«ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟ ΘΕΩΡΕΙΟ»
Ακόμη, μια καθαρίστρια της Βουλής με 29 χρόνια υπηρεσίας (που είναι το όριο της συνταξιοδότησης για τους υπαλλήλους της Βουλής) εξασφαλίζει μηνιαία σύνταξη 1.612 ευρώ, όταν διευθυντής υπουργείου με 35ετή υπηρεσία φθάνει μόλις τα 954 ευρώ.
Κι αυτό συμβαίνει διότι εκτός των άλλων οι συντάξεις των υπαλλήλων της Βουλής υπολογίζονται μαζί με τα επιδόματα και τις λοιπές προσαυξήσεις, ενώ στους υπόλοιπους του δημοσίου τομέα δίνεται μόλις το 80% του τελευταίου βασικού μισθού.
Το υπουργείο Οικονομικών «πονοκεφαλιάζει», καθώς στελέχη του διαβλέπουν ότι θα υπάρξουν προσφυγές δικαστικών, οι οποίοι θα απαιτήσουν να αυξηθούν και οι δικές τους συντάξεις, καθώς έχουν επιτύχει και στο παρελθόν να είναι οι καλύτερα αμειβόμενοι στο δημόσιο τομέα.
Αυτά παθαίνει η Βουλή όταν νομοθετεί στο πόδι
Την κομματικοποίηση της δημόσιας διοίκησης (τα στελέχη της οποίας βρίσκονται στο περιθώριο όταν δεν είναι αρεστοί στους εκάστοτε κυβερνώντες), τις κακές επιλογές συμβούλων, αλλά και την ασυνεννοησία που επικρατεί μεταξύ των υπουργείων, ανέδειξαν τα όσα κωμικοτραγικά συνέβησαν τις τελευταίες ημέρες με το νομοσχέδιο για το «ξέπλυμα του βρώμικου χρήματος». Κι όταν όλα αυτά μαζί συμπίπτουν με την άκριτη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο κοινοτικών οδηγιών και συνδυάζονται με τον απαράδεκτο τρόπο με τον οποίο νομοθετεί συνήθως η ελληνική Βουλή, δεν μπορούν να παρά να οδηγούν σε «γκάφες» σαν αυτές που από τη μια απειλούν με παραγραφή τα αδικήματα των εμπλεκόμενων στο παραδικαστικό κύκλωμα και από την άλλη στέλνουν, όπως προειδοποιεί ο Δικηγορικός Σύλλογος, χιλιάδες πολίτες στα δικαστήρια που κινδυνεύουν για μικροπαραβάσεις να βρεθούν «πίσω από τα κάγκελα».
Το πρόβλημα δεν είναι βέβαια τωρινό, αλλά το αποκαρδιωτικό είναι ότι ούτε οι υπουργοί δείχνουν διατεθειμένοι να αλλάξουν τακτική, ούτε οι βουλευτές αποφασίζουν να αντιδράσουν.
——————*——————
Καταιγισμός νομοσχεδίων και υπερεντατικοί ρυθμοί
Η καλύτερη απόδειξη ότι δεν πρόκειται να αλλάξει η κατάσταση στον τρόπο που νομοθετεί η Βουλή είναι ίσως αυτό που συμβαίνει τις τελευταίες η μέρες, κατά τις οποίες το Κοινοβούλιο είναι υποχρεωμένο να δουλεύει με υπερεντατικούς ρυθμούς.
Ενώ μέχρι πρότινος τα νομοσχέδια έρχονταν σποραδικά στη Βουλή και ελλείψει άλλων ψηφίζονταν στο «άψε σβήσε», το τελευταίο διάστημα έχει ανατραπεί η προηγούμενη τάση, αλλά το αποτέλεσμα είναι ακριβώς το ίδιο. Τα νομοσχέδια κατατίθενται πλέον με καταιγιστικό τρόπο, καθώς όσο πλησιάζει η ώρα του ανασχηματισμού, οι υπουργοί διαγκωνίζονται στο ποιος θα προλάβει πρώτα να καταθέσει και κατόπιν να ψηφίσει όσο το δυνατόν περισσότερες από τις νομοθετικές τους πρωτοβουλίες. Οι πιέσεις που ασκούνται από όλους είναι μεγάλες και τα νομοσχέδια με το που φθάνουν στη Βουλή μπαίνουν αμέσως στις Επιτροπές, χωρίς καλά καλά να έχουν προλάβει να το μελετήσουν οι εισηγητές.
