμίζονται. Οι αντιδράσεις τους συνεπώς δεν αμφισβητούν μόνο τον νόμο για τις προσλήψεις των νέων. Ο ηρωικός αγώνας των γάλλων εργαζομένων και φοιτητών -ακόμη και αν λήξει άδοξα τις επόμενες ημέρες- θα έχει αφήσει μια μεγάλη παρακαταθήκη, μια και σηματοδότησε την απόρριψη από την κοινωνία, με συντριπτικά ποσοστά μάλιστα, θεσφάτων της νεοφιλελεύθερης ορθοδοξίας όπως είναι η περίφημη «ελαστικότητα», η ανάγκη αέναης «προσαρμογής» και οι «μεταρρυθμίσεις». Πρόκειται για ουδέτερους από πρώτη ματιά όρους, που όσο συχνά επαναλαμβάνονται, τόσο σπάνια ερμηνεύονται: ποιος νεοφιλελεύθερος για παράδειγμα έχει μπει στον κόπο να εξηγήσει ότι πίσω από την περίφημη «ελαστικότητα» κρύβεται η κατάργηση του οκτάωρου, ανύπαρκτος ελεύθερος χρόνος και μείωση των αποδοχών; Ποιος πιστός του αόρατου χεριού της ελεύθερης αγοράς βγαίνει να υποστηρίξει ότι πίσω από το διαρκές κάλεσμα προς τους εργαζομένους «να προσαρμοστούν» αυτό που εννοείται είναι να δουλεύουν με όρους και αμοιβές Βουλγάρων και Κινέζων; Ποιος πολιτικός επίσης από όσους κλείνουν σε όλες τις πτώσεις τον όρο «μεταρρύθμιση» βγαίνει, πολύ περισσότερο κατά την προεκλογική περίοδο, να εξηγήσει ότι αναφέρεται στην κατάργηση των αποζημιώσεων σε περίπτωση απόλυσης ή των υπερωριών;
Ο γαλλικός Μάρτης αυτά ακριβώς τα θέματα, τα εργασιακά, έθεσε στην καρδιά της αντιπαράθεσης, καταφέρνοντας ένα συντριπτικό πλήγμα στον νεοφιλελευθερισμό. Όλα σχεδόν τα συνθήματα των φοιτητών, όπως μεταφέρθηκαν από μεγάλες εφημερίδες, και όχι περιθωριακά ή μικρής κυκλοφορίας έντυπα, περιστρέφονταν γύρω από το εργασιακό: «Δεν είμαστε κρέας για τα αφεντικά», «Όχι στο συμβόλαιο της κόλασης», «Όχι στο συμβόλαιο σκλαβιάς», «Όχι στις θέσεις εργασίας-σκουπίδια».
Δεν εκπλήσσει, λοιπόν, που αυτό το μεγαλειώδες κίνημα βρήκε απέναντί του ένα αδιαπέραστο τείχος. Πέρα από την αυτοκαταστροφική, όπως θα δούμε, επιμονή του γάλλου πρωθυπουργού στον άχαρο ρόλο υποστήριξης του θατσερικού εκτρώματος, επιστρατεύτηκε πρώτος απ’ όλους ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Μανουέλ Μπαρόζο, που γράφοντας στα παλαιότερα των υποδημάτων τη λαϊκή βούληση για μια ακόμη φορά -μετά το περυσινό «όχι» στο νεοφιλελεύθερο Ευρωσύνταγμα- δήλωσε: «η μεταρρύθμιση είναι αναπόφευκτη στην Ευρώπη. Εάν δεν προχωρήσουν, θα τα χάσουμε όλα. Η διατήρηση της σημερινής κατάστασης δεν μπορεί να είναι λύση». Μαζί του συντάχθηκε και ο ευρωβουλευτής Ντανιέλ Κον Μπεντίτ, θλιβερή καρικατούρα του «κόκκινου Ντάνι» του Μάη του ’68, απολογητής του «Ναι» πέρυσι πριν από το γαλλικό δημοψήφισμα και των νατοϊκών επεμβάσεων στα Βαλκάνια λίγα χρόνια νωρίτερα, που έσπευσε να καταδικάσει από τις στήλες των «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» του προηγούμενου Σαββατοκύριακου το κίνημα, γιατί είναι «αμυντικό» και «αρνητικό», αντίθετα με το κίνημα όπου συμμετείχε ο ίδιος πριν από 28 χρόνια το οποίο ήταν «επιθετικό», υιοθετώντας μια «θετική σκοπιά»…
