Απορρίπτει η ΟΤΟΕ το ΠΔ για ΕΤΑ!
Για αντισυνταγματικότητα, για τεράστια λειτουργικά προβλήματα και κυρίως για επικέντρωση του ενδιαφέροντος στη μεγιστοποίηση των κερδών των τραπεζών κάνει λόγο η ΟΤΟΕ, υπογραμμίζοντας ότι φαίνεται πως το Προεδρικό Διάταγμα θα αρχίσει να υλοποιείται, χωρίς καν να υπολογιστεί το ποσό που οφείλουν, και το οποίο θα υπολογιστεί και θα καταβληθεί «εν ευθέτω χρόνω», όταν μάλιστα με σαφήνεια ορίζεται η διάκριση που εισάγει το Π.Δ. μεταξύ παλαιών και νέων ασφαλισμένων.
Στις γενικές παρατηρήσεις της ΟΤΟΕ στο περιεχόμενο του Προεδρικού Διατάγματος για λειτουργία του ΕΤΑΤ περιλαμβάνονται και τα εξής:
Από την εισήγηση του Προεδρικού Διατάγματος φαίνεται και πάλι ότι το ΕΤΑΤ είναι «μαγική εικόνα». Περιγράφεται στον νόμο 3371 και μετά πέντε μήνες περιγράφεται ξανά στο σχέδιο του Προεδρικού Διατάγματος, αλλά δεν υπάρχει.
Το σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος θα έπρεπε, κατά τις προβλέψεις της εξουσιοδοτικής διάταξης του έκτου εδαφίου της παρ. 6 του αρθ. 62, να προσφέρει τουλάχιστον τα μέσα μιας αποτελεσματικής λειτουργίας για την εξασφάλιση πόρων που θα επαρκούν για τη χορήγηση συντάξεων. Ο σκοπός αυτός δεν επιτυγχάνεται. Δεν πρόκειται για Προεδρικό Διάταγμα που εγκαθιδρύει τους αναγκαίους μηχανισμούς. Και τούτο διότι ο ν. 3371 είναι ανεφάρμοστος. Όχι μόνο διότι είναι αντισυνταγματικός, αλλά και διότι η διατύπωση των διατάξεων που αναφέρονται στις υποχρεώσεις για την κάλυψη των δαπανών που εξασφαλίζουν τα οικεία καταστατικά των επιμέρους επικουρικών ταμείων δεν επιτρέπει έναν δεσμευτικό για τα τραπεζικά ιδρύματα προσδιορισμό του ύψους των υποχρεώσεών τους.
Αποκαλυπτική είναι απ’ αυτή την άποψη η ομολογία αδυναμίας προσδιορισμού της δαπάνης που πρέπει να καταβάλει ο εργοδότης για την καταβολή των συντάξεων από το ΕΤΑΤ, ομολογία η οποία απερίφραστα διατυπώνεται στην παρ. 2 της εισήγησης προς το Συμβούλιο Κοινωνικής Ασφάλισης (ΣΚΑ). Η μόνη προφανής σκοπιμότητα που εξυπηρετείται από το υπό έκδοση Π.Δ. είναι η παράταση της αδιέξοδης εκκρεμότητας, που κατατείνει στην ακόμη μεγαλύτερη απαλλαγή των εργοδοτών από τα πραγματικά βάρη που υποχρεώνονται να καλύπτουν. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται με βεβαιότητα από τις αλλεπάλληλες επιμηκύνσεις των προθεσμιών που ο ίδιος ο νόμος θέτει στην παρ. 6 του άρθ. 62, προς εφαρμογή του οποίου υποτίθεται ότι πρόκειται να εκδοθεί το υπό κρίση, αόριστο σε κάθε περίπτωση και στερούμενο λυσιτελών ρυθμίσεων, Π.Δ. της εισήγησης.
