Ένας «νεοφιλελεύθερος κοινωνιστής» στις μυλόπετρες του συστήματος
Στην προσωπικότητα του κ. Παναγιωτόπουλου σκιαγραφείται μια διφορούμενη, πολύπλοκη και ηθελημένα παράδοξη σχέση: αφενός η γοητεία του «νεοφιλελεύθερου κοινωνιστή» που αγωνίζεται να διαχέει στο πολιτικό πεδίο και αφετέρου το στοιχείο του «νεοσυντηρητικού», επί του οποίου επιδιώκει να οικοδομήσει τη βάση των ψηφοφόρων του. Μια βάση ευμετάβλητη δίχως ιστορία και παράδοση, ταλαιπωρημένη από τη διάψευση των ελπίδων της για μια ισχυρή, πελατειακής μορφής, σχέση με τον «πολλά υποσχόμενο», στην αρχή της πολιτικής σταδιοδρομίας του, πολιτικό.
Στο πρόσωπο του νυν υπουργού Απασχόλησης σε μεγάλο βαθμό αντανακλώνται οι προκαταλήψεις της εποχής της «νέας διακυβέρνησης», στην ολιγόχρονη διάρκεια της οποίας δεν κατέστη δυνατόν να μετουσιωθεί σε πράξη το πλαίσιο αρχών και διακηρύξεών της!..
Η οικοδόμηση νέων πολιτικών σχέσεων διακινούμενων στις διακηρυγμένες αρχές της αξιοκρατίας αποτελεί ουτοπία να στηριχτεί σε «παλαιά υλικά» και παρωχημένη «τεχνολογία», εκείνη των πελατειακών σχέσεων.
Στο διάστημα των είκοσι και πλέον μηνών οι πράξεις και οι παραλείψεις ένιων υπουργών -και αν συνεχισθούν στην ίδια κλίμακα- είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα δικαιώσουν μια σειρά πικρόχολες a priori διαπιστώσεις, όχι μόνο των «διαπλεκόμενων», αλλά και του απλού πολίτη που αναζητεί την αποτελεσματική αντιμετώπιση των προβλημάτων της καθημερινότητάς του!
Στα μάτια της πλειονότητας των ψηφοφόρων των εκλογών της 7ης Μαρτίου 2004, που εναπέθεσαν στη Νέα Δημοκρατία την ελπίδα να ενσαρκώσει «μια καινούργια περίοδο στο ύφος και το ήθος της εξουσίας», μια «θεολογία της αποδοτικότητας της κυβερνητικής και ακολούθως της κρατικής μηχανής», η ελπίδα αυτή βαθμιαίως μεταλλάσσεται σε «κουρελιασμένο μύθο»!..
Ο «νεοφιλελεύθερος κοινωνιστής» υπουργός Εργασίας βρίσκεται σε πλήρη σύγχυση μεταξύ των θεωριών περί ελεύθερης αγοράς και της «χίμαιρας περί παραγωγικότητας που έχει ως αντίτιμο τα εκατομμύρια των ανθρώπων που είναι εγκλωβισμένοι στη μηχανική αυτοματοποιημένη εργασία».
Το ίδιο το κυβερνών κόμμα κατά μία έννοια είναι θύμα της επιτυχίας του στις διαδοχικές, εθνικές και ευρωεκλογές του 2004. Αλλά και της γραφειοκρατίας που έγειρε τη ζυγαριά προς την πλευρά της Νέας Δημοκρατίας στην εκλογική αντιπαράθεση και υποδορίως επεδίωκε να εγκλωβίσει και μεθοδικώς να εξουδετερώσει την επαγγελλόμενη από τη Συντηρητική Παράταξη αναδιάταξη των παραγωγικών διαδικασιών.
Ταυτοχρόνως η «νέα διακυβέρνηση» είναι θύμα του συντηρητικού αντιατλαντισμού, που προεκλογικώς άρχισε να αναδύεται στους κόλπους της, χωρίς η ίδια να συνειδητοποιεί ότι η αίσθηση της «προστασίας» βρισκόταν έστω και προσωρινώς εν υπνώσει στο υποσυνείδητο αυτής της πολιτικής παράταξης!..
Η «σκληρή» εξωτερική πολιτική που επαγγέλθηκε υπήρξε στην κυβερνητική συνέχεια της Συντηρητικής Παράταξης «έπεα πτερόεντα», παρά το γεγονός ότι διακεκριμένα στελέχη αυτού του χώρου και μάλιστα με έντονο τρόπο, πρόβαλαν σε πρώτο πλάνο, τη ρήση του Ζαν Πολ Σαρτρ: «Ο Ατλαντισμός τρελαίνεται. Να κόψουμε τους δεσμούς μας που μας ενώνουν μ’ αυτόν, διαφορετικά θα τρελαθούμε κι εμείς»!
Ο «νεοφιλελεύθερος κοινωνισμός» του Πάνου Παναγιωτόπουλου δεν εξορκίζει βεβαίως την ουσία του κλασικού φιλελευθερισμού, ως ιδεολογίας η οποία κατ’ εξοχήν θεμελιώνεται στον ατομισμό -πολιτικό και οικονομικό- και συμπυκνώνεται στο «δόγμα» της απόλυτης ελευθερίας του ατόμου -πολιτική και οικονομική-, τη διασφάλιση των δικαιωμάτων του, την ελάχιστη δυνατή παρέμβαση του κράτους, την απόλυτη ελευθερία της αγοράς. Στην προέκτασή του ο φιλελευθερισμός σε νεοφιλελευθερισμό προσδιορίζει την ανθρώπινη ελευθερία αρνητικά, δηλαδή την απουσία κάθε εξωτερικού καταναγκασμού ή περιορισμού και αντιμετωπίζει το κράτος ως αναγκαίο κακό, αξιώνοντας τον μέγιστο δυνατό περιορισμό του κοινωνικού του ρόλου και των συναφών δραστηριοτήτων του. Ο νυν υπουργός Εργασίας, ως «νεοφιλελεύθερος κοινωνιστής», εξαναγκάζεται να αποδεχθεί «τη δυνατότητα του ατόμου να αναπτύσσει την προσωπικότητά του και τις ικανότητές του σε ένα περιβάλλον ελευθερίας» και να αναγνωρίσει την υποχρέωση του κράτους να παρεμβαίνει για την άμβλυνση των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων και να διαχειρίζεται ορισμένες οικονομικές λειτουργίες ευρύτερης κοινωνικής σημασίας. Παραλλήλως, στον «νεοφιλελευθερισμό» διακρίνεται μια ισχυρή τάση επιστροφής στην «παράδοση» με την αναβίωση του συντηρητισμού (νεοσυντηρητισμός), που συνθέτει το προφίλ της «Νέας Δεξιάς».
Τώρα πλέον άτομο και αγορά αποτελούν την κατευθυντήρια αρχή. Αποτελούν τον υπέρτατο κανόνα και υποστηρίζεται ότι αποτελούν παράγοντα προόδου και ευημερίας. Εξορκίζεται η συλλογικότητα κάθε μορφής. Διακηρύσσεται ο αντικρατισμός και η υπεροχή της ιδιωτικής επιχειρηματικής πρωτοβουλίας.
Ο κ. Παναγιωτόπουλος, ως «νεοδεξιός κοινωνιστής», κινδυνεύει να συνθλιβεί στις μυλόπετρες των υπέρτερων επιδιώξεων του συστήματος, του οποίου αποτελεί αναπόσπαστο μέρος, και της ανάγκης να επιδείξει κοινωνικό προσωπείο!..