Σοκ και δέος

Οι Ιρακινοί θα υποδέχονταν με άνθη τους «απελευθερωτές», σχεδόν αυτόματα θα εγκαθιδρυόταν μια δυτικού τύπου κοινοβουλευτική δημοκρατία και μια ισχυρότατη κυβέρνηση από μαριονέτες των Αμερικάνων που θα επέτρεπαν στις δυνάμεις κατοχής να αποχωρήσουν και να εισβάλλουν στις γειτονικές χώρες, ενώ ακόμη και αυτό το ενδεχόμενο μπορεί να μην ήταν καν αναγκαίο, καθώς το «σοκ και δέος» από την ανατροπή του Σαντάμ Χουσεΐν πίστευαν πολλοί ότι θα οδηγούσε όλα τα γειτονικά καθεστώτα να συμβιβαστούν πριν μπουν στο στόχαστρο της αυτοκρατορίας. Όσο για το πετρέλαιο του Ιράκ, μέσα σε βαρέλια με το λογότυπο αμερικάνικων εταιρειών θα έρεε άφθονο και φθηνό σε όλη τη γη και ιδίως στις ΗΠΑ…

Τρία χρόνια μετά η υπενθύμιση του παραπάνω σεναρίου μόνο ως κακόγουστη φάρσα μπορεί να θεωρηθεί για τους συγγραφείς του. Η ιρακινή αντίσταση σε στρατιωτικό επίπεδο έχει καταφέρει το ακατόρθωτο: να καθηλώσει την πιο γιγάντια πολεμική μηχανή που γνώρισε η ανθρωπότητα. Το κόστος όμως που έχει καταβάλει ο ιρακινός λαός είναι τεράστιο. Παρότι δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία -και οι ΗΠΑ έχουν κατηγορηθεί επανειλημμένες φορές από διεθνείς οργανισμούς για την απροθυμία τους να καταγράφουν τις απώλειες των αμάχων- με συντηρητικούς υπολογισμούς εκτιμάται ότι έχουν πεθάνει περισσότεροι από 100.000 Ιρακινοί. Ένας άλλος μεγάλος αριθμός Ιρακινών έχει πέσει θύμα των πιο βάρβαρων μεθόδων κράτησης και βασανισμού στο κολαστήριο του Αμπού Γκραΐμπ και σε άλλες φυλακές που βρίσκονται μέσα σε αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις. Έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας που δημοσιεύτηκε την περασμένη Τρίτη στο δυτικό Τύπο ανέφερε ότι σύμφωνα με στοιχεία των συμμαχικών δυνάμεων τον Νοέμβριο του 2005 υπήρχαν περίπου 14.000 φυλακισμένοι. Το κύριο βάρος της έκθεσης έπεφτε στις παραβιάσεις ακόμη και των πιο απλών ακόμη δικαιωμάτων των κρατουμένων. Οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους συγκεκριμένα κατηγορούνταν ότι έχουν «επιβάλει διαδικασίες οι οποίες στερούν τους κρατούμενους από ανθρώπινα δικαιώματα που είναι εγγυημένα από τον διεθνή νόμο και συμβάσεις». Στην έκθεση με τίτλο «Πέρα από το Αμπού Γκραΐμπ – Κράτηση και Βασανιστήρια στο Ιράκ», η Διεθνής Αμνηστία αποκάλυπτε επίσης ότι «πολλοί από τους φυλακισμένους έχουν κρατηθεί για περισσότερα από δύο χρόνια χωρίς ουσιαστική δυνατότητα δικαστικής προσφυγής». Φαίνεται έτσι ότι οι Αμερικάνοι που εισέβαλαν στο Ιράκ επικαλούμενοι τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατάφεραν κάτι μοναδικό: έκαναν όλους τους Ιρακινούς να θυμούνται με γλυκιά νοσταλγία τις ελευθερίες και τα δημοκρατικά δικαιώματα που παρείχε το καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν…

Στα τάρταρα, παρέα με τις λιγοστές ελευθερίες που είχαν οι Ιρακινοί, έχει βρεθεί και το επίπεδο διαβίωσής τους. Μάλιστα, σαν να μην έφτανε το δυσθεώρητο ύψος της ανεργίας, μετά την εισβολή έχουν να αντιμετωπίσουν την κατάρρευση και τη συνειδητή διάλυση του κράτους πρόνοιας από τις δυνάμεις κατοχής. Η ιδιωτικοποίηση πολλών δημόσιων υπηρεσιών επιβλήθηκε από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο πρόσφατα, ως όρος για τη χορήγηση δανείου ύψους 685 εκατ. δολαρίων. Οι Αμερικάνοι έτσι έχουν να καυχιούνται και για ένα επιπλέον κατόρθωμα. Καταφέρνοντας κάθε οικονομική δραστηριότητα (από την οικοδομική δραστηριότητα μέχρι την άντληση πετρελαίου) να βρίσκεται σε επίπεδα χαμηλότερα από την προπολεμική, μετέτρεψαν σε επαίτη μια από τις πλουσιότερες χώρες του κόσμου…

