Λέξη για την ταμπακιέρα!
Όχι μόνο δεν υπάρχουν οι γνωστές αντεγκλήσεις και εκτροπές που βλέπουμε στα πολιτικά δικαστήρια, αλλά και ο πληρεξούσιος δικηγόρος του πολίτη, ακόμη και ο ίδιος ο ενδιαφερόμενος πολίτης, συνομιλεί φιλικά και πολιτισμένα με τον δικαστικό λειτουργό του ΣτΕ, ενώ ο τελευταίος τού εκθέτει την άποψή του, χωρίς η επαφή αυτή να αποτελεί κάτι το ανεπίτρεπτο ή επιλήψιμο. Με τα δεδομένα αυτά, το περιεχόμενο και προ παντός το ύφος της από 3/1/2006 έκτακτης ανακοίνωσης της Ένωσης Δικαστικών Λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας, σχετικά με το πρωτοχρονιάτικο δημοσίευμα της εφημερίδας το «ΠΑΡΟΝ», όχι μόνο εξέπληξε, αλλά και άφησε άναυδο όποιον διάβασε την ανακοίνωση αυτή.
Ακόμη και κάπου να είχε κάνει λάθος (που φυσικά δεν έχει κάνει) το «ΠΑΡΟΝ» και πάλι το ύφος αυτό θα ήταν ενδεχομένως συγχωρητέο αν προερχόταν από μια Σωματειακή Ένωση Λιμενεργατών, ποτέ όμως από Ένωση Δικαστικών Λειτουργών και δη του Συμβουλίου της Επικρατείας. Θέλουμε να πιστεύομε ότι η ανακοίνωση αυτή οφείλεται σε πρόσκαιρη απώλεια της ψυχραιμίας των συντακτών της, γιατί αλίμονο αν πιστέψουμε ότι είναι προϊόν νηφάλιας και συνειδητής αντίδρασης στο δημοσίευμα. Θα αποτελούσε την πανηγυρικότερη επιβεβαίωσή του και απλώς θα μαρτυρούσε την προσπάθεια να το διαψεύσει χρησιμοποιώντας λεονταρισμούς.
Μόνο δικαστές που ζουν σε άλλον πλανήτη θα μπορούσαν να κρίνουν ότι η ΕΚΟ-ΕΛΔΑ είναι… ιδιωτική επιχείρηση. Και δυστυχώς η Ένωση Δικαστικών Λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας στηρίζοντας την απόφαση του Αʼ΄ Τμήματος, που έκρινε ότι η ΕΚΟ-ΕΛΔΑ δεν είναι κρατική επιχείρηση, δεν ανήκει στην κατηγορία των ΔΕΚΟ, συνομολογεί ότι ζουν σ’ άλλον κόσμο… και δεν έχουν ιδέα τι συμβαίνει στη χώρα.
Γιατί ακόμη και ο τελευταίος γιωταχής που πάει να βάλει βενζίνη σε πρατήριο της ΕΚΟ-ΕΛΔΑ γνωρίζει ότι βρίσκεται σε πρατήριο κρατικής εταιρείας. Η επιμονή των δικαστών του ανωτάτου αυτού δικαστηρίου στην άποψη των συναδέλφων τους του Α’ Τμήματος κρύβει τον φόβο, αλλά και τον πανικό μήπως η κάθαρση περάσει και την πόρτα του πρώην Αρσακείου…
Πιστεύαμε ειλικρινά ότι τουλάχιστον θα βρισκόταν κάποιος δικαστής που θα επαναστατούσε μ’ αυτή την απόφαση, που προσπόρισε χρηματικό όφελος ύψους 56.000.000 δρχ., συν τόκους από το 1999 σε συγγενή δύο πρώην αντιπροέδρων του ΣτΕ και θα φώναζε: «Ε, προς Θεού, όχι τέτοια πρόκληση, θα ξεσηκώσει την μήνιν ενός λαού, που σ’ όλες τις δύσκολες στιγμές στάθηκε δίπλα μας γιατί αντισταθήκαμε σε παρεμβάσεις ανώμαλων καταστάσεων». Δυστυχώς, όμως, όπως προκύπτει από την απάντηση της Ένωσης, κανείς δικαστής δεν προστατεύει αυτό το όνομα που κατέκτησε το Συμβούλιο της Επικρατείας με τις θυσίες και τους αγώνες προκατόχων τους. Θα τρίζουν τα κόκαλα του Στασινόπουλου, του Κουρουσόπουλου κ.ά.