Κρίση στη Δεξιά
Αν όμως η απόφαση του Μπαρόζο, του Κον Μπεντίτ, ακόμη και του ΣΕΒ της Γαλλίας να υποστηρίξουν τον αντεργατικό νόμο δεν επισείει κανένα πολιτικό κόστος, δεν ισχύει το ίδιο για τον Βιλπέν και τη Δεξιά. Ο κίνδυνος της ήττας στις εκλογές του 2007 προβάλλει τόσο καθαρά πίσω από την απροθυμία του Βιλπέν να υποχωρήσει, ώστε η Δεξιά εμφανίζεται διασπασμένη. Δεν θα είναι άλλωστε η πρώτη φορά που οι γάλλοι εργαζόμενοι θα έχουν προεξοφλήσει το εκλογικό αποτέλεσμα με τις κινητοποιήσεις τους. Την πιο πρόσφατη σχετική εμπειρία την είχε ο δεξιός πρωθυπουργός Εντουάρ Μπαλαντύρ, το 1994, όταν οι τεράστιες διαδηλώσεις που προκάλεσε ένα αντεργατικό νομοσχέδιό του οδήγησαν στην ανάκληση του νόμου και την παραίτηση του ίδιου. Ένα χρόνο αργότερα, τον Δεκέμβριο του 1995, την ίδια πικρή εμπειρία την είχε ο διάδοχός του στην πρωθυπουργία, Αλέν Ζιπέ, όταν μάταια επιχείρησε να περάσει ένα αντιασφαλιστικό νομοσχέδιο. Και η ανάδειξη όμως του γκωλικού Βιλπέν στη γαλλική πρωθυπουργία -πριν από δέκα μήνες- με την παράλληλη εκδίωξη του πιο «καθαρόαιμου» δεξιού Ραφαρέν ήταν μια προσπάθεια του Προέδρου Σιράκ να δείξει στους Γάλλους ότι έλαβε το μήνυμα του δημοψηφίσματος, και το πλοίο της γαλλικής δημοκρατίας… άλλαζε ρότα.
Το τι πραγματικά έγινε φαίνεται από την κρίση που μαστίζει ακόμη και τη γαλλική Δεξιά, με τη «Μοντ» για παράδειγμα να κατηγορεί τον Βιλπέν για «αυτισμό», και τα περισσότερα στελέχη του γκωλικού κόμματος να διαφοροποιούνται από τον Βιλπέν. Αρχικά, οι αποστάσεις που κράτησαν ήταν υποταγμένες στην εσωκομματική έριδα που αφορά το χρίσμα για τις προεδρικές εκλογές. Η απερίγραπτη φθορά που υπέστη ο Βιλπέν άνοιγε έξαφνα διάπλατα τον δρόμο για τον Σαρκοζί. Στη συνέχεια, όμως, η φθορά ήταν τόσο παρατεταμένη χρονικά, ώστε παρέσυρε και την ίδια τη Δεξιά, προδιαγράφοντας την εκλογική της ήττα.
Ύστατη ελπίδα της γαλλικής Δεξιάς είναι το… Σοσιαλιστικό Κόμμα, το οποίο αφιερώνει τον καλύτερό του εαυτό σε μια ανελέητη φραξιονιστική πάλη, μακριά φυσικά από τις πολιτικές αντιπαραθέσεις που απασχολούν την συντριπτική πλειονότητα των Γάλλων – όπως είναι τα εργασιακά και η ανεργία. Η όλο και πιο δεξιά γραμμή που ακολουθεί, όπως φάνηκε από την απροθυμία του πέρυσι να καταδικάσει το Ευρωσύνταγμα και την εκδίωξη στη συνέχεια του μοναδικού στελέχους του που στήριξε το «Όχι», του Λοράν Φαμπιούς, το καθιστούν ανήμπορο να επηρεάσει τις εξελίξεις και να επιταχύνει την κρίση του γκωλικού κόμματος.