Το νέο καθεστώς συνταξιοδότησης των εργαζομένων στις τράπεζες

Έτοιμο για υπογραφή είναι το Προεδρικό Διάταγμα που καθορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις διαχείρισης και διεκπεραίωσης θεμάτων των Ταμείων Επικουρικής Ασφάλισης Προσωπικού Πιστωτικών Ιδρυμάτων από το Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Τραπεζοϋπαλλήλων (ΕΤΑΤ). Το νέο ταμείο αφορά το σύνολο των τραπεζοϋπαλλήλων που έχουν προσληφθεί στα πιστωτικά ιδρύματα μέχρι τις 31.12.2004 και των συνταξιούχων των Ταμείων Επικουρικής Ασφάλισης ή των κλάδων σύνταξης των ταμείων αυτών, ή ενώσεων προσώπων ή ειδικών λογαριασμών του προσωπικού των πιστωτικών ιδρυμάτων. Στους πόρους του ΕΤΑΤ περιλαμβάνονται οι μηνιαίες εισφορές των ασφαλισμένων, που ανέρχονται στο 3% επί των αποδοχών κάθε τραπεζοϋπάλληλου που προσλήφθηκε μετά την 1.1.1993, και προσδιορίζονται οι προϋποθέσεις που διέπουν το καθεστώς καθορισμού των συντάξεων.

Ολόκληρο το κείμενο από 6 άρθρα του Προεδρικού Διατάγματος είναι το ακόλουθο:

Σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος
«Καθορισμός όρων και προϋποθέσεων διαχείρισης και διεκπεραίωσης θεμάτων Ταμείων Επικουρικής Ασφάλισης προσωπικού πιστωτικών ιδρυμάτων από το Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Τραπεζοϋπαλλήλων (ΕΤΑΤ)»

Αρθρο 1
Το ΕΤΑΤ αναλαμβάνει τη διεκπεραίωση και διαχείριση των πάσης φύσεως υποθέσεων των ασφαλισμένων που έχουν προσληφθεί στα πιστωτικά ιδρύματα μέχρι 31.12.2004 και των συνταξιούχων των ταμείων επικουρικής ασφάλισης ή των κλάδων σύνταξης των ανωτέρω ταμείων ή ενώσεων προσώπων ή ειδικών λογαριασμών του προσωπικού των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Προεδρικού Διατάγματος οι ανωτέρω επικουρικοί φορείς αποκαλούνται εφεξής «Ταμεία».

Άρθρο 2
Πόροι
1. Για την επίτευξη του αναφερόμενου στο άρθρο 1 σκοπού καταβάλλονται στο ΕΤΑΤ ασφαλιστικές εισφορές, οι οποίες καθορίζονται ως εξής:
α) Ασφαλισμένοι μέχρι 31-12-1992:
Οι μηνιαίες ασφαλιστικές εισφορές ασφαλισμένου και εργοδότη είναι αυτές που ορίζονται από τις καταστατικές διατάξεις των Ταμείων.
β) Ασφαλισμένοι από 1-1-1993:
Μηνιαία εισφορά ασφαλισμένου οριζόμενη σε τρία τοις εκατό (3%) επί των αποδοχών επί των οποίων υπολογίζονται οι ασφαλιστικές εισφορές στον φορέα κύριας ασφάλισης για τη συγκεκριμένη κατηγορία ασφαλισμένων και μηνιαία ισόποση εισφορά εργοδότη επί των ίδιων αποδοχών.
Για τους απασχολούμενους σε βαρέα επαγγέλματα τα ανωτέρω ποσοστά αυξάνονται κατά 1,25 % και 0,75 % αντιστοίχως.
γ) Εισφορά των συνταξιούχων όπου από τις καταστατικές διατάξεις των Ταμείων προβλέπεται.
2. Οι ανωτέρω εισφορές ασφαλισμένων και εργοδοτών των περιπτώσεων α και β παρακρατούνται και καταβάλλονται από τους εργοδότες μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα απʼ αυτόν που αφορούν.
3. Το ποσό της δαπάνης που αναλογεί στον εργοδότη, όπως θα προσδιορίζεται κατά Ταμείο με ειδική οικονομική μελέτη σύμφωνα με το πέμπτο εδάφιο της παρ. 6 του άρθρου 62 του ν. 3371/2005 και το οποίο απαιτείται για την πλήρη και ομαλή καταβολή των συντάξεων, θα καταβάλλεται κατ’ έτος στο ΕΤΑΤ σε τριμηνιαίες δόσεις στην αρχή κάθε τριμήνου. Για τον προσδιορισμό του ποσού αυτού συνυπολογίζονται οι εισφορές του εργοδότη όπως προσδιορίζονται στην παρ. 1. Το παραπάνω ποσό αφαιρείται από την εισφορά του εργοδότη προς το ΕΤΕΑΜ, όπως αυτή θα προσδιοριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης (γ) του άρθρου 59 του νόμου αυτού.
4. Τα αποθεματικά του ΕΤΑΤ τα οποία έχουν σχηματισθεί από τους πόρους του άρθρου αυτού παραμένουν ως περιουσία του ΕΤΑΤ και μετά την ένταξη των ασφαλισμένων των Ταμείων στο Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών (ΕΤΕΑΜ) σύμφωνα με το άρθρο 58 του ν. 3371/2005.