Τους ενόχλησε η πρωτοσέλιδη αποκάλυψή μας για τον «Μποναμά στον ξάδελφο», στο προηγούμενο φύλλο. Δεν σεβαστήκαμε, λένε στην «έκτακτη ανακοίνωσή» τους, τις στοιχειώδεις αρχές της δημοσιογραφικής δεοντολογίας. Τα ίδια περίπου έλεγε και ο συνάδελφός τους του Αρείου Πάγου, πρόεδρος της αντίστοιχης Ένωσης κ. Αχιλλέας Ζήσης. Και είδαμε πού κατέληξε. Να τίθεται σε αργία, με το έρωτημα της απόλυσης και ήδη παραπέμπεται με τη βαρύτατη κατηγορία του χρηματισμού!
Λέτε σ’ άλλο σημείο ότι «σε κάθε δικαστική απόφαση υπάρχουν νικητές και ηττημένοι» και ότι «είναι εύλογο όποιος χάνει μια υπόθεση να αποδίδει το αποτέλεσμα σε διάφορες αιτίες, ακόμη και σε μεροληψία του δικαστηρίου»… Το ίδιο, κύριοι του Συμβουλίου της Επικρατείας, δεν έλεγε και ο… εντιμότατος κύριος Καλούσης και το άλλο «φρούτο», ο κ. Στάθης, και σήμερα βρίσκονται στον Κορυδαλλό; Το ίδιο δεν ισχυρίσθηκαν η κυρία Μπουρμπούλια και η κυρία Αντωνία Ηλία και σήμερα… παραθερίζουν στη Βραζιλία, τρώγοντας από τα δισεκατομμύρια που άρπαξαν για να αθωώσουν ληστές του χρηματιστηρίου, ενώ κάποιοι συμπατριώτες μας αυτοκτόνησαν λόγω των χρημάτων που έχασαν;
Λέτε στην ανακοίνωσή σας ότι «τον δημόσιο έλεγχο των αποφάσεών μας δεν τον φοβόμαστε». Θα περίμενε κανείς ότι η φράση αυτή θα είχε συνέχεια, ότι δηλαδή λεβέντικα θα ζητούσατε εσείς, ως Ένωση, την επανεκδίκαση, π.χ. ακόμη και από το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, της αμφισβητούμενης απόφασης, για να κριθεί εάν οι δικαστές του Αʼ΄ Τμήματος και ο εισηγητής κ. Σκαλτσούνης έκριναν σωστά και δεν ευνόησαν τον ξάδελφο των δύο συναδέλφων του που δεν παύουν οι δεσμοί φιλίας, επειδή έχουν συνταξιοδοτηθεί. Το γεγονός και μόνο ότι δεν το επεζητήσατε σημαίνει ότι αυτό που λέτε δεν το εννοείτε κιόλας…
Μόνο έλεγχος νομιμότητας γίνεται στην ανάκριση και όχι έλεγχος νέων πραγματικών στοιχείων. Προφανώς θα αστειεύεστε… Νομιμότητα δεν είναι, κύριοι δικαστές, το τι ισχύει, αν ένα ζώο π.χ. είναι λιοντάρι κι όχι πρόβατο; Ισχυρισμός είναι; Εκτός κι αν λειτουργείτε σαν τους καλόγηρους του Αγίου Όρους, που βαφτίζουν, κατά τις περιόδους νηστείας, το κρέας ψάρι… Είναι νομιμότητα, κύριοι της Ένωσης Δικαστικών Λειτουργών του ΣτΕ, ότι η ΕΚΟ-ΕΛΔΑ είναι ιδιωτική και όχι κρατική;
Σε πλήρη συγχορδία ΣτΕ και Συμβολαιογραφικός Σύλλογος!