Εμφύλιος – από μηχανής θεός

Τα χειρότερα όμως για τους Ιρακινούς φαίνεται να είναι δυστυχώς μπροστά. Η έκρηξη στο σιίτικο Χρυσό Τέμενος που έγινε στις 22 Φεβρουαρίου (και έχει μέχρι στιγμής στοιχίσει τη ζωή σε περισσότερους από 1.300 ανθρώπους κατά τη διάρκεια αλλεπάλληλων συγκρούσεων μεταξύ Σουνιτών και Σιιτών), όπως όλα δείχνουν αποτέλεσε την πρώτη πράξη του εμφύλιου πολέμου.

Παρότι κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα ποιοι προκάλεσαν την έκρηξη, το μόνο σίγουρο είναι ότι αυτοί που ευνοούνται είναι οι Αμερικάνοι, καθώς έτσι τα όπλα των Σουνιτών και των Σιιτών θα πάψουν να σημαδεύουν τις δυνάμεις κατοχής και θα επιδοθούν σε έναν αιματηρό αγώνα αλληλοεξόντωσης. Το ενδεχόμενο της αμερικάνικης προβοκάτσιας δεν είναι τόσο υποθετικό. Μόλις πριν από λίγους μήνες οι βρετανικές δυνάμεις κατοχής αναγκάστηκαν να χρησιμοποιήσουν άρματα μάχης για να εισβάλουν στις ιρακινές φυλακές και να απελευθερώσουν πάνοπλους βρετανούς στρατιώτες ντυμένους με αραβικά ρούχα που είχαν συλληφθεί τυχαία από την ιρακινή αστυνομία. Ο κατ’ επάγγελμα προβοκάτορας «ήσυχος Αμερικανός» του Γκράχαμ Γκριν συνεχίζει συνεπώς να υπηρετεί στις δυνάμεις κατοχής του Ιράκ.

Η σθεναρή αντίσταση των Ιρακινών οδήγησε σε έκρηξη το οικονομικό κόστος της επέμβασης στο Ιράκ. Μια εξαιρετικά εμπεριστατωμένη έκθεση που έδωσε στη δημοσιότητα στις αρχές Γενάρη ο τιμημένος με Νόμπελ το 2001 οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς δείχνει ότι το συνολικό κόστος θα ανέλθει στα 2 τρισ. δολάρια! Το ποσό αυτό είναι πολλές φορές μεγαλύτερο του αρχικού προϋπολογισμού, ο οποίος εκτιμούσε ότι η επέμβαση στο Ιράκ θα στοιχίσει στους αμερικάνους φορολογούμενους 100 έως 200 δισ. δολάρια. Ο Τζόζεφ Στίγκλιτς, που είχε διατελέσει σύμβουλος του Μπιλ Κλίντον, όσο στεγαζόταν στον Λευκό Οίκο προσμέτρησε στους υπολογισμούς του και ορισμένες παραμέτρους του κόστους που είναι εξαιρετικά χρήσιμες σε πολιτικό επίπεδο. Πήρε υπόψη του συγκεκριμένα το κόστος μακροχρόνιας οικονομικής στήριξης και περίθαλψης των 16.000 σοβαρά τραυματισμένων αμερικάνων στρατιωτών που επιστρέφουν στις ΗΠΑ ανήμποροι πλέον να ενταχθούν στην αγορά εργασίας. Πρόκειται για ένα νούμερο ασυνήθιστα υψηλό, που μαζί με τους 2.300 νεκρούς που έχει επίσημα ο αμερικάνικος στρατός (χωρίς δηλαδή να συνυπολογίζονται οι μισθοφόροι) ανεβάζει πολύ ψηλά τον πήχη των ανθρώπινων απωλειών. Ο Στίγκλιτς επίσης υπολογίζει ότι ο αμερικάνικος στρατός θα παραμείνει στο Ιράκ μέχρι το 2010, αν και κάθε χρόνο ο αριθμός θα μειώνεται σταθερά από τους 140.000 που είναι σήμερα. Η πρόβλεψη αυτή για την πορεία της αμερικάνικης παρουσίας στο Ιράκ φαντάζει ως το πιθανότερο σενάριο, αν δεν μεσολαβήσουν απρόοπτες εξελίξεις που θα αναγκάσουν τον αμερικάνικο στρατό να εγκαταλείψει άρον άρον το Ιράκ ηττημένος -όπως έφυγε για παράδειγμα από τον Λίβανο τον Οκτώβριο του 1983 έπειτα από μια έκρηξη που προκάλεσε τον θάνατο 241 πεζοναυτών. Ήδη στο εσωτερικό των ΗΠΑ και των νεοσυντηρητικών κύκλων ασκείται πολύ έντονη κριτική στην κυβέρνηση Μπους και ιδιαίτερα στον Ντόναλντ Ράμσφελντ, που απέρριψε τα επίμονα αιτήματα γενναίας αύξησης του αριθμού των αμερικανών στρατιωτών. Ο πρώτος κατοχικός διοικητής του Ιράκ, Πολ Μπρέμερ, για παράδειγμα, σε ένα βιβλίο που εξέδωσε πρόσφατα (με τίτλο: «My Year in Iraq») αποδίδει στον υπουργό Άμυνας του Μπους την ευθύνη για τη σημερινή ήττα στο Ιράκ, μια και αυτός ήταν που αρνούνταν κάθε αίτημα για αύξηση των στρατιωτών. Το Πεντάγωνο φυσικά ήθελε να παραμείνει υπό έλεγχο ο αριθμός των απωλειών. Και γι’ αυτό έβαλε όρια από νωρίς στη ροή των εφέδρων και τον βαθμό εμπλοκής αμερικανών στρατιωτών σε ένοπλες συρράξεις, με απώτερο στόχο να αποφευχθεί η δυσαρέσκεια και η ανάπτυξη αντιπολεμικού κινήματος στο εσωτερικό των ίδιων των ΗΠΑ.

