Νέος «πονοκέφαλος» για την Ουάσινγκτον στη Νότια Αμερική
«Ο μόνος τρομοκράτης στον κόσμο που γνωρίζω είναι ο Μπους. Οι στρατιωτικές επεμβάσεις του, όπως αυτή στο Ιράκ, είναι κρατική τρομοκρατία. Σήμερα στη Βολιβία και στη Λατινική Αμερική δεν υπάρχουν πλέον λαοί που παίρνουν τα όπλα ενάντια στον ιμπεριαλισμό, αλλά ο ιμπεριαλισμός είναι που στρέφει τα όπλα του εναντίον των λαών μέσω στρατιωτικών επεμβάσεων και των στρατιωτικών του βάσεων»!
Η εκλογή του 46χρονου Έβο Μοράλες έρχεται ως φυσικό επακόλουθο, και δικαίωση σε έναν βαθμό, των εκτεταμένων αναταραχών που συγκλονίζουν τη χώρα εδώ και τρία χρόνια. Στο πλαίσιο αυτών ανατράπηκαν δύο Πρόεδροι (Σάντσεζ δε Λοσάδα και Μέσα) και ισάριθμες κυβερνήσεις, ενώ αναδείχθηκαν στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης το ζήτημα της εθνικοποίησης των πλουτοπαραγωγικών πηγών και των αμερικανικών παρεμβάσεων στα εσωτερικά της Βολιβίας.
Το θέμα του ελέγχου του φυσικού πλούτου προκύπτει με τέτοια βιαιότητα λόγω της τεράστιας σημασίας που έχει για την οικονομία της χώρας. Η Βολιβία κατέχει τη δεύτερη θέση στη Νότια Αμερική, μετά τη Βενεζουέλα, με κριτήριο τα αποθέματα φυσικού αερίου και την έκτη θέση παγκοσμίως. Ως αποτέλεσμα πολλές πολυεθνικές επιχειρήσεις έχουν επενδύσει περισσότερα από 3,5 δισ. δολάρια σε εγκαταστάσεις εκμετάλλευσης. Παρά την ύπαρξη όμως αυτού του μοναδικού πλούτου, η συντριπτική πλειονότητα των 8,5 εκατομμυρίων κατοίκων της χώρας ζει σε συνθήκες ακραίας φτώχειας. Το αίτημα της εθνικοποίησης των πλουτοπαραγωγικών πόρων -και όχι της δήμευσης της περιουσίας των πολυεθνικών επιχειρήσεων- είναι σε τέτοιο βαθμό κοινός τόπος στη Βολιβία, ώστε υποστηριζόταν ακόμη και από τον βασικό αντίπαλο του Έβο Μοράλες που ανήκε στη Δεξιά και κατά κοινή ομολογία υποστηριζόταν ανοιχτά από την Ουάσιγκτον. Αποτέλεσμα των εντεινόμενων λαϊκών πιέσεων ήταν και ο νόμος που ψηφίσθηκε τον Μάιο του 2005 και ανέβασε τους φόρους που πληρώνουν οι πολυεθνικές στο 32%! Νόμος που, κινούμενος σε διαμετρικά αντίθετη κατεύθυνση από τη γενική τάση που θέλει μείωση των φόρων που πληρώνουν οι επιχειρήσεις, προκάλεσε έντονες διεθνείς αντιδράσεις.
Το μίσος των Βολιβιανών κατά των ΗΠΑ, πέρα από τις γενικότερες αιτίες, τροφοδοτήθηκε τα τελευταία χρόνια από την επιμονή των ΗΠΑ να καταστρέψουν τις καλλιέργειες κόκας, επικαλούμενες την αντιμετώπιση της μάστιγας των ναρκωτικών. Η κόκα όμως είναι το βασικό είδος καλλιέργειας των ιθαγενών. Αν αυτή εκλείψει, δεν θα επιδεινωθεί απλώς η θέση τους, αλλά θα πεθάνουν από την πείνα. Γι’ αυτόν τον λόγο πολλές φορές στο παρελθόν έγιναν συγκρούσεις στα χωριά των ιθαγενών με δυνάμεις της αστυνομίας και του στρατού, όταν οι πρώτοι αρνούνταν την καταστροφή των καλλιεργειών τους. Μέσα σε αυτό το κίνημα ανδρώθηκε πολιτικά και ο Έβο Μοράλες, με αποτέλεσμα τόσο οι αντίπαλοί του στη Βολιβία όσο και οι Αμερικανοί να προσπαθούν να τον διασύρουν, ταυτίζοντάς τον με την παρασκευή και το εμπόριο της κοκαΐνης. Ξεχνούν φυσικά ότι όχι μόνο η κόκα στη Βολιβία καλλιεργούνταν πολλούς αιώνες πριν οι δυτικές μεγαλουπόλεις παραδοθούν στις ψευδαισθήσεις των ναρκωτικών, αλλά και ότι κανείς ιθαγενής Βολιβιανός δεν έχει πλουτίσει όπως πλουτίζουν οι Αμερικανοί από τα ναρκωτικά. Η αιτία του κακού δεν βρίσκεται συνεπώς στις καλλιέργειες της πρώτης ύλης των ναρκωτικών, που και αυτές άλλωστε οι Αμερικανοί τις αντιμετωπίζουν τόσο επιλεκτικά, ώστε να δημιουργούνται υποψίες -πώς αλλιώς να ερμηνευθεί η απάθεια που δείχνουν για τις ακμάζουσες κατά την τελευταία τριετία καλλιέργειες οπίου στο Αφγανιστάν, για παράδειγμα…