Απάντηση μας έστειλε και ο πρόεδρος του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείων Αθηνών-Πειραιά-Αιγαίου και Δωδεκανήσου κ. Νικ. Στασινόπουλος, στην οποία προσπάθησε να καλύψει τις πλάτες που έκανε ο σύλλογος στον ξάδελφο, με το να μη βάλει δικηγόρο στη δίκη στο Διοικητικό Εφετείο, πράξη που δημιουργεί ποινικές ευθύνες (το αδίκημα της απιστίας και της μη προστασίας των συμφερόντων του συλλόγου εξόφθαλμα), διατυπώνοντας τον ισχυρισμό -άκουσον, άκουσον- ότι «η απουσία δεν παρακωλύει την πρόοδο της διαδικασίας, ούτε δημιουργεί τεκμήριο ομολογίας, όπως συμβαίνει σε αστική υπόθεση»… Να σας χαίρονται, κύριε πρόεδρε, εκείνοι που σας έδωσαν το πτυχίο. Ξέρετε τι λέτε μ’ αυτόν τον ακροβατισμό σας; Ότι δεν χρειάζεται να βάλεις δικηγόρο π.χ. στο Ποινικό. Δηλαδή βάλεις δεν βάλεις δικηγόρο, έχεις το ίδιο αποτέλεσμα. Καλά, σοβαρολογείτε, είστε με τα λογικά σας;
Δικηγόρο δεν βάλατε, κ. Στασινόπουλε, για να διευκολύνετε την έκδοση απόφασης υπέρ του ξάδελφου. Και έχετε τεράστιες ευθύνες. Όποια ζημία υποστεί ο σύλλογος θα πρέπει να καταλογιστεί σε εσάς. Όμως μας κάνει εντύπωση και κάτι ακόμη, το ίδιο εξωφρενικό: γεγονός ότι το ΔΣ του συλλόγου έτρεξε άρον άρον, σχεδόν ανήμερα των Χριστουγέννων, με μόνο μια αρνητική ψήφο (γιατί δεν μας λέτε ποια άποψη είχε;) να εγκρίνει την καταβολή των 56.000.000 πλέον τόκων στον ξάδελφο – καλά, τόση ανάγκη είχε;
Διαφαίνεται από τις θέσεις της Ένωσης Δικαστικών Λειτουργών και του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου ότι ήταν… διάχυτη η επιθυμία να ικανοποιήσουν το αίτημα του ξάδελφου, πράγμα που δείχνει ότι κάθε άλλο παρά άδικα δώσαμε την προβολή και τον χαρακτηρισμό περί σκανδάλου που έπρεπε στην υπόθεση αυτή. Απόδειξη ότι οι δικαστές του Αʼ΄ Τμήματος, καθώς και ο εισηγητής δεν έκαναν το αυτονόητο να αναζητήσουν από το υπουργείο Οικονομικών τις απόψεις τους, το τι ισχύει, σε ποιο καθεστώς υπάγεται η ΕΚΟ-ΕΛΔΑ. Δεν το έκαναν, σκοπίμως, υστερόβουλα, γιατί τότε δεν θα μπορούσαν να… δικαιώσουν τον ξάδελφο των συναδέλφων τους…
Εμείς, πάντως, κάναμε το καθήκον μας. Ώρα να κάνει το καθήκον του και ο υπουργός Δικαιοσύνης κ. Παπαληγούρας, ζητώντας την επανεξέταση της υπόθεσης.
Αιδώς, Αργείοι…
Η Ένωση Δικαστικών Λειτουργών Συμβουλίου της Επικρατείας, στην «έκτακτη ανακοίνωση» που εξέδωσε την Τρίτη, γράφει τα εξής:
«Η αρχή του καινούργιου χρόνου συνδυάζεται κάθε φορά με ελπίδες για κάτι καλύτερο σε όλους τους τομείς – περιλαμβανομένης της Δικαιοσύνης, αλλά και του Τύπου.
Οι επιδράσεις όμως από τις αποκαλύψεις του περασμένου χρόνου είναι ιδιαίτερα βαριές και έχουν δημιουργήσει σε κάποιους διαδίκους μία ευαίσθητη ψυχολογία, ενώ ορισμένα μέσα μαζικής ενημέρωσης δείχνουν vα έχουν την τάση να βλέπουν παντού σκιές.
