Τα όρια της «νέας ηγεμονίας»

Όμως αυτή η ιστορική προοπτική αποδείχθηκε σύντομα μια τραγική ψευδαίσθηση. Η «σιδηρά χειρ» μιας νέου τύπου ηγεμονίας προωθήθηκε παγκόσμια, με συνέπεια μεγάλες περιοχές του πλανήτη να αντιμετωπίζουν κρίσιμα προβλήματα που αφορούν τόσο το επίπεδο της ζωής τους όσο και το περιεχόμενο της δημοκρατίας που «απολαμβάνουν».
Η πολιτικοϊδεολογική ηγεμονία που επιδίωκαν τις προηγούμενες δεκαετίες οι ΗΠΑ, και φάνηκε να επιβάλλεται στις αρχές της δεκαετίας του 1990 μετατράπηκε σύντομα σε μια αυταρχική, στρατιωτικού τύπου κάποιες φορές, επιβολή, η οποία με «όχημα» το νεοφιλελεύθερο πρότυπο της παγκοσμιοποίησης άνοιξε πολεμικά μέτωπα τόσο στην Ευρώπη όσο και στη Μέση Ανατολή και την Κεντρική Ασία, αχρήστευσε στην ουσία το διεθνές δίκαιο -υποτάσσοντας στις βουλήσεις της τους διεθνείς οργανισμούς- και έσυρε την Ευρώπη σε μια στρατηγική υποταγής, πολιτικής και οικονομικής, διαμορφώνοντας τελικά ένα σκηνικό παγκόσμιας κρίσης.
Ένα σκηνικό που μοιάζει με «κόλαση» μπροστά στην ισορροπία του τρόμου που χαρακτήριζε την ψυχροπολεμική περίοδο.
Οι ΗΠΑ βέβαια επεδίωξαν την ηγεμονία αυτή μετά τη λήξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, εφαρμόζοντας όμως διαφορετική πολιτική και οικονομική στρατηγική. Με την ενεργοποίηση κεϋνσιανού χαρακτήρα τύπων ανάπτυξης οι ΗΠΑ αποτέλεσαν ένα κυρίαρχο πρότυπο παραγωγής προϊόντων, βιομηχανικής ανάπτυξης, παγκόσμιου χαρακτήρα εξαγωγικών δραστηριοτήτων και συγκέντρωσης κεφαλαίου. Σήμερα η οικονομία των ΗΠΑ είναι ελλειμματική (γύρω στα 700 δισ. δολάρια), οι εργασιακές σχέσεις υποτυπώδεις, οι κοινωνικοί θεσμοί αποδυναμωμένοι, τα νοικοκυριά υπερχρεωμένα.
Η αυταρχική επιβολή μέσω του νεοφιλελεύθερου προτύπου αποτελεί την άλλη όψη των στρατιωτικών παρεμβάσεων και των πολέμων των τελευταίων ετών. Οι επεμβάσεις στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ και οι σχεδιαζόμενες στο Ιράν και στη Συρία αποτελούν τις κυνικές όψεις ενός ηγεμονικού προτύπου, που έχει εγκαταλείψει τα πολιτικά «εργαλεία», προκειμένου να ελέγξει τις πλουτοπαραγωγικές πηγές και να επιβάλει, με κάθε μέσον, την κυριαρχία τους σε κρίσιμες «περιοχές» του πλανήτη.
Ασφαλώς οι παγκόσμιοι συσχετισμοί μεταβάλλονται και αναδιαμορφώνονται. Την τελευταία πενταετία η Κίνα αναδύεται σε ραγδαίως ανερχόμενη δύναμη που, αν και εξαρτάται ενεργειακά, διαθέτει ένα τεράστιο εργατικό δυναμικό εκατοντάδων δισ. ανθρώπων, το οποίο σε συνδυασμό με τις νέες παραγωγικές-τεχνολογικές αλλαγές και τις σημαντικές επενδύσεις που συντελούνται στην Κίνα, αποτελεί μια τεράστια παραγωγική δύναμη, που σύντομα θα διεκδικήσει τη δική της ηγεμονική παρουσία -πολιτική και οικονομική- στην παγκόσμια σκακιέρα.
Αλλά και η Ρωσία του Πούτιν τα τελευταία χρόνια φαίνεται να διανύει περίοδο ανασύνταξης. Ο Πούτιν επιδίωξε, μέσα από τη ρήξη με τους αποκαλούμενους «ολιγάρχες», να συγκεντρώσει την πολιτική ισχύ και να αποτρέψει την «αυτονόμηση» κρίσιμων τομέων της οικονομικής-ενεργειακής δομής της χώρας. Ασφαλώς η δυναμική της σύγχρονης Ρωσίας δεν μπορεί να συγκριθεί με την παγκόσμια ισχύ της ΕΣΣΔ.
Όμως ο Πούτιν επιδιώκει ενίσχυση της διεθνούς θέσεως της χώρας, αποτροπή των διενέξεων και των συγκρούσεων στο «μαλακό υπογάστριο» της Ρωσίας με τις χώρες της πάλαι ποτέ ΕΣΣΔ, και ενίσχυση των σχέσεων της Ρωσίας με την Κίνα, στην προοπτική διαμόρφωσης ενός νέου -αντίπαλου- πόλου παγκόσμιας ισχύος έναντι των ΗΠΑ. Όλοι όμως αυτοί οι στρατηγικού τύπου σχεδιασμοί προωθούνται με την ψυχρότητα και την ακρίβεια μιας εμπειρίας και μιας γνώσης που αποκτήθηκε από τον Πούτιν στη σιδηρά δομή των «μυστικών υπηρεσιών» όπου εθήτευσε επί μακρόν…
Σε αντίθεση με τις ανακατατάξεις αυτές η Ευρώπη φαίνεται να τελεί υπό μια παρατεταμένη καθήλωση. Η είσοδος των χωρών του πρώην ανατολικού συνασπισμού οξύνει την οικονομική κρίση και καθιστά ακόμα δυσχερέστερη την πολιτική ενοποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πολλώ δε μάλλον που οι χώρες αυτές επηρεάζονται σοβαρά από τις στρατηγικές επιλογές των ΗΠΑ.
Σε αυτήν την ιστορικού τύπου πολιτική καθήλωση των ηγεσιών της ΕΕ απάντησε με σαφή τρόπο η κοινωνική-λαϊκή αντίσταση των ευρωπαίων πολιτών με την απόρριψη του σχεδίου συντάγματος. Η απόρριψη αυτή -που εκφράζει μια σαφή πλειοψηφία πανευρωπαϊκού χαρακτήρα- αποτελεί τον καρπό ενός ευρύτερου προβληματισμού, που συνδέει την πολιτική καθήλωση της Ευρώπης με την εφαρμογή του νεοφιλελεύθερου προτύπου και την αποδυνάμωση των θεσμών του κοινωνικού κράτους. Για πρώτη φορά την τελευταία δεκαετία υπάρχει μια κοινωνική αφύπνιση των ευρωπαίων πολιτών και μια ογκούμενη αντίσταση απέναντι στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Και ίσως η αντίσταση αυτή υποχρεώσει τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα να επανακαθορίσουν τη στρατηγική τους απέναντι στον μονόδρομο της νεοφιλελεύθερης πολιτικής και της υποταγής στις ΗΠΑ.
Τα δεκαπέντε χρόνια που πέρασαν μας δίδαξαν πολλά. Η επόμενη περίοδος θα δείξει αν αποκτήσαμε τη γνώση και τη δύναμη, για να βγάλουμε τη ρόδα της Ιστορίας από τη «λάσπη»…


Σχολιάστε εδώ