Και ας φανταστεί ο καθένας τι συμβαίνει με τη μεγάλη μάζα των βουλευτών που οι περισσότεροι, όταν δεν είναι στο δικό τους τομέα, δεν ξέρουν καν ούτε σε τίτλους αυτά που γίνονται δεκτά από την Ολομέλεια.
——————*——————
Τι θα ψηφιστεί και τι θα μείνει για… του χρόνου
Παρά το γεγονός, πάντως, ότι η κυβέρνηση έχει στραφεί εδώ και λίγο καιρό στη συνοπτική ψήφιση των νομοσχεδίων, τα χρονικά περιθώρια είναι ασφυκτικά περιορισμένα και όπως όλα δείχνουν στο διάστημα που απομένει έως την έναρξη της συζήτησης του προϋπολογισμού, δεν μπορεί να ψηφιστούν περισσότερα από τέσσερα νομοσχέδια.
Την ερχόμενη εβδομάδα θα μπει στην Ολομέλεια το σχέδιο νόμου του υπουργείου Οικονομίας για τον ΦΠΑ στα ακίνητα, ενώ ο Γ. Αλογοσκούφης έχει διαμηνύσει ότι θέλει να ψηφιστεί την επόμενη εβδομάδα (που είναι ουσιαστικά η τελευταία για φέτος) και το νομοσχέδιο για τις Δ ΕΚΟ.
Προτεραιότητα έχει ακόμη το νομοσχέδιο του υπουργού Ανάπτυξης για το φυσικό αέριο, ενώ και ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Σπ. Σπηλιωτόπουλος επείγεται να ψηφιστεί το νομοσχέδιο για τις προμήθειες.
——————*——————
Είχε και… προσωπικά ο Σιούφας κατά του Παλαιοκρασσά
Και ισχυρούς προσωπικούς λόγους είχε ο υπουργός Ανάπτυξης Δημήτρη Σιούφα να θέλει την αποπομπή του Γ. Παλαιοκρασσά, όπως λένε βουλευτές της Ν.Δ.
Και οι λόγοι αυτοί δεν έχουν να κάνουν μόνον με τους υπαινιγμούς του πρώην προέδρου της ΔΕΗ κατά στενών συνεργατών του, όπως ο γενικός γραμματέας Νίκος Στεφάνου, αλλά διότι του χάλασε τη συζήτηση σε τέσσερα απανωτά και πολύ σημαντικά νομοσχέδια που πέρασε τις δύο τελευταίες εβδομάδες από τη Βουλή. Μιλάμε για τα νομοσχέδια για την επιτάχυνση της απελευθέρωσης των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, την καθιέρωση του γενικού εμπορικού μητρώου και τα βιοκαύσιμα, που έγιναν δεκτά με ευρύτερη συναίνεση, την οποία πάντα επιδιώκει στις νομοθετικές του πρωτοβουλίες ο υπουργός Ανάπτυξης. Ε, λοιπόν, από όλες αυτές τις συζητήσεις το μόνο που έβγαινε στα μέσα ενημέρωσης ήταν τα ερωτήματα που έθετε η αντιπολίτευση -και κυρίως το ΠΑΣΟΚ- ήταν γιατί η κυβέρνηση κρατάει τον πρόεδρο της ΔΕΗ στη θέση του. Ο κ. Σιούφας υποχρεωνόταν να απαντήσει, οι δημοσιογράφοι έμεναν σε αυτή την αντιπαράθεση και όλα τα άλλα περνούσαν απαρατήρητα.
——————*——————
«Στοά οργανωμένου εγκλήματος», βλέπει ο Κωνσταντόπουλος
Πολύ «χοντρά» τα είπε την περασμένη Τρίτη ο τέως πρόεδρος του Συνασπισμού Νίκος Κωνσταντόπουλος αναφερόμενος στα παραδικαστικά κυκλώματα.