Έτσι, στο πρωτοχρονιάτικο φύλλο της εφημερίδας ʽʽΤΟ ΠΑΡΟΝʼʼ εμφανίσθηκε ως πρωτοσέλιδο θέμα μία ʽʽαπίστευτη ιστορίαʼʼ για απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας με την οποία ʽʽχαρίστηκανʼʼ δήθεν σε συμβολαιογράφο 56 εκατομμύρια δραχμές, που αναλογούσαν σε αμοιβή για συμβόλαιο της ΕΚΟ-ΕΛΔΑ ΑΕ, τα οποία διεκδικούσε ο Συμβολαιογραφικός Σύλλογος Εφετείων Αθηνών, Αιγαίου και Δωδεκανήσου, γιατί ο συμβολαιογράφος αυτός είχε την ιδιότητα αδελφού δικαστή του ΣτΕ, που, σημειωτέον, έχει αποχωρήσει από την υπηρεσία το έτος 1996, και την ιδιότητα εξαδέλφου άλλου δικαστή του ΣτΕ, που έχει επίσης συνταξιοδοτηθεί από το έτος 2003 (κατά την εφημερίδα ο τελευταίος είναι ακόμη εν ενεργεία).
Το εκπληκτικό αυτό συμπέρασμα στηρίζεται αποκλειστικά στην έκβαση της υπόθεσης και στην ύπαρξη συγγενικής σχέσης. Αυτό που επιδεικτικά απουσιάζει από το ρεπορτάζ είναι οι διατάξεις του νόμου που ρυθμίζουν το θέμα και με βάση τις οποίες ελήφθη η απόφαση. Οι διατάξεις αυτές ορίζουν ότι στους συμβολαιογραφικούς συλλόγους περιέρχεται η αμοιβή των συμβολαιογράφων από συμβόλαια στα οποία συμβάλλεται κάποιο από τα νομικά πρόσωπα που αναφέρονται περιοριστικά στο άρθρο 99 του ν. 670/1977. Με την 3149/2003 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών έγινε δεκτή η προσφυγή του ανωτέρω συμβολαιογράφου με την αιτιολογία ότι η ΕΚΟ-ΕΛΔΑ δεν περιλαμβάνεται μέσα στις εταιρείες που αναφέρει περιοριστικά η πιο πάνω διάταξη. Σημειωτέον ότι η απόφαση αυτή στηριζόταν, μεταξύ άλλων, και σε γνωμοδότηση του έτους 1999 του αρμοδίου Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Με την 3491/2005 απόφαση της μείζονος (επταμελούς) συνθέσεως του Α’ ʽμήματος του ΣτΕ, που ελήφθη ομόφωνα και δημοσιεύθηκε στις 24.10.2005, εξετάσθηκε αίτηση αναιρέσεως του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου, επικυρώθηκε η κρίση του Διοικητικού Εφετείου και απορρίφθηκε εν μέρει ως αβάσιμος και εν μέρει ως αόριστος ο λόγος αναιρέσεως που είχε προβάλει ο Συμβολαιογραφικός Σύλλογος ότι η σχετική νομοθετική διάταξη πρέπει να ερμηνευθεί διασταλτικά και να περιληφθεί και στα πιο πάνω νομικά πρόσωπα και η ΕΚΟ- ΕΛΔΑ. Και αυτό αφού είχε γνωστοποιηθεί η εισήγηση του εισηγητή δικαστή και είχε έτσι δοθεί στον Σύλλογο η ευχέρεια να αναπτύξει τις δικές του απόψεις, πάντα μέσα στα όρια του αναιρετικού ελέγχου, που είναι έλεγχος νομιμότητας της δικαστικής αποφάσεως και όχι έλεγχος νέων πραγματικών ισχυρισμών.
Σε κάθε δικαστική απόφαση υπάρχουν νικητές και ηττημένοι. Είναι εύλογο, επομένως, όποιος χάνει μία υπόθεση να αποδίδει το αποτέλεσμα σε διάφορες αιτίες, ακόμη και σε μεροληψία του δικαστηρίου – ανεξάρτητα αν αυτό πράγματι συντρέχει.
Τον δημόσιο έλεγχο των αποφάσεων μας δεν τον φοβόμαστε, αντίθετα τον επιζητούμε. Οι αμοιβαίοι έλεγχοι είναι βασική προϋπόθεση για την καλή λειτουργία των θεσμών. Μορφή δημοσίου ελέγχου της Δικαιοσύνης αποτελεί και ο έλεγχος από τον Τύπο. Ο έλεγχος όμως αυτός πρέπει να σέβεται τις στοιχειώδεις αρχές της δημοσιογραφικής δεοντολογίας, στις οποίες περιλαμβάνονται η παρουσίαση των ουσιωδών στοιχείων της δικαστικής απόφασης, η διασταύρωση των καταγγελλομένων, η αναζήτηση των απόψεων όλων των μερών και η αποφυγή διατύπωσης αυθαίρετων συμπερασμάτων. Και το βάρος του ελέγχου είναι σε κάθε περίπτωση ανάλογο της σοβαρότητας με την οποία αυτός ασκείται.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση οι αρχές αυτές καταπατήθηκαν βάναυσα.
