Η πορεία της ΝΔ από τον Γεώργιο Ράλλη στον Κ. Καραμανλή

Ο μεν πρώτος διότι μετά την εσωκομματική του ήττα από τον κ. Μητσοτάκη απομακρύνθηκε και δημιούργησε το πολιτικό κόμμα Δημοκρατική Ανανέωση, που προσπάθησε να κινηθεί στον χώρο μεταξύ ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, ενώ λίγο μετά επελέγη και εξελέγη Πρόεδρος της Δημοκρατίας για δύο μάλιστα θητείες.

Ο δε δεύτερος διότι, αν και εξελέγη στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας και κατόρθωσε να γίνει πρωθυπουργός τον Απρίλιο του 1990, έως τον Οκτώβριο του 1993, δεν προέρχεται από τις τάξεις του Λαϊκού Κόμματος, ΕΡΕ στη συνέχεια και ΝΔ μετά. Πρόκειται ουσιαστικά για την πιο επιτυχημένη πολιτική μετεγγραφή από τον πόλεμο και μετά στην ελληνική δημόσια ζωή, στον βαθμό που από τη μεγάλη πλειονότητα των αναλυτών εθεωρείτο «τελειωμένος» πολιτικά μετά την αποστασία του 1965, κάτι που όχι μόνο δεν ίσχυσε, αλλά ανετράπη προς όφελος του κ. Μητσοτάκη.

Ο κρης πολιτικός επελέγη από τη ΝΔ ως αρχηγός του κόμματος μετά τον Ευάγγελο Αβέρωφ, που είχε διαδεχθεί τον Γεώργιο Ράλλη, όταν ο τελευταίος έθεσε θέμα εμπιστοσύνης στο πρόσωπό του τον Δεκέμβριο του 1981, λίγο μετά την πρώτη εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ.

Επρόκειτο ουσιαστικά για μια τεχνοκρατική επιλογή, αφού το κριτήριο επιλογής αρχηγού (συνυποψήφιοι του κ. Μητσοτάκη ήταν ο Γιάννης Μπούτος και ο μετέπειτα Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος) ήταν μόνο ο τρόπος γρήγορης επιστροφής στην εξουσία και η αποτελεσματική αντιμετώπιση του Ανδρέα Παπανδρέου. Στο πρόσωπο του Κ. Μητσοτάκη έβλεπαν αυτόν που μπορεί να το κάνει και δεν έπεσαν έξω, αν και για την επιστροφή της ΝΔ στην εξουσία χρειάστηκαν έξι χρόνια από τότε που αρχηγός της έγινε ο κρης πολιτικός.

Η ήττα και του Κων. Μητσοτάκη από τον Α. Γ. Παπανδρέου, ενώ είχαν περάσει τριαμισι χρόνια εξουσίας για τη συντηρητική παράταξη, σήμανε τέλος (ηγετικής) εποχής για τον έμπειρο -προερχόμενο από το Κέντρο- πολιτικό, για να αναλάβει τα «ηνία» της παράταξης ένα άλλο, νεότερο αλλά έμπειρο, στέλεχός της, ο Μιλτιάδης Έβερτ. Δεν ευδοκίμησε ηττώμενος από τον διάδοχο του Α. Γ. Παπανδρέου στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, Κων. Σημίτη, σε μιαν εποχή (φθινόπωρο 1996) που η μεγάλη πλειοψηφία των μέσων ενημέρωσης στήριζε φανατικά την προοπτική διακυβέρνησης της χώρας από τους «εκσυγχρονιστές» του κ. Σημίτη.

Έτσι, ο δρόμος για την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας άνοιξε σε έναν ακόμα νεότερο πολιτικό που φέρει ένα βαρύ όνομα για την παράταξη. Ήρθε η σειρά του Κώστα Καραμανλή το 1997, που όχι μόνο μακροημέρευσε στην ηγεσία της ΝΔ, αλλά τον Μάρτιο του 2004, δύο χρόνια πριν, έγινε και πρωθυπουργός της χώρας, ξαναφέρνοντας το κόμμα του στην εξουσία ύστερα από έντεκα περίπου χρόνια. Ο Κ. Καραμανλής βρίσκεται αρκετά κοντά στην πολιτική αντίληψη του Γεωργίου Ράλλη που έφυγε την Τετάρτη στα 88 του χρόνια. Έχει έντονη την αίσθηση κίνησης στον κεντροδεξιό χώρο και συχνά αντιμετωπίζει (όπως και ο Γ. Ράλλης, πιο έντονα βέβαια τότε) εσωκομματικές πιέσεις για δεξιά στροφή.

Είναι αλήθεια πως ό,τι κι αν έκανε τότε (1980-’81) ο Γεώργιος Ράλλης (δεξιά στροφή, κεντρώο άνοιγμα κ.λπ.), θα έπεφτε στο κενό, διότι ήταν πολύ μεγάλο το πολιτικό και κοινωνικό αίτημα για «αλλαγή». Ήταν άλλωστε και η ίδια η λέξη που έγινε σύνθημα όχι μόνο από τον Ανδρέα Παπανδρέου αλλά από το ίδιο το εκλογικό σώμα. Δεν έφταιγε δηλαδή στο εκλογικό σώμα η καλή ή κακή πολιτική του Γεωργίου Ράλλη ως πρωθυπουργού μετά τη μετάβαση του αείμνηστου Κωνσταντίνου Καραμανλή στην Προεδρία της Δημοκρατίας, ήταν κάτι πολύ πιο έντονο που οδηγούσε σε σαφές λαϊκό και κοινωνικό πρόταγμα. Αυτό είχε να κάνει με την αναδιάταξη των κοινωνικών δυνάμεων στον τόπο και τη συμμετοχή στο γίγνεσθαι μεγάλων τμημάτων που θεωρούσαν (και ορθώς σε πολλές περιπτώσεις) ότι ήταν αποκλεισμένα από τη διαμόρφωση της πορείας των πραγμάτων στην Ελλάδα.

Πολιτικά ο Γεώργιος Ράλλης είχε την ατυχία να πέσει πάνω σε αυτό το κλίμα, σε αυτό το κοινωνικό αίτημα, και να συντριβεί εκλογικά από το ΠΑΣΟΚ του Α. Γ. Παπανδρέου που εξέφραζε αυτό ακριβώς το αίτημα. Λίγο μετά, φεύγοντας ο ίδιος από την ηγεσία της ΝΔ, άνοιγε ο δρόμος για μια σκληρή δεξιά περίοδο στο συντηρητικό κόμμα, όταν την αρχηγία αναλάμβανε ο Ευάγγελος Αβέρωφ.

Στην ανάλυση της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας του τόπου συμβάλλουν εξαιρετικά οι εκ βαθέων εξομολογήσεις του Γεωργίου Ράλλη στα βιβλία του και κυρίως σε αυτά που στηρίχθηκαν στα ημερολόγια που ο ίδιος με συνέπεια κρατούσε. Με τρόπο έως και πρωτόγονο πολιτικά (με την έννοια της ψυχρής καταγραφής των γεγονότων και της περιγραφής των συγκρούσεων που είχε με στελέχη της παράταξής του) έχει δώσει εικόνα πολύ χρήσιμη για την αξιολόγηση των γεγονότων και των ιστορικών περιόδων. Ουσιαστικά μαζί του κλείνει και η περίοδος κυριαρχίας των παραδοσιακών αστών πολιτικών στην Ελλάδα.


Σχολιάστε εδώ