Ο Έβο Μοράλες όμως σηματοδοτεί μια μείζονα τομή για τα πολιτικά πράγματα της Βολιβίας και για έναν επιπλέον λόγο. Γιατί, παρ’ ότι η συντριπτική πλειονότητα των κατοίκων της Βολιβίας είναι ιθαγενείς, είναι η πρώτη φορά από το 1825 που κέρδισε την ανεξαρτησία της από την Ισπανία η χώρα αυτή, που αναλαμβάνει τα «ηνία» της ιθαγενής. Η υπερψήφισή του λοιπόν πολύ λίγες δεκαετίες αφότου επιτράπηκε στους ιθαγενείς να κυκλοφορούν ελεύθερα(!) στις πλατείες και στους κεντρικούς δρόμους, αποκαθιστά την κοινωνική δικαιοσύνη και σε ένα επιπλέον επίπεδο: των φυλετικών διακρίσεων.
Ο κίνδυνος που δημιουργείται ξανά για τις ΗΠΑ, στη χώρα όπου επίλεκτες ομάδες των ειδικών δυνάμεών τους δολοφόνησαν το 1967 τον Τσε Γκεβάρα, είναι ιδιαίτερα σημαντικός. Την έκτασή του είχε διατυπώσει από πέρσι τον Ιούλιο κιόλας, σε μια ομιλία του στο Ίδρυμα Χιούντσον, ο Ρότζερ Μάουρερ, στέλεχος του Πενταγώνου και υπεύθυνος θεμάτων που αφορούν το δυτικό ημισφαίριο, με τα εξής λόγια: «Η επανάσταση που εξελίσσεται στη Βολιβία θα μπορούσε να έχει τόσο εκτεταμένες συνέπειες όσο και η επανάσταση της Κούβας το 1959. Οι εξελίξεις που διαδραματίζονται στη Βολιβία θα μπορούσαν να προκαλέσουν επιπτώσεις στη Λατινική Αμερική και οπουδήποτε αλλού θα μπορούσατε να ασχοληθείτε την υπόλοιπη ζωή σας»!
Ο κίνδυνος που άμεσα γεννάται από την εκλογή του Μοράλες είναι να ενισχυθεί πολιτικά ο άξονας που έχουν δημιουργήσει στη Λατινική Αμερική ο Τσάβες και ο Κάστρο, αμφισβητώντας ευθέως και εμπράκτως την αμερικανική παντοκρατορία. Παρ’ ότι όμως ο Μοράλες δεν κρύβει τον θαυμασμό του για την Κούβα και τη Βενεζουέλα, θα ήταν παρακινδυνευμένο να προδικαστεί από τώρα μια τόσο ριζοσπαστική στροφή που απέχει σημαντικά από το παράδειγμα άλλων κεντροαριστερών κυβερνήσεων της Λατινικής Αμερικής όπως της Αργεντινής, της Βραζιλίας κ.ά. Πολύ περισσότερο που υπάρχουν πρόσφατα παραδείγματα στην περιοχή, όπου αριστεροί πρόεδροι, οι οποίοι εξελέγησαν μάλιστα στον απόηχο λαϊκών εξεγέρσεων, γύρισαν πολύ γρήγορα την πλάτη τους στα κινήματα που τους ανέδειξαν – όπως συνέβη για παράδειγμα στο Εκουαδόρ.
Σε κάθε περίπτωση η ανάδειξη του Έβο Μοράλες ενισχύει ακόμη περισσότερο την αριστερή στροφή που καταγράφεται τα τελευταία χρόνια στη Λατινική Αμερική στα απόνερα της ήττας του νεοφιλελευθερισμού. Το αποτέλεσμα της Βολιβίας δίνει επιπλέον και νέα ώθηση στα αριστερά κόμματα και τους υποψηφίους που θα διεκδικήσουν τους επόμενους μήνες την εξουσία σε πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής: στην Αϊτή τον Ιανουάριο, στην Κόστα Ρίκα τον Φεβρουάριο, στο Περού τον Απρίλιο, στην Κολομβία τον Μάιο, στο Μεξικό τον Ιούλιο, στη Βραζιλία τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο στον Ισημερινό και στη Νικαράγουα, όπου φαβορί είναι ο μέχρι το 1991 πρόεδρος της κυβέρνησης των Σαντινίστας, Ντανιέλ Ορτέγκα.