Άρθρο 3
Χρόνος ασφάλισης
1. Χρόνος ασφάλισης των ασφαλισμένων μέχρι 31-12-1992 είναι ο καθοριζόμενος από τα καταστατικά των Ταμείων στα οποία είναι ασφαλισμένοι. Η αναγνώριση πραγματικών ή πλασματικών χρόνων, ο τρόπος εξαγοράς, καθώς και η προαιρετική ασφάλιση εφόσον αυτή προβλέπεται, πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις των καταστατικών των Ταμείων αυτών.
2. Για τους ασφαλισμένους από 1-1-1993 και μετά και όσον αφορά τα θέματα της παρ.1 ισχύουν οι διατάξεις του άρθρων 40 και 42 του ν. 2084/1992, όπως ισχύουν κάθε φορά.

Άρθρο 4
Προϋποθέσεις συνταξιοδότησης
Στους ασφαλισμένους των Ταμείων, για τους οποίους καταβάλλονται οι οριζόμενες στο άρθρο 2 του παρόντος ασφαλιστικές εισφορές, καταβάλλεται σύνταξη γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου με τις εξής προϋποθέσεις: α) Ασφαλισμένοι μέχρι 31-12-1992:
Για τη συνταξιοδότηση των ασφαλισμένων της κατηγορίας αυτής λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου ισχύουν οι αντίστοιχες συνταξιοδοτικές προϋποθέσεις των καταστατικών των Ταμείων στα οποία είναι ασφαλισμένοι.
Εάν από τα καταστατικά των Ταμείων προβλέπεται σύστημα προσυνταξιοδότησης με ειδικά όρια ηλικίας, το ΕΤΑΤ αναλαμβάνει την συνταξιοδότηση των ασφαλισμένων σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από τις οικείες διατάξεις των καταστατικών αυτών.
Σε περίπτωση θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου, δικαιοδόχα πρόσωπα είναι τα μέλη οικογένειας του θανόντος, όπως αυτά προσδιορίζονται από τα καταστατικά των Ταμείων.
Τυχόν λοιπές παροχές που επίσης προβλέπονται καταβάλλονται από το ΕΤΑΤ με τις ίδιες προϋποθέσεις, β) Ασφαλισμένοι για πρώτη φορά από 1-1-1993:
Για τη συνταξιοδότηση των ασφαλισμένων της κατηγορίας αυτής λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου ισχύουν οι αντίστοιχες συνταξιοδοτικές προϋποθέσεις του φορέα κύριας ασφάλισής τους. Σε κάθε περίπτωση απαιτείται η προηγούμενη συνταξιοδότηση από το΅ν φορέα αυτόν για την ίδια αιτία κινδύνου.
Για την κρίση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος των ασφαλισμένων λόγω αναπηρίας ισχύει το ποσοστό αναπηρίας που έλαβε υπόψη ο φορέας κύριας ασφάλισης για την απονομή της αντίστοιχης παροχής.
Σε περίπτωση συνταξιοδότησης λόγω θανάτου του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου, δικαιοδόχα πρόσωπα είναι τα οριζόμενα από τις διατάξεις του άρθρου 27 του ν. 2084/1992, όπως ισχύει κάθε φορά.

