ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟ ΘΕΩΡΕΙΟ

Με τη —θετική ή αρνητική, ανάλογα πώς το βλέπει κανείς— επίδοση η φετινή νομοπαραγωγή βρέθηκε πιο ψηλά ακόμη και από το 2003, όταν, λόγω προεκλογικής χρονιάς, αλλά και της αυξημένης ανάγκης για την έκδοση εκτελεστικών νόμων που προέκυψε από τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001, είχαν ψηφιστεί συνολικά 125 νέοι νόμοι.
Για να βρούμε χρονιά με περισσότερους νόμους από τους φετινούς πρέπει να ανατρέξουμε πίσω στο 1979 και στην πρώτη μεταπολιτευτική τριετία 1975-1977, όταν η υιοθέτηση του νέου Συντάγματος και η «αποχουντοποίηση» απαιτούσαν, επίσης, την ψήφιση πολλών νέων νόμων.
Και να σκεφθεί κανείς ότι υπήρξαν μέρες όπου η Βουλή δεν λειτουργούσε γιατί δεν υπήρχαν νομοσχέδια και μάλιστα είχαν κατηγορηθεί υπουργοί ότι δεν παράγουν νομοθετική εργασία.


Περισσότερες οι διεθνείς συμβάσεις από τα νομοσχέδια

Για μία ακόμη χρονιά, ωστόσο, το μεγαλύτερο μέρος της νομοθετικής παραγωγής είχε «διεκπεραιωτικό» χαρακτήρα, αφού οι περισσότεροι από τους 126 νέους νόμους —και για την ακρίβεια οι 74— ήταν (τυπικές) επικυρώσεις κυρίως διεθνών συμβάσεων, τις οποίες συνάπτει η χώρα μας στο πλαίσιο των διεθνών σχέσεων που αναπτύσσει σε διμερές ή πολυμερές επίπεδο (λόγω της συμμετοχής της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στο ΝΑΤΟ και σε άλλους διεθνείς οργανισμούς) και απαιτούν νομοθετική (επι)κύρωσή τους από το κοινοβούλιο.
Σε ορισμένες, βεβαίως, περιπτώσεις οι επικυρώσεις αυτές δεν είναι και τόσο τυπικές, αφού μεταξύ αυτών είναι σημαντικά κείμενα, όπως επί παραδείγματι η Συνθήκη για το Ευρωσύνταγμα, η οποία επικυρώθηκε τον περασμένο Μάιο (νόμος 3341/05), αλλά δεν τέθηκε ποτέ σε ισχύ, αφού δεν εγκρίθηκε από άλλες χώρες (την απέρριψαν, ως γνωστόν, με δημοψηφίσματα οι Γάλλοι και οι Ολλανδοί) και «πάγωσε» -μέχρι νεωτέρας- η ισχύς της.


Τα υπουργεία που «πρωταγωνίστησαν»

Σημαντικά αυξημένος —και πάντως πάνω από τον μέσο όρο των τελευταίων χρόνων— ήταν ο αριθμός των ουσιαστικών νομοσχεδίων που καταρτίστηκαν από την κυβέρνηση και έγιναν νόμοι του κράτους στη διάρκεια του 2005. Χωρίς να υπολογίζουμε τα νομοσχέδια επικύρωσης του προϋπολογισμού και του οικονομικού απολογισμού, τα διάφορα υπουργεία προώθησαν και ψήφισαν μέσα στον χρόνο 52 καινούργιους νόμους. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι σχεδόν κάθε εβδομάδα του 2005 ψηφιζόταν και ένα καινούργιο κυβερνητικό νομοσχέδιο.
Τον «πρωταγωνιστικό» ρόλο στη νομοθετική υπερπαραγωγή είχαν τα λεγόμενα «παραγωγικά» υπουργεία, δηλαδή το Ανάπτυξης και το Οικονομίας και Οικονομικών, τα οποία με εννέα νόμους έκαστο μοιράζονται την πρώτη θέση.
Και αν από τα οικονομικά υπουργεία είναι σύνηθες να εκπορεύονται πολλά νομοσχέδια, εκείνο που προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση είναι ο εντυπωσιακός αριθμός των επτά νομοσχεδίων που πέρασε από το κοινοβούλιο το υπουργείο Παιδείας, αριθμός που ίσως κανένας προκάτοχος της Μαριέττας Γιαννάκου δεν είχε ούτε στη συνολική θητεία του στο συγκεκριμένο υπουργείο.
Από πέντε νομοσχέδια ψήφισαν τα υπουργεία Εσωτερικών και Υγείας, από τέσσερα τα υπουργεία Δικαιοσύνης και Πολιτισμού, τρία το Εθνικής Άμυνας και από ένα τα υπουργεία Απασχόλησης, Αγροτικής Ανάπτυξης, Δημόσιας Τάξης, Εμπορικής Ναυτιλίας, Μεταφορών και ΠΕΧΩΔΕ. Καμία νομοθετική πρωτοβουλία δεν ανέπτυξαν το 2005 οι υπουργοί Εξωτερικών Πέτρος Μολυβιάτης, Μακεδονίας-Θράκης Νίκος Τσιαρτσιώνης, Αιγαίου Αριστοτέλης Παυλίδης, καθώς και ο υπουργός Επικρατείας Θεόδωρος Ρουσόπουλος (ο οποίος, πάντως, είχε συναρμοδιότητα στους δύο νόμους περί «βασικού μετόχου»).


