Ο διφυής μονοκομματισμός μας αυτοεξουδετερώνεται

Ο δεσπόζων από τη μεταπολίτευση και εντεύθεν δικομματισμός παραμένει ακμαιότατος και τείνει να εξελιχθεί -διφυώς, εννοείται- σε μονοκομματισμό. ΝΔ και ΠΑΣΟΚ συμφωνούν απόλυτα στο περιεχόμενο, τις κατευθυντήριες γραμμές και τα σκοπούμενα της πολιτικής στο πλαίσιο του παγκοσμιοποιημένου άγριου καπιταλισμού (κατά τον διάσημο αμερικανό οικονομολόγο, Jeremy Rifkin: «366 μόλις άτομα κατέχουν το 40% του πλούτου του πλανήτη»), ενώ το σύνολο σχεδόν των στελεχών τους αλληλοσπαράσσεται περί όνου σκιάς για την τιμή των όπλων.

Ορατό -και θλιβερό- αποτέλεσμα αυτού του τύπου της αντιδικίας (για λόγους εντυπώσεων και για το θεαθήναι) είναι η στασιμότητα και η ακινησία μέσα σ’ ένα τέλμα γενικευμένης ανυποληψίας, και με τα ποικίλα προβλήματα που ταλανίζουν τους Έλληνες να πληθύνονται και να οξύνονται. Αυτή την εικόνα εισπράττει ο σκεπτόμενος πολίτης, για να μην πω ότι θα ήταν διατεθειμένος να δεχτεί έναν μεγάλο συνασπισμό όπως στη Γερμανία, αν επρόκειτο να οδηγηθούν σε λύση μερικά έστω από τα πιο στοιχειώδη προβλήματα που τον καίνε…

Τα πράγματα βέβαια δεν είναι ακριβώς έτσι. Το κυβερνών σκέλος αυτού του είδους του μονοκομματισμού που μόλις περιέγραψα διαφοροποιείται από το αντιπολιτευόμενο συμπλήρωμά του, όχι μόνο λόγω του ότι έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων και των επιμέρους χειρισμών. Διαθέτει επιπλέον και το τεκμήριο του πρότερου… ανέντιμου βίου του αντιπολιτευόμενου συμπληρώματός του, όταν εκείνο ασκούσε -και μάλιστα επί μακρόν- την εξουσία.

Ας σημειωθεί ακόμα ότι, όταν εκείνο ασκούσε την εξουσία, όλα τα ηλεκτρονικά ΜΜΕ το υποστήριζαν σκανδαλωδώς, ενώ το σημερινό κυβερνών σκέλος τού κατ’ ουσίαν μονοκομματικού, το επαναλαμβάνω, συστήματός μας δέχεται καθημερινά τα πυρά των ίδιων ηλεκτρονικών ΜΜΕ πλην των κρατικών τηλεοπτικών δικτύων, τα οποία όμως αντί να οργιάζουν υπέρ της σημερινής έκφανσης της εξουσίας, για να προκύψει ένα σχετικό ισοζύγιο, τηρούν στάση σχεδόν αντικειμενική. Ας αιτιάται επομένως τον εαυτό της η σημερινή έκφανση της πολιτικής εξουσίας που δεν έκοψε τον βήχα στην ελέγχουσα τα ιδιωτικά κανάλια οικονομική εξουσία. Μια παντοδύναμη εξουσία, η οποία δεν αλωνίζει άλλωστε μόνο στην Ελλάδα. Θα μπορούσε όμως να χαλιναγωγηθεί δραστικά στον τόπο μας, αν εκδηλωνόταν σθεναρά και με αποφασιστικότητα η σχετική πολιτική βούληση.

Διανύουμε, όπως ειπώθηκε πιο πάνω, περίοδο του πιο άγριου παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού. Ενός ανάλγητου και αδηφάγου καπιταλισμού, ο οποίος θα ήταν αδιανόητος -και ανέφικτος- εάν οι πολιτικές ηγεσίες διεθνώς δεν είχαν καταντήσει υποπόδια των ποδών των μεγιστάνων του πλούτου μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης.

Προς επίρρωσιν των εν λόγω ισχυρισμών θα δανειστώ ορισμένες παρατηρήσεις που εδράζονται σε γεγονότα από το εξαίρετο βιβλίο του Λουτσιάνο Κάνφορα: «Κριτική της δημοκρατικής ρητορείας». Ιδού τι γράφει κατά λέξη ο ιταλός πανεπιστημιακός και διανοούμενος: «Είναι γνωστό ότι ο Μπλερ, από την πρώτη του κιόλας κυβερνητική θητεία, πρόσφερε στην Κεντρική Τράπεζα της Αγγλίας τέτοια αυτονομία χειρισμών, που καμιά συντηρητική κυβέρνηση δεν θα φανταζόταν ποτέ. Με τον Μπλερ η νεοεργατική Αγγλία ακολουθεί την πολιτική της Μάργκαρετ Θάτσερ με ακόμα μεγαλύτερη αποφασιστικότητα απ’ ό,τι κατά τη ”μεσοβασιλεία” του Τζον Μέιτζορ».

Μέχρι εδώ, πλην της συγκεκριμένης πληροφορίας που ορισμένοι αναγνώστες μπορεί να μη γνώριζαν, τίποτα το συγκλονιστικό. Ακολουθούν όμως τα εξής άκρως σημαντικά: «Σε μια από τις σπάνιες δηλώσεις του ο Tietmeyer(Τιτμάγιερ), πρόεδρος της Bundesbank, σχολίασε ικανοποιημένος τούτη την πρωτοφανή εξέλιξη. Οι κυβερνήσεις της Ευρώπης -είπε τον Αύγουστο του ’98- επέλεξαν επιτέλους τον δρόμο της παραίτησης από τις θεμελιώδεις εξουσίες λήψης αποφάσεων μεταβιβάζοντάς τες στους ”νομισματικούς εμπειρογνώμονες”. Είναι μια πολιτική, πρόσθεσε, η οποία προκρίνει το ”μόνιμο δημοψήφισμα των παγκόσμιων αγορών” σε σχέση με το πιο αυτονόητο ”δημοψήφισμα της κάλπης”, στο οποίο όμως οι συμμετέχοντες είναι αναρμόδιοι»(!)

Ο κυνισμός και η ωμότητα αυτών των δηλώσεων μάς αφήνουν άφωνους και κάνει να φαίνεται ακόμα πιο ζοφερό το μέλλον της ανθρωπότητας. Μιας ανθρωπότητας με αναρμόδιους τα δισεκατομμύρια των κατοίκων του πλανήτη, με μηδενισμό της αξίας της κάλπης και κατ’ επέκτασιν των κομμάτων, ανεξάρτητα από το αν οι επιμέρους χώρες διαθέτουν πολυκομματικά, δικομματικά ή μονοκομματικά συστήματα και μόνους αρμόδιους τους «νομισματικούς εμπειρογνώμονες» και τους ψυχρούς τεχνοκράτες των μεγάλων πιστωτικών ιδρυμάτων. Πόσοι και για πόσο θα συμβιβαστούν μ’ έναν τέτοιο κόσμο;


Σχολιάστε εδώ