Άρθρο 5
Ποσά συντάξεων
1. Στους μέχρι 31-12-1992 ασφαλισμένους των Ταμείων το ΕΤΑΤ καταβάλλει συντάξεις λόγω γήρατος, αναπηρίας και θανάτου, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 3 του παρόντος Π.Δ/τος, υπολογιζόμενες με τις καταστατικές διατάξεις των Ταμείων.
Στις περιπτώσεις συνταξιοδότησης λόγω θανάτου του ασφαλισμένου ή του συνταξιούχου, τα ποσοστά της σύνταξης για τα δικαιοδόχα πρόσωπα προσδιορίζονται με βάση τις καταστατικές διατάξεις του ταμείου στο οποίο υπαγόταν ο θανών.
Στις περιπτώσεις συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας καταβάλλονται ποσά συντάξεων υπολογιζόμενα σύμφωνα με τις διατάξεις των οικείων Ταμείων και ανάλογα με τα ποσοστά αναπηρίας που επίσης προβλέπονται από αυτές.
Οι ίδιες διατάξεις εφαρμόζονται και για τον υπολογισμό των πάσης φύσεως προσαυξήσεων και επιδομάτων που επίσης καταβάλλονται στους συνταξιούχους.
2. Στους ασφαλισμένους από 1-1-1993 και μετά το ΕΤΑΤ καταβάλλει συντάξεις λόγω γήρατος, αναπηρίας και θανάτου, υπολογιζόμενες σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 34 του ν. 2084/1992, του άρθρου 3 του ν.3029/2002 και του άρθρου 4 του ν. 3385/2005, όπως ισχύουν.
3. Για τους μέχρι 31-12-1992 ασφαλισμένους οι καταβαλλόμενες συντάξεις δεν μπορεί να είναι κατώτερες από τα κατώτατα όρια συντάξεων που προβλέπονται από τα καταστατικά των ταμείων, ενώ για τους από 1-1-1993 ασφαλισμένους ισχύουν οι σχετικές περί κατωτάτων ορίων διατάξεις του ν. 2084/1992.
4. Στους ήδη συνταξιούχους των Ταμείων καταβάλλονται τα ποσά σύνταξης που κατέβαλε το Ταμείο από το οποίο συνταξιοδοτούνται. Σε περίπτωση που στο Ταμείο ισχύει προσυνταξιοδοτικό καθεστώς, το ΕΤΑΤ καταβάλλει ολόκληρο το ποσό. Μετά τη συνταξιοδότησή τους από τον κύριο φορέα το ποσό μειώνεται ανάλογα και καταβάλλεται το ποσό που αντιστοιχεί στην επικουρική σύνταξη.
5. Οι καταβαλλόμενες από το ΕΤΑΤ συντάξεις αυξάνονται κατ’ έτος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 66 του ν.2084/1992, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει με το άρθρο 19 του ν.2606/1998.
6. Για θέματα που αφορούν την έναρξη, λήξη και αναστολή καταβολής της σύνταξης καθώς και παραγραφής των απαιτήσεων εφαρμόζονται οι καταστατικές διατάξεις των Ταμείων.

Άρθρο 6
Λοιπά θέματα
1. Για κάθε θέμα που δεν ρυθμίζεται με τις διατάξεις του παρόντος διατάγματος ισχύουν οι διατάξεις των Ταμείων, των οποίων την εκπλήρωση των υποχρεώσεων στους ασφαλισμένους και συνταξιούχους τους αναλαμβάνει το ΕΤΑΤ.
2. Ενστάσεις κατά των αποφάσεων των διοικητικών οργάνων του ΕΤΑΤ εκδικάζονται από το Διοικητικό Συμβούλιό του.
3. Δικαστικές αντιδικίες που προκύπτουν μεταξύ εργοδότη και εργαζομένων στο πλαίσιο των ιδιωτικών συμφωνιών που έχουν καταρτίσει δεν ανατίθενται σε καμία περίπτωση στο Ε.Τ.Α.Τ.
4. Μέχρι την έκδοση του οργανισμού του Ε.Τ.Α.Τ. σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 67 του ν.3371/2005 και την πρόσληψη προσωπικού, το Ταμείο θα λειτουργεί με προσωπικό που εντάσσεται σ’ αυτό με απόσπασή του από τα πιστωτικά ιδρύματα.
5. Το ΕΤΑΤ αναλαμβάνει τη διαχείριση και διεκπεραίωση των πάσης φύσεως υποθέσεων των ασφαλισμένων και συνταξιούχων των Ταμείων έπειτα από αίτηση του αρμοδίου οργάνου του εργοδότη, των εργαζομένων ή του Ταμείου. Στην περίπτωση αυτή και προκειμένου το ΕΤΑΤ να αναλαμβάνει τις ως άνω υποχρεώσεις, τα Ταμεία ή οι εργοδότες υποχρεούνται να θέτουν στη διάθεσή του τον αναγκαίο διοικητικό και λειτουργικό εξοπλισμό, τα αρχεία και μητρώα ασφαλισμένων και συνταξιούχων, τα μηχανογραφικά στοιχεία που κρίνονται απαραίτητα για την οικονομική λειτουργία του ΕΤΑΤ καθώς και κάθε άλλο απαραίτητο στοιχείο για το σχηματισμό ατομικών φακέλων ασφαλισμένων και συνταξιούχων.
6. Μετά τη λήξη ή την κατάργηση των δικαστικών αντιδικιών μεταξύ εργοδότη και εργαζομένων εφαρμόζονται οι διατάξεις του κεφαλαίου Η’ του ν. 3371/2005.


Σχολιάστε εδώ