Ήδη η εισήγηση του ΠΔ αδυνατεί να οργανώσει έναν αποτελεσματικό μηχανισμό για τη χορήγηση των παροχών των ταμείων. Παραπέμπει αορίστως στις διατάξεις καταστατικών η εφαρμογή των οποίων είναι ωστόσο εφικτή κατά κανόνα, εφόσον δεν αποσπαστεί από τα ταμεία ο κλάδος επικουρικής σύνταξης, η υπόσταση του οποίου είναι συνδεδεμένη με άλλους υφιστάμενους σε ενιαία κεφαλαιακή και δομική λειτουργία κλάδους.
Είναι προφανές πως το ΠΔ αντανακλά τις προθέσεις της κυβέρνησης, διακηρύττει λύσεις, αλλά αδυνατεί να θεραπεύσει τα εγγενή νομικά αδιέξοδα του νόμου. Και τούτο διότι, για παράδειγμα, δεν είναι δυνατόν να επέλθουν απρόσβλητες από νομική άποψη διευθετήσεις στον αναμενόμενο κατ’ ανάγκη διαχωρισμό των κεφαλαίων που αντιστοιχούν στους κλάδους επικούρησης των ταμείων στις περιπτώσεις όπου το κεφάλαιο όλων των κλάδων έχει ήδη αναλωθεί από τις τράπεζες (ενδεικτικά ALPHA BANK) ως συμφωνημένο προς αυτές αντάλλαγμα, έναντι της συμβατικά ανειλημμένης τους υποχρέωση να χορηγούν όλες τις παροχές (επικουρική σύνταξη, εφάπαξ βοηθήματα επαγγελματικής αποκατάστασης τέκνων, υγείας κ.λπ.). Ούτε είναι νομικά δυνατή η απόσπαση μη αυτοτελών κλάδων επικουρικής σύνταξης από φορείς που χορηγούν τη σχετική παροχή παραλλήλως με άλλες υπηρεσίες, χωρίς να τηρείται λογιστικό σύστημα εγγραφών παρακολούθησης και αποτίμησης διακριτών μεταξύ των επιμέρους κλάδων, εισφορών, κεφαλαιακών αποδόσεων και δαπανών, πράγμα που συμβαίνει στο σύνολο σχεδόν των ταμείων.
Επίσης, σε ορισμένες περιπτώσεις, δεν είναι δυνατή η απόσπαση του κλάδου επικουρικής σύνταξης από το νομικό πρόσωπο του ταμείου που το διαχειρίζεται, χωρίς να διακινδυνεύει η λειτουργία του ταμείου ως προς τις λοιπές παροχές που προσφέρει (ενδεικτικά: Ταμείο Υγείας Προσωπικού Αγροτικής Τράπεζας).
Η κυβέρνηση αντί να περιπλέκει περισσότερο την κατάσταση, οφείλει να εγκαταλείψει τον νόμο και να επιζητήσει λύσεις προσερχόμενη επειγόντως σε διάλογο με την ΟΤΟΕ. Καλούμε τα μέλη του ΣΚΑ να αρθούν στο ύψος των ευθυνών τους. Διότι, εκτός των άλλων, διατρέχουν τον κίνδυνο να συμπράξουν και στη δημιουργία ενός μηχανισμού που θα προσφέρει στους εργοδότες μεγαλύτερες εκπτώσεις, προκλητική απαλλαγή δαπανών που θα καταστήσει τυπικά και ουσιαστικά υπόλογους όσους συμπράξουν.
Η διαδικασία που σε κάθε περίπτωση επιβάλλει ο νόμος 3371 θα καταστήσει υπόλογους και τους συντάκτες του νόμου και όσους επιχειρήσουν να συνδράμουν με νοθεύσεις και διατάξεις ακορντεόν, που δεν αρμόζουν σε ένα κράτος δικαίου, την πριμοδότηση των τραπεζών με κέρδη τα οποία εξασφαλίζονται από την αφαίρεση δικαιωμάτων εργαζομένων και συνταξιούχων των τραπεζών. Οι εκπρόσωποι των εργαζομένων δεν πρόκειται να συμπράξουν σε αυτό το σκάνδαλο. Το ΣΚΑ δεν δικαιούται να νομιμοποιήσει παρεκτροπές από το πλαίσιο εγγυήσεων που το Σύνταγμα θέτει για τα κοινωνικοασφαλιστικά δικαιώματα.