Μείζον δεοντολογικό και ηθικό ζήτημα δημιουργεί ακόμη το γεγονός ότι ηττηθείς διάδικος στη συγκεκριμένη υπόθεση δεν είναι ένας κοινός διάδικος, αλλά ένα νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου του νομικού χώρου και μάλιστα ο μεγαλύτερος συμβολαιογραφικός σύλλογος της χώρας. Η ελάχιστη θεσμική υποχρέωση που έχει ο Συμβολαιογραφικός Σύλλογος Εφετείων Αθηνών, Αιγαίου και Δωδεκανήσου είναι να λάβει άμεσα, υπεύθυνα και δημόσια, θέση για όσα δημοσιεύθηκαν. Επιτέλους, η εικόνα της Δικαιοσύνης στην κοινή γνώμη δεν μπορεί να αμαυρώνεται με την αβασάνιστη υιοθέτηση μη ελεγμένων αιτιάσεων δυσαρεστημένων διαδίκων ή με την κατασκευή σκανδάλων με στόχο την αύξηση της κυκλοφορίας ή της θεαματικότητας. Είναι επίσης απαράδεκτο για την ικανοποίηση της διαφαινόμενης έντονης επιθυμίας ορισμένων να πείσουν τους πολίτες ότι η Δικαιοσύνη είναι στο σύνολό της ʽʽδιαβρωμένηʼʼ να επιστρατεύονται τέτοιου είδους μέθοδοι. Αιδώς, Αργείοι!».
Ιδού ο δόλος:
Δεν έβαλαν δικηγόρο!
Εξάλλου, στην επιστολή που μας έστειλε ο πρόεδρος του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου κ. Στασινόπουλος υποστηρίζει τα εξής:
«Κύριε Διευθυντά,
Στο πρωτοχρονιάτικο φύλλο της εφημερίδας Σας, κύριο πρωτοσέλιδο θέμα ήταν κριτική της υπ’ αριθμόν 3491/2005 απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας, που εκδίκασε διαφορά μεταξύ του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείων Αθηνών, Πειραιώς, Αιγαίου και Δωδεκανήσου κατά του ήδη συνταξιούχου συμβολαιογράφου Αθηνών Θεοδώρου Χαλαζωνίτη.
Στο εν λόγω δημοσίευμα γίνεται αναφορά ονομάτων διαφόρων προσώπων, μεταξύ των οποίων και του δικού μου, ως πιθανώς εμπλεκομένων με αμφίβολο τρόπο στην έκδοση της εν λόγω απόφασης.
Επειδή το δημοσίευμα βασίζεται σε ανακριβείς, ασαφείς και σε πολλά σημεία αντιφατικές ή άσχετες μεταξύ τους πληροφορίες και καταλήγει να είναι δυσφημιστικό σε βάρος μου, σας καλώ να δημοσιεύσετε την επιστολή αυτή, αποκαθιστώντας την αλήθεια με την παράθεση των πραγματικών γεγονότων.
Στο δημοσίευμα αναφέρεται ότι ο κ. Χαλαζωνίτης δεν τόλμησε να ζητήσει πίσω την αμοιβή του στα δύο χρόνια που ήταν πρόεδρος ο κ. Κωτσάκης, ενώ όλως περιέργως κατέθεσε εξώδικο και αγωγή μόλις ανέλαβα εγώ την προεδρία.
Τα πραγματικά περιστατικά έχουν ως εξής: Ο κ. Χαλαζωνίτης στις 3-12-1998 υπέβαλε έγγραφο ερώτημα στον Συμβολαιογραφικό Σύλλογο, αν το περί ου ο λόγος συμβόλαιο υπάγεται στην κατηγορία των ʽʽκρατικών συμβολαίωνʼʼ. Η Νομική Υπηρεσία του Συλλόγου με την 163/8-1-999 γνωμοδότησή της αποφάνθηκε ότι το συμβόλαιο δεν είναι κρατικό. Την ίδια γνώμη εξέφρασε και η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου με την 13/29-6-1999 γνωμοδότησή της. Ο κ. Χαλαζωνίτης, που είχε ήδη καταβάλει το σχετικό ποσό, άσκησε στις 28-12-1999 αγωγή κατά του Συλλόγου. Όλα τα ανωτέρω επί προεδρίας του κ. Κωτσάκη. Εγώ εκλέχθηκα πρόεδρος και ανέλαβα καθήκοντα στις 10 Ιουνίου 2000.
