Υποκλοπές σοβαρότητας και τηλεφωνικής ανασφάλειας

Είναι πολύ κακό το πεδίο που διάλεξε η ΝΔ να αναμετρηθεί με τους αντιπάλους της για την κυριαρχία στο πολιτικό σκηνικό. Θέλησε για λόγους που η ίδια γνωρίζει να παρουσιαστεί δημόσια ως θύμα τηλεφωνικών υποκλοπών χρησιμοποιώντας στο όλο «σαφάρι» ακόμα και τον πρωθυπουργό της χώρας.

΄Ασχημο πεδίο. Πολύ περισσότερο όταν η ίδια παράταξη βαρύνεται με τις αθλιότητες των τηλεφωνικών υποκλοπών της πρωθυπουργικής περιόδου Μητσοτάκη, με πρωταγωνιστές τότε το δίδυμο Γρυλλάκη-Μαυρίκη. Από τους δύο προηγούμενους ο μεν πρώτος γράφει βιβλία για εθνικά θέματα που είναι και το χόμπι του (Σκόπια και ονομασία, μεσολαβήσεις, γιουγκοσλαβικές εξελίξεις κ.λπ.), ο δε δεύτερος αποτελεί εποχικό θαμώνα των τηλεοπτικών καναλιών όποτε υπάρχει θέμα τέτοιου περιεχομένου, που, όπως φαίνεται, είναι η ειδικότητά του. Τελικά τότε, την περίοδο ’90-’93, τα γεγονότα αυτά είχαν οδηγήσει ή συμβάλει στην πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη και στην επιστροφή του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία διά του Ανδρέα Παπανδρέου.

Σήμερα, 13 χρόνια μετά το σκάνδαλο των υποκλοπών Γρυλλάκη-Μαυρίκη που είχαν αποκαλύψει τότε ο ραδιοσταθμός Σκάι και η εφημερίδα «Καθημερινή», η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας διάλεξε «να στήσει» σε ένα τραπέζι τρεις υπουργούς που αποκάλυψαν ότι άγνωστης ταυτότητας δύναμη (πρόσωπο, χώρα, οργάνωση, ποιος ξέρει άραγε…) παρακολουθούσε τις τηλεφωνικές συνδιαλέξεις όχι μόνο απλών πολιτών, όχι μόνο μελών της κυβέρνησης, αλλά του ίδιου του πρωθυπουργού! Το όλο εγχείρημα έχει από μόνο του πολλά κενά (ρόλος της εταιρείας κινητής τηλεφωνίας και των εν Ελλάδι εκπροσώπων της, τύχη του λογισμικού που χρησιμοποιήθηκε και αιτία καταστροφής του, διάρκεια και έκταση παρακολουθήσεων), αλλά πάσχει και σε ένα βασικό σημείο του σχεδιασμού του: εμπλέκοντας τον ίδιο τον πρωθυπουργό στην όλη άθλια υπόθεση δημιουργείται στον κόσμο ένα εκτεταμένο αίσθημα ανασφάλειας που εντοπίζεται στη φράση επιχείρημα: «Αφού δεν μπορεί να προστατευθεί ο πρωθυπουργός από παρακολουθήσεις, σκέψου τι μπορεί να πάθουμε εμείς», φράση που απευθύνεται ευθέως στην κυβέρνηση του τόπου, η οποία έχει πρώτο χρέος και καθήκον την προστασία και την ασφάλεια των πολιτών. Αν λοιπόν ο πολίτης πάρει το μήνυμα ότι η συγκεκριμένη κυβέρνηση όχι μόνο δεν είναι σε θέση να τον προστατεύσει, αλλά αποτελεί και η ίδια θύμα υποκλοπέων, θέτει σε αμφισβήτηση το υπάρχον σχήμα και δρομολογεί τη διαδικασία αντικατάστασής του.

