Νέο αμύνεσθαι περί πάρτης!
Καθώς εξακολουθούν να είναι σε εξέλιξη και οι νέες αντιδράσεις, κυρίως του κρατικομονοπωλιακού συνδικαλισμού, προς κάθε μεταρρυθμιστική προσπάθεια, που προωθήθηκε τα τελευταία κυρίως δέκα πέντε χρόνια και που προωθείται με σκοπό την αναστροφή της ολοένα επιδεινούμενης οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας στη χώρα μας και προς όφελος των μη προνομιούχων ελλήνων εργαζόμενων, θυμηθήκαμε όσα είχε επισημάνει ο πρώην υπουργός Γεράσιμος Αρσένης κατά την παρουσίαση του προηγούμενου βιβλίου μας «Η Μεγάλη Φούσκα της Οικονομίας, 1981 – 2001» για τη σύγκρουση στην Ελλάδα μεταξύ της παραδοσιακής και μεταρρυθμιστικής κουλτούρας και τα θύματά της, που είναι μόνο οι εργατοϋπάλληλοι και οι φορολογούμενοι. Αντιδράσεις για το ωράριο στις δημόσιες υπηρεσίες, αντιδράσεις για τον λειτουργικό και οργανωτικό εκσυγχρονισμό των δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών και για τον περιορισμό της σπατάλης δημόσιων πόρων, αντιδράσεις σε μεταρρυθμίσεις που ωφελούν τους πολλούς. Τα αποτελέσματα είναι γνωστά. Κατά την πολύχρονη αυτή σύγκρουση οι μεν βολεμένοι κρατούσαν και κρατούν ως «παντιέρα» την «απειλή των κεκτημένων δικαιωμάτων», εν ονόματι τάχα των μη βολεμένων, οι οποίοι συνεχώς έβλεπαν και βλέπουν να έχουν ως μοναδικά «κεκτημένα δικαιώματα» την ολοένα αυξανόμενη λιτότητα, ανεργία, φορολογία και φτώχεια.
Αναφερόμενος ο κ. Αρσένης στις εξελίξεις της ελληνικής οικονομίας μετά το 1981, επεσήμανε, μεταξύ των άλλων, τα εξής:
• Πίσω από τις οικονομικές εξελίξεις κρύβεται μια βασική αντιπαράθεση δύο πολιτισμικών παραδόσεων στην Ελλάδα. Η μια πολιτισμική παράδοση αναχρονιστική, ας την πούμε παραδοσιακή κουλτούρα, είναι η κουλτούρα εκείνη η οποία δεν θέλει ανοιχτούς ορίζοντες. Φοβάται το καινούργιο, φοβάται την αβεβαιότητα, θέλει το κεκτημένο και θέλει πάντοτε και την προστασία ενός κράτους, της πολιτείας.
• Αυτή η αναχρονιστική, ας την πούμε παραδοσιακή κουλτούρα, η οποία βασικά είναι αντίθετη στην έννοια της αλλαγής και των μεταρρυθμίσεων, είναι διάχυτη. Υπάρχει σε όλες τις κοινωνικές ομάδες. Είναι μέσα στους αγρότες, είναι μέσα στους εργαζόμενους, είναι μέσα στους συνταξιούχους, βρίσκεται στους μικρομεσαίους επιχειρηματίες, αλλά βρίσκεται και σε μεγάλους βιομηχάνους και επιχειρηματίες της 10ετίας του ’60, του ’70 και του ’80.
• Είναι οι δυνάμεις αυτές οι οποίες κατά κάποιο τρόπο αντιστάθηκαν και αντιστέκονται σε βασικές δομικές αλλαγές της οικονομίας και της κοινωνίας. Και αυτές οι δυνάμεις δεν βρίσκονται μόνο σε ένα κόμμα, βρίσκονται σε όλα τα κόμματα από τη Δεξιά μέχρι την Αριστερά.
• Είναι η μάχη μέσα στα κόμματα ανάμεσα σε αυτές τις δυνάμεις και στην άλλη κουλτούρα, τη μεταρρυθμιστική. Ποια είναι η άλλη κουλτούρα; Είναι η κουλτούρα η μεταρρυθμιστική, είναι οι κοινωνικές δυνάμεις, οι οποίες έχουν αποδεχτεί ότι ο τόπος αυτός έπρεπε να αλλάξει και πρέπει να αλλάξει. Ότι πρέπει η οικονομία να μπει σε μια άλλη βάση, σε βάση ανταγωνιστική, ότι πρέπει η κοινωνία να αναπτυχθεί ποιοτικά, ότι πρέπει να υπάρξει μια βαθύτατη δημοκρατία με κοινωνική αλληλεγγύη και για να γίνουν αυτά έπρεπε να αλλάξουν οι δομές άρα και να αλλάξουν και οι κοινωνικές και οι οικονομικές ισορροπίες πολύ ριζικά.
• Κάθε τρία χρόνια έχουμε μια αντιστροφή του πολιτικού κύκλου και έχουμε μια υποχώρηση της πολιτικής απέναντι σε απαιτήσεις περισσότερες, είτε για εγκατάλειψη μεταρρυθμιστικών κινήσεων ή για μια αύξηση των χορηγήσεων προς ορισμένες συγκεκριμένες τάξεις. Το ίδιο θα μπορέσουμε να δούμε και στις επόμενες περιόδους.
• Η πραγματική σύγκλιση χρειάζεται βαθιές τομές και μεταρρυθμίσεις, όπου ακόμα η παραδοσιακή κουλτούρα, πολιτιστική κουλτούρα, δεν μας αφήνει να προχωρήσουμε χωρίς εμπόδια. «Αντιμετώπισα αυτό το πρόβλημα,» τόνισε ο κ. Αρσένης, «στην περίοδο 1996 – 2000 με την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση και μπορώ να πω ότι δεν διαπίστωσα ότι η ελληνική κοινωνία συγκλονίζεται από ένα αίσθημα ανάγκης βασικών μεταρρυθμίσεων».
• Μας αρέσει να μπαλώνουμε τα πράγματα, μας αρέσει ο ανώδυνος τοκετός, αλλά θα πρέπει να καταλάβουμε ότι πρέπει να γίνουν βαθιές τομές και μεταρρυθμίσεις για να κερδίσουμε το στοίχημα της ανταγωνιστικότητας, που ακόμα δεν το έχουμε κερδίσει, και έχουμε μόνο 3-4 χρόνια μπροστά μας πριν από το 2006 για να πετύχουμε το στοίχημα αυτό.
Το 2006 όμως είναι… αύριο. Κι όμως η παραδοσιακή, αντιμεταρρυθμιστική κουλτούρα αμύνεται περί πάρτης. Γιατί; Γιατί, όπως είχε επισημάνει και ο πρώην υπουργός Γιάννος Παπαντωνίου στο «Βήμα» (18 Ιανουαρίου 2001), «υπάρχουν πολλοί στην Ελλάδα που αντιδρούν στις μεταρρυθμίσεις και αυτό διότι ξεβολεύονται από τη διαδικασία αυτή»!