Διακριτική, σχεδόν ανεπαίσθητη η παρουσία του ΠΑΣΟΚ
Ναι μεν το ΠΑΣΟΚ χρειάζεται χρόνο για να ανασυγκροτηθεί και να μη θυμίζει το αλαζονικό σοσιαλοφιλελεύθερο κόμμα του πρόσφατου παρελθόντος που έχασε τις εκλογές, αλλά το να περνάει απαρατήρητο από τη δημόσια ζωή είναι δυσερμήνευτο. Ίσως έχει μπερδέψει το χρέος της αλλαγής με την υποχρέωση σιωπής. Μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθεί το γεγονός ότι μιλά τόσο χαμηλόφωνα που σχεδόν δεν ακούγεται, ή όταν ακούγεται, αυτά που αρθρώνει είναι συνήθως τόσο ανιαρά που προκαλούν βαριεστημάρα και νύστα.
Την ίδια ώρα η Νέα Δημοκρατία αποδεικνύει με τον πιο πανηγυρικό τρόπο ότι η απόστασή της από την εξουσία για 11 συνεχή χρόνια τής έχει κάνει πολύ κακό. Έχει ξεχάσει να κυβερνά, δεν έχει βγάλει (ή αν έχει βγάλει δεν μετέχουν στην κυβέρνηση για να δούμε τα χαρίσματά τους) νέα ικανά στελέχη, και το πολιτικό προσωπικό που παρουσιάζει ως βιτρίνα είναι τουλάχιστον ανεπαρκές. Η πρόσφατη γκάφα, που συνοδεύτηκε με παραίτηση τού υφυπουργού Δημόσιας Τάξης, Χρ. Μαρκογιαννάκη, να κακολογήσει δημόσια τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου δείχνει καθαρά ότι η συντηρητική παράταξη είναι «απροπόνητη» στο άθλημα του κυβερνάν, με αποτέλεσμα να εκτίθεται συνεχώς. Σε άλλες εποχές το ΠΑΣΟΚ θα είχε σπεύσει με αρκετή συνήθως επιτυχία να προβάλει και να εκμεταλλευτεί τα λάθη της νεοδημοκρατικής κυβέρνησης. Σήμερα μοιάζει να μην πολυενδιαφέρεται γι’ αυτά, ή να μη θέλει να τα εκμεταλλευτεί, αφού αν το κάνει σωστά, «κινδυνεύει» να ξαναβρεθεί σύντομα στην κυβέρνηση.
Από μια άποψη είναι καλό που δεν φαίνεται να βιάζεται να επιστρέψει στην εξουσία, αφού αυτό σημαίνει πως παίρνει χρόνο για να αυτοαναλυθεί και να εξυγιανθεί από τη δεξιά και κοινωνικά ανάλγητη πολιτική που ακολούθησε από το 1997 έως και το 2003. Είναι όμως έτσι; Είναι γι’ αυτό που δεν εκμεταλλεύεται τα λάθη του αντιπάλου και δεν υψώνει τους τόνους; Ίσως όχι. Το ΠΑΣΟΚ μοιάζει με απενεργοποιημένο κινητό τηλέφωνο που προωθεί την κλήση, ή ακόμα χειρότερα δηλώνει ότι δεν μπορεί να την δεχθεί. Υπάρχει, το βλέπουν όλοι, αλλά δεν εργάζεται. Βεβαίως, παρά την αποχή του μπορεί ξαφνικά να (ξανα)βρεθεί στην κυβέρνηση, επειδή στις αστικές κοινοβουλευτικές δημοκρατίες έτσι συμβαίνει, επικρατεί το ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα και σχηματίζει κυβέρνηση. Τούτο δεν θα σημαίνει ότι εργάστηκε σκληρά για να νικήσει στις εκλογές, πιθανότατα θα σημαίνει ότι έχασε ο άλλος και ο αδρανής, ο χαμηλότονος βρέθηκε κερδισμένος.
Δεν υπάρχουν πολλές πιθανότητες να συμβεί αυτό με τη λογική του αυτοματισμού (που είναι προέκταση της λογικής του «ώριμου φρούτου») διότι όσο κι αν η συντηρητική παράταξη έχει ξεχάσει να κυβερνά, ξέρει πολύ καλά τι είχε χάσει επί 11 χρόνια και τι κινδυνεύει να (ξανα)χάσει τώρα. Έτσι, η ΝΔ θα παλέψει πολύ σκληρά προκειμένου να διατηρήσει αυτό που έχει, ενώ το ΠΑΣΟΚ, που έχει διαλέξει τον ρόλο του αθώου και έκπληκτου παρατηρητή των τεκταινομένων, έχει κύριο στόχο να μη θυμούνται οι πολίτες την κυβερνητική τακτική του. Εδώ ακριβώς βρίσκεται το επικίνδυνο σημείο για το ΠΑΣΟΚ: στην προσπάθειά του να περνά απαρατήρητο και να κερδίσει τις εκλογές (όποτε γίνουν αυτές) βασισμένο στις γκάφες και την ανεπάρκεια του αντιπάλου δεν παράγει λόγο, επιχειρήματα και έργο. Ο κόσμος που το επιλέγει και το ακολουθεί και κυρίως το κομμάτι που ψηφίζει ΠΑΣΟΚ οριακά και κριτικά περιμένει συγκεκριμένα πράγματα, προτάσεις, παρουσία και εναλλακτικές λύσεις. Όσο εύκολα καταδικάζει την κυβέρνηση για ανικανότητα και ανεπάρκεια εξίσου εύκολα βάζει και την αντιπολίτευση στο ράφι για ανυπαρξία. Το τι θα επιλέξει τελικά να ψηφίσει είναι ένα ζήτημα που θα αποφασίσει την τελευταία στιγμή, και η αναποφασιστικότητά του καθόλου δεν θέτει σε πλεονεκτική θέση το ΠΑΣΟΚ έναντι της ΝΔ.
Το κόμμα του Γιώργου Παπανδρέου κυβέρνηση με συγκεκριμένο τρόπο και συγκεκριμένα αποτελέσματα, δεν είναι παρθενογένεση κι αυτό το ξέρει πολύ καλά ο πολίτης. Ενδεχομένως αυτός ο πολίτης να αθωώνει τον σημερινό αρχηγό του ΠΑΣΟΚ, επειδή δεν είχε εκείνος την ευθύνη των επιλογών όσο ήταν κυβέρνηση, αλλά του αναθέτει το έργο της δημιουργίας και της σμίλευσης νέας ταυτότητας με την οποία θα διεκδικήσει τη νέα νίκη. Διότι είναι προφανές ότι νέα νίκη με παλιά υλικά δεν γίνεται. Άλλωστε έχει περάσει η εποχή όπου κέρδιζαν εκλογές οι ηγέτες των κομμάτων με την παρουσία τους, το χάρισμά τους και μόνο.
Όσο πιο γρήγορα το καταλάβει αυτό η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ τόσο γρηγορότερα θα μετακινηθεί από την κατάσταση της απουσίας ή της εξαιρετικά διακριτικής δημόσιας παρουσίας του. Όχι τίποτα άλλο, αλλά μπορεί η κυβέρνηση να αποφασίσει ξαφνικά και αιφνιδιαστικά για όλους να πάει σε εκλογές, και το ΠΑΣΟΚ να μην το πάρει είδηση ή να το καταλάβει πολύ αργά, όταν θα έχει ήδη κριθεί το παιχνίδι.
Στην πολιτική όλα γίνονται. Ακόμα κι αυτά που μοιάζουν απίθανα…