Στο δημοσίευμα αποκρύπτεται επιμελώς ότι όλες οι ενέργειες που πραγματοποιήθηκαν στη συνέχεια για την προάσπιση των συμφερόντων του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου και αναφέρονται σε αυτό, καθώς και η άσκηση όλων των ενδίκων μέσων, έγιναν από τη σημερινή διοίκηση του Συλλόγου και εμένα προσωπικά.
Η μη παράσταση δικηγόρου του Συλλόγου στο Διοικητικό Εφετείο δεν είχε καμιά έννομη συνέπεια στην έκβαση της δίκης, δεδομένου ότι στον σχετικό φάκελο υπήρχαν ήδη κατατεθειμένες οι προτάσεις του Συλλόγου, τις οποίες έλαβε υπόψη το Διοικητικό Εφετείο στη διαμόρφωση της κρίσης του. Σύμφωνα με τη Διοικητική Δικονομία (άρθρο 34), η απουσία διαδίκου δεν παρακωλύει την πρόοδο της διαδικασίας, ούτε δημιουργεί τεκμήριο ομολογίας, όπως συμβαίνει στις αστικές υποθέσεις.
Στη φωτοτυπία του εγγράφου του υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, που δημοσιεύεται στην εφημερίδα Σας, εμφανίζονται μόνον οι δύο πρώτοι παράγραφοι. Λίγο παρακάτω υπάρχει τρίτη παράγραφος, η οποία αναφέρει ρητά ότι η ΕΚΟ- ΕΛΔΑ δεν υπάγεται στις διατάξεις του Ν. 2414/1996 (για τις ΔΕΚΟ) και ότι το καταστατικό της διέπεται από τις διατάξεις του Ν. 2190/1920 περί ʽʽανωνύμων εταιρειώνʼʼ.
Επίσης στο εν λόγω δημοσίευμα αφήνονται αιχμές για τυχόν εμπλοκή εμού και επωνύμων προσώπων του πολιτικού και πανεπιστημιακού χώρου στη ʽʽσκανδαλώδη απόφασηʼʼ του Συμβουλίου της Επικρατείας, ως συμμετεχόντων ʽʽστην κρίσιμη εποχή στο διοικητικό συμβούλιο του Συλλόγου Νομικών η ΘΕΜΙΣʼʼ. Διερωτώμαι, ποια είναι η κρίσιμη εποχή; Αυτή της εκδίκασης της υπόθεσης και έκδοσης της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας ή εκείνη πριν από σαράντα χρόνια, που ως φοιτητής της νομικής υπήρξα μαζί με τον τωρινό καθηγητή της φιλοσοφίας του Δικαίου κ. Ιωάννη Στράγγα εκλεγμένο μέλος του διοικητικού συμβουλίου ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΦΟΙΤΗΤΩΝ ΝΟΜΙΚΗΣ Η ʽʽΘΕΜΙΣʼʼ. Τα υπόλοιπα αναφερόμενα στο δημοσίευμα πρόσωπα υπήρξαν απλά συμφοιτητές μας. Όσον αφορά στην ουσία της υπόθεσης, το Συμβούλιο της Επικρατείας δεν έκρινε εάν η εταιρεία ΕΚΟ-ΕΛΔΑ υπάγεται στον δημόσιο ή τον ιδιωτικό τομέα, αλλά εάν αυτή κατατάσσεται σε κάποια από τις κατηγορίες νομικών προσώπων, που αναφέρονται περιοριστικά στις διατάξεις του άρθρου 99 του Ν. 670/1977, που ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο συντάξεως του συμβολαίου. Σήμερα μετά την ισχύ του νέου Κώδικα Συμβολαιογράφων (Ν. 2830/2000) τα συμβόλαια, στα οποία συμβάλλεται η ΕΚΟ-ΕΛΔΑ, χαρακτηρίζονται ως κρατικά.