Παρότι λοιπόν προκρίθηκε μια τακτική επιλεκτικής εμπλοκής σε μάχες και συγκρούσεις – αντίθετα με το Βιετνάμ, η οποία διευκολύνθηκε από τη συγκρότηση και την εκπαίδευση ιρακινού στρατού και αστυνομίας, το Πεντάγωνο είναι αντιμέτωπο με μια απρόβλεπτη πτώση του ηθικού των αμερικάνων στρατιωτών.

Έρευνα που είχε γίνει πέρυσι τον Μάρτιο από την εφημερίδα «Σαν Φραντζίσκο Κρόνικλ» έδειξε ότι το 70% των Αμερικανών στο Ιράκ έκρινε το ηθικό τους χαμηλό ή πολύ χαμηλό. Ενώ δημοσκόπηση που έγινε πρόσφατα μεταξύ όσων υπηρετούν στο Ιράκ έδειξε ότι το 72% θέλει να αποχωρήσουν μέσα στον επόμενο χρόνο, ενώ το 25% δήλωσε ότι πρέπει να φύγουν αμέσως.

Σε ελεύθερη πτώση ο Μπους

Ως αποτέλεσμα των παραπάνω -της ηρωικής αντίστασης στο Ιράκ πρώτ’ απ’ όλα, των σημαντικών απωλειών των Αμερικανών και του τεράστιου οικονομικού κόστους του πολέμου- λίγοι πλέον Αμερικάνοι συναινούν στον πόλεμο στο Ιράκ.

Σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση το ποσοστό αυτών που εγκρίνει τους χειρισμούς του Μπους ανέρχεται στο 30%, όταν μόλις τον Ιανουάριο ήταν 37%. Επίσης, ένα μεγάλο ποσοστό της τάξης του 62% δήλωνε πως οι εξελίξεις στο Ιράκ κινούνταν σε αρνητική κατεύθυνση για τις ΗΠΑ. Η σημαντική αυτή μεταστροφή της στάσης των Αμερικάνων έχει οδηγήσει σε ελεύθερη πτώση την επιρροή του Μπους. Έρευνα κοινής γνώμης που διεξήχθη πριν από δυο εβδομάδες έδειξε ότι το ποσοστό αποδοχής του κινείται στο 34%. Όσο δε για τον αντιπρόεδρο, Ντικ Τσένι, τον άνθρωπο που για πολλούς παίρνει όλες τις σημαντικές αποφάσεις, το ποσοστό αποδοχής του φθάνει στο 18%, οδηγώντας πολλές εφημερίδες των ΗΠΑ να κάνουν λόγο πλέον για την πιο αντιδημοφιλή κυβέρνηση στην ιστορία της χώρας!

Όλα τα παραπάνω δεν προδικάζουν, δυστυχώς, την υποστολή των αμερικανικών σημαιών από τη Μεσοποταμία, ούτε πολύ περισσότερο τη στρατιωτική αναδίπλωση της Αυτοκρατορίας και την οριστική ματαίωση των επιθετικών της σχεδίων.

Σηματοδοτούν κυρίως τη βαθιά και πολυεπίπεδη κρίση που διέρχεται το σχέδιο για ένα «νέο αμερικάνικο αιώνα» και η αμερικανική αυτοκρατορία – όταν αδυνατεί να επιβληθεί ακόμη και σε ένα περιβάλλον απουσίας συγκρίσιμου αντιπάλου, όπως και την ικανότητα των λαών να ματαιώνουν και να καθυστερούν επιθετικούς σχεδιασμούς.


Σχολιάστε εδώ