Η πολυνομία και το «ουκ εν τω πολλώ το ευ»

Δεν είναι λίγοι όσοι υποστηρίζουν ότι μία από τις μεγάλες παθογένειες που ταλανίζουν τη χώρα μας είναι και το φαινόμενο της πολυνομίας, το οποίο, όπως φαίνεται και από τα φετινά στοιχεία, μπορεί οι κυβερνήσεις να αλλάζουν, αυτό, όμως, «ζει και βασιλεύει».
Το ελληνικό Κοινοβούλιο ψηφίζει κάθε χρόνο υπερβολικά μεγάλο αριθμό νόμων, αρκετοί από τους οποίους παραμένουν ανενεργοί για μεγάλα χρονικά διαστήματα ή σε ορισμένες περιπτώσεις δεν εφαρμόζονται ποτέ.
Και αυτό διότι πολλές φορές οι ψηφισθέντες νόμοι, εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο καταρτίζονται, αλλά και των συνοπτικών διαδικασιών με τις οποίες συζητούνται στη Βουλή, καταλήγουν να είναι πρόχειροι, ασαφείς και μη λεπτομερειακοί, ενώ προβλέπουν την έκδοση δεκάδων υπουργικών αποφάσεων ή Προεδρικών Διαταγμάτων, κάτι που στην πράξη δεν γίνεται. Αυτό έχει αποτέλεσμα οι πολίτες, ακόμη και όταν τους αφορούν άμεσα, να μην μπορούν να παρακολουθήσουν τις νέες νομοθετικές ρυθμίσεις που υιοθετούνται από τη Βουλή.
Σε κάθε περίπτωση τίθεται ζήτημα ποιότητας και όχι ποσότητας των παραγόμενων νόμων. Γι’ αυτό και δεν έχουν άδικο όσοι επισημαίνουν ότι και στο ζήτημα αυτό ισχύει η αρχαιοελληνική ρήση «ουκ εν τω πολλώ το ευ». Αρκεί αυτό να το αντιληφθούν οι υπουργοί που νομοθετούν και οι οποίοι, ελλείψει πολλές φορές άλλου ουσιαστικού έργου, καταφεύγουν στην κατάθεση νομοσχεδίων που σε κάποιες περιπτώσεις αντί να επιλύουν προβλήματα περιπλέκουν καταστάσεις (τα σχετικά παραδείγματα —και πρόσφατα, αλλά και από το παρελθόν— είναι πάμπολλα).


Οι νόμοι που ψηφίστηκαν από κάθε υπουργείο

Αναλυτικά οι νόμοι που ψηφίστηκαν κατά το 2005 ανά υπουργείο είναι οι εξής:

  • Ο υπουργός Ανάπτυξης Δημήτρης Σιούφας ανέλαβε νομοθετικές πρωτοβουλίες σχεδόν για το σύνολο των τομέων της πολυσχιδούς δραστηριότητας του υπουργείου του. Ξεκίνησε με το νομοσχέδιο για την ίδρυση και λειτουργία βιομηχανικών και βιοτεχνικών εγκαταστάσεων, ακολούθησαν οι ρυθμίσεις για τη διακίνηση και αποθήκευση των πετρελαιοειδών, καθώς και για την ενίσχυση της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Σειρά πήραν μετά τα ζητήματα του εμπορίου (με αιχμή τη διεύρυνση του ωραρίου λειτουργίας των καταστημάτων) και το πλαίσιο των ρυθμίσεων για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Εταιρείας, ενώ μέσα στον Δεκέμβριο ψηφίστηκαν διαδοχικά τέσσερις νόμοι της αρμοδιότητας του υπουργείου Ανάπτυξης: για την καθιέρωση του εμπορικού μητρώου και τον εκσυγχρονισμό της επιμελητηριακής νομοθεσίας, για την εισαγωγή των βιοκαυσίμων και των άλλων ανανεώσιμων καυσίμων, για την επιτάχυνση της διαδικασίας για την απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και, τέλος, για την αγορά φυσικού αερίου.
  • Ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών, Γιώργος Αλογοσκούφης, πέρασε από τη Βουλή τρία διαδοχικά σχέδια νόμου για την αλλαγή της χρηματιστηριακής νομοθεσίας, τα οποία περιείχαν κυρίως ρυθμίσεις για την υιοθέτηση σχετικών κοινοτικών οδηγιών. Σε αυτά προστέθηκε -με τη μορφή τροπολογιών- και σειρά άλλων ρυθμίσεων, όπως για παράδειγμα η επίλυση του ζητήματος με το ασφαλιστικό των τραπεζών που έγινε με τροπολογία σε νομοσχέδιο για θέματα της κεφαλαιαγοράς. Εναρμονιστικά με τα ισχύοντα στην Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν και δύο ακόμη νομοσχέδια του τομέα του υπουργείου Οικονομίας και αφορούσαν το ένα τον ειδικό φόρο κατανάλωσης και το άλλο το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος. Ο κ. Αλογοσκούφης εισηγήθηκε ακόμη νόμους για τις αυξήσεις των συντάξεων του Δημοσίου, τις συμπράξεις του δημοσίου τομέα με ιδιωτικούς φορείς, την καθιέρωση του ΦΠΑ στα ακίνητα και, τέλος, για την εξυγίανση των ΔΕΚΟ.
  • Η υπουργός Παιδείας Μαριέττα Γιαννάκου εισηγήθηκε νομοσχέδια για την Κυβερνητική Επιτροπή Παιδείας και Πολιτισμού (που πάντως δεν λειτούργησε ή, αν λειτούργησε, αυτό δεν έγινε ευρύτερα γνωστό), τον νέο οργανισμό για την αναγνώριση των τίτλων σπουδών εξωτερικού (τον ΔΟΑΤΑΠ, που αντικατέστησε το περίφημο ΔΙΚΑΤΣΑ, αν και ακόμη δεν έχει καταφέρει να ξεπεράσει τις αδυναμίες που κληρονόμησε), τη διά βίου μάθηση, τη διασφάλιση της ποιότητας στην ανώτατη εκπαίδευση, την ίδρυση Σχολείου Ευρωπαϊκής Παιδείας, το Διεθνές Πανεπιστήμιο που θα λειτουργήσει στη χώρα μας, καθώς και για τη ρύθμιση θεμάτων του πανεπιστημιακού και του τεχνολογικού τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης.
  • Ο υπουργός Εσωτερικών, Προκόπης Παυλόπουλος, εκτός από τους δύο… ατυχείς, όπως αποδείχθηκε, νόμους για τον «βασικό μέτοχο» (τον πρώτο που δεν εφαρμόστηκε και τον δεύτερο που ήρθε για να καταργήσει τους δύο προηγούμενους, τον έναν, δηλαδή, αυτής της κυβέρνησης και τον άλλον της προκατόχου της), ψήφισε ακόμη νομοσχέδια για το προσωπικό του Δημοσίου και των ΟΤΑ, για τα οικονομικά της νομαρχιακής αυτοδιοίκησης, καθώς και για το μεταναστευτικό.
  • Ο υπουργός Υγείας, Νικήτας Κακλαμάνης, που έδειξε ιδιαίτερη νομοθετική σπουδή, καθώς ήθελε να φανεί ότι ολοκλήρωσε το έργο του πριν πάει να διεκδικήσει τον δήμο Αθηναίων, που είναι ο επόμενος στόχος του, ψήφισε νόμους για την εφαρμογή της ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, το Εθνικό Σύστημα Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, την οργάνωση και λειτουργία των υπηρεσιών δημόσιας υγείας, την αιμοδοσία και τον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας.
  • Ο υπουργός Δικαιοσύνης, Αναστάσης Παπαληγούρας, πέρασε από τη Βουλή νομοσχέδια για την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης, την ενίσχυση του εσωτερικού ελέγχου στη Δικαιοσύνη, την επιτάχυνση της διαδικασίας ενώπιον των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων και το προσωπικό που είναι υπεύθυνο για την εξωτερική φρουρά των φυλακών.
  • Στο υπουργείο Πολιτισμού η αναπληρώτρια υπουργός, Φάνη Πάλλη Πετραλιά, ψήφισε τον νόμο για την αξιοποίηση της ολυμπιακής περιουσίας (που, πάντως, παραμένει ανεκμετάλλευτη), ο υφυπουργός Πέτρος Τατούλης πέρασε τα νομοσχέδια για την Πάτρα Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης του 2006 και το «Έργο Πολιτών», τον φορέα συντονισμού των εθελοντικών οργανώσεων, ενώ ο έτερος υφυπουργός Γιώργος Ορφανός πέρασε νομοσχέδιο με ρυθμίσεις για θέματα του αθλητισμού.
  • Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Σπήλιος Σπηλιωτόπουλος, ψήφισε νόμους για την καθιέρωση των εφέδρων υψηλής ετοιμότητας (ΕΦΥΕΣ), τα στρατολογικά θέματα και τις ανώτατες στρατιωτικές σχολές.
  • Από τους έξι, εξάλλου, υπουργούς που ανέλαβαν μία και μόνη νομοθετική πρωτοβουλία, ο Γιώργος Σουφλιάς άλλαξε την προηγούμενη νομοθεσία για τις μελέτες των δημοσίων έργων, ο Πάνος Παναγιωτόπουλος πέρασε νόμο σχετικά με την απασχόληση και τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας, ο Μιχάλης Λιάπης νομοθέτησε ρυθμίσεις για τα εμπορευματικά κέντρα, ο Γιώργος Βουλγαράκης προώθησε την ίδρυση του Κέντρου Μελετών Ασφάλειας (ΚΕΜΕΑ), ο Μανώλης Κεφαλογιάννης εισηγήθηκε νέες ρυθμίσεις για τις καταδύσεις αναψυχής και ο Ευάγγελος Μπασιάκος πέρασε πολυνομοσχέδιο του τομέα της Αγροτικής Ανάπτυξης που αφορά κυρίως θέματα εφαρμογής της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής.