Η κυβέρνηση παίζει με τη φωτιά κυριολεκτικά, ελπίζοντας ότι με την επιλογή της να βγάλει η ίδια το θέμα θα ενεργοποιήσει τα συγκινησιακά στοιχεία των πολιτών, οι οποίοι θα ταυτιστούν μαζί της, επειδή είναι και η ίδια θύμα. Πολύ περισσότερο αν η κυβέρνηση καταφέρει να πείσει πως πίσω από την όλη αθλιότητα ενδέχεται να βρίσκεται μεγάλη ξένη δύναμη που συνηθίζει ιστορικά να ανακατεύεται στα πολιτικά πράγματα της Ελλάδας, και να επιβάλλει εκείνη τις λύσεις που θέλει. Ποια δύναμη; Προφανώς οι Ηνωμένες Πολιτείες, που το άκουσμά τους και μόνο κινητοποιεί αρνητικά αντανακλαστικά στην Ελλάδα. Θα διερωτηθεί κανείς, δεν είναι άραγε επικίνδυνο να κάνει κάτι τέτοιο ένα συντηρητικό και στενά δεμένο με τις ΗΠΑ κόμμα όπως η ΝΔ; και η απάντηση είναι όχι, δεν είναι επικίνδυνο. Αφενός διότι τις ΗΠΑ δεν τις νοιάζει αν έχουν καλή ή κακή εικόνα στην Ελλάδα ή αλλού, αρκεί να κάνουν τη δολειά τους, αφετέρου διότι η ΝΔ δεν πρόκειται να σπάσει στην πραγματικότητα τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ! Ένα επικοινωνιακό τρικ θα γίνει, το οποίο ίσως έχει πρόσκαιρα θύματα την ομαλότητα στις σχέσεις Ελλάδας-ΗΠΑ και την εσωτερική ισορροπία δυνάμεων, αλλά είναι κάτι που ξεπερνιέται.

Πώς άραγε ξεπερνιέται; ΄Ισως (και πιθανότατα) με εκλογές. Φαντάζεται κανείς αντιιμπεριαλιστικές κορώνες από τη ΝΔ κατά των δυνάμεων που προσπαθούν να χειραγωγήσουν την Ελλάδα; Γιατί όχι; Όλα γίνονται. Γιατί δηλαδή, φανταζόταν κανείς τους Μάνο και Ανδριανόπουλο στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας του ΠΑΣΟΚ, όπου βρήκε θέση και η άλλοτε αρχηγός του Συνασπισμού, Μ. Δαμανάκη, που εργάστηκε με συνέπεια για την παραπομπή του πατέρα του σημερινού προέδρου του ΠΑΣΟΚ ως πολιτικού (και κοινού ήθελαν πολλοί) απατεώνα; Δεν τα φανταζόταν κανείς, αλλά έγιναν. Όχι πως σίγουρα θα πάμε προς τα εκεί, αλλά αν ήθελε η ΝΔ μια νέα εκλογική νίκη, ώστε να πάει στο 2+3 (δύο χρόνια που ήδη κυβερνά και άλλα τρία που θα μείνει με νέα νίκη), και μετά να διεκδικήσει μια τρίτη θητεία, θα ήταν μια χαρά συνταγή.΄Αλλωστε το πολιτικό παιχνίδι δεν παίζεται πια με συμβατικούς όρους, αφού η φαντασία έχει κερδίσει έδαφος. Ασφαλώς, καμιά φαντασία δεν μπορεί να ξεπεράσει εύκολα τη σουρεαλιστική πραγματικότητα που περιέγραψαν την Πέμπτη το μεσημέρι οι τρεις υπουργοί διακυβεύοντας συγχρόνως όχι μόνο το προσωπικό τους κύρος, αλλά τη σοβαρότητα της ίδιας της κυβέρνησης.

Γιατί, πώς να το κάνουμε, δεν γίνεται να παρουσιάζεται η κυβέρνηση ως θύμα παρακολούθησης άγνωστου δράστη τη στιγμή που ελέγχει όλες τις δυνάμεις ασφαλείας, πρόληψης και καταστολής. Αν συμβαίνει, τότε κάτι δεν πάει καλά με την ίδια. Με ό,τι και όσα αυτό σημαίνει.


Σχολιάστε εδώ