Πρέπει επίσης να τονιστεί το γεγονός ότι το Διοικητικό Συμβούλιο του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου στη συνεδρίασή του στις 27 Δεκεμβρίου 2005 αποδέχθηκε με μία μόνον αρνητική ψήφο την εφαρμογή και εκτέλεση της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Προσωπικά πιστεύω ότι οι δικαστές του Συμβουλίου της Επικρατείας έπραξαν το καθήκον τους και αποφάσισαν κατά συνείδηση, ανεξάρτητα εάν κάποιοι συμφωνούν ή διαφωνούν με την απόφαση αυτή».
Αποσιωπούν ότι όφειλε ο δικαστής να αναζητήσει τα
δημόσια έγγραφα για το τι είναι η ΕΚΟ-ΕΛΔΑ
Σ’ όλα τα παραπάνω, από καθαρά νομική άποψη, η απάντησή μας είναι:
«Ο δικαστής γνωρίζει τον νόμο από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και το ότι η ΕΚΟ-ΕΛΔΑ ΑΕ είναι ΔΕΚΟ και επιχείρηση κοινής ωφέλειας δεν χρήζει αποδείξεως (Ν. 2414/96 ʽʽεκσυγχρονισμός των Δημόσιων Επιχειρήσεων και Οργανισμών και άλλες διατάξειςʼʼ άρθρο 2 – νομική μορφή των ΔΕΚΟ, άρθρο 3 ʽʽοι δημόσιες επιχειρήσεις λειτουργούν με βάση τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας, χωρίς να μεταβάλλεται ο χαρακτήρας τους ως εταιρειών που ασκούν δραστηριότητα κοινής ωφέλειαςʼʼ.
Εξάλλου το άρθρο 99 του Ν. 670/77 που αναφέρει η ανακοίνωση δεν χρειάζεται κανενός είδους διασταλτική ερμηνεία, γιατί στο άρθρο αυτό συμπεριλαμβάνονται ʽʽπεριοριστικάʼʼ, όπως αναφέρει η ανακοίνωση, και οι δημόσιοι οργανισμοί ή οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, δηλαδή πάλι η ΕΚΟ-ΕΛΔΑ ΑΕ και ως επιχείρηση κοινής ωφέλειας, όπως ορίζει ο νόμος, ήτοι το παραπάνω άρθρο 99 όπου ʽʽτα εν άρθρω 98 οριζόμενα εφαρμόζονται επί παντός είδους συμβολαίου εν οις συμβαλλόμενοι είναι το Ελληνικόν Δημόσιον και παν άλλο Νομικό πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου ή Οργανισμός ή επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας…ʼʼ. Συνεπώς, η ΕΚΟ-ΕΛΔΑ ΑΕ εμπίπτει και στις (2) ανωτέρω περιπτώσεις και ως Δημόσιος Οργανισμός (ΔΕΚΟ) και ως Επιχείρηση Κοινής Ωφέλειας. Ο δικαστής οφείλει να ζητεί κάθε στοιχείο χρήσιμο για τη διερεύνηση της υπόθεσης (άρθρο 22 του ΠΔ 18/1999) για να συναχθεί καλή δικανική πεποίθηση. Το ότι η άνω εταιρεία είναι σωρευτικώς και ΔΕΚΟ και οργανισμός κοινής ωφέλειας αναφέρεται στον νόμο όπου οι ΔΕΚΟ είναι και επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, άλλωστε αποδεικνύεται και απ’ τα δημόσια έγγραφα τα οποία, ακόμη και αν δεν τα είχε προσκομίσει κάποιος απ τους διαδίκους, όπως εν προκειμένω, όφειλε ο δικαστής ελέγχοντας τη νομιμότητα να τα αναζητήσει και να τα συγκεντρώσει. Όταν ο νόμος ορίζει ποια είναι τα κρατικά συμβόλαια όπως ανωτέρω, όφειλε ή όχι ο δικαστής να ελέγξει τη νομιμότητα και στη συγκεκριμένη περίπτωση παραβιάσθηκε ή όχι η νομιμότητα, αφού σύμφωνα με τον νόμο στα κρατικά συμβόλαια υπάγονται και εκείνα όπου συμβάλλονται οι ΔΕΚΟ και οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας(;). Με τη γνωμοδότηση του 1999 που αναφέρεται στην ανακοίνωση μάλλον εκ παραδρομής ή εκ λάθους δεν διερευνήθηκε η δυνατότητα αν η ΕΚΟ-ΕΛΔΑ, ήταν ΔΕΚΟ ή Επιχείρηση κοινής ωφέλειας».