«Πρέπει όλοι να συνεννοηθούμε και να αντιληφθούμε ότι το πρόβλημα στο εσωτερικό της Δικαιοσύνης είναι πολύ μεγαλύτερο από αυτό που φαίνεται», είπε για να συμπληρώσει: «Επίσης, πρέπει όλοι να συνεννοηθούμε ότι μέχρι στιγμής ασχολούμεθα με το ένα μέρος της Δικαιοσύνης, την ποινική Δικαιοσύνη, και λίγο με τα αστικά. Υπάρχουν και άλλοι τομείς της Δικαιοσύνης. Είναι μέγα πρόβλημα, πρόκειται περί πραγματικής στοάς οργανωμένου εγκλήματος εντός της Δικαιοσύνης και καλό είναι να μη την διαχειριστούν στα κανάλια έτσι όπως τη διαχειρίζονται διάφοροι». Όταν μιλούν έτσι άνθρωποι με τη νομική εμπειρία και την πολιτική βαρύτητα του κ. Κωνσταντόπουλου ή τη θεσμική ιδιότητα του προέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Δημ. Παξινού, που πρόσφατα χαρακτήρισε «μαρίδα» τους διωκόμενους, το ερώτημα που ευλόγως τίθεται από πολλούς είναι: Αφού όλοι αυτοί ξέρουν γιατί δεν πάνε στον Άρειο Πάγο να τα πουν;
——————*——————
Έγιναν όπως ακριβώς τα γράψαμε
Οι τακτικοί αναγνώστες του «Π» θα θυμούνται ότι η στήλη εδώ και δύο μήνες είχε γράψει για την παρασκηνιακή επιλογή των δύο γυναικών που προορίζονταν για τη κάλυψη των δύο γενικών διευθύνσεων της Βουλής. Είχαμε, μάλιστα, αποκαλύψει τότε ότι ικανά στελέχη «εμποδίστηκαν» να υποβάλουν υποψηφιότητα, καθώς τους είχε διαμηνυθεί ότι η υποψηφιότητά τους δεν θα είχε καμία τύχη, όπως επίσης και ότι η τρίτη υποψήφια, η ικανότατη διευθύντρια των Επιτροπών Ελένη Σερλή, παρότι έθεσε υποψηφιότητα ήταν «κομμένη εκ των προτέρων». Ε, λοιπόν (και χωρίς, όπως ξαναγράψαμε, να διαθέτουμε μαντικές ικανότητες, αλλά απλή γνώση του παρασκηνίου), σας πληροφορούμε ότι την περασμένη Τετάρτη που συνεδρίασε η Επιτροπή Κανονισμού της Βουλής, η οποία επιλέγει τους γενικούς διευθυντές, τα πράγματα έγιναν, όπως ακριβώς τα είχαμε γράψει στις αρχές Οκτωβρίου. Η Ειρήνη Ηλιοπούλου ανέλαβε τη γενική διεύθυνση Διοικητικής Υποστήριξης με τις ψήφους της ΝΔ (Άννα Μπενάκη, Λ. Ζαγορίτης, Α. Καραμάριος, Β. Μαγγίνας, Α. Σταύρου και Α. Φούσας) και του ΠΑΣΟΚ (Απ. Κακλαμάνης και Α. Ακριβάκης), ενώ λευκό έριξαν οι εκπρόσωποι του ΚΚΕ Α. Σκυλλάκος και του ΣΥΝ Φ. Κουβέλης.
Το ΠΑΣΟΚ, ωστόσο, δεν ψήφισε την εκλεκτή της νυν προέδρου Ελένη Χλιμίντζα για τη γενική διεύθυνση Νομοθετικού Έργου, καθώς, όπως έλεγε αργότερα σε δημοσιογράφους ο Απ. Κακλαμάνης, «αδικήθηκε κατάφωρα η Σερλή», η οποία αν δεν ίσχυαν «άλλα κριτήρια» θα έπρεπε εκείνη να καταλάβει τη θέση. Από την άλλη πλευρά υποστηρίχθηκε ότι της έλειπε το πτυχίο Νομικής, ενώ όταν τέθηκε το ερώτημα γιατί δεν έθεσαν υποψηφιότητα ο Θ. Θεοδωρόπουλος και ο Χ. Χουντάλας στον γενικό γραμματέα Ι. Καρμπατζό που θεωρείται ο «ιθύνων νους» των τοποθετήσεων, εκείνος έστρεψε το βλέμμα του προς την πρόεδρο της Βουλής που δήλωσε ότι δεν έχει καμία εξήγηση. Ο Απ. Κακλαμάνης, πάντως, άφησε υπαινιγμούς ότι η κάλυψη της πρώτης διεύθυνσης έγινε για να «φύγει προς τα πάνω» η Ηλιοπούλου και να αναληφθεί η κρίσιμη διεύθυνση Ανθρωπίνου Δυναμικού που είχε ως τώρα από εκλεκτό της σημερινής πλειοψηφίας. Ο Κανονισμός που έγινε επί των ημερών του προβλέπει τρεις γενικές διευθύνσεις και ως τώρα ήταν καλυμμένη μόνον η μία, ενώ η τρίτη παραμένει ακόμη κενή.