Καμιά αντίφαση

Η αλήθεια για το θέμα που δημοσιεύτηκε στο ΠΑΡΟΝ στις 18-12-2005 με τίτλο «Στο… στόχαστρο η Επιστημονική Υπηρεσία» είναι η ακόλουθη:
Το 1998 στη σχετική έκθεση δεν μετείχε καθηγητής του εργατικού δικαίου όπως συνέβη τώρα. Επομένως στη σχετική επεξεργασία δεν είχαν διατυπωθεί αντιρρήσεις που να προέρχονται από εφαρμογή ειδικών διατάξεων και περισσότερο ειδικών νομολογιακών θέσεων από τα εργατοδικεία. Η έκθεση του ’89 συνεπώς δεν απέβλεπε στη μονομερή στήριξη του νομοσχεδίου του Γιάννου Παπαντωνίου, όπως ανακριβώς ελέχθη. Αντιμετώπισε το θέμα μόνο από πλευρά δημοσίου δικαίου, και φυσικά απ’ αυτήν την πλευρά δεν υπήρξαν αντιρρήσεις.
Η νέα έκθεση, που υπογράφεται από τον Πρόεδρο του Επιστημονικού Συμβουλίου, καθηγητή κ. Μαυριά, και άλλους ειδικούς, διατυπώνει επιστημονικές απόψεις που λαμβάνουν υπόψη περισσότερα θέματα, που τέθηκαν προφανώς από τον καθηγητή του εργατικού δικαίου, κ. Παπαδημητρίου. Μεταξύ της παλαιάς έκθεσης και της νέας, που υπογράφεται και από τους παλαιούς καθηγητές, Αντ. Παντελή και Αλ. Καρέτσου, δεν υπάρχει αντίφαση ή ανακολουθία. Απλώς η νέα έκθεση συμπληρώνει την πρώτη σε ορισμένα σημεία της και είναι βέβαια ορθή και πληρέστερη.


Σχολιάστε εδώ